Μέγας Βασίλειος: «Γυναῖκα οὑκ ἔγνων καί παρθένος οὔκ εἰμί»
Στο πιο κάτω εξαιρετικό απόσπασμα, ο Γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης, αναφέρεται στην αντιμετώπιση των πειρασμών. Αν και η ομιλία απευθύνεται σε μοναχούς, θεωρήσαμε ότι καλό θα κάνει και για εμάς τους λαϊκούς να εκλάβουμε κάτι τις από την πατερική σκέψη.
Εμείς οι μοναχοί δέν θέλουμε φιλοσοφίες κοσμικές, δεν θέλουμε διδάγματα. Θέλουμε σάν μοναχοί νά γνωρίσουμε τόν πόλεμο πού έχουμε νά κάνουμε. Τό θέμα είναι πώς θά πολεμήσουμε τους λογισμούς, την φαντασία, τίς εικόνες καί πώς θα τηρήσουμε όσο τό δυνατόν καλύτερα τό Ιερόν Εύαγγέλιον.
Ερχόμεθα εδώ. Η σάρκα έχει την ανάγκη τής τροφής, την ανάγκη του ύπνου, την ανάγκη του ενδύματος.
Κοντά σ’ αυτά έχει καί τήν φυσική περίπτωσι τής αυξήσεως του ανθρωπίνου γένους, όπως τήν έχουν και όλα τά ζώα: «Αύξάνεσθε καί πληθύνεσθε», λέγει η Γραφή. Έτσι ξεσηκώνεται η φύση και ζητεί τα εαυτής, ζητεί τα δικά της, την ικανοποίησή της. Ο πόλεμος είναι φυσικός. Είναι σπαρμένο μέσα στην φύση τό πάθος. Έρχεται κι ο δαίμονας από την άλλη και σκληρύνει το πράγμα. Και μπαίνει τιμονιέρης στην σκέψη, στην φαντασία, μας φέρνει εικόνες, εξωθεί την κατάσταση, μας στριμώχνει.
Τι πρέπει να κάνουμε εδώ; Η καρδιά πρέπει να καθαριστεί μας διδάσκει ο Χριστός, μας διδάσκουν και oι Πατέρες:
Ἑκ τῆς καρδίας εξέρχονται οι πονηροί διαλογισμοί» (Ματθ. 15, 19).
Εκ της καρδίας, λέει, ξεπηδούν όλα τα άσχημα. Η καρδιά μας είναι γεμάτη από ρίζες, ακανθώδη ριζίδια, λέγει ο Αββάς Ποιμήν. «Καί ό θέλων άνασπάσαι αυτά τά ακανθώδη ριζίδια, αιμορραγεί καί πονεῖ». Αν δεν αιμορραγήσει και δεν πονέσει, σύμφωνα με την διδασκαλία των Πατέρων, ο άνθρωπος δεν θεραπεύεται.
Παίρνει την τσιμπίδα ο γιατρός, ο Θεός, τρόπο τινά, και τραβάει τις ρίζες αυτές μία – μία. Κι όταν τις ξεριζώνει, η καρδιά νιώθει πόνο και χύνει αίμα. Και αυτός, ο όποιος θα κάνει υπομονή σ’ αυτόν τον πόνο, σ’ αυτήν την επέμβαση του Θεού, μία μέρα θα γίνει υγιής. Η καρδιά του έτσι, με την προσπάθεια την ανθρώπινη και με την βοήθεια της χάριτος, δεν θα επιθυμεί αυτά τα πράγματα, τα βρόμικα και τα άσχημα. Από την στιγμή όμως πού δεν θα δεχθεί αυτήν την ιατρική επέμβαση, πού θα αντιδράσει στον πόνο και στο ξερίζωμα των ριζών αυτών και δεν θα κάνει την ανάλογη υπομονή στην καθήλωση, εκεί στην ιατρική επέμβαση, θα μείνει εμπαθής.
Ποιος μπορεί να καυχηθεί, κατά τους Πατέρες, ότι τήρησε την καρδιά του αμόλυντη; Κανείς!
Ο Μέγας Βασίλειος έλεγε: «Γυναῖκα οὑκ ἔγνων καί παρθένος οὔκ εἰμί».
Εννοούσε βέβαια τον πόλεμο της σάρκας, τον ενήδονο πόλεμο της φαντασίας, τους ενυπνιασμούς κ.λ.π. Όλα αυτά είναι μία αίσθηση σαρκική στην καρδιά, οπότε η καρδιά, άσχετα εάν δεν γνώριζε τι θα πει «έτερον φῦλον», δεν ήταν παρθενική.
Έτσι από τη μία πλευρά αγωνιζόμαστε εναντίον των κακών φαντασιών, μαχόμενοι να τις σβήσουμε, γιατί αυτές γεννούν τους βρόμικους λογισμούς. Από την άλλη πλευρά με την νηστεία κατά δύναμη κάι την εγκράτεια, τις μετάνοιες, τον κανόνα, τον μόχθο και τον κόπο επάνω στη δουλειά και την αγρυπνία, δείχνουμε την προαίρεσή μας ενώπιον του Θεού, ότι θέλουμε να καθαριστούμε, να αγνιστούμε και να γίνουμε άγιοι. Όχι, ότι οι προσπάθειες αυτές θα φέρουν το αποτέλεσμα τής αγιότητας, άλλα με όλα αυτά συμβάλλουμε στο έργο τής καθάρσεώς μας μετά του Θεού. «Συνεργοί Θεοῦ έσμεν» (1 Κορινθ. 3, 9).
Συνεργαζόμαστε μετά του Θεού στην κάθαρση της καρδίας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου