Πηγή: Ομιλία στο Συνέδριο που διοργανώθηκε από το
«Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ερευνών» στην Βενετία, με την ευκαιρία της παρουσίασης
της μετάφρασης των έργων του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στα ιταλικά (βλ.
τ. 129, Φεβ. 2007).
Όπως είναι
γνωστόν ο άγιος Γρηγόριος Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ο Παλαμάς έζησε τον 14ο
αιώνα και έδρασε στην Κωνταντινούπολη, το Άγιον Όρος και την Θεσσαλονίκη. Η
εποχή αυτή ήταν δύσκολη για την Ρωμαϊκή - Βυζαντινή Αυτοκρατορία από πάσης
πλευράς.
Στην εισήγηση
αυτή δεν προτίθεμαι να παρουσιάσω τα βιογραφικά στοιχεία της ζωής του, ούτε να
αναπτύξω τα ιστορικά και εκκλησιαστικά γεγονότα που έγιναν την εποχή του και στα
οποία ο άγιος Γρηγόριος έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο, ούτε βέβαια να αναλύσω την
όλη θεολογική του διδασκαλία την οποία θεωρώ δεδομένη. Άλλωστε η εισήγηση αυτή
πρέπει να είναι σύντομη για να δοθή η δυνατότητα να γίνη συζήτηση για θέματα που
απασχολούν το ακροατήριο.
Εκείνο που θα
ήθελα να τονίσω είναι ότι θεωρώ μεγάλη ευλογία την μετάφραση των έργων του αγίου
Γρηγορίου του Παλαμά στην Ιταλική γλώσσα, γιατί έτσι θα γνωρισθή καλύτερα η
διδασκαλία του, που είναι μεγαλειώδης, αλλά και θα συντελέση σημαντικά στον
διάλογο σε θεολογικά, εκκλησιαστικά, επιστημονικά, και κοινωνικά θέματα. Και
αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό γιατί ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στα έργα του
αναλύει διεξοδικά την ησυχαστική παράδοση της Εκκλησίας την οποία συναντούμε και
σε πολλούς Λατίνους Πατέρας των πρώτων αιώνων και αυτό έχει μεγάλη σημασία για
τον σύγχρονο άνθρωπο, αφού τα κύρια προβλήματα που τον απασχολούν είναι τα
υπαρξιακά και οντολογικά, από τα οποία εκπηγάζουν και πολλά άλλα προβλήματα.
Για
παράδειγμα να αναφέρω την παράδοση που περιγράφεται στο βιβλίο «Διάλογοι» που
συγγράφηκε από τον Πάπα Ρώμης άγιο Γρηγόριο Μέγα, τον επονομαζόμενο Διάλογο.
Διαβάζοντας κανείς το βιβλίο αυτό, στο οποίο αναλύεται η ζωή πολλών Επισκόπων,
Κληρικών, ασκητών και λαϊκών, αλλά και ο βίος του αγίου Βενεδίκτου, του ιδρυτού
του ομωνύμου μοναχικού τάγματος, βλέπει ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία μεταξύ του
αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου και του αγίου Διαδόχου Φωτικής, που έζησαν την ίδια
εποχή, καθώς επίσης κοινά στοιχεία αμφοτέρων με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά που
έζησε τον 14ο αιώνα και έκανε διάλογο με τον Βαρλαάμ. Στο συγκεκριμένο αυτό
βιβλίο του αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου, γίνεται λόγος για νου, καρδιά, ησυχία
του νου και της καρδιάς, για άσκηση και γνώση του Θεού, για νοερά προσευχή και
θέα του ακτίστου Φωτός, για κάθαρση, φωτισμό και θέωση του ανθρώπου, για πνεύμα
της προφητείας κλπ. Αυτά τα θέματα που συναντούμε στο βιβλίο του αγίου Γρηγορίου
του Διαλόγου αποτελούν την ουσία του ησυχασμού που ανέπτυξε ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς και μπορούμε να τα δούμε στα κείμενά του.
Αυτός είναι ο
λόγος για τον οποίο –και επαναλαμβάνω– θεωρώ μεγάλη ευλογία την μετάφραση των
έργων του στην Ιταλική γλώσσα, γιατί έτσι θα δοθή η δυνατότητα να δούμε τα κοινά
στοιχεία της παραδόσεως Ανατολής και Δύσεως και να βρούμε τις παραδόσεις μας και
κυρίως την μέθοδο και τον τρόπο της γνώσεως του Θεού, οπότε και ο διάλογος για
την ένωση των Εκκλησιών θα αποκτήση νηπτικό εσωτερικό θεολογικό χαρακτήρα μέσα
από τον Ορθόδοξο ησυχασμό.
Στην συνέχεια
θα εντοπίσω δύο σημεία που θεωρώ σημαντικά και δείχνουν την επικαιρότητα της
διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
1. Η γνώση
του Θεού
Ο σύγχρονος
άνθρωπος διακατέχεται από έναν προβληματισμό γύρω από τον Θεό, προσπαθεί να
απαντήση στα ερωτήματα τι είναι ο Θεός και πως μπορεί να αποκτήση γνώση του
Θεού. Άλλοι επηρεασμένοι από τον διαφωτισμό διακρίνονται για τον δεϊσμό, τον
αγνωστικισμό και την αθεΐα, και άλλοι πιστεύουν λογικά στον Θεό, αλλά δεν
γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίον μπορούν να τον προσεγγίσουν εμπειρικά. Στο
θέμα αυτό η διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά είναι σημαντική.
Κατ αρχάς η
διδασκαλία του είναι κατ εξοχήν εμπειρική. Καίτοι σπούδασε στο Πανεπιστήμιο την
φιλοσοφία του Αριστοτέλη, την οποία γνώριζε καλά, εν τούτοις ακολούθησε εντελώς
διαφορετική μέθοδο για την προσέγγιση του Θεού. Στο Άγιον Όρος επιδόθηκε στην
άσκηση και την προσευχή, και έφθασε στην γνώση του Θεού. Οπότε, όταν μιλούσε για
τον Θεό, το έκανε μέσα από την προσωπική του εμπειρία. Γνώρισε εμπειρικά τις
άκτιστες ενέργειες του Θεού και ομιλούσε γι' αυτές.
Έπειτα, του
δόθηκε αφορμή να αναλύση όλη αυτήν την θεογνωσία -«ιερογνωσία», όπως την
χαρακτηρίζει. Τόνιζε στα έργα του ότι ο Θεός έχει ουσία και ενέργεια, και εφ'
όσον η ουσία του Θεού είναι άκτιστη και η ενέργειά του είναι άκτιστη. Ο Θεός
επικοινωνεί με τους ανθρώπους με την άκτιστη ενέργειά Του. Αυτό σημαίνει ότι ο
άνθρωπος μετέχει ποικιλοτρόπως της ακτίστου ενεργείας του Θεού και όχι της
ουσίας Του.
Όταν κάνουμε
λόγο για την ενέργεια του Θεού, δεν πρέπει να υποπίπτουμε σε υπερβάσεις και
παραθεωρήσεις, δηλαδή δεν μπορούμε να την υπερτιμούμε από θεολογικής πλευράς και
να την εξετάζουμε ανεξάρτητα από τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Από την
θεολογία της Εκκλησίας γνωρίζουμε ότι τα Πρόσωπα-Υποστάσεις του Τριαδικού Θεού
έχουν κοινά και ακοινώνητα γνωρίσματα. Τα κοινά είναι η ουσία-φύση και η
ενέργεια, ενώ τα ακοινώνητα είναι τα υποστατικά ιδιώματα, ήτοι ο τρόπος υπάρξεως
των Προσώπων της Αγίας Τριάδος, το αγέννητο του Πατρός, το γεννητό του Υιού και
το εκπορευτό του Αγίου Πνεύματος. Έτσι, η ενέργεια του Θεού είναι κοινή και στα
Τρία Πρόσωπα.
Το θέμα αυτό
δεν είναι φιλοσοφικό, αλλά εμπειρική γνώση του Θεού από τον θεούμενο άνθρωπο που
μετέχει της θεοποιού ακτίστου ενεργείας του Θεού και δι' αυτής της γνώσεως
αποκτά και την γνώση του Τριαδικού Θεού. Έτσι, αντιλαμβανόμαστε, όπως το
συναντούμε στην διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ότι η ενέργεια του
Θεού είναι ενυπόστατη. Αυτό σημαίνει ότι ο ενεργών είναι το Πρόσωπο-Υπόσταση, η
ουσία-φύση είναι το ενεργητικό και η ενέργεια του Θεού είναι η ουσιώδης κίνηση
της φύσεως. Έτσι, ούτε η ενέργεια του Θεού διαχωρίζεται από τα Πρόσωπα της Αγίας
Τριάδος, ούτε θεωρείται ότι υπερέχει η διακρίνεται διαλεκτικά από την ουσία του
Θεού. Η επισήμανση αυτή είναι σημαντική, γιατί είναι ενδεχόμενο να ερμηνευθή η
θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά περί της ενεργείας του Θεού, ως
απρόσωπη, πράγμα που δεν είναι αληθές.
Έπειτα, όταν
ομιλούμε για ενέργεια του Θεού, κάνουμε λόγο και για ενέργειες. Βεβαίως, μία
είναι η ενέργεια του Θεού, αλλά λαμβάνει διάφορα ονόματα από τα αποτελέσματά
της. Έτσι, γίνεται λόγος για ουσιοποιό ενέργεια που δίνει οντότητα στα όντα, για
ζωοποιό ενέργεια που δίνει ζωή, για σοφοποιό ενέργεια που προσφέρει σοφία,
λογική και αυτεξουσιότητα, για θεοποιό ενέργεια που θεώνει τον άνθρωπο. Επίσης,
εκτός από αυτήν την διάκριση, γίνεται λόγος για δημιουργική και προνοητική
ενέργεια του Θεού, για καθαρτική, φωτιστική και θεοποιό ενέργεια του Θεού. Επί
πλέον η αγάπη, η δικαιοσύνη, η ειρήνη, η φιλανθρωπία κλπ. του Θεού είναι
άκτιστες ενέργειες του Θεού, που λαμβάνουν ονόματα ανάλογα με τα αποτελέσματά
τους.
Η ενέργεια
του Θεού μερικές φορές, όταν θέλη ο Θεός και υπάρχουν απαραίτητες προϋποθέσεις,
θεάται από τον άνθρωπο ως Φως, δηλαδή εκείνος που αξιώνεται της κοινωνίας με τον
Θεό, βλέπει την ενέργειά Του ως Φως. Και αυτό το Φως είναι άκτιστον, δηλαδή
είναι θείο. Αυτό φαίνεται από το ότι γίνεται σαφέστατη διάκριση μεταξύ κτιστού
και ακτίστου Φωτός. Όπως ο Απόστολος Παύλος, πορευόμενος στην Δαμασκό κατά την
διάρκεια της μεσημβρίας, έβλεπε την λάμψη του ηλίου και συγχρόνως έβλεπε ένα
άλλο Φως, λαμπρότερο από τον ήλιο και έκανε την διάκριση μεταξύ κτιστού και
ακτίστου φωτός, το ίδιο συμβαίνει και με τον θεόπτη άνθρωπο.
Έπειτα, αυτή
η θέα του ακτίστου Φωτός δεν είναι συμβολική, ηθική και εξωτερική, αλλά κοινωνία
και ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Ο άνθρωπος βλέπει τον Θεό, δια της ενώσεώς
του μαζί Του. Αυτό σημαίνει ότι ενώνεται με τον Θεό και βλέπει τον Θεό.
Ακόμη αυτή η
ένωση προσφέρει την γνώση του Θεού. Ο θεούμενος σε αυτήν την κατάσταση αποκτά
την εμπειρική γνώση του Θεού, γνωρίζει τι είναι ο Θεός, διακρίνει τα υποστατικά
ιδιώματα των Προσώπων της Αγίας Τριάδος, γνωρίζει την διαφορά μεταξύ του Πατρός,
του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αλλά και την ενότητα μεταξύ τους.
Οι Πατέρες
της Εκκλησίας που είχαν αυτήν την εμπειρική γνώση του Θεού, όταν επρόκειτο να
αντιμετωπίσουν διαφόρους φιλοσόφους χρησιμοποίησαν την φιλοσοφική ορολογία και
έκαναν λόγο για ουσία και ενέργεια, για κοινή ουσία - φύση και ιδιαίτερα
πρόσωπα, για δόξα του Θεού και υποστατικά ιδιώματα κλπ. Αυτές οι διατυπώσεις των
Πατέρων δεν είναι φιλοσοφικοί όροι για να κατανοηθή λογικά η ύπαρξη και παρουσία
του Θεού, αλλά εκφράσεις της προσωπικής τους εμπειρίας για να απαντήσουν στα
διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής τους.
Και βεβαίως,
αυτή η εμπειρική γνώση του Θεού είναι υπερτέρα της εγκεφαλικής και κοσμικής
γνώσης. Άλλη είναι η γνώση που προέρχεται από τα μαθήματα και την μελέτη των
φιλοσοφικών και θεολογικών θεμάτων, δια της λογικής, την οποία κανείς δεν
αρνείται όταν πρόκειται για πράγματα του κόσμου τούτου, άλλη όμως είναι η γνώση
που προέρχεται από την εμπειρία του ακτίστου Φωτός και την ένωση με τον Θεό.
Ετσι, κατά
τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η αληθινή θεολογία είναι η θεοπτία. Αυτό το
βλέπουμε στο όρος του Θαβώρ που οι Μαθητές αξιώθηκαν να δουν την θεότητα του
Χριστού, και την ημέρα της Πεντηκοστής που αξιώθηκαν να δεχθούν την ενέργεια του
Αγίου Πνεύματος και να γίνουν μέλη του Σώματος του Χριστού και, βεβαίως, μέλη
της Εκκλησίας.
2. Η
μεθοδολογία της εμπειρικής θεολογίας
Ο άνθρωπος
της εποχής μας θέλει να αποκτήση την εμπειρική γνώση του Θεού, αλλά πρέπει να
μάθη και την αληθινή μέθοδο πορείας προς αυτήν την γνώση. Αυτήν την μέθοδο έχει
αναλύσει εκτενώς στα κείμενά του ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και σε αυτό το
σημείο φαίνεται η επικαιρότητα της διδασκαλίας του.
Η μέθοδος
αυτή διαφέρει από την λογική επεξεργασία και από τον υπερβατικό διαλογισμό.
Δηλαδή, πολλοί άνθρωποι της εποχής μας προκειμένου να γνωρίσουν τον Θεό,
χρησιμοποιούν την λογική και τον στοχασμό, αλλά καταλήγουν σε φάσματα της
αληθείας. Και άλλοι για να υπερβούν τον στοχασμό και την λογικοκρατία, που
συνδέεται με την φαντασία, ακολουθούν την μέθοδο του υπερβατικού διαλογισμού που
οδηγεί σε ένα υπερπροσωπικό απόλυτο, που και αυτό τελικά είναι προϊόν της
φαντασίας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αναλύει στα έργα του την πραγματική
μέθοδο, η οποία συναντάται στην Αγία Γραφή και τα έργα των Πατέρων και αυτή
είναι η ησυχαστική μέθοδος. Έτσι, ο ησυχασμός είναι διάφορος από την
λογικοκρατία και τον υπερβατικό διαλογισμό, ο οποίος χρησιμοποιεί την γιόγκα για
να φθάση στην νιρβάνα.
Στα έργα του
αναλύει ότι ο άνθρωπος αποτελείται από νου και αίσθηση. Με τον νου του έρχεται
σε κοινωνία με τον Θεό, αφού αυτός (ο νους) είναι το κατάλληλο όργανο για την
κοινωνία αυτή, και με την αίσθηση αποκτά γνώση των κτισμάτων και του
περιβάλλοντος κόσμου. Μεταξύ νου και αισθήσεως υπάρχει ο λόγος, η φαντασία και η
δόξα. Με τον λόγο κρίνει και ερευνά τα πράγματα, με την φαντασία αποκτά αίσθηση
των πραγμάτων που έρχονται μέσα στην ψυχή του ανθρώπου δια των αισθήσεων, και με
την δόξα σχηματίζει γνώμη - άποψη για κάθε πράγμα.
Οι ενέργειες
αυτές της ψυχής πρέπει να λειτουργούν κατά φύσιν και υπέρ φύσιν και όχι παρά
φύσιν. Και μάλιστα, όπως ο ίδιος άγιος διδάσκει, για να φθάση κανείς στην γνώση
του Θεού θα πρέπη κατά τον καιρό που προσεύχεται να αδρανοποίηση την αίσθηση,
από την οποία επηρεάζεται η λογική, η φαντασία και η δόξα, και να ενεργοποιήση
τον νου. Αυτό γίνεται με την άσκηση και την νοερά ησυχία και προσευχή. Έτσι,
έρχεται σε κοινωνία με τον Θεό δια του νοός, αποκτά την εμπειρική γνώση του Θεού
και στην συνέχεια διατυπώνει αυτήν την εμπειρία με την δόξα και την διάνοια.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι ο άνθρωπος έρχεται σε κοινωνία με τον Θεό δια του
νοός και έχει σχέση με την κτίση δια της αισθήσεως και της λογικής. Η σύγχυση
μεταξύ των δυνάμεων αυτών και η ταύτιση μεταξύ του νου και του λόγου δημιουργεί
ψυχικές και πνευματικές ασθένειες, ήτοι άγνοια Θεού, ειδωλοποίηση της κτίσεως,
με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλές φυσικές θρησκείες, με όλα τα παρεπόμενά
τους.
Αυτήν την
μέθοδο ακολούθησε η Παναγία στα άγια των αγίων και έφθασε στην θεωρία του Θεού
και την θέωση και έτσι αξιώθηκε να γίνη Μητέρα του Θεού. Ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς στον λόγο του στα Εισόδια της Θεοτόκου αναλύει με καταπληκτικό τρόπο την
μέθοδο που ακολούθησε η Παναγία που είναι ο ησυχασμός, ήτοι νέκρωσε την αίσθηση
και την λογική, την δόξα και την φαντασία, που προέρχονται από αυτήν, και επί
πλέον ενεργοποίησε τον νου - την νοερά ενέργεια. Μέσα από τα πλαίσια αυτά πρέπει
να δούμε την ερμηνεία που δίνει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στον θείο σαββατισμό.
Μέσα στα δυό
αυτά σημεία (ησυχασμός και γνώση του Θεού) βρίσκεται η κεντρική διδασκαλία του
αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όπως φαίνεται στα κείμενά του, κυρίως στις ομιλίες
που έκανε στο ποίμνιο της Θεσσαλονίκης. Πρέπει δε να σημειωθή ότι αυτές οι
ομιλίες είναι δείγματα θεολογικού λόγου, αφού συνδέουν την θεολογία με την
ποιμαντική. Ο άγιος Γρηγόριος δεν αναπτύσσει μια στοχαστική θεολογία χωρίς να
ποιμαίνη, ούτε ποιμαίνει χωρίς να θεολογή. Στις ομιλίες αυτές φαίνεται η
ικανότητά του να θεολογή, να ερμηνεύη την Αγία Γραφή, και να ποιμαίνη οδηγώντας
τους πιστούς στην ελευθερία του πνεύματος.
3. Ερμηνεία
του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά μέσα από σύγχρονη εμπειρία
Ο άγιος
Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν εκφραστής της θεολογίας και του ησυχασμού της
Εκκλησίας, όπως διατυπώθηκε στα έργα των αγίων Πατέρων. Δεν έκανε ένα δικό του
φιλοσοφικό, θεολογικό και ησυχαστικό σύστημα, αλλά εξέφρασε αυτό που συνάντησε
στους γονείς του, που ζούσαν στο «πνεύμα» της ησυχαστικής παραδόσεως, τους
πνευματικούς του διδασκάλους, όπως του Θεολήπτου Φιλαδελφείας, και την ζωή που
βρήκε στο Άγιον Όρος, όπου μαθήτευσε σε ησυχαστές Πατέρες, οι οποίοι ζούσαν την
ιερά ησυχία, όπως την είχε εκφράσει και ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης και άλλοι
Πατέρες.
Αυτό σημαίνει
ότι δεν πρέπει να διαβάζη κανείς τα κείμενα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
στοχαστικά και σχολαστικά, αλλά να εξετάζη παράλληλα και την όλη ατμόσφαιρα που
τα δημιούργησαν. Και είναι σημαντικό να λεχθή ότι αυτή η παράδοση διασώζεται και
σήμερα ζωντανή στο Άγιον Όρος. Πολλοί Αγιορείτες Πατέρες την εκφράζουν, αλλά
κατά καιρούς εμφανίζονται περισσότερο μερικοί από αυτούς. Θα ήθελα να επισημάνω
τα έργα του Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, ιδρυτού της Σταυροπηγιακής και
Πατριαρχικής Μονής του Τιμίου Προδρόμου στο Essex Αγγλίας, ο οποίος ασκήθηκε
ησυχαστικά στο Άγιον Όρος, ακόμη και μέσα στην έρημο του Αγίου Όρους για μια
εικοσιπενταετία και εξέφρασε αυτήν την εμπειρία στα βιβλία που κυκλοφορούν.
Ακόμη την
διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά πρέπει να την ερμηνεύση κανείς μέσα
από τα κείμενα ικανών θεολόγων των Θεολογικών Σχολών (να θυμηθώ τον πρωτεργάτη
Καθηγητή Παναγιώτη Χρήστου και τους μαθητές του, τους Καθηγητές π. Ιωάννη
Ρωμανίδη, Γεώργιο Μαντζαρίδη, π. Γεώργιο Μεταλληνό, π. Θεόδωρο Ζήση κ.α.), οι
οποίοι μελέτησαν την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου μέσα από την ζωντανή
εμπειρία των Πατέρων του Αγίου Όρους, αλλά και χρησιμοποιώντας αυθεντικές
θεολογικές και ιστορικές πηγές. Μέσα από το πνεύμα αυτό δημοσίευσα και το βιβλίο
μου με τίτλο: «Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ως αγιορείτης».
Η παράλληλη
μελέτη των έργων του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά με, κατά το πλείστον, σύγχρονη
εμπειρική ερμηνευτική, θα βοηθήση στην καλύτερη κατανόησή της. Και αυτό είναι
σημαντικό, γιατί αν διαβάση κανείς τα έργα του αγιορείτου Αγίου, μέσα από άλλες
προοπτικές –ορθολογιστικές, ηθικιστικές, συντηρητικές– είναι ενδεχόμενο να τα
παρερμηνεύση.
Ο κίνδυνος
της παρερμηνείας παρατηρήθηκε και κατά την εποχή που έζησε και δίδαξε ο άγιος
Γρηγόριος ο Παλαμάς. Πράγματι, υπήρχαν τρεις τάσεις την εποχή του που ήλθαν
αντιμέτωπες στον άγιο Γρηγόριο και την διδασκαλία του. Η πρώτη τάση ήταν ο
ορθολογισμός (δυτικός η ανατολικός), όπως εκφραζόταν με την ποικιλόμορφη
σχολαστική θεολογία που συνδεόταν με την κλασσική μεταφυσική, με τον πλατωνισμό,
τον αριστοτελισμό και τον νεοπλατωνισμό. Η δεύτερη τάση ήταν ο ηθικισμός, όπως
εκφραζόταν από τον ουμανισμό που βιωνόταν και στην Δύση και την Ανατολή. Άλλωστε
υπήρχε μια αλληλεπίδραση Ανατολής και Δύσης στο θέμα του ουμανισμού. Και η τρίτη
τάση ήταν ο συντηρητισμός (σε Δύση και Ανατολή) που εκφραζόταν με την μηχανική
και θεσμική προσέγγιση και βίωση της χριστιανικής διδασκαλίας, που στεκόταν σε
τύπους και σε λέξεις και παραθεωρούσε όλη την εσωτερική διδασκαλία της Εκκλησίας
που περιλαμβάνεται στα έργα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Αυτές οι
τρεις τάσεις –ορθολογισμός, ηθικισμός και συντηρητισμός– υπάρχουν και σήμερα
και, όπως ελέχθη πιο πάνω, είναι ενδεχόμενο, αν διαβασθούν τα έργα του αγίου
Γρηγορίου του Παλαμά μέσα από την προοπτική αυτή, να παρερμηνευθούν, ακόμη δε
χειρότερα να πολεμηθούν.
Πρέπει να
εντοπισθή το γεγονός ότι οι δύο από τους βασικούς μεταφραστές των έργων του
αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στην ιταλική γλώσσα (Μελέτης Μελετιάδης και Ettore
Perrella) δεν είναι θεολόγοι και φιλόσοφοι, αλλά ψυχαναλυτές. Αυτό δείχνει ότι
αυτοί διέκριναν την σημασία του ορθοδόξου ησυχασμού για την θεραπεία του
ανθρώπου από τα τόσα ψυχολογικά υπαρξιακά προβλήματα που τον διακατέχουν.
Πράγματι, ο
ησυχασμός δείχνει ότι ο Χριστιανισμός, όπως εκφράζεται από τους αγίους Πατέρας
και τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, και όπως βιώνεται μέσα στην Εκκλησία με τα
μυστήρια και την άσκηση, έχει έντονο «ψυχοθεραπευτικό» χαρακτήρα, και φανερώνει
ότι αν εμφανιζόταν ο Χριστιανισμός στην εποχή μας, όπως έλεγε ο π. Ιωάννης
Ρωμανίδης, δεν θα τον αντιλαμβανόμασταν ως θρησκευτικό, φιλοσοφικό, ηθικό,
κοινωνικό σύστημα, αλλά ως ψυχοθεραπεία-νευρολογία με την ιδιαίτερη, βέβαια,
ανθρωπολογία, σωτηριολογία και θεολογία.
Επομένως,
δίνουμε μεγάλη σημασία όχι μόνον στην ανάγνωση των έργων του αγίου Γρηγορίου του
Παλαμά, αλλά και στην αυθεντική ερμηνεία τους, βάσει της σύγχρονης πραγματικής
ησυχαστικής εμπειρίας.
4.
Επικαιρότητα της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
Από όσα
ελέχθησαν προηγουμένως φαίνεται η αξία και η επικαιρότητα του αγίου Γρηγορίου
του Παλαμά σε πολλά ζητήματα. Μερικά από αυτά είναι η άγνοια του Θεού, το
υπαρξιακό κενό, τα κοινωνικά προβλήματα που προέρχονται από την ανυπαρξία
νοήματος για την ζωή, οι διάφορες ψυχαναλυτικές σχολές, η ταύτιση νου και
λογικής, που συνδέεται με την ενιαία μεθοδολογία της γνώσης, τα διάφορα
φιλοσοφικά συστήματα, όπως και τα ρεύματα του διαφωτισμού, του ρομαντισμού, του
νεωτερισμού και του μετανεωτερισμού, ο ανατολικός μυστικισμός με τον υπερβατικό
διαλογισμό και το υπερπροσωπικό απόλυτο, η ταύτιση επιστήμης και θεολογίας, και
πολλά άλλα.
Η ησυχαστική
μέθοδος που αναλύεται στα έργα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά είναι επίκαιρη
περισσότερο από κάθε άλλη φορά, γιατί η λογικοκρατία, όπως φάνηκε με τον
διαφωτισμό και την νεωτερικότητα, δημιούργησε πολλά προβλήματα στον άνθρωπο, και
γι’ αυτό ο άνθρωπος αναζητά την εσωτερικότητα, αυτό το κάτι άλλο που βρίσκεται
κάτω και πέρα από την λογική. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο σήμερα η
φιλοσοφία γίνεται υπαρξιακή, η ψυχολογία ψυχαναλυτική, η τέχνη σουρεαλιστική
κ.ο.κ.
Θα ήθελα να
εντοπίσω δύο σημεία, στα οποία φαίνεται η επικαιρότητα της διδασκαλίας του αγίου
Γρηγορίου του Παλαμά.
Το ένα είναι
ο κλονισμός της κλασσικής μεταφυσικής. Είναι γνωστόν ότι η κλασσική μεταφυσική,
με τις διάφορες εκφράσεις της, τόνιζε την ύπαρξη ενός κόσμου πέρα από τα φυσικά,
ήτοι τις ιδέες η τα είδη, ο οποίος κόσμος καθορίζει όλα τα φυσικά, τις επιστήμες
και τον άνθρωπο. Όταν, όμως, κατά την Αναγέννηση και κυρίως τον Διαφωτισμό
κλονίσθηκαν τα θεμέλια της μεταφυσικής κτυπήθηκε και η σχολαστική θεολογία που
συνδέθηκε με την μεταφυσική, με αποτέλεσμα να αναπτυχθή η αθεΐα, ο δεϊσμός και ο
αγνωστικισμός.
Όμως, ο άγιος
Γρηγόριος ο Παλαμάς δίδαξε ότι η θεολογία της Εκκλησίας δεν συνδέεται με την
μεταφυσική –δεν είναι μεταφυσική– αλλά κατ' εξοχήν ιατρική επιστήμη. Αυτός είναι
ο λόγος για τον οποίον η ορθόδοξη θεολογία, όπως έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης,
δεν συνδέεται με την φιλοσοφία, αλλά με την ιατρική, τις θετικές επιστήμες, ήτοι
την ιατρική, τα μαθηματικά, την φυσική. Οι ιατροί θεραπεύουν τον άνθρωπο και δεν
στοχάζονται, οι φυσικοί κάνουν πειράματα και φθάνουν στην θεωρία και οι
μαθηματικοί κάνουν πράξεις και τις επιβεβαιώνουν. Αυτό συμβαίνει και με την
θεολογία, όπως εκφράζεται από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, δηλαδή είναι ιατρική
του πυρήνα της προσωπικότητος του ανθρώπου, συνδέεται με την θεωρία (θέα) του
Θεού που ακολουθεί την πράξη, διδάσκει την αλήθεια περί του Θεού και όποιος
θέλει μπορεί να την επιβεβαιώση.
Το άλλο
σημείο είνα η εμφάνιση της ψυχιατρικής και της ψυχανάλυσης. Βέβαια, γνωρίζουμε
ότι άλλο είναι η ψυχιατρική - νευρολογία, άλλο η ψυχοθεραπεία, άλλο η
ψυχανάλυση, άλλο η ψυχολογία. Έχουν μεταξύ τους κοινά σημεία, αλλά και
σημαντικές διαφοροποιήσεις.
Το γεγονός
είναι ότι η ψυχανάλυση εμφανίσθηκε στην Δύση ως αποτέλεσμα της επικρατήσεως εκεί
του ορθολογισμού και του ηθικισμού. Ο ορθολογισμός –όχι απλώς ο ορθός λόγος–
θεώρησε κέντρο του ανθρώπου την λογική, και ο ηθικισμός περιόρισε την προσοχή
του ανθρώπου στην εξωτερική πλευρά του. Στην πραγματικότητα ο ορθολογισμός και ο
ηθικισμός παραθεώρησαν την ησυχαστική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η
μηχανιστική θεώρηση της ιατρικής δημιούργησε πολλά προβλήματα στον άνθρωπο,
γιατί πέρα από τον ορθό λόγο και τον τρόπο λειτουργίας των οργάνων του σώματος,
υπάρχει και η ψυχή που αποτελεί το πνευματικό στοιχείο της υπάρξεως του
ανθρώπου. Έτσι, η εμφάνιση της ψυχιατρικής και της ψυχανάλυσης ήταν, χωρίς να το
συνειδητοποιή κανείς, μια αναζήτηση του ησυχασμού. Αυτό εξηγεί το γεγονός ότι οι
δυτικοί κυρίως ψυχαναλυτές ενδιαφέρθηκαν και ενδιαφέρονται για τον ορθόδοξο
ησυχασμό.
Βεβαίως,
είναι γνωστόν ότι στην Δύση αναπτύχθηκαν πολλές ψυχαναλυτικές σχολές με πατέρα
τον Freud, που έδωσε σημασία στο libido, στο γενετήσιο ένστικτο στην διαμόρφωση
της ζωής του ανθρώπου. Όμως, υπήρξαν και άλλοι συνεργάτες και μαθητές του Freud
που δεν δέχθηκαν αυτήν την άποψη, όπως οι δύο συνεργάτες του, ο Adler που
διετύπωσε τον καθοριστικό ρόλο για την διαμόρφωση του ανθρώπου της ορμής για
κοινωνική αναγνώριση, και ο Jung που είδε αυτήν την διαμόρφωση του ανθρώπου από
τις πνευματικές-αρχετυπικές αρχές που είναι έμφυτες στον άνθρωπο. Επίσης υπήρξαν
και μαθητές του Freud, όπως ο Fromm, που εντόπισε τις κοινωνικές και
πολιτιστικές σχέσεις μέσα στις οποίες ζη και αναπτύσσεται ο άνθρωπος για την
διαμόρφωση της προσωπικότητός του, και ο Frankl που ανεκάλυψε ότι τα υπαρξιακά
προβλήματα που συνδέονται με το νόημα ζωής είναι εκείνα που καθορίζουν η
θεραπεύουν τον άνθρωπο. Επίσης πρέπει να σημειωθή ότι σήμερα το θέμα της
ψυχανάλυσης και ψυχοθεραπείας αναπτύσσεται περισσότερο με την ανάπτυξη της
«μοριακής ψυχολογίας» και την συνάντηση της ψυχιατρικής με την υπαρξιακή
φιλοσοφία.
Στο σημείο
αυτό μπορεί κανείς να δη και την αξία της ησυχαστικής-νηπτικής παραδόσεως και
διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Όπως φαίνεται στα έργα του, στην
Ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχει διπλή γνωσιολογική μεθοδολογία, δηλαδή άλλη είναι η
μέθοδος γνώσεως του κόσμου και των επιστημών, που γίνεται με την λογική, και
άλλη είναι η μέθοδος γνώσεως του Θεού που γίνεται δια του νοός. Νους και λόγος
είναι δύο παράλληλες ενέργειες της ψυχής. Η σπουδή στην ανθρώπινη γνώση γίνεται
με την λογική-διάνοια και η σπουδή στην θεία γνώση γίνεται με τον νου, δια της
ιεράς ησυχίας. Έτσι, ούτε παρατηρείται σύγκρουση μεταξύ θεολογίας και επιστήμης,
αλλά και ούτε ο άνθρωπος καταλήγει σε φανατισμούς, επιθετικότητες, αρνήσεις και
ειδωλοποιήσεις.
Πάντως, ο
σύγχρονος άνθρωπος πάσχει από ψυχολογικά και υπαρξιακά προβλήματα, αναζητά την
εσωτερική ηρεμία και ελευθερία, και γι’ αυτό είναι ανάγκη να προσέξη την
διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο οποίος κάνει λόγο για τα θέματα
αυτά και οδηγεί τον άνθρωπο στην ουσιαστική επίλυση αυτών των προβλημάτων.
Κατακλείοντας
αυτήν την σύντομη εισήγηση θα ήθελα και πάλι να σημειώσω ότι η διδασκαλία του
αγίου Γρηγορίου του Παλαμά δεν είναι άσχετη και ανεξάρτητη, στα βασικά της
σημεία, από την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Μεγάλου, του Διαλόγου, Πάπα
Ρώμης. Είναι μια θεολογία που απαντά στις αναζητήσεις του σύγχρονου ανθρώπου, ο
οποίος για να βρη απαντήσεις στα υπαρξιακά ερωτήματα καταλήγει στην υπαρξιακή
φιλοσοφία και τον ανατολικό διαλογισμό, χωρίς να αποφεύγη τον εγκλωβισμό του σε
ανθρωποκεντρικά σχήματα. Όταν την μελετήσουμε με τα κατάλληλα ερμηνευτικά
κλειδιά και όταν βρούμε τον τρόπο να την εφαρμόσουμε στην πράξη, τότε θα
μπορέσουμε να την εκτιμήσουμε ακόμη περισσότερο και να βοηθήσουμε ουσιαστικά τον
ανήσυχο και πονεμένο άνθρωπο της εποχής μας, ο οποίος υποδουλώνεται σε
ιδεολογίες, ιδεοληψίες, φανατισμούς και ποικίλες εξαρτήσεις.
Τελικά αυτή η
διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά είναι λόγος αληθινής ελευθερίας.