Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

ΟΛΙΓΑ ΠΕΡΙ ΙΕΡΩΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΩΝ




ΟΛΙΓΑ ΠΕΡΙ ΙΕΡΩΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΩΝ
του Πρωτ. π. Θωμά Βαμβίνη
 
   Απαγκιστρώνοντας την σκέψη μας από την οικονομική κρίση και την πολιτική ρευστότητα που επικρατεί στην χώρα μας θα ασχοληθούμε με ένα θέμα που αφορά το τυπικό της Εκκλησίας, συγκεκριμένα με την απαγόρευση τελέσεως μνημοσύνων από το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι και την Κυριακή του Θωμά. Μπορεί για τους πολλούς αυτό να είναι ένα θέμα εκτός εποχής (με την έννοια του «ποιος ασχολείται τώρα με τυπικές διατάξεις της Εκκλησίας, εδώ ο κόσμος καίγεται...»), όμως μόλις διήλθαμε την Διακαινήσιμο εβδομάδα και σε κάποιους μπορεί να είναι ακόμη νωπές οι μνήμες από τριβές μεταξύ ενίων ποιμένων και ενίων μελών του ποιμνίου τους με αφορμή αυτήν την διάταξη, η οποία, όπως και άλλες παρόμοιες τυπικές διατάξεις, που αφορούν κυρίως την τέλεση μνημοσύνων η γάμων, δημιουργούν πολλές φορές περιττές τριβές, και κάποιες φορές αναιτιολόγητες παραβιάσεις του τυπικού της Εκκλησίας.
Στην συνέχεια θα περιορισθούμε μόνο στις διατάξεις που αφορούν τα Μνημόσυνα.
Πριν αναφερθούμε στις τυπικές διατάξεις, πρέπει να σημειώσουμε ότι το μεγαλύτερο ίσως μέρος της ακολουθίας του Μνημοσύνου αφορά τους ζώντες, και όχι τους κεκοιμημένους. Οι στίχοι για παράδειγμα από τον 118ο Ψαλμό (τον Άμωμον) που συνηθίζεται να ψάλλονται στην θέση του κοινωνικού, όταν το μνημόσυνο δεν τελείται την Κυριακή, καθώς και τα πέντε από τα έξι νεκρώσιμα Ευλογητάρια, αφορούν κυρίως τους ζώντες που προσήλθαν να προσευχηθούν για τον κεκοιμημένο. Για παράδειγμα οι ψαλμικοί στίχοι: «Ενύσταξεν η ψυχή μου από ακηδίας...», «Κλίνον την καρδίαν μου εις τα μαρτύριά σου και μη εις πλεονεξίαν», «συνέτισόν με και μαθήσομαι τας εντολάς σου» η οι στίχοι των Ευλογηταρίων «το απολωλός πρόβατον εγώ ειμι ανακάλεσαί με, Σωτήρ και σώσόν με» και «οικτείρησον το σόν πλάσμα Δέσποτα και καθάρισον ση ευσπλαχνία», αφορούν τους ζώντες, ειδάλλως θα υπονοούσαν μετά θάνατον ενέργειες παθών (ακηδίας, πλεονεξίας), καθώς και δυνατότητα μετάνοιας, η οποία όμως «εν τω Άδη ουκ έστι», σύμφωνα με το ψαλμικό «εν δε τω άδη τις εξομολογήσεταί σοι;».

Η ΚΟΛΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ: ΤΟΠΟΣ Ή ΤΡΟΠΟΣ ;




 
Η ΚΟΛΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ:
ΤΟΠΟΣ Ή ΤΡΟΠΟΣ ;
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΟΥΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ
ΤΟ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ  ΙΕΡΟΘΕΟΥ
 
Οι άγιοι Πατέρες για τον Παράδεισο και την Κόλαση
Είναι πολύ σημαντικό να δούμε την διδασκαλία των αγίων Πατέρων για τον Παράδεισο και την Κόλαση, γιατί αυτοί είναι οι απλανείς διδάσκαλοι της Εκκλησίας, οι φορείς της αμιάντου Παραδόσεως, και γι' αυτό η Αγία Γραφή δεν μπορεί να ερμηνευθεί έξω από την Θεόπνευστη διδασκαλία τους. Άλλωστε, η Εκκλησία, που είναι το θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού, γράφει την Αγία Γραφή και την ερμηνεύει. Η γενική διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας είναι ότι ο Παράδεισος και η Κόλαση δεν υπάρχουν εξ επόψεως του Θεού, αλλά εξ επόψεως του ανθρώπου. Βεβαίως, υπάρχει Παράδεισος και Κόλαση σαν δύο τρόποι ζωής, αλλά δεν είναι ο Θεός που τους δημιούργησε. Στην πατερική παράδοση φαίνεται καθαρά ότι δεν υπάρχουν δύο τόποι, αλλά ο ίδιος ο Θεός είναι Παράδεισος για τους αγίους και ο ίδιος ο Θεός είναι Κόλαση για τους αμαρτωλούς. Αυτό συνδέεται αναπόσπαστα με την διδασκαλία των αγίων Πατέρων για την καταλλαγή και την συμφιλίωση, όπως και για την εχθρότητα του ανθρώπου με τον Θεό. Πουθενά στην Αγία Γραφή δεν φαίνεται ότι Θεός καταλλάσσεται με τους ανθρώπους, αλλά ότι ο  Χριστός καταλλάσσει τον άνθρωπο με τον Θεό.
Άλλωστε, φαίνεται σε όλη την πατερική Παράδοση ότι Θεός ποτέ δεν είναι εχθρός του ανθρώπου, αλλά ο άνθρωπος καθίσταται εχθρός του Θεού διότι δεν έχει κοινωνία και μέθεξη με Αυτόν. Έτσι ο άνθρωπος γίνεται εχθρός του Θεού και όχι ο Θεός του ανθρώπου. Ο άνθρωπος με την αμαρτία που διαπράττει βλέπει τον Θεό οργισμένο και εχθρικό5. Αυτό το θέμα θα το δούμε παρουσιάζοντας την διδασκαλία συγκεκριμένων Πατέρων της Εκκλησίας.
Νομίζω ότι είναι καλό να αρχίσουμε από τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο, ο οποίος κάνει λόγο για το τι είναι Παράδεισος και τι είναι Κόλαση. Μιλώντας για τον Παράδεισο λέγει ότι Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Και, φυσικά, όταν αναφερόμαστε στην αγάπη, εννοούμε κυρίως και προ παντός την άκτιστη ενέργεια του Θεού. Γράφει: «Παράδεισος εστίν η αγάπη του Θεού, εν η η τρυφή πάντων των μακαρισμών»6. Αλλά αναφερόμενος και στην Κόλαση λέγει σχεδόν τα ίδια πράγματα, ότι, δηλαδή, και η Κόλαση είναι η μάστιγα της αγάπης. Γράφει: «Εγώ δε λέγω, ότι οι εν τη γεέννη κολαζόμενοι τη μάστιγι της αγάπης μαστίζονται. Και τι πικρόν και σφοδρόν το της αγάπης κολαστήριον;»7.

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2014

Ποτέ δέν κρύφτηκες ἀπό κανένα ἀλλ’ ἐμεῖς κρυβόμαστε πάντοτε ἀπό Σένα…

 Συντάκτης:


maria_kalogior_Re-exposure%20of%20DSC00332.jpg
Σ' ευχαριστώ, που έγινες ένα πνεύμα μαζί μου ασυγχύτως, 
ατρέπτως κι αναλλοιώτως,Θεέ του παντός, 
κι' έγινες για χάρη μου τα πάντα σε όλα:
Τροφή ανεκλάλητη που ποτέ δεν τελειώνει,
που ξεχύνεται ακατάπαυστα από της ψυχής μου τα χείλη 
και πλούσια αναβλύζει απ' την πηγή της καρδιάς μου.
Ένδυμα, που αστράφτει και καταφλέγει τους δαίμονες.
Κάθαρση, που με πλένεις με τ' άφθαρτα κι' άγια δάκρυα
που η παρουσία σου χαρίζει σ' όσους επισκεφθείς.
Σ' ευχαριστώ, γιατί για χάρη μου έγινες ανέσπερο φως
και ήλιος αβασίλευτος, που δεν έχεις πού να κρυφτείς,
αφού γεμίζεις με τη δόξα σου τα σύμπαντα.
Ποτέ δεν κρύφτηκες από κανένα αλλ' εμείς κρυβόμαστε
πάντοτε από σένα, μη θέλοντας να'ρθούμε κοντά σου.
Μα πού να κρυφτείς αφού πουθενά δεν υπάρχει τόπος
για την κατάπαυσή σου;
Και γιατί να κρυφτείς εσύ που δεν αποστρέφεσαι κανένα
ούτε κανένα ντρέπεσαι;
Και τώρα, σε ικετεύω, Δέσποτά μου,
έλα να στήσεις τη σκηνή σου στην καρδιά μου,
να κατοικήσεις και να μείνεις εντός μου
αχώριστος κι ενωμένος μέχρι τέλους με μένα τον δούλο σου,
αγαθέ, για να βρεθώ κι' εγώ στην έξοδό μου 
κι έπειτα απ' αυτήν στους αιώνες κοντά σου Αγαπημένε, 
και να βασιλέψω μαζί σου
Θεέ του παντός!
 Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου http://1myblog.pblogs.gr/2013/04/pote-den-kryfthkes-apo-kanena-
all-emeis-krybomaste-pantote-apo-s.html 

ΠΩΣ ΝΑ ΥΠΟΜΕΝΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ

. Συντάκτης:  


 

«ΤΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ»
ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ
Βασισμένα σέ κείμενα τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
Πῶς νά ὑπομένουμε τούς πειρασμούς
Ὅσοι εἶναι φίλοι τοῦ Θεοῦ, ὅσοι ἔχουν κλείσει μέσα τους τόν Κύριο σάν ἕνα πολύτιμο θησαυρό, δέχονται μέ πολλή χαρά τίς βρισιές καί τίς ἀτιμίες, καί ἀγαποῦν μέ καθαρή καρδια, σάν εὐεργέτες, αὐτούς πού τούς ἀδικοῦν.
Ὁ Χριστός, ὁ ἀναμάρτητος, ραπίσθηκε ἄδικα ἀπό ἕνα δοῦλο, κι ἔτσι ἔγινε τό πρότυπο ὅλων μας στήν ἀνεκτικότητα, τή μεγαλοψυχία καί τή μακροθυμία. Ἀλλα μόνο ραπίσθηκε; Ἄν πάρουμε ἀπό τήν ἀρχή τά γεγονότα τῆς ἔνσαρκης οἰκονομίας Του, θά δοῦμε πώς αὐτή δέν εἶναι τίποτ᾿ ἄλλο παρά μιά ἁλυσίδα ταπεινώσεων καί ἐξευτελισμῶν. Πρῶτα-πρῶτα ὁ Κύριος, ὄντας Θεός, καταδέχθηκε νά ἔρθει στή γῆ, «μορφήν δούλου λαβών», καί νά ζήσει ἀνάμεσά μας σάν ἕνας ἄσημος καί φτωχός «τέκτονος υἱός». Μέχρι τά τριάντα Του χρόνια βοηθοῦσε τόν ἅγιο Ἰωσήφ στό ταπεινό ἐπάγγελμα τοῦ ξυλουργοῦ. Ὕστερα, ὅσο κήρυττε καί θαυματουργοῦσε, ὑπέμεινε τό διασυρμό, τή συκοφαντία καί τίς ἐπιβουλές τῶν Φαρισαίων καί Γραμματέων. Καί τέλος, πιάστηκε, χλευάσθηκε, μαστιγώθηκε, ραπίσθηκε καί σταυρώθηκε. Ποιός; Ὁ ἀθῶος ἀπό τούς φταῖχτες. Ὁ εὐεργέτης ἀπό τούς εὐεργετημένους. Ὁ Θεός ἀπό τούς ἀνθρώπους! Καί γιατί ὅλα τοῦτα; Πρῶτα, γιά νά μᾶς σώσει, ὅπως ὅλοι ξέρουμε. Κι ἔπειτα, γιά νά μᾶς δώσει παράδειγμα, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Πέτρος: «Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ὑμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ». Ὅπως ὑπέμεινε Ἐκεῖνος ὅλους τούς πειρασμούς καί τίς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, καί μάλιστα τήν ἀδικία καί τήν ἀχαριστία ἐκείνων πού εἶχε εὐεργετήσει, ἔτσι πρέπει νά ὑπομένουμε κι ἐμεῖς. «Τοῦτο γάρ χάρις, εἰ διά συνείδησιν Θεοῦ ὑποφέρει τις λύπας, πάσχων ἀδίκως», γράφει πάλι ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος. «Ποῖον γάρ κλέος, εἰ ἁμαρτάνοντες καί κολαφιζόμενοι ὑπομενεῖτε; Ἀλλ᾿ εἰ ἀγαθοποιοῦντες καί πάσχοντες ὑπομενεῖτε, τοῦτο χάρις παρά Θεῷ» .
«Ἀγαθοποιῶν καί πάσχων» ἀκριβῶς ὁ Χριστός, εἶναι σά νά λέει στόν καθένα ἀπό μᾶς: “Ἄν θέλεις, ἄνθρωπε μου, νά ζήσεις αἰώνια μαζί μου, καί νά γίνεις «κατά χάριν Θεός», ταπεινώσου γιά χάρη μου, ὅπως ταπεινώθηκα κι ἐγώ γιά χάρη σου. Πέταξε ἀπό πάνω σου τή δαιμονική ὑπερηφάνεια καί μή ντραπεῖς νά ὑποστεῖς χλευασμούς καί νά πάθεις κάθε κακό γιά τίς ἐντολές μου. Ἀλλιῶς, θά ντραπῶ κι ἐγώ γιά σένα τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. «Ὅς γάρ ἄν ἐπαισχυνθῇ με καί τούς ἐμούς λόγους, τοῦτον ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται, ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καί τοῦ πατρός καί τῶν ἁγίων ἀγγέλων». Καί θά προστάξω τότε τούς ἀγγέλους μου: «Ἀρθήτω ὁ ἀσεβής, ἵνα μή ἴδῃ τήν δόξαν Κυρίου»”.
Ἄν λοιπόν δέν ὑπομείνουμε τούς πειρασμούς, τότε καί ὁ Κύριος θά μᾶς ἀποδοκιμάσει στή δευτέρα παρουσία Του, γιατί προτιμήσαμε τή δόξα τῶν ἀνθρώπων καί δέν θελήσαμε ν᾿ ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμά Του. Πῶς θέλουμε νά συμβασιλεύσουμε καί νά συνδοξασθοῦμε μαζί Του στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἄν δέν καταδεχόμαστε νά ταπεινωθοῦμε ἀπό ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο, ἐμεῖς, πού εἴμαστε «γῆ καί σποδός», τή στιγμή πού ὁ Χριστός, ὁ ἄπειρος Θεός καί δημιουργός τοῦ σύμπαντος, αὐτοταπεινώθηκε, ἄφησε τήν οὐράνια δόξα Του κι ἔγινε ἄνθρωπος εὐτελής; Ἐμεῖς δέν καταδεχόμαστε νά ταπεινωθοῦμε μπροστά στόν ἀδελφό μας, πού εἶναι ἴσως ἀνώτερος ἀπό μᾶς, ἐνῶ ὁ Χριστός ἔγινε δοῦλος καί δέχθηκε τόσες ταπεινώσεις καί σταυρικό θάνατο ἀκόμα, ἀπό τούς δούλους Του!
Ἄς ὑποθέσουμε, ὅτι βαδίζουμε στό δρόμο μαζί μέ τόν Χριστό. Καί μᾶς συναντάει ἕνας ἄνθρωπος, πού χτυπάει στό πρόσωπο καί Ἐκεῖνον καί ἐμᾶς. Ὁ Δεσπότης Χριστός δέν ἀντιδρᾶ καί δέν διαμαρτύρεται. Μποροῦμε νά σκεφτοῦμε σέ τί δεινή θέση θά βρεθοῦμε ἐμεῖς, ἄν ἀντιδράσουμε;
Ὁ Κύριος εἶναι τό ὑπόδειγμά μας. Καί ὅμως, Ἐκεῖνος περιπαίζεται καί δέν ἀγανακτεῖ· ἐμεῖς ἐπαναστατοῦμε. Ἐκεῖνος δέχεται σταυρό καί θάνατο ταπεινωτικό· ἐμεῖς δέν σηκώνουμε οὔτε ἕνα ταπεινωτικό λόγο. Πῶς λοιπόν θά γίνουμε συγκοινωνοί τῆς δόξας Του, ἀφοῦ δέν καταδεχόμαστε νά γίνουμε συγκοινωνοί τῶν παθῶν καί τῶν βασάνων Του; Μάταια ἀγωνιζόμαστε, μάταια ἐλπίζουμε στήν αἰώνια ζωή, ἄν δέν εἴμαστε ἀποφασισμένοι νά σηκώσουμε σταυρό, ὅπως Ἐκεῖνος.
Δέν ἀπομένει πάρα νά Τόν μιμηθοῦμε, μέ τή βεβαιότητα ὅτι «οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς».
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ”
Βασισμένο σέ κείμενο τοῦ Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.

ΤΡΙΑ ΠΑΘΗ ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

Τρία φοβερά πάθη.Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος


 «ΤΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ»
 ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ
 Βασισμένα σέ κείμενα τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
  1. Τρία φοβερά πάθη
    Ὁ ἄνθρωπος πού γεννιέται στόν κόσμο αὐτό, ἔχει μέσα του τά σπέρματα τριῶν φοβερῶν παθῶν: τῆς φιλαργυρίας, τῆς φιλοδοξίας καί τῆς φιληδονίας. Πρῶτα-πρῶτα, ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς του θέλει χρήματα, θέλει νά ζεῖ δίχως φτώχεια καί στενοχώριες. Ἔπειτα, ὅσο μεγαλώνει, ἀποζητάει τήν τιμή καί τή δόξα. Καί τέλος, ὅταν ἔρθει στήν κρίσιμη ἡλικία, φλέγεται ἀπό τόν πόθο τῶν ἡδονῶν. Ἔτσι ὅμως ξεχνάει πώς εἶναι θνητός, πώς δέν πλάστηκε ἀπό τό Θεό γιά νά μείνει παντοτινά στήν παρούσα ζωή, πώς πρέπει νά ἑτοιμαστεῖ γιά τή μέλλουσα καί αἰώνια.
    Ἄς γνωρίζουμε καλά ὅλοι μας, πώς ἄν ὑποδουλωθοῦμε σ᾿ ἕνα ἀπό τά παραπάνω πάθη, δέν μποροῦμε νά ἐλευθερωθοῦμε εὔκολα, ὅπως δέν μπορεῖ νά ἐλευθερωθεῖ τό πουλί πού πιάνεται στήν παγίδα. Γιατί αὐτά τά πάθη εἶναι οἱ παγίδες τοῦ διαβόλου. Κι ἄν ὁ ἄνθρωπος πέσει μέσα, βρίσκεται σέ τραγική κατάσταση. Ἄν μάλιστα πεθάνει χωρίς νά μετανοήσει, πηγαίνει ὅπου εἶναι καί ὁ διάβολος, πού τόν ὑποδούλωσε.


    Ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία ἔχουν τέτοια γλυκύτητα καί δύναμη, πού μαραίνουν τίς εὐγενικές καί πνευματικές ἐφέσεις τοῦ ἀνθρώπου. Μ᾿ ἕναν ἀνεξήγητο τρόπο, τόν κάνουν νά πιστεύει πώς γεννήθηκε γιά ν᾿ ἀποκτάει χρῆμα, δόξα καί ἡδονή. Κι ἔτσι ὑποδουλώνεται.
    Τί σημαίνει ὅμως, ὅταν λέμε ὅτι ὑποδουλώνεται ὁ ἄνθρωπος; Καί τί εἶναι ἡ δουλεία αὐτή;
    Εἶναι αὐτή καθεαυτή ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου. Καί φέρνει τήν ψυχή σέ τέτοια κατάσταση, πού μόνο αὐτά νά ποθεῖ καί μόνο αὐτά νά τήν ἀναπαύουν, νά τήν εὐφραίνουν καί νά τή χορταίνουν.
    Πῶς ὅμως θά λυτρωθοῦμε ἀπό τ᾿ ἄγρια τοῦτα πάθη;
    Μόνο μέ τήν ἀληθινή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση. Ὅταν μετανοήσουμε εἰλικρινά, μέ συντριβή καί δάκρυα, θά ἔρθει στήν ψυχή μας ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει χαρακτηριστικά ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Καί δάκρυον στάξαν ἰσοδυναμεῖ τῷ λουτρῷ· καί στεναγμός ἐπίμοχθος ἐπανάγει τήν χάριν πρός ὀλίγον ἀναχωρήσασαν».
    Αὐτή τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού δίνεται σ᾿ ὅσους εἰλικρινά μετανοοῦν, οἱ πονηροί καί ἀκάθαρτοι δαίμονες δέν τήν ὑποφέρουν. Μέ λύσσα ἀγωνίζονται νά τή διώξουν ἀπό τόν ἄνθρωπο. Γιατί ὅταν τήν ἐπισκιάσει ἡ χάρη, ξεφεύγει ἀπό τά γήινα. Δέν λογαριάζει τότε τά χρήματα. Δέν ὑπολογίζει τή δόξα. Καύχημά του πιά εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἦταν καί τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού ἔλεγε: «Ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ ἐμοί κόσμος ἐσταύρωται κἀγώ τῷ κόσμῳ».
    Μάταια λοιπόν λεγόμαστε χριστιανοί καί μάταια πιστεύουμε στό Θεό. Σέ τίποτα δέν θά μᾶς ὠφελήσει ἡ πίστη μας σ᾿ Αὐτόν, ἄν δέν πολεμᾶμε ἀκατάπαυστα τά πάθη πού ἀναφέραμε.
    Τή νηστεία μας τήν ἀχρηστεύουμε, τήν ἐλεημοσύνη μας τή χάνουμε καί τήν προσευχή μας τή λερώνουμε μέ αἰσχρές σκέψεις καί φαντασίες, γιατί δέν μάθαμε νά σπᾶμε τίς ἀλυσίδες τῆς φιλαργυρίας, τῆς φιλοδοξίας καί τῆς φιληδονίας. Ὅταν τίς σπᾶμε, ἡ ψυχή μας ἀποκτάει ὑγεία καί τό φθαρτό μας σῶμα «ἐνδύεται ἀφθαρσίαν».
    Βέβαια, κάθε ἄνθρωπος μπορεῖ νά μήν εἶναι ὑποδουλωμένος ἐξίσου καί στά τρία πάθη. Ἄλλος εἶναι φιλάργυρος, ἄλλος φιλόδοξος καί ἄλλος φιλήδονος. Συμβαίνει ὅμως συχνά νά κυριεύεται ἀπό τό ἕνα καί νά μετέχει στά ἄλλα. Ἤ, ἀντίθετα, νά ὑποδουλώνεται στό ἕνα καί νά καταφρονεῖ τά ἄλλα.
    Ὁ φιλάργυρος π.χ., γιά νά μαζέψει χρήματα, δέν συγκινεῖται ἀπό τή δόξα καί τήν ἡδονή. Μοναδική του σκέψη καί ἐπιδίωξη εἶναι τό χρῆμα, ἄσχετα ἄν ντροπιαστεῖ καί ἀτιμαστεῖ. Παραβλέπει τή δόξα, γιατί ἀποβλέπει στό κέρδος. Τήν ἡδονή ἐπίσης τήν περιφρονεῖ, γιά νά μήν ξοδέψει χρήματα στήν ἀπόλαυσή της.
    Ὁ φιλόδοξος, πάλι ἀψηφάει τά χρήματα καί τίς ἡδονές. Τά χρήματά του τά σκορπάει μόνο καί μόνο γιά νά δοξάζεται καί νά ἐπαινεῖται. Τήν ἡδονή τήν ἀποστρέφεται, γιά νά μήν τόν κατηγορήσουν καί μειωθεῖ ἔτσι ἡ δόξα του.
    Ὁ φιλήδονος, τέλος, περιφρονεῖ καί χρήματα καί δόξα. Τά χρήματά του τά ξοδεύει σέ ἀκολασίες καί σέ ἀσωτίες. Δόξα γι᾿ αὐτόν εἶναι μόνο ἡ ἠδονή.
    Ἐμεῖς λοιπόν ἄς παρακαλέσουμε τό Θεό νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τά τρία φοβερά αὐτά πάθη, γιατί μόνο ἔτσι θά προκόψουμε, μέ τή χάρη Του καί τό ἔλεος Του, στήν ἀρετή, θά καθαρθοῦμε καί θά σωθοῦμε.
    Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
     
    jubpls
    jubpls



      Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος,
    Κεφάλαια πρακτικά καί θεολογικά, Μερος 1ον.
    Ζαγοραίου, σελ 533.
    Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ”
    Βασισμένο σέ κείμενο τοῦ Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
    ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΧΩΡΙΣ ΕΥΛΑΒΕΙΑ

 


ὉσίουΣυμεώντοῦΝέουΘεολόγου
Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἁμαρτία, ἀπό τό νά προσεύχεται κανείς χωρίς φόβο Θεοῦ, χωρίς προσοχή καί εὐλάβεια.
Ἐκεῖνος πού προσεύχεται ἤ ψάλλει ἀπρόσεκτα καί ἀσυναίσθητα, εἶναι φανερό πώς δέν ξέρει ποιός εἶναι ὁ Θεός. Ὁ Θεός πάλι, σάν εὔσπλαχνος, θέλει νά ἐλεήσει αὐτό τόν ἄνθρωπο καί δέν μπορεῖ. Εἶναι καλύτερα, τολμῶ νά πῶ, νά μήν προσεύχεται κανείς καθόλου, παρά νά προσεύχεται χωρίς προσοχή.
Ἡ σωστή προσευχή εἶν᾿ ἐκείνη πού δέν γίνεται ἁπλά μέ τό στόμα, ἀλλά καί μέ τό νοῦ καί μέ τήν καρδιά. Ὅποιος λοιπόν δέν προσεύχεται ὁλοκληρωμένα, οὐσιαστικά δέν κάνει προσευχή, καί εἶναι ὑπόλογος γι᾿ αὐτό ἀπέναντι στό Θεό. Ἐκεῖνος πού προσεύχεται χωρίς συμμετοχή τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς του, κατά βάθος περιφρονεῖ τό Θεό. Καί πῶς θά ἐλεηθοῦμε ἀπό Ἐκεῖνον, ὅταν προσευχόμαστε μέ κενά λόγια, κι ὅταν ὁ νοῦς μας συντυχαίνει μέ τούς δαίμονες; Πῶς νά μήν παροργίζουμε τόν Κύριο, ὅταν ἀπό τή μιά ἀπευθυνόμαστε σ᾿ Ἐκεῖνον κι ἀπό τήν ἄλλη ὁ νοῦς μας συλλογίζεται πράγματα ἄσχετα, ἄτοπα ἤ καί αἰσχρά; Ἕνας τέτοιος νοῦς δέν ἀνήκει στό Χριστό καί δέν θά παραδοθεῖ ποτέ σ᾿ Αὐτόν.
Πῶς ὅμως θά μπορέσουμε νά προσευχόμαστε μέ προσοχή, θεῖο φόβο, εὐλάβεια καί κατάνυξη; Πῶς θά μπορέσουμε νά προσευχόμαστε μέ τή σταθερή καί ἐνεργητική συμμετοχή τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας;
Δέν θά τό κατορθώσουμε μόνοι μας. Στήν τέλεια προσευχή θά φτάσουμε, μόνο ἄν ζητήσουμε ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο νά μᾶς φωτίσει μέ τό Πνεῦμα Του τό Ἅγιο, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ἐπίγνωση τῆς ἄπειρης μεγαλοσύνης Του, νά νιώσουμε σέ ποιό φοβερό Θεό μπροστά στεκόμαστε. Καί ἀκόμα, ἄν Τόν παρακαλοῦμε θερμά ὄχι γιά μάταια καί πρόσκαιρα πράγματα, ἀλλά γιά τήν κάθαρσή μας ἀπό τά πάθη καί, προπαντός, τήν ἀπόκτηση ταπεινοῦ φρονήματος. Ὅποιος, ἀλήθεια, γνωρίσει τήν ἀπέραντη ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖ παρά νά ταπεινωθεῖ βαθιά μπροστά στή μακροθυμία Του.
Εἶναι λοιπόν ἀδύνατο νά προσεύχεται τέλεια ὁ νοῦς – καί ἑπομένως ἀδύνατο νά κατανυχθεῖ καί ἡ καρδιά – ἄν δέν δεχθεῖ πρῶτα τό φωτισμό καί τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό μυστικό φῶς τῆς θείας γνώσεως, πού δίνεται κατεξοχήν μ᾿ ἕναν τρόπο: μέ τήν ἐπίμονη καί ἔμπονη ἐπίκληση τοῦ Κυρίου καί τοῦ ἐλέους Του.


Ἐκεῖνος πού ἔμαθε γράμματα καί μορφώθηκε πολύ, πῶς μπορεῖ νά διαβάσει τά βιβλία του χωρίς φῶς; Ἔχει τά βιβλία. Ἄν ὅμως δέν ἔχει καί τό φῶς, πῶς θά τά μελετήσει; Τό ἰδιο συμβαίνει καί μέ τήν προσευχή. Πῶς θά «μελετήσουμε» καί θά γνωρίσουμε τό Θεό, χωρίς τό μυστικό φῶς τῆς θείας γνώσεως; Αὐτό τό φῶς δέν εἶναι παρά μιά νοητή, θεόσταλτη δύναμη, πού περικυκλώνει καί μαζεύει τό νοῦ, τόν ἐμποδίζει νά φεύγει καί νά διασκορπίζεται στά γήινα καί τόν καθηλώνει στήν πανευφρόσυνη θέα καί κοινωνία τοῦ Θεοῦ.
Ὅσο τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν φωτίζει τό νοῦ μας, ἡ προσευχή μας εἶναι ἄστατη καί ἄκαρπη. Καί ὁ νοῦς, λογιάζοντας πράγματα ἄτοπα – ἀκόμα κι αὐτά πού οἱ ἄνθρωποι θεωροῦν ἀναγκαῖα – πλανιέται, χωρίς νά συνειδητοποιεῖ πώς γίνεται σκλάβος στό νοητό τύραννο, πού τόν τραβάει ἐδῶ κι ἐκεῖ, σέ μέριμνες, φροντίδες, ὑποθέσεις, προβλήματα «τοῦ κόσμου τούτου».
Ἄς ἀγωνιστοῦμε λοιπόν μ᾿ ὅλες μας τίς δυνάμεις γιά νά νικήσουμε τό «σπερμολόγο» διάβολο, πού μέ πονηρές ἐνθυμήσεις καί ἄκαιρες σκέψεις μᾶς κλέβει τόν ἀνεκτίμητο πνευματικό καρπό τῆς προσευχῆς καί κρατάει τήν ψυχή μας στό σκοτάδι. Ἄς παρακαλέσουμε θερμά τόν Κύριο, «τό φῶς τοῦ κόσμου», νά στείλει τό Ἅγιό Του Πνεῦμα καί νά διαλύσει μέ τό ἄκτιστο φῶς Του τό σκοτάδι αὐτό τῆς ψυχῆς μας, πού μόνο ἔτσι θά μπορέσει νά ἑνωθεῖ μέ τό Θεό, «τόν πανταχοῦ παρόντα καί τά πάντα πληροῦντα».
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

Ἀπότόβιβλίο: ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΠΑΤΕΡΙΚΗΣΣΟΦΙΑΣ
ΒασισμένοσέκείμενοτοῦὉσίουΣυμεώντοῦΝέουΘεολόγου
ΙΕΡΑΜΟΝΗΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥΩΡΩΠΟΣΑΤΤΙΚΗ.

ΙΑΤΡΕΙΑ ΠΑΘΩΝ ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

Ἐκεῖνος ὅπου θά ἰατρευθεῖ ἀπό τά πάθη του, ἔγινε καί χριστιανός


true-life-of-a-monk2
 …Δια τούτο ανάγκη είναι να ιατρευθή η ασθένειά μας από τον Χριστόν, όπου ήλθεν εις την γην μόνος ιατρός αληθινός, δια να ιατρεύση τας ασθενείας μας, δια τας οποίας αμαρτάνομεν. Ότι ούτος εστίν ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Η οποία είναι η ασθένεια της φθαρτής φύσεως η­μών. Διατί, αφ’ ου παρέβη ο Αδάμ την εντολήν του Θεού, και εξωρίσθη από τον παράδεισον, κάθε άνθρωπος έγινεν άρρωστος, και ασθενής.
….Λοιπόν εκείνος όπου ιατρευθή από τας ασθενείας του, έγινε και χριστιανός. Ει δε και έχει ακόμι ασθενείας απ’ αυτάς όπου είπαμεν, είναι φανερόν, πως δεν ιατρεύθη ακόμι. Και τούτο το παθαίνει, ή από άγνοιαν, ή από αλογίαν, ωσάν όπου δεν εξεύρει τι λέγει προς τον Θεόν, όταν προσεύχεται, και ποίας ασθενείας παρακαλεί τον Θεόν να του ιατρεύση.
Και ανίσως αποθάνη ανιάτρευτος, θέλει καίεται πάντοτε μέσα εις την κόλασιν, και να μην ελευθερώνε­ται ποτέ από την φλόγα εκείνην. Δια τούτο πρέπει να κλαίη τινάς πικρώς εις τέτοιαν ελεεινήν κατάστασιν όπου εκαταντήσαμεν.
Άνθρωποι χριστιανοί να φωνάζουν νύκτα, και ημέραν το Άγιε επίσκεψαι, και ίασαι τας ασθενείας η­μών, και ο Κύριος να μη δύναται να τους ιατρεύση, με το να μην έχουν αυτοί είδησιν, ποίαις είναι οι ασθένειαίς τους, δια τας οποίας παρακα­λούν, και με όλον όπου αύται είναι τόσαι πολλαί, και διάφοροι. Αυτή είναι η αφορμή της απωλείας όπου χάνονται τόσοι χριστιανοί, και πτωχοί, και πλούσιοι, και άρχοντες, και ιδιώται, και νέοι, και γέροντες, και μοναχοί, και ιερείς. Διότι μία ιατρεία είναι τούτων όλων κοινώς των ασθενειών, η κοινωνία θείας φύσεως, ήγουν το να λάβη τινάς την θείαν χάριν.
Διότι κάθε άνθρωπος, ή σοφός, ή άσοφος, ή γνωστικός, ή ανόητος, ή στοχαστικός, ή αστόχαστος, ή παιδευμένος, ή απαίδευτος, ή πλούσιος, ή πτωχός, όσα καλά και αν κάμνη εις την παρουσαν ζωήν, όσα και αν αγωνίζεται, και κοπιάζη, ανίσως δεν συμβάλλουν, εις το να υγιάνη η ψυχή του από τας ασθενείας της, όλα εί­ναι μάταια, και ανωφελή, και κάμνουν την ψυχήν να μείνη έξω από την βασιλείαν των ουρανών. Διατί η βασιλεία των ουρανών δέχεται μόνον τας ψυχάς εκείνας όπου είναι υγιείς, και δεν έχουν καμμίαν ασθένειαν. 
…. Λοιπόν κάθε άνθρωπος ας μη καταγίνεται, μήτε ας επιμελήται εις την παρούσαν ζωήν δια άλλο τίποτε, έξω μόνον δια τούτο, πως να ευρεθή η ψυχή του εις την υστερινήν ημέραν του θανάτου του υγιή, και ελευθερωμένη από κάθε πάθος κοσμικόν, και σαρκικόν. 
… αναγκαίον είναι να ευρεθή εν ημέρα κρίσεως υγιής από τα πάθη της, δια να μη τα δράξη το πυρ της γεέννης, και την κρατήση μέσα εις την άσβεστόν του κάμινον, και την κατακαίη αιωνίως. Ότι το πυρ της γεέννης, δεν ημπορεί να καίει άλλους, αλλά μόνον εκείνους όπου έμειναν εις την παρούσαν ζωήν ανιάτρευτοι κατά τας ψυχάς τους, και ετζί ανιάτρευτοι επήγαν και εις την άλλην ζωήν.
ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΤΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΑ – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
http://www.egolpion.com/sumewn_12th.el.aspx

ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

 


Μακαρισμός των Χριστιανών
Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου
α. Καλότυχοι εκείνοι, οπού δέχτηκαν το Χριστό, που σαν το φως έλαμψε μέσα στο σκοτάδι τους, γιατί αυτοί έγιναν τέκνα του, φωτός, πραγματικά, και της ημέρας.
 β. Καλότυχοι εκείνοι οπού ντύθηκαν το φως του στη ζωή ετούτη, γιατί φορέσανε το ένδυμα του γάμου από τώρα κιόλας. Αυτοί δε θα δουν ποτέ τα χέρια ή τα πόδια τους δεμένα, κι ούτε θα γνωρίσουνε το πυρ το αιώνιο.
 γ. Μακάριοι εκείνοι που αξιωθήκαν, φορώντας τούτο το κορμί ακόμη, να ιδούνε το Χριστό, μα τρισμακάριστοι εκείνοι που τον είδαν νοερά και τον προσκύνησαν πνευματικά, γιατί δε θα ιδούνε θάνατο εις τον αιώνα. Και μην αμφιβάλλεις καθόλου γι’ αυτό, βλέποντας πως και στα επίγεια πράγματα συμβαίνει το ίδιο: Όποιοι κατάδικοι αξιωθούν να ιδούν προσωπικά το βασιλιά λευτερώνονται απ’ τη θανατική ποινή αμέσως και τους χαρίζεται ή ζωή…
 δ. Καλότυχοι εκείνοι, που εσθίουν το Χριστό την κάθε μέρα, με τέτοια θεωρία και γνώση, όπως ο προφήτης Ησαΐας τον άνθρακα γιατί, αυτοί θα καθαριστούν από κάθε μολυσμό σαρκός και πνεύματος.
 ε. Καλότυχοι εκείνοι, οπού με το στόμα του νοός τους γεύονται την κάθε ώρα και στιγμή το άρρητο φως γιατί αυτοί θα περπατήσουν όλη τη ζωή τους «ως εν ήμερα ευσχημόνως» και όλο τον καιρό του βίου τους θα ζήσουν με χαρά και ευφροσύνη.
 στ. Καλότυχοι εκείνοι, που γνώρισαν το φως του Κυρίου σαν τον ίδιο το Χριστό, από ετούτη τη ζωή ακόμη, γιατί αυτοί με παρρησία και χωρίς ντροπή θα παρουσιαστούν μπροστά του στη Δευτέρα Παρουσία.
 ζ. Καλότυχοι εκείνοι, που πορεύονται όλο το βίο τους κάτω από το θείο φως του Χριστού, γιατί αυτοί θα είναι πάντοτε, και τώρα και στον μέλλοντα αιώνα, αδέλφια και συγκληρονόμοι του.
 η. Καλότυχοι εκείνοι, όπου άναψαν από ετούτη τη ζωή το φως μέσ’ στην καρδιά τους και το κράτησαν άσβηστο, γιατί αυτοί βγαίνοντας από τούτη τη ζωή θα συναπαντήσουν το Νυμφίο ευχαριστημένοι και μ’ αναμμένες τις λαμπάδες τους θα μπουν μαζί του στο Νυμφώνα.
 θ. Καλότυχοι εκείνοι, που δεν άφησαν να κυριέψει το μυαλό τους η ιδέα πως οι άνθρωποι δεν «πληροφορούνται» για τη σωτηρία τους όντας εν τη ζωή, αλλά στο θάνατο ή και μετά το θάνατο τους, γιατί αυτοί θ’ αγωνιστούνε από τώρα, πριν ειν’ αργά, να «πληροφορηθούν» τη σωτηρία τους.
 ι. Καλότυχοι εκείνοι, που δεν αμφιβάλλουν για κανέν’ από τα όσα είπαμε πιο πάνω, κι ούτε σκεφτήκανε πως είναι κάτι ψεύτικο, γιατί αυτοί, κι αν ακόμη δεν απόχτησαν τίποτε από κείνα -πράγμα που δεν εύχομαι,- πάντως, θα βάλουν πολύ ζήλο και σπουδή να τ’ αποχτήσουν.
 ια. Καλότυχοι εκείνοι, που ζητούν επίμονα να ‘ρθούνε προς το φως, καταφρονώντας όλα τ’ άλλα, γιατί αυτοί, ακόμα κι αν -όντας εν τη ζωή της γης- δε φτάσουνε να μπούνε μες στο φως, ίσως μπορέσουν με καλές ελπίδες να ταξιδέψουν για την άλλη ζωή, κ’ εκεί, να μπουν -έστω και σε θέσεις των μετρίων- στη χώρα του φωτός.
 ιβ. Καλότυχοι εκείνοι, όπου χύνουν πικρά δάκρυα για τις αμαρτίες τους, γιατί αυτούς θα τους αγκαλιάσει το φως και θα αλλάξει σε γλυκό το πικρό δάκρυ τους.
 ιγ. Καλότυχοι εκείνοι, όπου δέχονται από το θείο φως το φωτισμό και βλέπουν την αδυναμία τους ως και τη φοβερή ασχήμια, με την οποία είναι ντυμένη η ψυχή τους, γιατί αυτοί θα χύνουν δάκρυ μετανοίας ακατάπαυστα και με τ’ αυλάκι ετούτο των δακρύων τους θα καθαρίζονται και θα λευκαίνονται μονάχοι τους.
 ιδ. Καλότυχοι εκείνοι, όπου ζύγωσαν το θείο φως και μπήκαν μέσα σ’ αυτό γινόμενοι ολάκεροι όπως το φως, κ’ έγιναν μ’ εκείνο μια ουσία, ένα σώμα, γιατί αυτοί έβγαλαν σίγουρα την ακάθαρτη στολή τους, που φορούσαν μέχρι τώρα, από πάνω τους και δε θα χύσουνε πια δάκρυα πικρά.
 ιε. Καλότυχοι εκείνοι, όπου βλέπουνε το ένδυμα τους ωσάν το Χριστό να λάμπει, γιατί αυτοί θα γεμίζουνε την κάθε ώρα και στιγμή από ανέκφραστη χαρά και μέσα σε κάποιαν απορία και έκπληξη, θα δακρύζουν γλυκύτατα, γνωρίζοντας τον εαυτό τους από τώρα κιόλας γιό και συμμέτοχο της αναστάσεως.
 ιστ. Καλότυχοι εκείνοι, όπου έχουν άγρυπνο το νοερό τους οφθαλμό και πάντα ολάνοιχτο, και βλέπουνε το θείο φως σε κάθε προσευχή τους, συνομιλώντας μ’ αυτό στόμα με στόμα. Γιατί αυτοί έγιναν πια ισότιμοι με τους αγγέλους- κι αν και μου φαίνεται λιγάκι τολμηρό, για να το πω- και, μάλιστα, έγιναν ή θα γίνουνε ανώτεροι ακόμη κι από τους αγγέλους, γιατί, ενώ οι άγγελοι τον υμνούν, ετούτοι συνομιλούν με το Θεό. Κι αν έφτασαν σε τούτο το σημείο τελειότητας και προχωρούν ολοένα, όντας ακόμα στον επίγειο βίο τους και με τα δεσμά της φθαρτής σάρκας τους σφιχτά δεμένοι, τι λογής δόξα θα γνωρίσουν υστερ’ από την ανάσταση, όταν ντυθούν το πνευματικό και άφθαρτο εκείνο σώμα; Κι οπωσδήποτε θα γίνουν όχι μονάχα ισότιμοι με τους αγγέλους, αλλά θα γίνουν όμοιοι και με τον Κύριο και Δεσπότη των αγγέλων, το Χριστό, καθώς είναι γραμμένο: «οίδαμεν, λέγει, ότι όταν αποκαλυφθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα» (Α’ Ιωάν. γ’ 2).
 ιζ. Καλότυχος ο χριστιανός εκείνος, όπου με την προσευχή του στέκεται μπροστά στον ίδιο το Θεό, βλέποντάς τον και βλεπόμενος απ’ το Θεό, κ’ αισθανόμενος τον εαυτό του έξω απ’ τον κόσμο ετούτο και μέσα στο Θεό μονάχο, μην έχοντας τη δύναμη να ξεχωρίσει αν βρίσκεται «εν σώματι, είτε εκτός του σώματος», γιατί αυτός θ’ ακούσει «άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι» (Β’ Κορ. ιβ’ 2- 4) και θα ιδεί «α οφθαλμός ουκ είδε, ουδέ ους ήκουσεν, ουδέ επί καρδίαν άνθρωπου σαρκίνην ανέβη» (Α’ Κορ. β’ 9).
 ιη. Καλότυχος εκείνος, όπου αντικρύσει μέσα του το φως του Κόσμου, την ίδια τη μορφή του Χριστού γιατί αυτός μπορεί να λογαριαστεί σαν την Παναγία, τη Μητέρα του Χριστού, έχοντας μέσα του τον ίδιο το Χριστό σαν βρέφος, όπως Εκείνος με τ’ αληθινόλαλό του στόμα το βεβαίωσε, λέγοντας : «Μήτηρ μου και αδελφοί και φίλοι ούτοι είσι». Ποιοί, δηλαδή; «Οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και ποιούντες αυτόν» (Λουκ. η’ 21 ). Έτσι, εκείνοι που δεν τηρούν τις εντολές του Θεού αποξενώνουν θεληματικά τον εαυτό τους απ’ τη χάρη εκείνη, που αναφέραμε πριν λίγο, γιατί τούτο το πράγμα, ήταν, είναι και θα είναι πάντα δυνατό να κατορθωθεί. Και ξέρουμε, πως έχει γίνει, στις μέρες μας και θα γίνεται και στο μέλλον, με όλους τους Χριστιανούς, που τηρούν τις εντολές και τα προστάγματα του Θεού.

http://www.pentapostagma.gr/2013/12/%CE%BC%CE%B1%
 http://stratisandriotis.blogspot.gr/2013/12/blog-post_17.html

ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΙΖΗΤΕΙ ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

 


«Ὅποιος ἐπιζητεῖ τίς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρίν ἀπό τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν, εἶναι ὅμοιος μέ ἐξαγορασμένον δοῦλο, πο μόλις ἀγορασθεῖ, μαζί μέ τήν ἀγορά ζητεῖ νά τοῦ γραφεῖ καί ἡ ἐλευθερία».
Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος
ΕΠΕ Φ19Δ
http://monopatia-pou-diastavronontai.blogspot.gr