Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2012

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ - J.P.MIGNE - ΒΕΠΕΣ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ - J.P.MIGNE - ΒΕΠΕΣ


0 σχόλια



H Patrologia Graeca ,  Ελληνική Πατρολογία, συντομογραφία PG  ,ή όπως είναι ο πλήρης τίτλος της Patrologiae Graecae Cursus Completus, είναι η δεύτερη συλλογή του κλασικού έργου του Ζακ Πολ Μιν (Jacques Paul Migne) Patrologiae cursus completus, η οποία περιλαμβάνει έργα χριστιανών πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων που έγραψαν στα Ελληνικά.

Η συλλογή εκδόθηκε σε δύο σειρές. Η πρώτη σειρά περιείχε μόνο τη μετάφραση των ελληνικών κειμένων στα Λατινικά σε 81 τόμους (1856-61), ενώ η δεύτερη σειρά, η οποία εκδόθηκε στη συνέχεια, το ελληνικό κείμενο με λατινική μετάφραση σε 166 τόμους (1857-66). Αυτή η δεύτερη σειρά είναι και η γνωστότερη. Περιλαμβάνει τα έργα που γράφτηκαν στα Ελληνικά, είτε προέρχονται από εκκλησιαστικούς συγγραφείς της Ανατολής είτε της Δύσης, από τον 1ο έως και τον 15ο αιώνα. Το κείμενο είναι τυπωμένο και αριθμημένο σε στήλες, μία από τις οποίες είναι γραμμένη στα Ελληνικά, ενώ στην άλλη υπάρχει η λατινική της μετάφραση. Η αρίθμηση των τόμων σταματά στο 161, όμως το σύνολό τους είναι 166, καθώς οι τόμοι 16 και 87 έχουν τρία μέρη και ο τόμος 86 δύο. Ένας ακόμη τόμος που ήταν υπό έκδοσιν, δεν εκδόθηκε ποτέ, αφού οι τυπογραφικές μήτρες του καταστράφηκαν από φωτιά στο τυπογραφείο (1868). Το έργο ανατυπώθηκε πολλές φορές στην Ευρώπη, με πρώτες αυτές του εκδοτικού οίκου των Αδελφών Garnier στο Παρίσι (ήδη από το 1880), ενώ στην Ελλάδα ξεκίνησε ν' ανατυπώνεται τη δεκαετία του 1980, από τις "Εκδόσεις Ωφελίμου Βιβλίου".

Η συλλογή στηρίζεται σε ανατυπώσεις προγενέστερων εκδόσεων, οι οποίες συχνά περιέχουν λάθη, ενώ και η ποιότητα της εκτύπωσης είναι από μέτρια έως κακή. Παρ' όλα αυτά, είναι η μοναδική έκδοση η οποία εμπεριέχει τόσο μεγάλο αριθμό έργων, μερικά από τα οποία δεν είναι διαθέσιμα αλλού, και γι' αυτό αποτελεί σημείο αναφοράς, κυρίως για όσους μελετούν τη Μεσαιωνική Γραμματεία.

Στην ελληνική έκδοση δεν υπάρχει, σε αντίθεση με την Patrologia Latina, παράρτημα με  συνολικό πίνακα ελληνικών περιεχομένων, έλλειψη που αναπλήρωσε ο πρώην μητροπολίτης Λαρίσσης Δωρόθεος Σχολάριος, ο Θεσσαλός, με τα έργα του Κλεὶς Πατρολογίας καὶ Βυζαντινῶν Συγγραφέων που περιλαμβάνει τα περιεχόμενα κατά τόμο, με αναλυτική αναγραφή όλων των βιβλίων και των περιεχομένων τους (α' έκδοση 1879, β' έκδοση 1980) και Ταμεῖον Πατρολογίας που περιέχει λήμματα, κατ' αλφαβητική σειρά, τα οποία αναπτύσσονται από τους Πατέρες και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, με αντίστοιχες παραπομπές στα έργα τους (εκδόθηκαν μόνον οι τόμοι με τα γράμματα Α-Γ• ολόκληρο το έργο σε χειρόγραφα υπάρχει στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος).

 Σημείωση Συντακτικής Ομάδας : Ευρισκόμεθα είς τήν ευχάριστη θέση να πληροφορήσουμε τούς Αναγνώστες τής ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ότι έχουμε πρόσβαση και στήν διάθεση μας όλην  τήν ύλη  τής συλλογής  τών συγγραμμάτων  Πατέρων  τής Ελληνικής Πατρολογίας" Patrologia Greacae Cursus Completus  J.P.Migne "  από τό :

ΠΑΝΕΠΗΣΤΗΜΙΟΝ ΑΙΓΑΙΟΥ - ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ  ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Μεταβάλαμε τήν ατολμία σε τόλμη με επίγνωση του δύσκολου έργου για να ανεβάσουμε όσον το δυνατόν περισσότερα έργα , (το σύνολο εί δυνατόν ) με  ομιλίες ,διδαχές των Αγίων Θεοφόρων  Θεόπνευστων Πατέρων με θερμή προσευχή , διότι μάς ενισχύει ο λόγος του αγίου Γρηγορίου του θεολόγου : «Πλην και  Θεώ φίλον το κατά δύναμιν» (Λόγος 43 Εις τον Μέγα Βασίλειον επιτάφιος 82 PG 36,640D) , αλλά και το κατά δύναμη είναι αγαπητό από τον Θεό , Ο Θεός εκτιμά ότι κάνει ο άνθρωπος κατά δύναμη.

Σημείωμα Συντακτικής Ομάδας :

Ό αριθμός που βρίσκεται μέσα σέ παρένθεση ( #) δεικνύει τό αριθμό τών αναρτήσεων τής κάθε ετικέτας ( label) .Καταβάλουμε προσπάθεια για να συμπληρώσουμε τούς δεσμούς (links) τών μεμονομένων αναρτήσεων που λείπουνε




 ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ (μακαριστός)
1. Ο ΟΡΟΣ ΠΑΤΗΡ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ

Μεγάλος αριθμός εκλεκτών μελών της Εκκλησίας χαρακτηρίζονται πατέρες ή άγιοι πατέρες ή όσιοι πατέρες. Αυτοί είναι όσοι διακρίθηκαν σε αγιότητα, οσιότητα, διαποίμανση των πιστών, αλλά και όσοι απλώς είναι κληρικοί, όσοι δηλαδή πάντοτε -και σήμερα- αναλαμβάνουν την ευθύνη της πνευματικής προκοπής των πιστών. Η Εκκλησία διέκρινε (ξεχώρισε) λίγους από τους πολλούς πατέρες και τουι ωνόμασε τιμητικά Πατέρες και Διδασκάλους. Με τον όρο αυτό ένωσε δύο εξαιρετικής σημασίας λειτουργήματα σ' ένα πρόσωπο, το οποίο έτσι έλαβε την πρώτη θέση στους κόλπους της. Τά λειτουργήματα αυτά είναι: α) του ποιμένα, που αναγεννά και κατευθύνει πνευματικά τους πιστούς, που συνδέει αυτούς με το Σωτήρα Χριστό διά του αγίου Πνεύματος, που κηρύττει το Ευαγγέλιο, που τελεί τα μυστήρια της Εκκλησίας και που καλείται για όλ' αύτά «πατήρ». β) του διδασκάλου, που έχει το ειδικό χάρισμα και άρα το ειδικό προνόμιο και την ειδική ευθύνη να διδάσκη και να ερμηνεύη στους πιστούς την αλήθεια του Θεού, καθώς και να αντιμετωπίζη αυτός κατ' εξοχήν τα μεγάλα προβλήματα και τις ισχυρές θεολογικές κρίσεις στην Εκκλησία.

2. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ  ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ

Οι εκκλησιαστικοί γενικά συγγραφείς θεολόγησαν, έγραψαν τα έργα τους, από τις εξής κυρίως αφορμές και ανάγκες:

α) Του κηρύγματος. Ασκώντας το έργο τούτο σε ποικίλες μορφές, θεολογούσαν κατ' ανάγκην, αφού εξηγούσαν το λόγο του Θεού, ερμήνευαν το πρόσωπο και το έργο του Χριστού, διαφώτιζαν το αγιαστικό και φωτιστικό έργο του αγίου Πνεύματος και πολλές φορές υπομνημάτιζαν τις Γραφές, ώστε να γνωρίζουν οι πιστοί την αλήθεια και να προκόπτουν πνευματικά.
3. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝ ΜΕ ΦΩΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΓ. ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ


Το έργο των Πατέρων και Διδασκάλων συντελέσθηκε στις καίριες και πρωτότυπες στιγμές του με ιδιαίτερη χάρη κι ενέργεια του αγίου Πνεύματος. Γι' αυτό και η Εκκλησία στις καίριες αυτές στιγμές της πατερικής θεολογίας, που έγιναν Παράδοσή της, αποδίδει κύρος και σημασία ίση μ' εκείνη που δίδει στήν αγία Γραφή. Όπως οι Προφήτες και Απόστολοι, έτσι και οι «Ποιμένες (=Πατέρες) και Διδάσκαλοι» «ελάλησαν» διά Πνεύματος αγίου κατά τον Ιωάννη Δαμασκηνό (Εκδ. ορθοδ. πίστεως 90). Στα κείμενα των Πατέρων εκφράζεται πολύ συχνά -αν όχι σε κάθε βήμα- η εσωτερική βεβαιότης ότι είσοδος εις την αλήθεια, αναγωγή σ' αυτή, γίνεται μόνο με τη βοήθεια ή το φωτισμό του αγ. Πνεύματος. Σ' αυτό οφείλονται «αποκαλύψεων δωρεαί». Αυτό, προκειμένου περί θείας αληθείας, κινεί τα νοήματά μας και προάγει το λόγο μας. Χωρίς να δεχθούμε την έλλαμψη του Πνεύματος δε μπορούμε να εισέλθωμε στον «αληθή νου» της Γραφής:
4. Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΙΣΤΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


Η αλήθεια, που ταυτίζεται με τη θεία πραγματικότητα, δόθηκε και δίδεται στον άνθρωπο με τρόπο αποκαλυπτικό. Η αλήθεια, ο Τριαδικός δηλαδή Θεός και το έργο του για τη σωτηρία του ανθρώπου, φανερώθηκε προοδευτικά: Νόμος, Προφητεία, Ευαγγέλιο, Πεντηκοστή και εξής. Την πρόοδο αυτή ο Γρηγόριος Θεολόγος χαρακτηρίζει «μεταθέσεις βίων» και «σεισμούς». Tο τελευταίο στάδιο αρχίζει με την Πεντηκοστή, που συνεχίζεται στο χώρο της Εκκλησίας (Χρυσόστ., PG 50, 454 εξ). Θεωρείται μάλιστα το στάδιο τούτο, η οδηγητική δηλ. και φωτιστική δράση του αγ. Πνεύματος στην Εκκλησία, σαν «ελπίδος συμπλήρωσις» (Γρηγόριος Θεολόγος, PG 36, 456ΑΒ), διότι «θαυματουργεί και την τελείαν εισάγει γνώσιν» (Χρυσόστομος, PG 59, 424). Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας μάλιστα εκφράζεται σαφέστερα επάνω στο θέμα και γράφει ότι «ου κατέληξεν αποκαλύπτων ημίν ο Μονογενής» (PG 74, 576), επεξηγώντας φυσικά στη συνέχεια ότι το φωτιστικό έργο του Πνεύματος είναι και του Κυρίου. Την ίδια Παράδοση και θεολογική γραμμή ακολουθούν και οι μεταγενέστεροι Πατέρες, όπως π.χ. ο ιερός Φώτιος (+891), που ερμηνεύουν το καίριο θεολογικό έργο των Πατέρων σαν αποτέλεσμα της φωτιστικής δράσεως του αγ.Πνεύματος. Διαφορετικά ούτε ιδιαίτερη αξία θα είχε η θεολογία αυτή, ούτε και θα μπορούσε να θεωρήται στην Εκκλησία ισόκυρη προς τη Γραφή:
5. ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, ΓΝΗΣΙΟΤΗΣ ΚΑΙ ΚΥΡΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Η Εκκλησία δέχθηκε την παρουσία των Πατέρων στους κόλπους της κι έζησε με τη διδαχή και το φρόνημά τους, το οποίο θεώρησε πάντοτε γνήσιο και ορθόδοξο. Στη συνείδησή της οι Πατέρες και Διδ. ήσαν η συνέχεια και η προέκταση των Αποστόλων. Οι δώδεκα Απόστολοι παρέδωσαν την προσωπική τους διακονία, που ήταν το να διδάσκουν, στους Πατέρες (Eιρηναίου, Έλεγχος Γ3, 1). Το άγιο Πνεύμα, που φώτιζε τους Αποστόλους, φωτίζει και τους Πατέρες:

6. ΔΙΑΔΟΧΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ

Αν πρέπει να δώσωμε για λόγους πρακτικούς κεντρικά σημεία της εσώτατης θεολογικής πορείας του Πατρός και διδασκάλου, τότε θα μπορούσαμε να διακρίνωμε σ' αυτή τρεις κυρίως σταθμούς:

7. ΤΟ ΘΥΡΑΘΕΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ (ΔΟΜΗ, ΜΟΡΦΗ, ΑΛΗΘΕΙΑ)

Οι Πατέρες δεν έζησαν ούτε κι έδρασαν ερήμην του πνευματικού κλίματος της εποχής τους. Το έργο τους αποτελεί ως ένα βαθμό καθρέπτη των συγχρόνων τους φιλοσοφικών ρευμάτων, των θρησκευτικών πεποιθήσεων, των κοσμολογικών αντιλήψεων και των πολιτειακών ή πολιτικών προτιμήσεων. Οι παράγοντες που προσδιώριζαν το πνευματικό κλίμα των πρώτων αιώνων του βίου της Εκκλησίας ήσαν ο Ιουδαϊσμός, ο Ελληνισμός, ο Γνωστικισμός, οι θρησκείες και η Πολιτεία. Ο ποικίλος και δυναμικός αυτός κόσμος αποτέλεσε μέγα πρόβλημα αλλά και όργανο για τους θεολόγους της Εκκλησίας. Το πρόβλημα: Εάν ο θεολόγος δεν εκφραζόταν μέσω του πνευματικού αυτού κόσμου θα κινδύνευε να μείνη απόλυτα ξένος για τους ανθρώπους της εποχής, που φυσικά είχαν μάθη να σκέπτωνται μόνο με τις δομές του κόσμου εκείνου.
8. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ

Συχνά οι ερευνητές και αποτιμητές της πνευματικής προσφοράς των φιλοσόφων και των Πατέρων δημιουργούν παρεξηγήσεις που οδηγούν σε απαράδεκτη υποτίμηση των Πατέρων και του έργου τους. Tο συνηθέστερο πρίσμα, κάτω από το οποίο θεωρείται συγκριτικά το πρόβλημα, είναι το εξής: Οι Πατέρες, υποχρεωμένοι να είναι παραδοσιακοί, γίνονται φορείς και μόνον ερμηνευτές της αληθείας, την οποία μάλιστα δεν απέκτησαν με ζήτηση επίπονη, αλλά έλαβαν από την Εκκλησία ή την αποκάλυψη του Θεού. Με τους φιλοσόφους συμβαίνει το αντίθετο. Οι φιλόσοφοι αναζητούν με άπειρη αγωνία την αλήθεια, που οι Πατέρες έχουν έτοιμη. Στο έργο λοιπόν του φιλοσόφου έχομε την πρωτοτυπία, η οποία λείπει από το έργο του Πατρός. Kαι η τελική αξιολόγηση του Πατρός και του φιλοσόφου εξαρτάται από την πρωτοτυπία. Όλα όμως αυτά δεν είναι παρά μία σχολαστική θεώρηση του θέματος, που προδίδει άγνοια και ανεπίτρεπτη αφέλεια εκείνου που την επιχειρεί και την αποδέχεται.
9. ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΙΔΙΟΜΟΡΦΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

α. Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και μάλιστα οι επιφανέστεροι από αυτούς είχαν πλατειά και βαθειά παιδεία. Από τον Ιγνάτιο, τον Ιουστίνο και τον Ειρηναίο οι Πατέρες εμφανίζονται από άριστοι έως καλοί γνώστες του ιουδαϊσμού, των ποικίλων θρησκειών, του γνωστικισμού και του ελληνισμού, των θρησκευτικών και πολιτιστικών δηλ. μορφών που κυριαρχούσαν κατά τους αιώνες που δημιούργησαν το έργο τους. Η τελεία γνώση ή τουλάχιστον η σχετικά καλή σπουδή των πνευματικών αυτών μεγεθών δήλωνε το μορφωμένο άνθρωπο. Kαι δεν έχομε σημαντικό εκκλησ. συγγραφέα άγευστο των μεγεθών αυτών.
10. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΟΔΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Το έργο των Πατέρων και Διδ. της Εκκλησίας ευρίσκεται σε άμεση σχέση προς το έργο των Συνόδων, είτε αυτές είναι Οικουμενικές είτε τοπικές. Η σχέση αυτή παραμένει εν τούτοις αδιασάφητη και αδιόριστη ως ένα σημείο. Οι περισσότερες φερ' ειπείν οικουμενικές Σύνοδοι εργάσθηκαν χωρίς την παρουσία ως μελών κατ' εξοχήν μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων. Αλλά τούτο δε σημαίνει ότι κινήθηκε η θεολογική διεργασία της Συνόδου ερήμην της θεολογικής προσφοράς ενός ή περισσοτέρων μεγάλων Πατέρων. Στην Α' οικουμ. Σύνοδο ο Μ. Αθανάσιος επέδρασε βαθύτατα και αποφασιστικά χωρίς να είναι σύνεδρο μέλος. Κατά την Β' οικ. Σύνοδο ο μεν Βασίλειος είχε πεθάνει, ο δε Γρηγόριος Θεολόγος απουσίαζε. Η θεολογία όμως της Συνόδου αυτής εκφράζει τη θεολογία των δύο μεγάλων ανδρών, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ο χώρος της Συνόδου δεν είναι χώρος, όπου κατ' εξοχήν δίδεται η λύση των μεγάλων προβλημάτων με το φωτισμό του Πνεύματος.
11. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Η θέση των Πατέρων στην ιστορία του ανθρώπινου πνεύματος και στην καθόλου γραμματεία δεν έχει ακόμη αποτιμηθή και εκτιμηθή όσο πρέπει. Και μολονότι το πρόβλημα τούτο είναι θέμα που φυσικά ξεπερνά τα όρια πατρολογικού εγχειριδίου, θεωρούμε αναγκαίο να υπογραμμίσωμε σχετικά τα εξής:
12. ΤΟ ΠΩΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕΩΣ ΚΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Η πραγματικότης του Πατρός και Διδασκάλου της Εκκλησίας αποτελεί γνόφο, χώρο άγιο, προβληματικό και αληθινό, διάσταση θεληματική και υπαρξιακή. Είναι γνόφος διότι συνιστά πνευματικό γεγονός απρόσιτο κι αδιαπέραστο για όποιον δε ζη τη θεία χάρη που το δημιούργησε. Αλλά και για τον πιστό ή θεολόγο δεν παύει ο Πατήρ να είναι γνόφος, εντός του οποίου θά εισέλθη μόνο με πολύ αγώνα και πλούσια θεία χάρη. Πρόκειται για πραγματικότητα, η οποία, ενώ βρίσκεται σε απόλυτη σχέση με τον κόσμο, είναι κάτι άλλο, είναι το άγιο, το ξεχωριστό από το σύνηθες και φυσικό, διότι αντιπροσωπεύει τη δυναμική μεταστοιχείωση του τραγικού ανθρώπου σε πρόσωπο αληθινό, σε ον δηλ. που συνυπάρχει με την αλήθεια, μετέχει σ' αυτή, ζη με αυτή και γι' αυτή.
13. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ (γιατί σπουδάζομε τους Πατέρες)

Αφήσαμε στο τέλος το πρόβλημα της σημασίας των Πατέρων για το σύγχρονο πιστό και μάλιστα το θεολόγο. Παρ' όλα όσα σημειώσαμε μέχρις εδώ για την αξία και το μεγαλείο των Πατέρων, η σημασία τους για την εποχή μας δεν είναι αυτονόητη για τον εξής λόγο: Υποτίθεται πως η καίρια και γνήσια θεολογική προσφορά όλων των Πατέρων υφίσταται, εμπεριέχεται, στην Παράδοση της Εκκλησίας. Η διδασκαλία και το φρόνημα των Πατέρων επομένως είναι διδασκαλία και φρόνημά μας ή τουλάχιστον πρέπει να είναι· και αν θέλωμε να τα επισημάνωμε γνωρίζομε πώς και πού να τα εύρωμε. Διότι όχι μόνον οι τελευταίοι από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς έχουν περιλάβει στο έργο τους την θεολογική πείρα των προγενεστέρων τους, αλλά και στα εγχειρίδια δογματικής μπορεί κανείς άκοπα σχεδόν να πληροφορηθή την πατερική διδασκαλία συνεπτυγμένη και συστηματοποιημένη. Προς τι λοιπόν η σπουδή των Πατέρων; Ποία η δικαίωση του μόχθου για τους Πατέρες; Στο κρίσιμο πρόβλημα η απάντηση είναι φυσικά δύσκολη, μα όχι αδύνατη για όσους αναγνωρίζουν την πρωταρχική σημασία των Πατέρων στην Εκκλησία κι έχουν εμπιστοσύνη σ' αυτούς.




ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ 


ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΟΜΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΜΑΤΩΝ

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΕΡΟΠΑΓΙΤΗΣ – ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΥΡΑΝΙΑΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ


 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
Ὅτι πᾶσα θεία ἔλλαμψις κατὰ ἀγαθότητα ποικίλως εἰς τὰ προνοούμενα προϊοῦσα μένει ἁπλῆ καὶ οὐ τοῦτο μόνον, ἀλλὰ καὶ ἑνοποιεῖ τὰ ἐλλαμπόμενα

 


  ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΒ΄
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ – ΟΜΙΛΙΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ
 




ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ  Ο ΜΕΓΑΣ  ΟΜΙΛΙΕΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΨΑΛΜΟΥΣ ΤΟΥ ΔΑΥΙΔ

 


ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ   ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ – ΕΙΣ ΤΑΣ ΕΠΙΓΡΑΦΑΣ ΤΩΝ ΨΑΛΜΩΝ

πατρολογία - γρηγόριος ο θεολόγος - εις τας επιγραφάς των ψαλμών (1)

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ  -ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΟΜΙΛΙΩΝ

πατρολογία - γρηγόριος ο θεολόγος - αποσπάσματα διάφορων ομιλιών (1) 


ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ   ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ  - ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – ΑΡΧ.ΔΩΡ.ΠΑΠΑΡΗΣ

Ο λόγος αυτός γράφτηκε το φθινόπωρο του 379 μ.Χ., όταν ο Άγ. Γρηγόριος επισκέφθηκε την αδελφή του Μακρίνα στον Πόντο, για να παρηγορηθεί για το θάνατο του αδελφού τους Μεγ. Βασιλείου. Η Μακρίνα ήταν άρρωστη, λίγο πριν το τέλος της, αλλά είχε μαζί του έναν ενδιαφέροντα διάλογο που έδωσε αφορμή να γραφτεί ο παρών λόγος. Τα κυριώτερα σημεία του είναι τα εξής:

Ο θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα· όταν το σώμα εγκαταλειφθεί από την ψυχή, τότε αποσυντίθεται στα στοιχεία που πριν το αποτελούσαν. Καθένα στοιχείο του σώματος επιστρέφει στο φυσικό του στοιχείο, έτσι ώστε κανένα επιμέρους στοιχείο δεν καταστρέφεται πλήρως ή δεν επιστρέφει στην ανυπαρξία, και το σώμα παραμένει μέσα στα όρια αυτού του κόσμου (στο νερό, τον αέρα, το χώμα και το πυρ). Αυτό είναι η φθορά, δηλ. αποσύνθεση και όχι καταστροφή ή μετάπτωση σε κατάσταση ανυπαρξίας.

Η ψυχή δεν επηρεάζεται από αυτήν την αποσύνθεση, γιατί είναι απλή και ασύνθετη και γι’ αυτό δεν μπορεί να διασπαστεί. Η ψυχή είναι αθάνατη και εκτείνεται στην αιωνιότητα. Το μόνο που αλλάζει σ’ αυτήν κατά το θάνατο είναι ο τρόπος υπάρξεώς της. Ακόμη και τότε η σχέση της με το φθειρόμενο σώμα δεν διακόπτεται, και η ψυχή θα μπορέσει να βρει όλα τα στοιχεία του λόγω της γνωστικής της δυνάμεως. Ούτε ο χώρος (απόσταση) ούτε ο χρόνος εμποδίζει την ψυχή να βρει τα στοιχεία του σώματος κατά την ανάσταση. Αυτό που περιμένει τους ανθρώπους μετά θάνατον είναι η κάθαρση, η ανανέωση και αποκατάσταση του σώματος και η ανάσταση όλων. Ο Δημιουργός δεν θέλει να μείνουμε απλά έμβρυα. Ο τελικός σκοπός της φύσεώς μας δεν είναι η κατάσταση της νηπιακής ηλικίας ούτε οι επόμενες ηλικίες ούτε ακόμη η καταστροφή του σώματος που έρχεται με το θάνατο. Όλα αυτά είναι μέρος της οδού που διανύουμε. Το έσχατο τέρμα αυτής της κινήσεως είναι η αποκατάστασή μας στην αρχέγονη κατάστασή μας. Η ψυχή κατά την ανάσταση θα επιστρέψει στο σώμα. Οι δίκαιες ψυχές θα δοξασθούν, αλλά οι αμαρτωλές θα τιμωρηθούν. Η καθαρή ψυχή  θ’ απολαύσει τη θέα του Θεού.

ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΠΑΠΑΡΗΣ

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ  – ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ   -ΚΕΙΜΕΝΟ PG –J.P.MIGNE

πατρολογία - γρηγόριος ο θεολόγος - περί ψυχής και αναστάσεως (2) 

ΔΙΔΑΧΗ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ - ΑΝΩΝΥΜΟΥ

πατρολογία - διδαχή τών αποστόλων - ανωνύμου (1) 



ΔΙΔΥΜΟΣ Ο ΤΥΦΛΟΣ

 

ΔΙΔΥΜΟΣ Ο ΤΥΦΛΟΣ 

 ΠΕΡΙ ΜΟΝΤΑΝΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΑΛΕΞΙΣ

 (Μικρό απόσπασμα)

 Μοντανιστὴς εἶπεν· Ἡμεῖς τῷ ἁγίῳ Παύλῳ πειθόμενοι Μοντανὸν ἐδεξάμεθα, ὡς ἔχοντα τὸ τέλειον τοῦ ἁγίου πνεύματος,  τουτέστιν τὸν παράκλητον.  Αὐτὸς γὰρ εἶπεν  Παῦλος· Ὅταν  δὲ ἔλθῃ  τὸ τέλειον,  τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται· καί· ἐκ μέρους γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν. 450 Ὀρθόδοξος· Ἀληθεύων εἶπεν ὁ ἅγιος   Παῦλος  ἢ  ψευδόμενος;  {Μ.}  Ἀληθεύων.   {Ο.}   Κατήργηται  οὖν   τὰ  τοῦ ἀποστόλου; {Μ.} Μὴ γένοιτο.  {Ο.} Πῶς οὖν εἶπεν· ὅταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον,  τὸ ἐκ μέρους  καταργηθήσεται,  ὡς  ἀληθεύων  ἢ  ὡς  ψευδόμενος;  {Μ.} Αὐτὸς εἶπεν·  ἐκ μέρους γινώσκομεν  καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν.

 
ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ

 


ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ 
ΔΙΑΣΥΡΜΟΣ ΤΩΝ ΕΞΩ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ

(Μικρό απόσπασμα)

 Παῦλος ὁ μακάριος ἀπόστολος τοῖς τὴν Ἑλλάδα τὴν Λακωνικὴν παροικοῦσι Κορινθίοις γράφων,  ‘ὦ ἀγαπητοί,’  ἀπεφήνατο  λέγων·  ‘ἡ σοφία τοῦ κόσμου τούτου μωρία παρὰ τῷ θεῷ,’ οὐκ ἀσκόπως εἰπών·  δοκεῖ γάρ μοι τὴν ἀρχὴν εἰληφέναι  ἀπὸ τῆς  τῶν  ἀγγέλων   ἀποστασίας.  δι'  ἣν  αἰτίαν  οὔτε  σύμφωνα  οὔτε  ὁμόλογα  οἱ φιλόσοφοι πρὸς ἀλλήλους λέγοντες ἐκτίθενται τὰ δόγματα





ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ 


ΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΙΝΕΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ

 (Μικρό απόσπασμα)

   Ἀρχόμενος τῆς πρὸς ὑμᾶς παραινέσεως, ὦ ἄνδρες
Ἕλληνες, εὔχομαι τῷ θεῷ ἐμοὶ μὲν ὑπάρξαι τὰ δέοντα πρὸς
ὑμᾶς εἰπεῖν, ὑμᾶς δέ, τῆς προτέρας ἀφεμένους φιλονεικίας
καὶ τῆς τῶν προγόνων πλάνης ἀπαλλαγέντας, ἑλέσθαι τὰ λυ-
σιτελοῦντα νῦν, οὐδὲν οἰομένους περὶ τοὺς προγόνους ὑμῶν
ἔσεσθαι παρ' ὑμῶν πλημμελές, εἰ τἀναντία νυνὶ τῶν πρό-
τερον μὴ καλῶς δοξάντων αὐτοῖς χρήσιμα φαίνοιτο παρ' ὑμῖν.

ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ


ΠΡΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ
 
 (Μικρό απόσπασμα)

    Μὴ ὑπολάβητε, ὦ ἄνδρες Ἕλληνες, ἄλογον ἢ ἀνεπί-
κριτον εἶναί μου τὸν ἐκ τῶν ὑμετέρων ἐθῶν χωρισμόν• οὐδὲν
γὰρ ἐν αὐτοῖς εὗρον ὅσιον ἢ θεοφιλές. Aὐτὰ γὰρ τὰ τῶν
ποιητῶν ὑμῶν συνθέματα λύσσης καὶ ἀκρασίας ἐστὶ μνημεῖα.
Τῷ γὰρ ἐν παιδείᾳ παρ' ὑμῖν προὔχοντι φοιτῶν τις πάντων
ἀνθρώπων ἐστὶν ἀργαλεώτατος.



ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ 


ΠΕΡΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ


 (Μικρό απόσπασμα)

    Ὁ μὲν τῆς ἀληθείας λόγος ἐστὶν ἐλεύθερός τε καὶ αὐτεξούσιος, ὑπὸ μηδεμίαν βάσανον ἐλέγχου θέλων πίπτειν μηδὲ τὴν παρὰ τοῖς ἀκούουσι δι' ἀποδείξεως ἐξέτασιν ὑπομένειν. Τὸ γὰρ εὐγενὲς αὐτοῦ καὶ πεποιθὸς αὐτῷ τῷ πέμψαντι πιστεύεσθαι θέλει. Λόγος δὲ ἀληθείας ἀπὸ θεοῦ πέμπεται• διὸ καὶ τὸ ἐλεύθερον τὸ περὶ αὐτὸν οὐ φορτικόν.



ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ



ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ – ΟΜΙΛΙΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ


ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ


Βαρύ της του θεού φιλανθρωπίας καταφρονείν

 
∆έσποτα Κύριε, ο ιατρὸς τών νοσούντων καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως, ο μὴ βουλόμενος είναι τὸν άνθρωπον νοσερὸν ἢ κατώδυνον, αλλά ιλαρὸν καὶ υγιή

(μικρό απόσπασμα)


∆έσποτα Κύριε, ὁ ἰατρὸς τῶν νοσούντων καὶ θεὸς πάσης παρακλήσεως, ὁ μὴ βουλόμενος  εἶναι  τὸν  ἄνθρωπον  νοσερὸν  ἢ  κατώδυνον,  ἀλλ'  ἱλαρὸν  καὶ  ὑγιῆ ὁλοτελῆ, αὐτὸς καὶ τὴν δούλην σου Μαρίαν τὴν σωματικὴν ἀσθένειαν πεσοῦσαν καὶ ἐν ἀθυμίᾳ πάσῃ γεναμένη(ν) ἀνάστησον, οἴκτειρον, μὴ παρίδῃς, σβέσον τὸν πυρετόν, πράϋνον τὸ ἄλγος, ἀπέλασον τὴν ῥαθυμίαν. ὁ τὴν πενθερὰν τοῦ Πέτρου πυρήσουσαν καὶ δεινῶς κατακειμένην  καὶ ταύτην τῷ ῥήματί σου ἀναστήσας πρὸς τὸ διακονεῖν σοι, αὐτός, βασιλεῦ, πάρεσο καὶ νῦν ἐπὶ τὴν δούλην σου Μαρίαν καὶ καταπράϋνον τὸ ἄλγος τῆς ψυχῆς καὶ τὴν νόσον τοῦ σώματος


 Διατὶ κοπιάζεις διὰ τὸν κόσμο;


(μικρό απόσπασμα)


 Ἐγὼ εἶμαι πατέρας, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφή, ἐγὼ ἔνδυμα, ἐγὼ ρίζα, ἐγὼ θεμέλιον, κάθε τί τὸ ὁποῖον θέλεις ἐγώ· νὰ μὴν ἔχεις ἀνάγκην ἀπὸ τίποτε.


Εγκώμιον είς τούς αγίους πάντας

 
Εγκώμιον εις τόν άγιον ιωάννην τόν ευαγγελιστήν
 
Εις τήν προσκύνηση τού ζωοποιού σταυρού
 
Εις τήν σύναξιν τών αρχαγέλων  

(μικρό απόσπασμα)


Ἀγγέλους ἐγκωμιάζειν χρή. Καὶ γὰρ αὐτοὶ τὸν ∆ημιουργὸν ὑμνοῦντες, ἵλεων αὐτὸν καὶ εὐμενῆ τοῖς ἀνθρώποις παρέχουσιν. Ἀγγέλους δέ φημι, τοὺς ἡμετέρους συμμάχους, τοὺς κατὰ τῶν ἀντικειμένων  δυνάμεων ἐκστρατεύοντας, ὧν εἷς ἐστιν ὁ ἀρχάγγελος  Μιχαὴλ  πρὸς  μὲν  τὸν  διάβολον  ὑπὲρ  Μωϋσέως  σώματος ἀντιταττόμενο


Εις τήν τριήμερον ανάστασιν

 
(μικρό απόσπασμα)

Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε· ὁ Κύριος ἐγγὺς, μηδὲν μεριμνᾶτε· ὁ Κύριος ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται, καὶ μετ' αὐτοῦ ὄχλος πολὺς ἁγίων.  Ἑορτάσωμεν οὖν ἡδέως τε καὶ σωφρόνως· Αὕτη γὰρ ἀληθῶς  ἡ ἡμέρα ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος· ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν  ἐν αὐτῇ· κηρύξωμεν τὴν τοῦ Σωτῆρος ἀνάστασιν, μᾶλλον δὲ τὴν ἡμετέραν βοήσωμεν σωτηρίαν· κηρύξωμεν τῆς σωτηρίου ἡμέρας τὴν ὑπόμνησιν· κηρύξωμεν τὴν νέκρωσιν τοῦ διαβόλου, τὴν τῶν ἀκαθάρτων   δαιμόνων   αἰχμαλωσίαν,   τὴν  τῶν  Χριστιανῶν  σωτηρίαν,  τὴν  τῶν νεκρῶν ἀνάστασιν.


Εις τήν τρυγόνα - ήτοι τήν εκκλησίαν

 
(μικρό απόσπασμα)


Τοιαύτη ἐστὶν ἡ πάνσεμνος Ἐκκλησία. Τοῦ γὰρ ἀνδρὸς αὐτῆς Χριστοῦ σταυρωθέντος  καὶ εἰς οὐρανοὺς  ἀνελθόντος,  ἑτέρῳ  ἀνδρὶ  οὐκ ἐπιμίγνυται·  ἀλλ' αὐτὸν  ποθεῖ, αὐτὸν  ἀναμένει,  καὶ τῇ τούτου μνήμῃ συναποθνήσκει. Ἀλλ' ἵνα μὴ δόξωμεν,  ἀγαπητοὶ,  ἔξωθεν  εἶναι  τῶν  Γραφῶν  μνημονεύσαντες  τρυγόνος,  φέρε αὐτῶν  τῶν  Γραφῶν μνημονεύσωμεν
 (μικρό απόσπασμα)

Εις το γυνή  δέδεται νόμῳ, ἐφ' ὅσον χρόνον ζῇ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς· ἐὰν δὲ κοιμηθῇ, ἐλευθέρα ἐστὶν ᾧ θέλει γαμηθῆναι, μόνον ἐν Κυρίῳ. Μακαριωτέρα δέ ἐστιν, ἐὰν οὕτω μείνῃ.

αʹ. Περὶ γάμου πρώην ἡμῖν ὁ μακάριος Παῦλος ἐνομοθέτει, καὶ τῶν τοῦ γάμου δικαιωμάτων,  Κορινθίοις οὕτω  γράφων  καὶ λέγων·  Περὶ δὲ ὧν  ἐγράψατέ  μοι, καλὸν ἀνθρώπῳ  γυναικὸς  μὴ ἅπτεσθαι· διὰ  δὲ τὰς  πορνείας  ἕκαστος τὴν  ἑαυτοῦ  γυναῖκα ἐχέτω, καὶ ἑκάστη τὸν ἴδιον ἄνδρα ἐχέτω,

Εις τόν μελχισεδέκ

 
(μικρό απόσπασμα)

Εμνήσθην τού θεού καί ηφράνθην

Ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ, καὶ ηὐφράνθην, ὁ μελῳδὸς ἐμαρτυρήσατο ∆αυΐδ. Οὐκ ἐξ οἰκείας φύσεως ἐμαρτύρατο, ἀλλ' ἐξ ἁγίου Πνεύματος τοῦ Θεοῦ ἐκελάδησεν· οὐχ ἁπλῶς ἐμνημόνευσεν, ἀλλὰ καὶ σοφῶς ὁ ∆αυῒδ ἐλιτάνευσεν· οὐκ ἀπὸ χειλέων μόνον ἐμέμνητο, ἀλλὰ καὶ ἡ καρδία ἐδίδαξεν· οὐκ ἐν νυκτὶ ἢ ἡμέρᾳ ἐπελανθάνετο ὁ ∆αυῒδ, ἀλλὰ καὶ ταῦτα αἰτῶν κατὰ πᾶσαν ὥραν ἐμέμνητο.

 Εξελού με κύριε εξ' ανθρώπου πονηρού

 
(μικρό απόσπασμα)

αʹ. Θαυμάζω τί δήποτε ὁ προφήτης οὐκ ηὔξατο ῥυσθῆναι ἀπὸ δαιμόνων, ἢ λεόντων, ἢ δρακόντων, ἀλλ' ἐξ ἀνθρώ που πονηροῦ. ∆ῆλον οὖν ὅτι χείρονές εἰσιν οἱ πονηροὶ  ἄνθρωποι  τῶν  λεόντων.  Οἱ μὲν  γὰρ λέοντες  τὸν  ∆ανιὴλ  ἐνετράπησαν, Ἰουδαῖοι δὲ τὸν Κύριον ἐσταύρωσαν· οἱ κόρακες τὸν Ἠλίαν ἐν τῷ ὄρει διέτρεφον, τὸν  δὲ Ἰωσὴφ  οἱ  ἀδελφοὶ  πιπράσκοντες  ἔτρωγον,  ὃν  καὶ  δεόμενον  ὑπερ εῖδον


Επίστευσα διό ελάλησα


 (μικρό απόσπασμα)


Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα. Ὥςπερ οἱ βουλόμενοι  ἐπί τινος  πράγματος διηγήσασθαί τισι πρότερον αὐτοὶ ἐν πληροφορίᾳ γίνονται καὶ οὕτως ἄρχονται λεπτομερῶς τὸ πρᾶγμα διδάσκειν, ὡςαύτως καὶ ὁ προφήτης μέλλων διδάσκειν ἡμᾶς αὐτὸς  ἐν  πληροφορίᾳ  πρότερον γίνεται  περὶ τῆς  τοῦ θεοῦ ὑπάρξεως  καὶ τῆς  ἐν Χριστῷ ἐλπίδος ἀποκειμένης τοῖς ἀνθρώποις· λέγει· Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα. Οὐκ ἦν  γὰρ  αὐτῷ  ἀσφαλές, μὴ πιστεύσαντι  πρότερον  καὶ  πληροφορηθέντι  περὶ  ὧν ἔμελλε  διηγήσασθαι,  ἄρξασθαι τοῦ  διδάσκειν·  διὸ  ἀναγκαίως  προτάσσει λέγων· Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα.


Καί περί του ποίας δεί άγεσσθαι γυναίκας

 
(μικρό απόσπασμα)

Οἱ μὲν γὰρ χαῦνοι καὶ  διαλελυμένοι,  καὶ  πρὸς   τὴν πολυτελεστέραν  ναυτιῶσι  τράπεζαν· οἱ δὲ διεγηγερμένοι  καὶ νήφοντες,  καὶ πεινῶντες καὶ  διψῶντες   τὴν  δικαιοσύνην,   καὶ  πρὸς  τὴν  πενεστέραν  μετὰ  πολλῆς   τρέχουσι προθυμίας. Καὶ ὅτι οὐ κολακεία τὰ ῥήματα, ἀπὸ τῆς πρώην ὑμῖν διαλέξεως  γενομένης τοῦτο ἐδείξατε μάλιστα. Ἐπειδὴ γὰρ πολλοὺς περὶ γάμων λόγους ἐποιούμεθα πρὸς ὑμᾶς, δεικνύντες   ὅτι  μοιχεία  τις  ἀπηρτισμένη   τὸ  ἐκβάλλειν   γυναῖκας,   ἢ  ἐκβεβλημένας λαμβάνειν,   ζώντων    ἔτι   τῶν   προτέρων   ἀνδρῶν,


Μη θησαυρίζεται εαυτοίς θησαυρούς  

 (μικρό απόσπασμα)
Φύλακες   παρίστανται   πολλοὶ   καὶ   πιστοί,   οἱ   τὰς   ἐμὰς   πεπιστευμένοι παραθήκας. Πανταχόθεν ἠσφαλισάμην τοῖχον καὶ δῶμα· κλεῖθρα σιδηρᾶ καὶ φυλακὴ πολλή. Ὢ τῆς ἀπονοίας! ὁ ταλαίπωρος  χρυσὸς ἐν δεσμωτηρίῳ κατάκειται, μηδὲν ἁμαρτήσας καὶ οὐδὲ φωτὸς ἀξιοῦται, ὁ πάσης ὕλης τιμιώτερος ὧν νομίζομεν. Ναὶ ἡ τιμὴ ἐν ἀτιμίᾳ μετὰ ἀξιοπίστου φυλακῆς.  Καὶ τίς τὰ ἐμὰ ἀπὸ τῶν  ἐμῶν ἁρπάσαι δύναται, φησίν; ἀλλ' ἔλαθες ἑαυτὸν ὦ ἄνθρωπε φυλάττων  ἀφυλάκτως τὸν χρυσόν, τὸν μηδέποτε πίστιν ἔχοντα.

Οίδαμεν ότι τοίς αγαπώσι τόν θεόν

Εἰς τὴν ἀποστολικὴν ῥῆσιν τὴν λέγουσαν, "Οἴδαμεν ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθὸν," καὶ περὶ ὑπομονῆς, καὶ ὅσον τῶν θλίψεων τὸ κέρδος.

Περί αγάπης

(μικρό απόσπασμα)
Καλῶς εἶπεν ὁ Κύριος, ὅτι Τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστι. Ποῖον γὰρ βάρος, ἢ ποῖος κόπος ἐστὶ τοῦ ἀφιέναι τοῦ ἀδελφοῦ τὰ παραπτώματα ἐλαφρὰ καὶ μηδαμινὰ, καὶ  συγχωρηθῆναι   τὰ  ἴδια,  καὶ  δικαιωθῆναι   συντόμως;  Οὐκ εἶπεν, ὅτι Προσάγαγέ μοι χρήματα, ἢ μόσχους, ἢ χιμάρους, ἢ νηστείαν, ἢ ἀγρυπνίαν,  ἵνα μὴ εἴπῃς, ὅτι Οὐκ ἔχω, οὐ δύναμαι, ἀλλ' ὅ ἐστιν  ἐλαφρὸν  καὶ εὔκολον  καὶ σύντομον, τοῦτο προσέταξε λέγων· Συγχώρησον τῷ ἀδελφῷ σου τὰ παραπτώματα, κἀγὼ συγχωρῶ τὰ σά.



Περί ελεημοσύνης
 (μικρό απόσπασμα)
 Ἅπαντες  μὲν  ἄνθρωποι  φύσει  εὐμήχανοι,   διὰ  τὸ  φύσει  τοῦ  λογισμοῦ διακριτικόν  τε καὶ νουνεχές.  Ἕκαστος γὰρ τούτων  πρὸς γεωργίαν  καὶ ὁδοιπορίαν καὶ  τέχνην   τινὰ  ἐλπίδι  τινὶ  ἑαυτὸν  παραδίδωσιν.  Ἅπαντες  γὰρ  καμάτους  καὶ ἱδρῶτας,  κινδύνους  τε καὶ θλίψεις  προθυμίᾳ ὑποφέρουσι διὰ τὴν τῶν  μελλόντων ἀγαθῶν  προσδοκίαν. 
  Περί ελπίδος

 (μικρό απόσπασμα)
 Οὐδὲν ὁ θεῖος λόγος ἀσκόπως, οὐδὲ ξένον τῆς ἡμετέρας σωτηρίας παρέδωκεν αἴνιγμα.  Ὅθεν  ποῦ μου τὸν,  νοῦν  ἐκπετάσω, τὸ πυκνὸν  τῆς  ἐννοίας  ἐρευνῆσαι προετρέψατο, καὶ ἰδεῖν  τί ἄρα βούλεται τὸ ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ παρὰ τοῦ ∆εσπότου λεγόμενον. Πολλοῖς μὲν γὰρ πολλὰ διὰ παραβολῆς ἐλάλησε, τοῖς μὲν σαφηνίζων τὰ δυσχερῆ,  τοῖς   δὲ  ἀποκαλύπτων   τὰ  εὔδηλα   ἡμῖν,   τὸν   περὶ  σωτηρίας  λόγον ποιούμενος, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος  τρανὴν  καὶ ἀσύγχυτον  τὴν πεῖραν τῶν αἰνιγμάτων   παρέδωκε·  πῆ   μὲν   ἀπὸ   τῶν   καθ'  ἡμέραν   πραγμάτων   διεξιέναι δυναμένους  τὴν  ἔμφασιν,  πῆ  δὲ καὶ  ἀπ' αὐτῆς  τῆς  ἐννοίας  τοῦ  λεγομένου  τὴν αἴσθησιν ὑποδέξασθαι.

 Τοῦ αὐτοῦ εἰς τὸ τοῦ Εὐαγγελίου ῥητὸν, καὶ περὶ παρθενείας, καὶ παραινετικὸς εἰς τὰς ἐκπεσούσας.
 (μικρό απόσπασμα)
 ∆ιὰ τοῦτο ἔλεγεν  ὁ Σολομών· Ματαιότης ματαιοτήτων,  τὰ πάντα ματαιότης·  καὶ  ὁ  ∆αυῒδ  λέγει·  Ἐν  εἰκόνι  διαπορεύεται  ἄνθρωπος.  Πλὴν  μάτην ταράσσονται πάντες οἱ τὰ τοῦ παρόντος βίου πράγματα ἀγωνιῶντες·  ὄντως μάτην ταράσσονται, μάτην θορυβοῦνται, μάτην χειμάζονται, ἐπισυνάγοντες καὶ θησαυρίζοντες  τὰ  μετ'   ὀλίγον   καταλειπόμενα·   ἅπερ  λαβεῖν   μεθ'   ἑαυτῶν   οὐ δυνάμεθα,  ἀλλὰ πάντα  καταλιπόντες,  γυμνοὶ  ὡς ἐγεννήθημεν  πορευσόμεθα πρὸς τὸν φοβερὸν δικαστήν.
  Περί σωτηρίας τής ψυχής 

 (μικρό απόσπασμα)
 Ἐκ δύο φύσεων ὁ θεός, ψυχῆς λέγω καὶ σώματος, τὸν ἄνθρωπον κατεσκεύασεν. Ἑκατέροις δὲ πρὸς θεραπείαν παρέσχεν τὰ πρόσφορα· τῷ μὲν σώματι ἰατροὺς ἐμπείρους καὶ     ποικίλα κατασκευάσματα    φαρμάκων· τῇ  δὲ  ψυχῇ διδασκάλους σοφοὺς καὶ τῶν  θείων  γραφῶν  βοηθήματα. Πολὺ δὲ τὸ διαλλάττον ἑκατέρου τοῦ πράγματος. Τοσούτῳ γὰρ τέχνης κρεῖττόν ἐστιν <ἡ γραφή>, ὅσῳπερ ἂν καὶ τοῦ γηγενοῦς σώματος ἡ ἐξ οὐρανῶν δοθεῖσα ψυχή. Ὁ τοίνυν τὸ σῶμα παθὼν εἰς τὰ  τῶν  ἰατρῶν  ἐργαστήρια  παραγίνεται,  πρὸ τοῦ  λόγου  τὸ  χρῆμα  δεικνύς,  ἵνα ἀγοράσῃ ὑγείαν  τὴν  ἄδηλον.  Ἄδηλον  δὲ εἴρηκα, ἐπειδὴ  πολλάκις  καὶ οἱ ἰατροὶ βούλονται καὶ οὐ δύνανται.
Περί τήν ενδεκάτην ώραν 

 (μικρό απόσπασμα)
 Οἱ κατὰ τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου Τριάδος τὰς γλώσσας ἀκονῶντες,  καὶ λυττῶντες,   καὶ  τὸ  τοῦ  μονογενοῦς  Υἱοῦ καὶ  τὸ  τοῦ  ἁγίου  Πνεύματος  ἀξίωμα καθαιρεῖν  ἐπιχειροῦντες,   ἐλέγχονται   μὲν  ὑπ'  αὐτοῦ  τοῦ  ἁγίου  Πνεύματος  τοῦ λαλήσαντος  διὰ τῶν  ἁγίων  προφητῶν,  καὶ ὑπὸ τοῦ Λόγου τοῦ κηρύξαντος  τὴν ἑαυτοῦ ἔνσαρκον παρουσίαν, τὴν δι' ἡμᾶς ἐκ Παρθένου ἁγίας γενομένην,  ἄφραστόν τε  καὶ  ἀναλλοίωτον,   διὰ  τῶν  ἑαυτοῦ  ἀξίων·  ἐλεγχθήσονται   δὲ  ἐν  ἡμέρᾳ  τῆς δικαιοκρισίας αὐτοῦ τελειότατον,  ὅταν πάλιν ἔρχηται ἐξ οὐρανοῦ ἐνδοξασθῆναι ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, καὶ θαυμασθῆναι ἐν τοῖς φυλάξασιν ἄτρεπτον αὐτοῦ τὴν πίστιν. Ἐτόλμησαν δὲ, ἀγαπητοὶ, Ἀρειανῶν παῖδες, καὶ Μακεδονιανῶν μανίαν κατεχόμενοι, λέγειν Θεὸν μέγαν καὶ μικρὸν, καὶ κτιστὸν Θεὸν, Ἑλληνισμὸν παρεισφέροντες ἡμῖν. Ἐκείνων γάρ ἐστι κτίσματι προσκυνεῖν, καὶ τὸν μὲν τῶν θεῶν αὐτῶν μεγαλύνειν, τὸν δὲ σμικρύνειν.
Περί τής αγίας και ομοουσίου τριάδος




Περί τής ανάστασης νεκρών 

 (μικρό απόσπασμα)

  Τοιοῦτος ἦν ὁ μακάριος Παῦλος· διὰ τοῦτο ἔλεγε· Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις, ἢ στενοχωρία, ἢ διωγμὸς, ἢ λιμὸς, ἢ γυμνότης, ἢ κίνδυνος, ἢ  μάχαιρα;   καθὼς   γέγραπται,   ὅτι   ἕνεκεν   σοῦ  θανατούμεθα   ὅλην   τὴν   ἡμέραν, ἐλογίσθημεν   ὡς  πρόβατα  σφαγῆς·  ἀλλ'  ἐν  τούτοις   πᾶσιν  ὑπερνικῶμεν   διὰ  τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς. Τοῦτο δὴ καὶ ἐνταῦθα αἰνιττόμενος  ἔλεγεν, ὅτι Εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος  διαφθείρεται,  ἀλλ' ὁ ἔσω ἀνακαινοῦται  ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ· ἀσθενέστερον τὸ σῶμα γίνεται, φησὶν, ἀλλὰ δυνατωτέρα ἡ ψυχὴ καὶ ἰσχυροτέρα, καὶ πτεροῦται μᾶλλον



Πλήν μάτην ταράσσεται πας άνθρωποςζών  

 (μικρό απόσπασμα)

 Πλὴν μάτην ταράσσεται πᾶς ἄνθρωπος ζῶν. Ἄνθρωπος, τὸ τῆς ζωῆς πρόσκαιρον δάνεισμα, τὸ τοῦ θανάτου  ἀνυπέρθετον  ὄφλημα,  τὸ ἐκ προαιρέσεως ἀδάμαστον ζῶον, τὸ αὐτοδίδακτον πονήρευμα, τὸ αὐτομαθὲς ἐπιβούλευμα, τὸ εὔτεχνον  εἰς κακουργίαν, τὸ εὐμήχανον εἰς ἀδικίαν, τὸ ἕτοιμον εἰς πλεονεξίαν, τὸ ἀκόρεστον εἰς ἀπληστίαν, τὸ εὐφυὲς εἰς ἀπιστίαν, τὸ ὑπέρογκον πνεῦμα, τὸ μεγαλοῤῥῆμον   θράσος,  τὸ  εὐδιάλυτον   φρύαγμα,  τὸ  εὐκαθαίρετον   ὕψωμα,  τὸ εὐάλωτον   τόλμημα,  ὁ  πηλὸς  ὁ  αὐθάδης,  ἡ  τέφρα  ἡ  στασιώδης,  ἡ κόνις   ἡ μεγαλόφρων,  ἡ  σποδὸς ἡ  πεφυσιωμένη,  ὁ σπινθὴρ  ὁ εὐκατάσβεστος, ἡ  φλὸξ  ἡ εὐμάραντος, ὁ εὐρίπιστος λύχνος, τὸ ἑτοιμοφθόρον ξύλον, ὁ εὐξήραντος χόρτος, ἡ εὐνέκρωτος χλόη, ἡ εὐδαπάνητος φύσις· ὁ σήμερον ἀπειλῶν, καὶ αὔριον τελευτῶν· ὁ σήμερον ἐν πλούτῳ, καὶ αὔριον ἐν τάφῳ· ὁ σήμερον ἐν διαδήματι, καὶ αὔριον ἐν μνήματι· ὁ σήμερον ἐν πορφύρᾳ, καὶ αὔριον ἐν ἐκφορᾷ· ὁ σήμερον ἐν θησαυροῖς, καὶ αὔριον ἐν σοροῖς· ὁ σήμερον ἐν κόλαξι, καὶ αὔριον ἐν σκώληξιν· ὁ σήμερον ὢν, καὶ αὔριον μὴ ὤν· ὁ ἄρτι φρυαττόμενος,  καὶ μετ'  ὀλίγον  θρηνούμενος· ὁ ἐν  εὐπραγίαις ἀφόρητος, καὶ ἐν δυσπραγίαις ἀπαραμύθητος· ὁ ἑαυτὸν ἀγνοῶν, καὶ τὰ ὑπὲρ  αὐτὸν  πολυπραγμονῶν·  ὁ  τὸ  παρὸν  οὐκ  εἰδὼς,  καὶ  περὶ  τῶν  μελλόντων φανταζόμενος·  ὁ  φύσει  θνητὸς,  καὶ  τῇ  ἐπάρσει, ὡς  νομίζει,  αἰώνιος·  τὸ  πάσης ἀῤῥωστίας προκείμενον  πάρεργον, τὸ παντὸς  πάθους εὐδιάβατον  καταγώγιον,  τὸ τῶν  πυρετῶν  ἀδιάφορον  καθημερινὸν  γυμνάσιον, τὸ πάσης λύπης  εὐπαράδεκτον πανδοχεῖον. Ὢ πόση τῆς ἡμετέρας εὐτελείας ἡ τραγῳδία! ὢ πόσος ὁ τῆς ἀνθρωπίνης εὐτελείας θρίαμβος!



Προοίμια τών ψαλμών 

 


Προσέχετε τήν ελεημοσύνη υμών  μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς·

 Προσέχετε τὴν ὑμῶν ἐλεημοσύνην μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς· εἰ δὲ μή γε, μισθὸν οὐκ ἔχετε· αὕτη γὰρ ἡ ἐπίδειξις ἐκείνων  ἀφανίζει  τὸν μισθόν· ἡ τοιαύτη  δόσις ἀποστερεῖ ἐκείνους  τῆς  μελλούσης  ἀγαθωσύνης.  Οὐδὲν γὰρ οὕτω πικρὸν   πάθος   ἐστὶν   τῆς   ψυχῆς,   ὡς   τὸ   τῆς   κενοδοξίας.   Ὅταν   γὰρ   πολλὰ κατορθώσωμεν τῶν ἐπιταγμάτων,  τότε τῆς κενοδοξίας παραφύεται νόσημα. Ἀλλὰ πρόῤῥιζον αὐτὸ  ἐξέτεμεν  ὁ  Σωτὴρ ἀφ'  ἡμῶν,  διδάξας  ἡμᾶς  ἐν  τῷ  κρυπτῷ  τὰς ἐλεημοσύνας ποιεῖν. Ἀλλὰ πάντως ἐρεῖς· Τί οὖν; οὐ δυνάμεθα ποιῆσαι· οὐ γάρ ἐστι δυνατὸν  διδόντα  τοῖς  πένησιν,  ἢ προσφέροντα τοῖς  ἱερεῦσιν,  ἢ βάλλοντα  εἰς τὸ γαζοφυλάκιον, μὴ θεαθῆναι.




Πύρ ήλθον βαλείν επί τήν γήν

(μικρό απόσπασμα)
Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν. Πῦρ ἦλθες βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, Κύριε, καὶ οὐκ ἦλθες  βαλεῖν  εἰρήνην,  ἀλλὰ  μάχαιραν; Ἁμαρτία ἡμῶν  κατ ηγωνίσατο,  θάνατος ἡμῶν ἐκυρίευσε, γέεννα πυρὸς ἡμῖν ἠπείληται, τῶν ἐναγῶν δαιμόνων στρατόπεδον κατηγωνίσατο  ἡμῶν,  καί  σε  ἀρωγὸν  παρὰ  τῶν  προφητῶν   ἀκούοντες ἐξεδεχόμεθα· καὶ ἐλθὼν  λέγεις,  Πῦρ ἦλθον  βαλεῖν  ἐπὶ τὴν  γῆν· καὶ, Οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν; Τρόπαιον παρ' ἡμῖν οὐχ ὑπῆρχε πί στεως, τῇ τοῦ διαβόλου παρατάξει οὐκ ἰσχύομεν· ὅπλον γὰρ ἡμῖν οὐχ ὑπῆρχε πίστεως· τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης  ἡμῶν  ἔτι ὄντα  τὸν  Ἀδὰμ ἐν τῷ παραδείσῳ ἐκδύσας ὁ διάβολος ἐγύμνωσε.  ∆ιὸ  ἕκαστος  ἡμῶν  γυ  μνὸς  βοηθείας  ὑπάρχων  πρὸς  σὲ βοᾷ  λέγων·


          
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡYΣΟΣΤΟΜΟΣ ΛΟΓΟΙ ΚΑΤΑ ΙΟΥΔΑΙΩΝ

ΛΟΓΟΙ ΚΑΤΑ ΙΟΥΔΑΙΩΝ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΤΟΝ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΟΜΙΛΙΑΙ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

Περί εμψύχου






ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΣ
 
ΚΛΗΜΗΣ ΡΩΜΗΣ – ΔΙΑΤΑΓΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΚΛΗΜΗΣ ΡΩΜΗΣ – ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ

πατρολογία - κλήμης ρώμης - επιστολή πρός κορινθίους (2)

ΚΛΗΜΗΣ ΡΩΜΗΣ – ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ ΕΙΣ ΠΑΙΔΑ

πατρολογία - κλήμης ρώμης - περί τού θαύματος εις παίδα (1) 



 ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΛΟΥΚΑΡΙΣ




ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ






ΩΡΙΓΕΝΗΣ – ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ
ΩΡΙΓΕΝΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ



 ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΤΗΣ ΞΗΡΟΚΕΡΚΟΥ
ΕΡΓΑ - ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΙ

ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ (Α’)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ   


Λόγος  Α΄. Περί ἀγάπης. Καί ποῖαί εἰσι τῶν πνευματικῶν ἀνδρῶν αἱ ὁδοί καί αἱ πράξεις. Καί μακαρισμός πρός τούς ἔχοντας τήν ἀγάπην ἐγκάρδιον.   


Λόγος΄.Β΄. Περί τοῦ φεύγειν τούς λοιμούς καί φθοροποιούς τῶν ἀνθρώπων καί τούς λόγους αὐτῶν ἀποπέμπεσθαι καί πρός τήν ἐργασίαν τῆς ἀρετῆς ἀναστῆναι. Ἔτι δέ καί περί τοῦ δεῖν σκοπεῖν εἰ τά τῶν μακαρισμῶν τοῦ Χριστοῦ ἐν ἑαυτοῖς ἔχομεν. Καί περί δακρύων καί κατανύξεως.   


Λόγος Γ΄. Περί τοῦ ὅτι χρή καλῶς ὑποτάσσεσθαι καί μή ἐπιλανθάνεσθαι τῶν συνθηκῶν, ὧν πρός Θεόν συνεθέμεθα. Καί ὅτι οὐ δεῖ γογγίζειν ἐπί ταῖς παννύχοις ἀγρυπνίαις τῶν ὄρθρων.   


Λόγος Δ΄. Περί μετανοίας καί κατανύξεως. Καί ἐκ ποίων ταύτην ἔργων κτήσασθαι δυνατόν. Καί ὅτι ἄνευ δακρύων ἀδύνατον εἰς καθαρότητα καί ἀπάθειαν ἐλάσαι τινά.   


Λόγος Ε΄. Περί μετανοίας. Καί ὅτι οὐκ ἀρκεῖ ἡμῖν ἡ τῶν ἐνόντων μόνον διάδοσις καί ἡ ἀπογύμνωσις αὐτή τῶν πραγμάτων εἰς κάθαρσιν ψυχῆς, ἐάν μή καί τό πένθος κτησώμεθα. Καί περί τῆς τοῦ Ἀδάμ ἐξορίας. Καί ὅτι εἰ μετενόησε παραβάς, οὐκ ἄν τοῦ παραδείσου ἐξέπεσε. Καί οἷον ἀγαθόν εἰργάσατο αὐτοῦ ἡ μετά τήν ἔκπτωσιν μετάνοια. Καί περί τῆς δευτέρας τοῦ Κυρίου παρουσίας καί τῆς τῶν ἁμαρτωλῶν κατακρίσεως. Καί πρός τό τέλος, ἔλεγχος τῶν ἐν κακίᾳ καί ὑποκρίσει ζώντων.    


Λόγος στ΄. Περί ἐργασίας πνευματικῆς. Καί τίς ἦν ἡ ἐργασία τῶν παλαιῶν ἁγίων. Καί πῶς ταύτην κατορθῶσαι δυνάμεθα, ἵνα καί μέτοχοι, ὥσπερ ἐκεῖνοι, τοῦ Παναγίου γενώμεθα Πνεύματος.   

Λόγος  Ζ΄. Περί προσπαθείας τῆς εἰς τούς συγγενεῖς. Καί τίς ἡ ἀπάτη αὐτῆς καί εἰς οἷον βόθρον καί δεσμόν κατάγει τούς κρατουμένους ὑπ᾿ αὐτῆς. Καί περί ἀπογνώσεως καί τῆς ἐν ταύτῃ διαφορᾶς. Καί τί ἐστι τό “Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται, ὁ δέ ἀπιστήσας κατακριθήσεται”.   


Λόγος Η΄. Περί τελείας ἀγάπης καί τίς ἡ ταύτης ἐνέργεια. Καί ὅτι ἐάν μή διά σπουδῆς ἐντεῦθεν ἤδη τῆς τοῦ Πνεύματος μεθέξεως γενώμεθα μέτοχοι, οὐδέ πιστοί καί χριστιανοί δυνάμεθα εἶναι, ἀλλ᾿ οὐδέ υἱοί καί τέκνα Θεοῦ χρηματίσωμεν.   


Λόγος Θ΄. Περί ἐλεημοσύνης. Καί τίς ἐστιν ὁ πεινῶντα τόν Θεόν τρέφων καί διψῶντα ποτίζων καί καθεξῆς. Καί πῶς τοῦτό τινι κατορθωθήσεται. Καί ὅτι εἰ μή τις καί ἐν ἑαυτῷ ταῦτα πάντα ποιήσει καί θρέψει καί ποτίσει Χριστόν, οὐδέν ὠφεληθήσεται ἐκ τοῦ ταῦτα μόνον ποιεῖν εἰς τούς πένητας, ἑαυτόν δέ ἄτροφον παρορᾶν καί γυμνόν τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ.   


Λόγος Ι΄. Περί μετοχῆς Πνεύματος Ἁγίου καί ἁγιωσύνης καί τελείας ἀπαθείας. Καί ὅτι ὁ ἀγαπῶν τήν ἐξ ἀνθρώπων δόξαν οὐδέν ἐκ τῶν λοιπῶν ἀρετῶν ὠφελεῖται, κἄν πάσας κατώρθωσε.   


Λόγος ΙΑ΄. Περί νηστείας. Καί ὅτι οὐ χρή τό τῆς νηστείας ὠφέλιμον ἐν τῇ πρώτῃ καί μόνῃ τῶν νηστειῶν ἑβδομάδι σπουδαίως τηρεῖν καί ἀσπάζεσθαι, ἀλλά τήν ἴσην καί τήν αὐτήν σπουδήν ἐν πάσαις ταῖς ἑβδομάσι τῶν νηστειῶν ἀναγκαῖον τοῖς σπουδαίοις διατηρεῖν.   


Λόγος ΙΒ΄.   Περί ἐγκρατείας καί ὑπομονῆς εἰς τήν ἐργασίαν τῶν ἀρετῶν ἐν τῷ καιρῷ τῆς νηστείας. Καί περί σιωπῆς. Καί ὅπως δεῖ ἐν πάσῃ τῇ νηστείᾳ διάγειν τούς ἀγωνιζομένους ἐν ἀληθείᾳ.  


Λόγος ΙΓ ΄. Περί τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀναστάσεως. Καί ὁποία τίς ἐστιν ἤ πῶς ἐν ἡμῖν γίνεται ἡ ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ καί ἐν αὐτῇ ἡ ἀνάστασις τῆς ψυχῆς. Καί τί τό μυστήριον ταύτης τῆς ἀναστάσεως. Ἐλέχθη μετά τό Πάσχα τῇ δευτέρᾳ τῆς δευτέρας ἑβδομάδος τοῦ Πάσχα.   


Λόγος ΙΔ΄. Περί μετανοίας καί ἀρχῆς βίου μοναδικοῦ. Καί πῶς τις ὁδῷ καί τάξει προβαίνων εἰς ἀρετήν ἐν τῇ τῶν ἐντολῶν ἐργασίᾳ εἰς τελειότητα ἔρχεται.   


Λόγος ΙΕ΄. Περί ἐμπαθοῦς καί ἀπίστου καί πονηρᾶς διαθέσεως. Καί τίς ἡ ἕνωσις τοῦ Θεοῦ πρός τούς υἱούς τοῦ φωτός καί τίνα τρόπον ἐν αὐτοῖς αὕτη γίνεται. Καί πρός τό τέλος, καταδρομή τῶν ἀναξίως κατατολμώντων τῆς ἀρχιερωσύνης.   


Λόγος Ιστ΄. Περί τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου. Καί τίς ἡ θεωρία τῶν μυστηρίων αὐτοῦ. Καί ὅπως τοῖς καθαροῖς τήν καρδίαν ἀποκαλύπτονται. Καί διήγησις ἐκ προοιμίων ἐπωφελής περί τινος ὑποτακτικοῦ, λαβόντος Πνεῦμα Ἅγιον ταῖς εὐχαῖς τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ πατρός.   


Λόγος ΙΖ΄. Περί θεωρίας καί ἀποκαλύψεως και πεφωτισμένης εὐχῆς. Καί ὅπως ὁ ὑπό τῆς ἀγάπης κατασχεθείς τοῦ Θεοῦ καί εἰς βάθος ταπεινοφροσύνης ἐλάσας, ἐνεργεῖται ὑπό τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου.   


Λόγος ΙΗ΄. Περί μεθόδων τοῦ πονηροῦ, ὧν ὑποβάλλει τοῖς κουφοτέροις καί φιλοπρωτεύουσιν, ὁπόταν ὁ ποιμήν ἐξ ἀνθρώπων γένηται. Καί ὅτι χρή τούς μέν ἀναξίως ἐπιπηδῶντας τῇ ἀρχῇ πάσῃ κωλύειν συνωθεῖν ἐπί τοῦτο καί συνεργεῖν. Καί πρός τῷ τέλει, πρός τόν ποιμένα.   


Λόγος ΙΘ΄. Ὅτι οὐ χρή ἐπί μόνοις τοῖς λόγοις καί ταῖς ὑποσχέσεσι θαρρεῖν τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐκ τῶν ἔργων τό πιστόν βεβαιοῦσθαι τῶν λόγων αὐτῶν. Καί οἵα τίς ἐστιν ἡ τῶν ἀληθινῶν διδασκάλων διάθεσις καί ἀγάπη πρός τούς μαθητευομένους αὐτοῖς. Καί ὁποῖα τά σπλάγχνα καί ἡ φροντίς αὐτῶν. Καί ὅπως ὑπέρ αὐτῶν ἐντυγχάνουσι τῷ Θεῷ.   


Λόγος Κ΄. Περί ἀποταγῆς καί ἐκκοπῆς θελήματος, πρός τούς αἰτήσαντας γράψαι αὐτοῖς πῶς ὀφείλει τις τόν ἀσκητικόν διανύσαι βίον. Καί ὅτι καλόν ἐπί τούτῳ καί ἐπωφελές ἐμπείρῳ χρήσασθαι ὁδηγῷ ἤγουν πνευματικῷ πατρί εἰς τό αμαθεῖν τά τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἀσκητικῆς τέχνης τήν δυσκατόρθωτον ἐργασίαν. Καί περί πίστεως τῆς εἰς τούς πνευματικούς πατέρας καί θεωρίας φωτός, ὑφ᾿ οὗ πᾶσα φωτιζομένη ψυχή προκόπτει εἰς ἀγάπην Θεοῦ.    


Λόγος ΚΑ΄. Περί μνήμης θανάτου. Καί οἷον ἀγαθόν τέλος δέδωκεν ὁ τρισόλβιος αὐτοῦ ἀδελφός Ἀντώνιος. Καί πρός τῷ τέλει, ἐπιτάφιος πρός αὐτόν.   

Λόγος ΚΒ΄. Περί πίστεως. Καί διδασκαλία περί τῶν λεγόντων μή εἶναι δυνατόν ἐν μέσῳ τῶν βιωτικῶν τό τέλειον φθάσαι τῶν ἀρετῶν. Καί διήγησις ἐκ προοιμίων ἐπωφελής.   


Λόγος ΚΓ΄. Περί μετανοίας καί φόβου Θεοῦ. Καί ὁποῖον ἀγῶνα ἔχει ψυχῆς καί πόνον καρδίας ὁ μετά συντετριμμένου τοῦ πνεύματος μετανοῶν. Καί τίνα εἰσίν ἅ λέγει καί πρός τόν φιλάνθρωπον Κύριον εὔχεται.   


Λόγος ΚΔ΄. Περί γνώσεως πνευματικῆς. Καί ὅτι ὁ ἐγκεκρυμμένος τοῦ Πνεύματος θησαυρός ἐν τῷ γράμματι τῆς θείας Γραφῆς οὐ πᾶσιν εὔδηλός ἐστι καί τοῖς βουλομένοις, ἀλλά μόνοις τοῖς τόν διανοίγοντα τόν νοῦν κτησαμένοις εἰς τό συνιέναι τάς Γραφάς.   


Λόγος ΚΕ΄. Περί ἀλλοιώσεως ψυχῆς τε καί σώματος, τῶν ἐξ ἀέρος, τῶν ἐκ στοιχείων, τῶν ἐκ βρωμάτων καί τῶν δαιμόνων ἐπιγινομένων ἡμῖν.   


Λόγος Κστ΄. Περί ἀρχῆς βίου λίαν ἐπωφελοῦς καί σωτηρίου, ἁρμοζούσης τοῖς ἄρτι τῷ κόσμῳ καί τοῖς ἐν κόσμῳ ἀποτασσομένοις καί πρός τόν μοναδικόν ἀποτρέχουσι βίον. Καί διδασκαλίας εἰς ἀρχαρίους λυσιτελεστάτη.   


Λόγος ΚΖ΄. Περί τοῦ μή ἀμελῶς ἔχειν περί τήν ἐργασίαν τῶν τοῦ Θεοῦ ἐντολῶν, μηδέ καταφρονεῖν μιᾶς καί μόνης αὐτῶν, ἀλλ᾿ ἀγωνίζεσθαι τηρεῖν ὁμοῦ πάσας, ἵνα μή ὡς καταφρονηταί ἔξω τοῦ νυμφῶνος ἀποκλεισθῶμεν. Καί περί τοῦ ὑπομένειν γενναίως τούς πειρασμούς.   


Λόγος ΚΗ΄. Περί τῆς ἐκ τοῦ Πνεύματος ἐγγινομένης τοῖς ἀγωνιζομένοις καί πρό τοῦ θανάτου ζωοποιοῦ νεκρώσεως. Καί ὅτι οἱ ἐν τῇ χάριτι ὑπέρ τόν νόμον γενόμενοι τήν τοῦ θείου φωτός χάριν γνωστῶς ἐν ἑαυτοῖς λαμβάνουσιν· οἱ γάρ μή λαβόντες ἤδη τοῦτο τό φῶς κατά τήν παροῦσαν ζωήν, μηδέ καθορῶντες αὐτό, ἔτι ὑπό τήν σκιάν τοῦ νόμου εἰσί καί κριθήσονται ὑπ᾿ αὐτοῦ. Καί ὁποῖον δεῖ εἶναι τόν τε προηγούμενον καί τόν ἱερέα, τόν δεσμεῖν καί λύειν ἄνωθεν λαβόντα τήν ἐξουσίαν. Καί ὅτι τῷ ἀληθῶς ἱερουργοῦντι καί ὑπό τοῦ θείου καταλαμπομένῳ φωτός πάντες κατάδηλοι, αὐτοί τε οἱ Πνεύματι περιπατοῦντες Θεοῦ καί οἱ μήπω τόν χοϊκόν ἐκδυσάμενοι ἄνθρωπον.   


Λόγος ΚΘ΄. Περί τοῦ μή δεῖν λέγειν, ὅτι ἀδύνατον νῦν εἰς ἄκρον ἐλθεῖν ἀρετῆς τόν βουλόμενον καί τοῖς πάλαι ἁμιλληθῆναι ἁγίοις. Καί ὅτι πᾶς ὁ τά ἐναντία διδάσκων τῶν θείων Γραφῶν νέαν αἵρεσιν τοῖς πειθομένοις αὐτῷ δογματίζει. Καί περί δακρύων, ὅτι ἐκ φύσεως ἡμῖν τά δάκρυα πρόσεστι.   


Λόγος Λ΄. Περί μετανοίας καί ἀρχῆς ἐπαινετοῦ βίου, ὅπως δεῖ τόν μετανοῦντα καθ᾿ ἑκάστην ποιεῖν. Ἐν ᾧ καί περί δακρύων ἅμα καί κατανύξεως.   


Λόγος ΛΑ΄. 

Περί τοῦ πῶς δεῖ ἕκαστον ἐπισκέπτεσθαι καί τά καθ᾿ ἑαυτόν ἐπιμελῶς ἐρευνᾷν. Καί πῶς τά ἑαυτοῦ ἀντιπαρατιθέναι χρή ταῖς ἐντολαῖς τοῦ Χριστοῦ.   

Λόγος ΛΒ΄. 

Περί βλασφημίας. Καί ὅτι ὁ λέγων μή δύνασθαί τινα τήν παροῦσαν γενεάν ἐν μετοχῇ τοῦ Ἁγίου γενέσθαι Πνεύματος, ἀλλά καί ὁ διαβάλλων τάς ἐνεργείας τοῦ Πνεύματος καί τῷ ἐναντίῳ ταύτας ἐπιφημίζων, αἵρεσιν νέαν εἰς τήν τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίαν ἀνακαινίζει.   

Λόγος ΛΓ΄. 

Περί μετοχῆς Πνεύματος Ἁγίου. Καί ὅτι ἀδύνατον ἄλλως βεβαιωθῆναι τά ἔργα τῆς ἀρετῆς, εἰ μή δι᾿ ἐπιδημίας τοῦ Πνεύματος, οὗ χωρίς οὐδείς πρός ἀρετήν κατευθύνεται, οὐδέ ἄλλους ὠφελεῖν δύναται ἤ ἀλλοτρίους δέχεσθαι λογισμούς. Καί περί τό ἴσον κατά πάντα καί ὡσαύτως ὄν τῆς Τρισυποστάτου Θεότητος.   

Λόγος ΛΔ΄. 

Ὅτι οὐκ ἀκίνδυνον τό διδόμενον ἡμῖν παρά Θεοῦ τάλαντον κατορύττειν· χρή γάρ δημοσιεύειν αὐτό καί τοῖς πᾶσιν ὑποδεικνύειν καί τάς εὐεργεσίας Θεοῦ εὐγνωμόνως ἀνακηρύττειν εἰς τήν τῶν ἀκουόντων ὠφέλειαν, κἄν τινες ἀπαρέσκωνται.   

Λόγος ΛΕ΄. 

Τοῦ αὐτοῦ. Εὐχαριστία πρός Θεόν ὑπέρ ὧν ἠξίωται δωρεῶν. Καί εἰσήγησις ὅπως τοῖς κεκαθαρμένοις τῇ καρδίᾳ Θεός ἀεί ἐπιφαίνεται, καί ἐν ποίοις τοῖς πράγμασι καί γνωρίσμασι.   

Λόγος Λστ΄. 

Τοῦ ἁγίου καί μεγάλου πατρός ἡμῶν Συμεών τοῦ Νέου. Εὐχαριστία πρός Θεόν περί τῶν γεγονότων εὐεργεσιῶν εἰς αὐτόν παρ᾿ αὐτοῦ. Ἐν ᾗ καί περί εὐχῆς πνευματικῆς καί τῆς ἐν ταύτῃ προκοπῆς. Καί περί ἐλλάμψεως θείας θεωρίας τε ἀπλανοῦς καί ἀγάπης τῆς πρός Θεόν.   


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΤΗΣ ΞΗΡΟΚΕΡΚΟΥ
ΕΡΓΑ


ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ (Β’)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ  

ΒΙΒΛΟΣ  ΤΩΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ  
ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΩΤΟΣ 

Καί κατά τῶν τιθεμένων τό πρῶτον ἐπί τοῦ Πατρός.  
ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ   ΔΕΥΤΕΡΟΣ 

Καί κατά τῶν ἐπιχειρούντων θεολογεῖν ἄνευ Πνεύματος.
  
ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ   ΤΡΙΤΟΣ

Καί ὅτι, εἴ τι ὁ Πατήρ, τοῦτο καί ὁ Υἱός, καί εἴ τι ὁ Υἱός, τοῦτο καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καί ὅτι ἕν ταῦτα πνεῦμα ὁμότιμον, ὁμοούσιον καί ὁμόθρονον.
  
ΒΙΒΛΟΣ ΤΩΝ ΗΘΙΚΩΝ  
ΛΟΓΟΣ  Α΄.

Κεφάλαια τοῦ λόγου.  
ΛΟΓΟΣ  Β΄.
  
Τά κεφάλαια τῆς θεωρίας τοῦ λόγου.
ΛΟΓΟΣ  Γ΄

Εἰς το ῥητόν τοῦ Ἀποστόλου ἐν ᾧ λέγει· “Καί εἶδον τόν τοιοῦτον εἰς τρίτον οὐρανόν ἁρπαγέντα καί ἀκούσαντα ἄρρητα ῥήματα ἅ οὐκ ἐξόν ἀνθρώπῳ ἀκοῦσαι”. Τί οὖν εἰσιν ἅ ἀκήκοεν ὁ Παῦλος ἄρρητα ῥήματα; Τίνα δέ τά ἀγαθά “ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη”; Τίς δέ ἤ πῶς ἔσται καί ἔστιν εἰς ἡμᾶς ἡ τοῦ Θεοῦ βασιλεία καί τίς ἡ ἐν ἡμῖν ταύτης ἐνέργεια;  
ΛΟΓΟΣ  Δ΄.
  

Περί ἀπαθείας καί τῶν ἐν αὐτῇ κατά προκοπήν χαρισμάτων καί δωρεῶν· καί τίς ἡ τελείωσις τῆς κατά Χριστόν πνευματικῆς ἡλικίας.
ΛΟΓΟΣ  Ε΄

Περί τῶν οἰομένων ἀγνώστως ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, μή ἐπαισθανομένων δέ καθόλου τῆς ἐνεργείας αὐτοῦ· καί περί τῶν λεγόντων μή δύνασθαί τινα τῶν ἀνθρώπων κατά τήν παροῦσαν ζωήν ὁρᾶν τήν δόξαν αὐτοῦ, καί ἀπόδειξις διά χρήσεων περί τούτου. Καί ὅτι φθόνος οὐδείς ἐν τοῖς ἁγίοις, ὅταν διά πάσης σπουδῆς ἐναρέτου τούτοις συνεξισώμεθα. Καί ποίῳ τρόπῳ ὁρᾷ τις τόν Θεόν καί ὅτι ὁ εἰς τοιαῦτα μέτρα πεφθακώς, ὥστε ὁρᾷν κατά τό ἐφικτόν τόν Θεόν, ἔνθεν ἤδη μυεῖται καί τήν μέλλουσαν δοθῆναι ἐν τῷ μέλλοντι τοῖς ἁγίοις ἀπόλαυσιν. Καί ὅτι ὅσα ἄν ὁ τοιοῦτος λέγῃ ἤ ποιῇ ἤ γράφῃ, οὐκ αὐτός, ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τό λαλοῦν ἐν αὐτῷ ταῦτα λέγει καί γράφει· καί ὁ τούς λόγους αὐτοῦ ἀθετῶν ἤ παραλογιζόμενος, εἰς τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τό ἐνεργοῦν καί λαλοῦν ἐν αὐτῷ, ἁμαρτάνει καί βλασφημεῖ.  
ΛΟΓΟΣ στ΄.

Περί ἀπαθείας καί ἐναρέτου ζωῆς. Καί ὅπως χρή τό οἰκεῖον ἐκκόπτειν θέλημα καί εἰς ὕψος ἀνέρχεσθαι τελειότητος. Καί περί συναφείας Θεοῦ πρός ψυχήν καί ψυχῆς πρός σῶμα καί ἑνώσεως τῶν τριῶν παραδόξου. Καί πρός τούτοις περί πνευματικῆς ἰατρείας καί ὅπως χρή θεραπεύειν τούς ψυχικῶς ἀσθενοῦντας.    ΛΟΓΟΣ  Ζ΄.

Περί τῶν δουλευόντων Θεῷ, τίνες τε εἶεν και ὁποῖοι καί ποταποί. Καί τίς ἐστιν ὁ μετανοῶν καί ἡ ἐργασία αὐτοῦ, καί τίς ὁ τήν ἀσκητικήν ζωήν μετερχόμενος καί ἡ ἐργασία αὐτοῦ, καί τίς ὁ δουλεύων Θεῷ καί τό ἔργον αὐτοῦ. Καί ὅτι, ἐάν μή τάς ἀρετάς κτησώμεθα, οὐδέν ἡμᾶς ἀπαλλαγή μόνον τῶν παθῶν ὠφελήσει.  
ΛΟΓΟΣ  Η΄. 

Περί ἀγάπης Θεοῦ καί πίστεως καί ὅπως τις ἐγκύμων γίνεται τῆς τοῦ Θεοῦ ἀγάπης. Καί περί ἐλλάμψεως καί θεωρίας φωτός καί μυστικῆς ὁμιλίας τοῦ Πνεύματος.  
ΛΟΓΟΣ  Θ΄. 

Περί γνώσεως ἀληθινῆς καί ὅτι ἡ τοῦ Θεοῦ γνῶσις οὐκ ἐκ μαθημάτων, ἀλλ᾿ ἐκ καθαρότητος καί τῆς ἄνωθεν χάριτος ἐπιγίνεται τῷ σπουδαίῳ· καί ὅτι χαλεπόν τό κρίνειν· καί ἔλεγχος τῶν οἰομένων εἰδέναι τά τοῦ Πνεύματος χωρίς Πνεύματος· ἐν ᾧ καί περί τῆς τοῦ Πατρός ἁγιωσύνης· καί οἷον ἀγαθόν ἐστιν ἡ πίστις καί τίς ὁ ταύτης καρπός καί ὅπως αὐξάνεται· καί ὅτι οἱ τόν θησαυρόν ἐν ἑαυτοῖς ἐσχηκότες τοῦ Πνεύματος καί ἐν ἄλλοις ὄντα γνωρίζουσι· καί τίνα τῶν ἁγίων τά σημεῖα καί πῶς καί τίσι γνωρίζονται· καί ὅτι ὁ μή γεννηθείς ἄνωθεν οὐ δύναται ἰδεῖν τόν γεγεννηκότα Θεόν οὐδέ γνωρίσαι τόν εἰς τοῦτο πεφθακότα διά τοῦ Πνεύματος.  
ΛΟΓΟΣ  Ι ΄.

Περί τῆς φοβερᾶς τοῦ Κυρίου ἡμέρας καί τῆς μελλούσης κρίσεως, ὅτι καί πρό τοῦ θανάτου ἐν ἡμῖν ἔνθεν ἤδη καθαιρομένοις διά δακρύων ἐνεργεῖται ἐν οἷς ἄν ἐγγένηται κατά τήν παροῦσαν ζωήν, κατά τήν μέλλουσαν οὐχ ὑπαντᾶ. Καί τίς ἐστιν ἡ ἡμέρα Κυρίου καί τίσιν αἴφνης ἀποκαλύπτεται. Καί ὅτι ἡ εἰς Χριστόν πίστις οὐ δύναται μόνη σῶσαι ἡμᾶς, εἰ μή καί Πνεύματος Ἁγίου γνωστῶς γενώμεθα μέτοχοι καί ὅτι οὐχί πάντες οἱ βαπτιζόμενοι διά τοῦ βαπτίσματος λαμβάνουσι τόν Χριστόν. Καί πῶς δύναταί τις γνῶναι εἰ περιφέρει ἐν αὐτῷ τόν Χριστόν καί Πνεύματος Ἁγίου γέγονε μέτοχος. Καί ἑρμηνεία ὡς ἐν παραδρομῇ εἰς τό « Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος». Καί μακαρισμός εἰς τούς ἐξ ἀγώνων τήν ἐπιφοίτησιν δεξαμένους τοῦ Πνεύματος.  
ΛΟΓΟΣ  ΙΑ ‘. 

Περί τῆς ζωοποιοῦ νεκρώσεως τοῦ Ἰησοῦ καί Θεοῦ τῆς ἀεί γινομένης εὐαισθήτως ἐν τοῖς τελείοις. Καί ὅτι ἡ κτῆσις τῶν ἀρετῶν αἵματι ἀγοράζεται· καί τίνα τῶν ἀρετῶν τά καταγώγια καί ὅτι ὁ μή διά τῆς πρώτης βαθμίδος κατά τάξιν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἀνερχόμενος οὐδαμῶς εἰσελεύσεται εἰς αὐτήν. Ὅτι ἐν τοῖς τελείοις χαρά καί ἀγαλλίασίς ἐστι, καί οὐ δάκρυον, καί βρύουσι τῆς θεολογίας τά ῥεῖθρα. Καί πρός τό τέλος, ὅτι δεῖ ἐπιπηδᾶν ταῖς ἀρχαῖς ἄνευ τῆς πληροφούσης τάς καρδίας ἡμῶν χάριτος, τῆς ἐπί τό ποιμαίνειν καλούσης τόν λαόν τοῦ Θεοῦ· καί τί τό ἔργον τῶν προϊσταμένων, τίς δέ ἡ  περί τά λογικά πρόβατα φροντίς, καί πῶς ὀφείλουσι ταῦτα παρά τῶν ποιμένων ποιμαίνεσθαι.  
ΛΟΓΟΣ  ΙΒ΄

Εἰς τό ῥητόν τό λέγον τοῦ Ἀποστόλου· «Ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ὅτι αἱ  ἡμέραι πονηραί εἰσί». Καί πῶς ἐξαγοράζεταί τις φρονίμως τόν καιρόν τῆς παρούσης ζωῆς.  
ΛΟΓΟΣ  ΙΓ΄

Εἰς τό ῥητόν τοῦ Ἀποστόλου· «Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερον ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ». Καί πῶς τόν χοϊκόν ἀποτιθέμεθα ἄνθρωπον καί τόν Χριστόν ἐνδυόμεθα, συγγενεῖς αὐτοῦ καί ἀδελφοί χρηματίσαντες.   
ΛΟΓΟΣ  ΙΔ΄

Περί ἑορτῶν καί ὅπως χρή ἑορτάζειν καί τίνων σύμβολα τά τελούμενα ἐν ταῖς ἑορταῖς καί κατά τῶν ἐναβρυνομένων ἐν αὐταῖς. Καί περί τῶν ἀξίως ἤ ἀναξίως κοινωνούντων καί τίς ἡ ἐν τούτοις διαφορά· καί πρός τό τέλος, πῶς συνάπτεταί τις διά τῆς κοινωνίας Θεῷ καί πῶς οὐ συνάπτεται.    282
ΛΟΓΟΣ  ΙΕ΄

Περί ἡσυχίας καί ὁποίας ἐργασίας ὀφείλει ἔχεσθαι ὁ ἐν ταύτῃ ἀνδρείως προσκαρτερῶν.  
ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ  ρ΄.  
ΕΤΕΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΑ ΤΕ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ κε’  
ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΝ ΝΕΟΝ ΘΕΟΛΟΓΟΝ.  



 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΤΗΣ ΞΗΡΟΚΕΡΚΟΥ
ΕΡΓΑ


ΤΟΜΟΣ ΤΡΙΤΟΣ (Γ’)


ΥΜΝΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ   


   ΕΥΧΗ ΜΥΣΤΙΚΗ   


Ο ΠΙΝΑΞ ΤΩΝ ΘΕΙΩΝ ΕΡΩΤΩΝ




Α’.  
Περί θείας ἐλλάμψεως καί φωτισμοῦ Πνεύματος Ἁγίου˙ καί ὅτι εἷς τόπος ὁ Θεός, ἐν ᾧ μετά πότμον τήν ἀνάπαυσιν πάντες οἱ Ἅγιοι ἔχουσι˙ καί ὅτι ὁ τοῦ Θεοῦ ἐκπίπτων ἐν ἑτέρῳ τόπῳ οὐχ ἕξει τήν ἀνάπαυσιν ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ.

Β΄  
Τίς ἡ ἐπί τῷ πατρί τούτῳ γενομένη ἀλλοίωσις καί πῶς καθαρθείς εἰς ἄκρον ἡνώθη Θεῷ καί οἷος ἐξ οἵου ἐγένετο, οἱ πρός Θεόν ἐρωτικοί αὐτοῦ λόγοι δηλοῦσιν ἐνταῦθα˙ ὅς καί θεολογῶν λέγει πρός τό τέλος περί ἀγγέλων. 

Γ’.   


Τίς ὁ μοναχός καί καί τίς ἡ αὐτοῦ ἐργασία˙ καί εἰς οἷον ὕψος οὗτος ὁ θεῖος πατήρ θεωρίας ἀνῆλθεν.  
Δ’.  
Διδασκαλία εἰς μοναχούς ἄρτι ἀποταξαμένους κόσμῳ καί τοῖς ἐν κόσμῳ˙ καί περί τοῦ, ὁποίαν τις ὀφείλει πίστιν ἔχειν πρός τόν ἴδιον πατέρα.
Ε’.  
Ἀλφάβητος τοῦ αὐτοῦ κατά στοιχεῖον διπλοῦς προτρέπων καί ὁδηγῶν εἰς τελειότητα βίου ἀναδραμεῖν τόν ἄρτι ἀπό τοῦ κόσμου ἀναχωρήσαντα.

ΣΤ’.  
Τετράστιχα τοῦ αὐτοῦ τόν πρός Θεόν αὐτοῦ ἐντεῦθεν δεικνύοντα ἔρωτα.

Ζ’.  
Ἔντευξις τοῦ αὐτοῦ εἰς Θεόν˙ καί ὅπως Θεῷ συναπτόμενος καί δόξαν Θεοῦ ὁρῶν ἐν ἑαυτῷ ἐνεργοῦσαν ἐξεπλήττετο.

Η’.   


Τίσι Θεός ἐμφανίζεται καί τίνες ἐν ἕξει γίνονται τοῦ καλοῦ διά τῆς τῶν ἐντολῶν ἐργασίας.

Θ’.   Ὅτι ὁ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέτοχος γεγονώς ὑπό τοῦ φωτός καί τῆς δυνάμεως αὐτοῦ ἁρπαζόμενος ἐπάνω πάντων φέρεται τῶν παθῶν, μή βλαπτόμενος τῷ πλησιασμῷ ὑπ᾿ αὐτῶν.

Ι’.  
Ὅτι ὁ θάνατος τῇ λύπῃ καί τῶν στερροτέρων καθάπτεται.
ΙΑ’  
Ὅπως ὡράθη αὐτῷ Θεός ὡς Στεφάνῳ καί Παύλῳ τοῖς ἀποστόλοις, ἐνταῦθα ὁ πατήρ ἐκπληττόμενος διηγεῖται.

ΙΒ’  
Περί τοῦ ἑνός κατά πάντα τῆς τρισυποστάτου θεότητος θεολογία˙ καί δι᾿ ὧν τῇ ταπεινώσει χρώμενος λέγει περί ἑαυτοῦ, τῶν δοκούντων εἶναί τι ἐντρέπων τήν οἴησιν.

ΙΔ’.  
Εὐχαριστία πρός Θεόν τῶν δωρεῶν ἕνεκα, ὧν παρ᾿ αὐτοῦ ἠξιώθη˙ καί ὅτι φρικτόν καί ἀγγέλοις τό τῆς ἱερωσύνης καί ἡγουμενείας ἀξίωμα.

ΙΕ’.   Ὅπως βλέπων τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ ἐνηργεῖτο ὑπό τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καί ὅτι τό Θεῖον ἐντός καί ἐκτός ἐστι τοῦ παντός, ἀλλά καί ληπτόν τε καί ἄληπτον τοῖς ἀξίοις, καί ὅτι οἶκος Δαυίδ ἡμεῖς ἐσμεν, καί ὅτι εἰς πολλά γινόμενος ὁ Χριστός καί Θεός ἡμῶν μέλη εἷς ἐστι καί ὁ αὐτός καί μένων ἀμέριστος.

ΙΣΤ’.  
Ὅτι ποθεινόν τε καί ἐπιθυμητόν κατά φύσιν μόνον τό Θεῖον, οὗ ὁ μετέχων πάντων ἐν μετοχῇ γέγονε τῶν καλῶν

ΙΖ’.  
Ὅτι ὁ φόβος γεννᾷ τήν ἀγάπην, ἡ δέ ἀγάπη ἐκριζοῖ τόν φόβον ἀπό τῆς ψυχῆς καί μένει μόνη ἐν αὐτῇ, Πνεῦμα Θεῖον οὖσα καί Ἅγιον.

ΙΗ’.  
Διδασκαλία σύν θεολογίᾳ περί τῶν ἐνεργειῶν τῆς ἁγίας ἀγάπης, ἤγουν αὐτοῦ τοῦ φωτός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

ΙΘ’.  
Διδασκαλία σύν θεολογίᾳ, ἐν ᾗ καί περί ἱερωσύνης ἅμα καί ἀπαθοῦς θεωρίας.
Κ’.  
Εὐχαριστία καί ἐξομολόγησις σύν θεολογίᾳ˙ καί περί δωρεᾶς καί μετουσίας Πνεύματος Ἁγίου.

ΚΑ’.  
Ἐπιστολή πρός μοναχόν ἐρωτήσαντα˙ Πῶς χωρίζεις τόν Υἱόν ἀπό τοῦ Πατρός, ἐπινοίᾳ ἤ πράγματι; Ἐν ᾗ εὑρήσεις πλοῦτον θεολογίας ἀνατρεπούσης τήν αὐτοῦ βλασφημίαν.

ΚΒ’.  
Εὐχαριστία σύν θεολογίᾳ˙ καί περί ὧν ἡ θεία χάρις τοῦ Πνεύματος διά τῶν ἐνεργειῶν ὠνόμασται.
ΚΓ’.  
Περί τῆς ἀκαταλήπτου καί ἀπεριγράπτου Θεόητος ἀκριβής θεολογία˙ καί ὅτι ἀπερίγραπτος οὖσα ἡ θεία φύσις οὔτε ἐντός οὔτε ἐκτός ἐστι τοῦ παντός, ἀλλά καί ἐντός καί ἐκτός ὡς τῶν ὅλων αἰτία˙ καί ὅτι μόνον κατά νοῦν τῷ ἀνθρώπῳ ληπτόν ἀλήπτως τό Θεῖον ὡς τοῖς ὀφθαλμοῖς αἱ τοῦ ἡλίου ἀκτῖνες.
ΚΔ’.  
Δι᾿ ὧν ἐξομολογούμενος ἐν τῷ παρόντι γράφει λόγῳ, δείκνυσι τό βάθος τῆς ἑαυτοῦ ταπεινώσεως, καί προϊών διδάσκει αὐτήν τόν εἰς μέτρον ἐλάσαντα τελειότητος καί ἀξιωθέντα τοιούτων ἐν θεωρίᾳ ἀποκαλύψεων, Παῦλον τόν θεῖον κἀν τούτῳ μιμούμενος, ἁμαρτωλόν ἑαυτόν ἀποκαλοῦντα καί ἀνάξιον τοῦ καλεῖσθαι ἀπόστολον. 

ΚΕ’.  
Περί τῆς γενομένης θεωρίας αὐτῷ τοῦ θείου φωτρός, καί ὅπως τό θεῖον φῶς οὐ καταλαμβάνεται ὑπό σκότους˙ ἐν οἷς καί διά τήν ὑπερβολήν τῶν ἀποκαλύψεων ἐκπληττόμενος μέμνηται τῆς ἀνθρωπίνης ἀσθενείας καί ἑαυτόν κατακρίνει.

ΚΣΤ’.  
Ὅτι ὁ ἐν ἀγνωσίᾳ Θεοῦ ἔτι ζῶν νεκρός ἐστι μέσον τῶν ζώντων ἐν γνώσει Θεοῦ καί ὅτι τοῖς ἀναξίως τῶν μυστηρίων μεταλαμβάνουσιν ἄληπτον τό  θεῖον σῶμα καί αἷμα τοῦ Χριστοῦ γίνεται.

ΚΖ’.  
Ὁποῖον δεῖ εἶναι τόν μοναχόν καί τίς ἡ ἐργασία καί τίς ἡ τούτου προκοπή καί ἀνάβασις.

ΚΗ’.  
Περί νοητῆς ἀποκαλύψεως τῶν ἐνεργειῶν τοῦ θείου φωτός καί ἐργασίας νοερᾶς τε καί θείας τῆς ἐναρέτου ζωῆς.

ΚΘ’.  
Ὅτι μόνοις ἐκείνοις καταφανῆ τά τῶν θείων πραγμάτων, οἷς διά τῆς μετουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅλοις ὅλος ἡνώθη Θεός.

Λ’.  
Πρός ἕνα τῶν μαθητῶν, ὅτι ταῖς καθαρθείσαις ψυχαῖς διά δακρύων καί μετανοίας προσψαῦσαν τό θεῖον τοῦ Πνεύματος πῦρ δράσσεται αὐτῶν καί πλεον καθαίρει, φωτίζον τά ὑπό τῆς ἁμαρτίας ἐσκοτισμένα μέρη αὐτῶν καί τά τραύματα ἐξιώμενον εἰς τελεῖαν φέρει συνούλωσιν, ὡς τῷ θείῳ κάλλει ὑπεραστράπτειν αὐτάς.

ΛΑ’.  
Περί θεολογίας καί ὅτι ἀνεξερεύνητος ἡ θεία φύσις καί πάντῃ τοῖς ἀνθρώποις ἀκατανόητος.
ΛΒ’.  
Ὅτι οἱ ἔνδοξοι τῆς γῆς καί σοβαροί τῷ πλούτῳ περί τήν σκιάν τῶν ὁρωμένων  πλανῶνται, οἱ δέ γε τῶν παρόντων καταφρονήσαντες ἐν ἀπλανεῖ μεθέξει τοῦ Θείου γίνονται Πνεύματος.

ΛΓ’.  
Περί θεολογίας˙ καί ὅτι οἱ τό κατ᾿ εἰκόνα φυλάξαντες τάς  πονηράς δυνάμεις τοῦ ἄρχοντος τοῦ σκότους καταπατοῦσιν, οἱ δ᾿ ἄλλοι, οἷς ἐμπαθής ὁ βίος, ὑπ᾿ αὐτοῦ κρατοῦνται καί βασιλεύονται.
ΛΔ’.  
Ὅτι ἡ τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἕνωσις πρός κεκαθαρμένας ψυχάς ἐν αἰσθήσει τρανῇ, ἤγουν ἐν ἐπιγνώσει γίνεται καί, ἐν αἷς ἄν γένηται, φωτοειδεῖς ὁμοίας ἑαυτόῦ καί φῶς αὐτάς ἀπεργάζεται.

ΛΕ’.  
Ὅτι πάντες οἱ ἅγιοι ἐλλαμπόμενοι αὐγάζονται καί τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ καθορῶσιν, ὡς θεμιτόν ἀνθρωπίνῃ φύσει Θεόν ὁρᾶν.

ΛΣΤ’.  
Εὐχαριστία ὑπέρ τῆς ἐξορίας καί τῶν θλίψεων, ὧν ὑπέστη ἐν τῷ κατ᾿ αὐτόν διωγμῷ.
ΛΖ’.  
Δέησις καί προσευχή τοῦ αὐτοῦ πρός Θεόν τῆς ἐκείνου ἕνεκα βοηθείας
ΛΗ’.  
Περί θεολογίας˙ καί ὅτι ὁ νοῦς τῆς ὕλης τῶν παθῶν καθαρθείς ἀΰλως τόν ἄϋλον καί ἀόρατον καθορᾷ.
ΛΘ’.  
Ὅτι ὁ πόθος καί ἡ πρός Θεόν ἀγάπη ὑπερβαίνει πᾶσαν ἀγάπην καί πάντα πόθον ἀνθρώπινον˙ βαφείς δέ ὁ νοῦς τῶν καθαιρομένων ἐν τῷ φωτί τοῦ Θεοῦ ὅλος θεοῦται καί νοῦς ἐκεῖθεν χρηματίζει Χριστοῦ.

Μ’.  
Ὁμολογία τῆς χάριτος τῶν τοῦ Θεοῦ δωρεῶν˙ καί ὅπως ὁ ταῦτα γράφων πατήρ ὑπό τοῦ Ἁγίου ἐνηργεῖτο Πνεύματος˙ καί διδασκαλία ῥηθεῖσα ὑπό Θεοῦ, τοῦ τί δεῖ ποιοῦντα τινά, τῆς τῶν σῳζομένων σωτηρίας τυχεῖν.

ΜΑ’.  
Εὐχαριστία πρός Θεόν ὑπέρ τῶν παρ᾿ αὐτοῦ γεγονότων εὐεργεσιῶν καί αἴτησις τοῦ μαθεῖν, τίνος χάριν οἱ τέλειοι γεγονότες ὑπό τῶν δαιμόνων παραχωροῦνται πειράζεσθαι˙ καί περί τῶν ἀποτασσομένων τῷ κόσμῳ διδασκαλία καί ὑποτύπωσις ῥηθεῖσα παρά Θεοῦ.
ΜΒ’.  
Ὅτι οἱ τῷ Θεῷ ἀπ᾿ ἐντεῦθεν ἤδη διά τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετουσίας ἑνωθέντες, ἐκδημοῦντες τοῦ βίου εἰς αἰῶνας αὐτῷ ἐκεῖθεν συνέσονται˙ εἰ δ᾿ οὖν, ἀλλά τό ἀνάπαλιν τοῖς ἄλλως ἔχουσιν ἐνταῦθα τότε γενήσεται.
ΜΓ’.  
Ὅτι κρεῖσσον τό καλῶς ποιμαίνεσθαι ἤ τούς μή βουλομένους ποιμαίνειν˙ οὐδέ γάρ ἔσται κέρδος τῷ ἄλλους μέν σπουδάζοντι σῶσαι, ἑαυτόν δέ διά τῆς ἐκείνων ἀπολέσαντι προστασίας.
ΜΔ’.  
Τί ἐστι τό κατ᾿ εἰκόνα, καί πῶς εἰκότως νοεῖται ὡς τοῦ πρωτοτύπου εἰκών ὁ ἄνθρωπος˙ καί ὅτι ὁ τούς ἐχθρούς ὡς εὐεργέτας φιλῶν μιμητής ἐστι τοῦ Θεοῦ, Πνεύματος δέ Ἁγίου ἐντεῦθεν μέτοχος γεγονώς θέσει θεός καί χάριτι γίνεται, μόνοις ἐκείνοις γνωριζόμενος, τοῖς ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνεργουμένοις. 


ΜΕ’.  
Περί θεολογίας ἀκριβεστάτης˙ καί ὅτι ὁ μή ὁρῶν τό φῶς τῆς τοῦ Θεοῦ δόξης χείρων τυγχάνει τυφλῶν.

ΜΣΤ’.  
Ἐξομολόγησις εὐχῇ συνημμένη˙ καί περί συναφείας Πνεύματος Ἁγίου καί ἀπαθείας.
ΜΖ’.  
Περί νοητοῦ παραδείσου τηλαυγῆς θεωρία˙ καί περί τοῦ ἐν αὐτῷ ξύλου ζωῆς.

ΜΗ’.  
Ὅτι δόξα καί τιμή ἐστι παντί ἀνθρώπῳ ὑβριζομένῳ καί πάσχοντι κακῶς διά Θεοῦ ἐντολήν ἡ ὑπέρ αὐτῆς τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ ἀτιμία˙ καί διάλογος πρός τήν ἰδίαν ψυχήν, διδάσκων τόν ἀκένωτον πλοῦτον τοῦ Πνεύματος.

ΜΘ’.  
Ὅτι ἔστιν ὅτε καί διά τῆς εἰς τόν πλησίον ἐπιμελείας καί διορθώσεως συγκατασπᾶσθαι τόν διδάσκαλον εἰς τήν ἑνοῦσαν ἐκείνῳ τοῦ πάθους ἀσθένειαν.


Ν’.  
Περί θεωρίας Θεοῦ καί θείων πραγμάτων καί Ἁγίου Πνεύματος παραδόξου ἐνεργείας˙ καί περί τῶν ἰδίων τῆς Ἁγίας καί ὁμοουσίου Τριάδος˙ καί ὅτι ὁ μή φθάσας εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν οὐδέν ὠφεληθήσεται, κἄν ἐκτός γένηται τῶν τοῦ ᾅδυο κολάσεων.


ΝΑ’.  
Ὅτι τοῦ Πνεύματος λάμποντος ἐν ἡμῖν τοῦ Ἁγίου πάντα τά τῶν παθῶν φυγαδεύονται ὡς ὑπό τοῦ φωτός τό σκότος˙ συστέλλοντος δέ αὐτοῦ τάς ἀκτῖνας, ὑπό τούτων καί τῶν πονηρῶν βαλλόμεθα λογισμῶν.   

ΝΒ’.  
Περί θεολογίας˙ καί ὅτι τῷ μή ἀλλοιωθέντι τῇ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετουσίᾳ καί γεγονότι θέσει ἐν γνώσει Θεῷ διδάσκειν τά θεῖα τούς ἀνθρώπους οὐκ ἔξεστι.

ΝΓ’.  
Κατά διάλεκτον Θεοῦ καί τοῦ πατρός τῶν λόγων ὁ λόγος˙ καί ὅπως ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐλλαμπόμενος ὁ θεῖος οὗτος πατήρ ὡμίλει Θεῷ καί ὑπ᾿ ἐκείνου ἐμυσταγωγεῖτο τά θεῖά τε καί ἀνθρώπινα.    

ΝΔ’.  
Ὅτι ἑκάστῳ τῶν ἀνθρώπων δέδωκεν ὁ Θεός προσφυῶς καί πρός τό συμφέρον τό χάρισμα διά Πνεύματος Ἁγίου εἰς τό ἐνεργεῖν, οὐχ ὥσπερ αὐτός θέλει, ἀλλ᾿ ὡς ὑπ᾿ αὐτοῦ προωρίσθη, εἰς τό μή κενόν εἶναι μέσον τῆς ἐκκλησίας αὐτοῦ.

ΝΕ’.  
Ὅτι τοῖς τό ἅγιον φυλάξασι βάπτισμα καθαρόν παραμένει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον˙ ἀπό δέ τῶν μολυνάντων αὐτό ἀπανίσταται.


ΝΣΤ’.  
Εὐχή πρός Θεόν ἐπί τοῖς γεγονόσιν εἰς αὐτόν, ἱκετήριός τε ὁμοῦ καί εὐχαριστήριος. 


ΝΖ’.  
Ὅτι ὁ τόν Θεόν ἐξ ὅλης ποθήσας ψυχῆς μισεῖ τόν κόσμον.
ΝΗ’.  
Διδασκαλία κοινήν σύν ἐλέγχῳ πρός πάντας˙ βασιλεῖς, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, μονάζοντας, λαϊκούς, ὑπό στόματος λαληθεῖσα καί λεγομένη Θεοῦ.

ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ.  
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Α’. Περί ἐξομολογήσεως. 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ Β’. Πρός Στέφανον Νικομηδείας 


ΕΠΙΣΤΟΛΗ Γ’. Ἑτέρα πρός Στέφανον Νικομηδείας.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ Δ’. Πρός Νικήτα Σταθᾶτον.

Νικήτα  μονάζοντος καί πρεσβυτέρου μονῆς τῶν Στουδίου τοῦ Στηθάτου εἰς τήν βίβλον τῶν θείων ὕμνων τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Συμεών.






ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ


ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ – ΠΕΡΙ ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΩΝ

 Τὸ «Περὶ μέτρων καὶ σταθμῶν» ἔργον Ἐπιφανίου τοῦ Σαλαμῖνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου