Ακόμη
πιό κοντά μας ανθίζει μία ολόκληρη σοδειά αποστόλων του πνεύματος, στον
ήλιο της Εκκλησίας, μίας Εκκλησίας στην δύση της, η οποία πρέπει να
αφήσει την θέση της σε κείνη του αύριο, του μέλλοντος, στην έσχατη. Μία πρώτη αρχή είναι του 1965, την εποχή της τελευταίας συνόδου, χωρίς άλλη σχέση μ’αυτή εκτός απο αυτή της αντιφάσεως. Εμφανίζεται μία συλλογική έκδοση, με προκλητικό τίτλο, που δείχνει το πρόγραμμά της,Εκσυγχρονισμός ή μετάλλαξη;
Η πρώτη λέξη δείχνει το έργο που ξεκίνησε η σύνοδος. Στα μάτια των
συγγραφέων αυτό το έργο δέν έχει κανένα ενδιαφέρον. Αυτό που απαιτείται
είναι μία μετάλλαξη δηλαδή μία επανάσταση, άλλο τόσο ριζική όσο εκείνη
που μεταμόρφωσε μία αίρεση τής Γαλιλαίας σε μία Εκκλησία στην οποία δέν
διακρινόταν πλέον ο Ιουδαίος απο τον Έλληνα. Εάν
υιοθετήσει την γλώσσα και τις ελπίδες τού κόσμου, θα προσλάβει και όλα
τα προβλήματα και θα γεννήσει την Οικουμενική Εκκλησία.
Μ’αυτή
την ορμή, αρχίζει η έρευνα για την ανακάλυψη ενός νέου Χριστιανισμού,
κυριαρχεί η βιασύνη για την αναγκαία γέννηση μίας νέας Εκκλησίας, στην οποία η αγάπη πρέπει να λάβει τηνθέση του νόμου. Υφαρπάζεται
η ανάσταση του Ιησού απο την Ελληνική σινδόνα και τοποθετείται σε κείνο
το ρεύμα ζωής που είναι η Ιουδαϊκή Θεολογία της υποσχέσεως, της
διαθήκης. Και θεμελιώνεται η θρησκεία του Θεού που έρχεται.[ Remembering the future]
Απελευθερωμένος απο ένα σπάσιμο που μπορεί να ανοίξει στην επινόηση, ο Χριστιανισμός του αύριο δέν
θα είναι ούτε αέρας, ούτε καπνός, αλλά ζωή των ανθρώπων με τους
ανθρώπους, μία νέα Εκκλησία που θα μας δοθεί, γεννημένη απο το Πνεύμα.
Αυτή η νεογέννητη δέν θα’χει πιά τους χαρακτήρες της Εκκλησίας που
γνωρίζουμε...η Εκκλησία έχει ανάγκη απο την μία στιγμή στην άλλη μία
μεγάλης μεταλλάξεως...Το πνεύμα ζητά απο τους Χριστιανούς τού σήμερα να
επιτρέψουν να ζήσει η ασυνείδητή τους πίστη για να μιλήσει εκ νέου και
να πεί νέα πράγματα...κ.τ.λ.
Υπάρχουν όμως και παραλλαγές στο ίδιο θέμα.
Έτσι αμέσως μετά τα παράπονά του πώς οι μορφές της πίστεως
παρουσιάστηκαν κάτω απο μία σταθερή και αμετάβλητη μορφή, μας προσκαλεί
να εξορκίσουμε τον φόβο μας πώς θα διαλυθεί διαφορετικά, το πιστεύω μας.
Διότι στην πραγματικότητα, χάρη στις προόδους της επιστήμης, τα
Χριστιανικά δόγματα θα μάθουν να ανακαλύπτουν και να μορφοποιήσουν σε
ένα καινούργιο μοντέλλο, σε ένα καινούργιο πλαίσιο, το περιεχόμενό τους. Πρέπει όμως κατ’αρχάς να ελευθερώσουμε το πιστεύω και να επιτρέψουμε στην πίστη, για
να συγκεντρώσει όλες τις κουλτούρες, δηλαδή τίς θρησκείες, να λάβει την
μορφή μίας κένωσης (Το κενό, το νιρβάνα του Βουδισμού. Μία έννοια που
επιβλήθηκε απο τον Φλωρόφσκι).
Υπάρχει
επίσης και το ερώτημα: Γιατί η Θεολογία, παρότι επιθυμεί να εισέλθει
όλο και βαθύτερα στα συγκεκριμένα προβλήματα της εποχής μας, σταματά
στην μέση του δρόμου; (Βασική αρχή της Θεολογίας του Ζηζιούλα). Συμπεριφέρεται
σαν η αναφορά στο πνεύμα το Άγιο να έρχεται και να προστίθεται ξαφνικά,
στην διατομή μίας ζωντανής ώς επί το πλείστον παραδόσεως, με έναν
εκσυγχρονισμό, μία προσαρμογή στην εξέλιξη, η οποία την ανανεώνει και
την εκσυγχρονίζει. Επανασυνδέουν λοιπόν, αυτοί οι εξελιγμένοι
Χριστιανοί, με κλασσικό τρόπον τινά τρόπο, την στάση τους, τον τρόπο
τους, με την Εκκλησιαστική εμπειρία. Έτσι ακριβώς και οι Χαρισματικοί
Χριστιανοί παραμένουν στην παραδοσιακή και εξελιγμένη γραμμή,
ισχυριζόμενοι πώς η ανανέωση δέν μπορεί να σημαίνει διαίρεση με την
κοινότητα ή με την παράδοση. Η πνευματολογία τους είναι λανθασμένη.
Έτσι αρχίζει να συνειδητοποιείται η ανάγκη ενός πιό ανανεωτικού στοιχείου. Ακριβώς του χρέους πλέον του πνεύματος, έξω απο την Εκκλησία. Πολλοί
είναι ήδη κουρασμένοι απο μία τεχνητή ζωή, χωρίς εσωτερικότητα και
γι’αυτό επιθυμούν, κρίνοντας την Εκκλησία, να ξαναδώσουν μία θέση στον
Θεό. Σε έναν Θεό όμως που πρέπει να ξαναγεννηθεί με
διαφορετικό τρόπο, σαν μία επιδρομή βίαιη που φτάνει να διαλύσει τις
συνήθειες μας και να μας αφυπνίσει απο τα δογματικά μας όνειρα. Οι
πολιτικοποιημένοι Χριστιανοί, οι θεολόγοι τής απελευθερώσεως είναι ακόμη
πολύ ντροπαλοί και διστακτικοί. Συνεχίζουν να επιμένουν στην
σκηνή-κλειδί της ΕΞΟΔΟΥ ή στην μορφή του απελευθερωτού Χριστού, αλλά δέν
κάνουν κανένα βήμα μπροστά πρός το πνεύμα. Και όμως πρέπει να το πούμε:
Για πολλούς σήμερα, εάν ο Θεός υπάρχει, μπορεί να είναι μόνον πνεύμα.
[Γίνεται
δραματικά φανερό πλέον πόσο απουσιάζει απο την Εκκλησία, λόγω των
αιρέσεων και των σχισμάτων, ακόμη και απο την Ορθοδοξία, η οδός των
Αγίων].
Απο τον Maurice Bellet, έχουμε πιό συγκεκριμένες διευκρινήσεις για την ανανέωση.
Μπορεί
να πραγματοποιηθεί, μεσα στην ίδια την Εκκλησία, ένα είδος
γλιστρίματος, έτσι ώστε η ουσία της πίστεως να εξαφανιστεί πρός όφελος
μίας προσπάθειας, επιτέλους στο ύψος τού ανθρώπου, όπου ολόκληρη η
αλήθεια θα είναι με το μέρος της αναλύσεως. Θα επρόκειτο τότε, όχι πλέον
για μία αντίθεση στην πίστη, αλλά για ένα πέρασμα σ’αυτό που θα την
αντικαθιστούσε. Δέν είμαστε άραγε μπροστά στην στιγμή στην οποία όλη η
μορφή της δομής της Εκκλησίας, πρέπει να δώσει την θέση της σε κάτι
νέο; Η ψυχανάλυση δέν θα ήταν τότε παρά
μία απο τις πλευρές (ίσως η πιό σκληρή) με τις οποίες ανακοινώνεται ο
θάνατος ενός συστήματος; Ένα ολόκληρο νοητικό σύμπαν στο οποίο η πίστη
μπόρεσε να θέσει τον εαυτό της, χωρίς να αποφύγει εντελώς τις
αντιφάσεις, βρίσκεται προ της αβύσσου.
Και ο Marcel Legant μιλά
επίσης ευχαρίστως για «μετάλλαξη». Προβλέπει μία μετάλλαξη τέτοια της
Εκκλησίας που θα φέρει ιλίγγους. Μία μεταμόρφωση τέτοιας εκτάσεως,
απολύτως αδιανόητης, απο την οποία ελπίζει πώς θα προκύψει μία νέα
Εκκλησία. Αλλά επαναλαμβάνει επίσης και το αντίθετο, σαν να απολογείται:
μία τέτοια μετάλλαξη δέν είναι μία αποδόμηση, ένα γκρέμισμα που θα
οδηγούσε την Εκκλησία στην εξαφάνιση. Βλέπει δηλαδή μία πνευματική
ανανέωση, με απρόβλεπτες συνέπειες, αλλά στον δρόμο πάντοτε μίας
μεγαλύτερης προσήλωσης στον νόμο των πρώτων μαθητών τού Χριστού. Η σκέψη
του η οποία εκφράζεται σε στενή εξάρτηση με ορισμένα σχήματα του
Μπερξόν, ελέγχεται οπωσδήποτε. Αλλά η εμπειρία την οποία προσπαθεί να
μεταφράσει είναι βαθεια. Και παρ’όλα αυτά, επηρεασμένος απο το πνεύμα
της εποχής μας, έχει τόσες αναλογίες, ιδίως γλωσσικές με τους
Ιωακειμίτες της εποχής του.
[Σάν
να λέμε ότι οι άνθρωποι τα δίνουν όλα πλέον για να αποκτήσουν την
εμπείρία του Αγίου Πνεύματος. Δέν αντέχουν πλέον τους Θεσμούς και τις
Ιεραρχίες με τις οποίες ταυτίστηκε η Εκκλησία. Και όμως δέν τα
καταφέρνουν. Ακόμη και όταν απελευθερώνονται. Τους λείπει η οδός των
Αγίων της Ορθοδοξίας.]
[Σήμερα
η Ορθοδοξία θα μπορούσε να σταθεί στο ιστορικό της ύψος, αλλά δυστυχώς
δέν υφίσταται πλέον, διαλυμένη απο τα χτυπήματα των οργανώσεων. Οι
οποίες έθαψαν ακριβώς την οδό των Αγίων, κάτω απο τα προτεσταντικά
σκουπίδια της solascriptura. Σήμερα οι Ορθόδοξοι μελετούν την πίστη. Κάνουν κάτι απίστευτο: Μελετούν τα αμελέτητα].
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου