Η Διάκριση (Άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός)
Το Σπήλαιο του Αγίου Ιωάννη Κασσιανού στην Ρουμανία |
Ακολουθεί απόσπασμα από τον Λόγο του αγίου Ιωάννη του Κασσιανού (360 - 435 μ.Χ), Μαθητή του αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου, προς τον ηγούμενο Λεόντιο και τους λοιπούς μοναχούς για το χάρισμα της διάκρισης.
«Από που προέρχεται αυτό: πολλές φορές χωρίς να θέλομε, μας παρενοχλούν πολλές ενθυμήσεις και πονηροί λογισμοί και σχεδόν χωρίς να το γνωρίζομε, μας εξαπατούν, μπαίνοντας κρυφά και χωρίς θόρυβο στο νου μας, ώστε όχι μόνο να μην μπορούμε να τους εμποδίσουμε να έρχονται, αλλά και να έχομε μεγάλη δυσκολία στο να τους διακρίνομε ακριβώς. Θέλομε να μάθομε αν είναι δυνατό να μείνει η διάνοια εντελώς ελεύθερη από αυτούς τους λογισμούς και να μην ενοχλείται διόλου».
Σ’ αυτά ο αββάς Μωυσής αποκρίθηκε:
«Το να μην ενοχλείται η διάνοια από τις ενθυμήσεις αυτές είναι αδύνατο. Το να τις δέχεται όμως και να τις μελετά ή να τις απορρίπτει, είναι δυνατόν σ’ εκείνον που προσπαθεί. Το να δημιουργούνται μέσα μας δεν προέρχεται από εμάς, το διώξιμό τους όμως είναι στην εξουσία μας, και η διόρθωση της διάνοιάς μας εξαρτάται από την προαίρεση και την επιμέλειά μας. Επειδή όταν με σύνεση και συνεχώς μελετούμε το νόμο του Θεού και καταγινόμαστε σε ψαλμούς και ύμνους, νηστείες και αγρυπνίες και θυμόμαστε συνεχώς τα μέλλοντα, την βασιλεία των ουρανών και την κόλαση του πυρός, και όλα τα έργα του Θεού, οι πονηροί λογισμοί λιγοστεύουν και δεν βρίσκουν τόπο.
Όταν όμως ασχολούμαστε με κοσμικές φροντίδες και σαρκικά πράγματα και παραδίνουμε τους εαυτούς μας σε μάταιες και ανώφελες συναναστροφές, τότε πληθαίνουν μέσα μας οι πονηροί λογισμοί. Όπως ο νερόμυλος είναι αδύνατο να σταματήσει όσο τρέχει το νερό, και είναι στην εξουσία του μυλωνά να αλέσει σιτάρι ή ζιζάνια, έτσι και η διάνοιά μας, επειδή είναι αεικίνητη, δεν μπορεί να μείνει αργή από λογισμούς. Και είναι στην εξουσία μας να της δώσομε ή πνευματική μελέτη ή σαρκική εργασία».
Βλέποντας ο αββάς ότι νιώθαμε θαυμασμό και κατάπληξη για όλα αυτά και ότι είχαμε αχόρταγο πόθο για τα λόγια του, αφού σώπασε λίγο, μας είπε: «Επειδή τράβηξε σε τόσο μάκρος το λόγο ο δικός σας πόθος και ακόμα είσαστε πρόθυμοι, από τούτο καταλαβαίνω ότι έχετε αληθινή δίψα να ακούσετε διδασκαλία για την τελειότητα. Θα σας μιλήσω λοιπόν για την εξαιρετική αρετή της διακρίσεως, η οποία είναι ακρόπολη και βασίλισσα μεταξύ των άλλων αρετών. Και θα σας δείξω την υπεροχή αυτής της αρετής και το ύψος και την ωφέλειά της, όχι μόνο από τα δικά μου λόγια αλλά και με αρχαίες γνώμες των Πατέρων, σύμφωνα με την χάρη που παρέχει ο Κύριος, ανάλογα με την αξία και τον πόθο των ακροατών, σ’ εκείνους που εξηγούν τον λόγο Του.
Σ’ αυτά ο αββάς Μωυσής αποκρίθηκε:
«Το να μην ενοχλείται η διάνοια από τις ενθυμήσεις αυτές είναι αδύνατο. Το να τις δέχεται όμως και να τις μελετά ή να τις απορρίπτει, είναι δυνατόν σ’ εκείνον που προσπαθεί. Το να δημιουργούνται μέσα μας δεν προέρχεται από εμάς, το διώξιμό τους όμως είναι στην εξουσία μας, και η διόρθωση της διάνοιάς μας εξαρτάται από την προαίρεση και την επιμέλειά μας. Επειδή όταν με σύνεση και συνεχώς μελετούμε το νόμο του Θεού και καταγινόμαστε σε ψαλμούς και ύμνους, νηστείες και αγρυπνίες και θυμόμαστε συνεχώς τα μέλλοντα, την βασιλεία των ουρανών και την κόλαση του πυρός, και όλα τα έργα του Θεού, οι πονηροί λογισμοί λιγοστεύουν και δεν βρίσκουν τόπο.
Όταν όμως ασχολούμαστε με κοσμικές φροντίδες και σαρκικά πράγματα και παραδίνουμε τους εαυτούς μας σε μάταιες και ανώφελες συναναστροφές, τότε πληθαίνουν μέσα μας οι πονηροί λογισμοί. Όπως ο νερόμυλος είναι αδύνατο να σταματήσει όσο τρέχει το νερό, και είναι στην εξουσία του μυλωνά να αλέσει σιτάρι ή ζιζάνια, έτσι και η διάνοιά μας, επειδή είναι αεικίνητη, δεν μπορεί να μείνει αργή από λογισμούς. Και είναι στην εξουσία μας να της δώσομε ή πνευματική μελέτη ή σαρκική εργασία».
Βλέποντας ο αββάς ότι νιώθαμε θαυμασμό και κατάπληξη για όλα αυτά και ότι είχαμε αχόρταγο πόθο για τα λόγια του, αφού σώπασε λίγο, μας είπε: «Επειδή τράβηξε σε τόσο μάκρος το λόγο ο δικός σας πόθος και ακόμα είσαστε πρόθυμοι, από τούτο καταλαβαίνω ότι έχετε αληθινή δίψα να ακούσετε διδασκαλία για την τελειότητα. Θα σας μιλήσω λοιπόν για την εξαιρετική αρετή της διακρίσεως, η οποία είναι ακρόπολη και βασίλισσα μεταξύ των άλλων αρετών. Και θα σας δείξω την υπεροχή αυτής της αρετής και το ύψος και την ωφέλειά της, όχι μόνο από τα δικά μου λόγια αλλά και με αρχαίες γνώμες των Πατέρων, σύμφωνα με την χάρη που παρέχει ο Κύριος, ανάλογα με την αξία και τον πόθο των ακροατών, σ’ εκείνους που εξηγούν τον λόγο Του.
Γιατί είναι αρετή όχι μικρή, αλλά από τα πιο διακεκριμένα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, όπως λέει ο Απόστολος: «Σε άλλον το Πνεύμα δίνει λόγο σοφίας. σε άλλον γνώσεως το ίδιο Πνεύμα. Σε άλλον το ίδιο Πνεύμα δίνει πίστη. Σε άλλον δίνει θεραπευτικό χάρισμα. Σε άλλον το χάρισμα να διακρίνει τα πνεύματα».
Τέλος αφού συμπληρώθηκε ο κατάλογος των πνευματικών χαρισμάτων, λέει: «Όλα αυτά τα ενεργεί το ένα και το αυτό Πνεύμα». Βλέπετε λοιπόν ότι δεν είναι μικρό, ούτε γήινο το δώρο της διακρίσεως, αλλά πολύ μεγάλο δώρο της θείας χάρης, την οποία διάκριση αν δεν ακολουθήσει ο μοναχός με όλη την δύναμη και την προθυμία του και δεν αποκτήσει βέβαιη τη διάκριση των νοημάτων που του έρχονται στο νου, κατ’ ανάγκην σαν περιπλανώμενος μέσα στη νύχτα, όχι μόνο θα πέσει στα χειρότερα βάραθρα της κακίας, αλλά θα σκοντάφτει και στα ομαλά και στα ίσια ακόμη.
Θυμάμαι ότι κάποτε, όταν ήμουν νέος, πήγα στα μέρη της Θηβαΐδας, όπου έμενε ο μακάριος Αντώνιος. Είχαν μαζευτεί γέροντες κοντά του και συζητούσαν για την τελειότητα της αρετής, ποια άραγε να είναι η μεγαλύτερη από τις αρετές που μπορεί να προφυλάξει το μοναχό από τα δίχτυα του διαβόλου και την απάτη του χωρίς να βλαφτεί. Ο καθένας λοιπόν όπως το σκεφτόταν ο νους του, έλεγε τη γνώμη του.
Και άλλοι έλεγαν, η νηστεία και η αγρυπνία, γιατί με τις αρετές αυτές ο νους γίνεται πιο λεπτός και έρχεται η αγνότητα και μπορεί έτσι κανείς να πλησιάζει ευκολότερα τον Θεό. Άλλοι έλεγαν, η ακτημοσύνη και η καταφρόνηση των πραγμάτων που έχει κανείς δικά του, γιατί έτσι η διάνοια ελευθερώνεται από τα πολύπλοκα σχοινιά της κοσμικής φροντίδας και μπορεί ευκολότερα να προσεγγίζει το Θεό.
Άλλοι προτίμησαν την αρετή της ελεημοσύνης, γιατί ο Κύριος λέει στα Ευαγγέλια: “Ελάτε οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήσετε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τον καιρό της δημιουργίας του κόσμου, γιατί πείνασα και μου δώσατε φαγητό κλπ.”. Και ο καθένας έλεγε με αυτό το τρόπο διάφορες αρετές, με τις οποίες κατά τη γνώμη του μπορούσε να προσεγγίσει ο άνθρωπος το Θεό, και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας με τη συζήτηση αυτή.
Τελευταίος από όλους αποκρίθηκε ο μακάριος Αντώνιος: «”Όλα αυτά που είπατε, και αναγκαία είναι και συμφέροντα για εκείνους που ζητούν τον Θεό και επιθυμούν να έρθουν σ’ Αυτόν. Αλλά δεν μας επιτρέπεται να δώσομε σ’ αυτές τις αρετές τα πρωτεία, επειδή έχομε δει πολλούς που έκαναν μεγάλες νηστείες και αγρυπνίες και αποτραβήχτηκαν στην έρημο, και είχαν τέλεια ακτημοσύνη, ώστε μηδέ την καθημερινή τροφή τους να κρατούν για τον εαυτό τους, και την ελεημοσύνη κατόρθωσαν τόσο πολύ, ώστε να μην φτάνουν τα υπάρχοντά τους για να δώσουν. Και ύστερα ξέπεσαν αξιολύπητα από την αρετή και γλίστρησαν στην κακία.
Ποιο λοιπόν είναι εκείνο που τους έκανε να πλανηθούν από τον ίσιο δρόμο; Όχι τίποτε άλλο, κατά το δικό μου συμπέρασμα και τη γνώμη μου, παρά το ότι δεν είχαν το χάρισμα της διακρίσεως. Γιατί η διάκριση διδάσκει τον άνθρωπο ν’ αφήνει τις υπερβολές κι από τα δύο μέρη και να βαδίζει το βασιλικό δρόμο. Και ούτε επιτρέπει με την άμετρη εγκράτεια να εξαπατάται κανείς από τα δεξιά, ούτε πάλι να σέρνεται στην αδιαφορία και χαλαρότητα από τ’ αριστερά.
Και είναι η διάκριση ένα μάτι της ψυχής και λυχνάρι, κατά το Ευαγγέλιο που λέει: “Το λυχνάρι του σώματος είναι το μάτι. Αν λοιπόν το μάτι σου γίνει απλό, θα είναι φωτεινό όλο το σώμα σου. Αν όμως το μάτι σου είναι σκοτεινό, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό”. Έτσι έχει το πράγμα. Επειδή η διάκριση, αφού εξετάσει όλες τις σκέψεις και τις πράξεις του ανθρώπου, διακρίνει και ξεχωρίζει κάθε τι κακό και μη αρεστό στο Θεό και απομακρύνει την πλάνη.
Τέλος αφού συμπληρώθηκε ο κατάλογος των πνευματικών χαρισμάτων, λέει: «Όλα αυτά τα ενεργεί το ένα και το αυτό Πνεύμα». Βλέπετε λοιπόν ότι δεν είναι μικρό, ούτε γήινο το δώρο της διακρίσεως, αλλά πολύ μεγάλο δώρο της θείας χάρης, την οποία διάκριση αν δεν ακολουθήσει ο μοναχός με όλη την δύναμη και την προθυμία του και δεν αποκτήσει βέβαιη τη διάκριση των νοημάτων που του έρχονται στο νου, κατ’ ανάγκην σαν περιπλανώμενος μέσα στη νύχτα, όχι μόνο θα πέσει στα χειρότερα βάραθρα της κακίας, αλλά θα σκοντάφτει και στα ομαλά και στα ίσια ακόμη.
Θυμάμαι ότι κάποτε, όταν ήμουν νέος, πήγα στα μέρη της Θηβαΐδας, όπου έμενε ο μακάριος Αντώνιος. Είχαν μαζευτεί γέροντες κοντά του και συζητούσαν για την τελειότητα της αρετής, ποια άραγε να είναι η μεγαλύτερη από τις αρετές που μπορεί να προφυλάξει το μοναχό από τα δίχτυα του διαβόλου και την απάτη του χωρίς να βλαφτεί. Ο καθένας λοιπόν όπως το σκεφτόταν ο νους του, έλεγε τη γνώμη του.
Και άλλοι έλεγαν, η νηστεία και η αγρυπνία, γιατί με τις αρετές αυτές ο νους γίνεται πιο λεπτός και έρχεται η αγνότητα και μπορεί έτσι κανείς να πλησιάζει ευκολότερα τον Θεό. Άλλοι έλεγαν, η ακτημοσύνη και η καταφρόνηση των πραγμάτων που έχει κανείς δικά του, γιατί έτσι η διάνοια ελευθερώνεται από τα πολύπλοκα σχοινιά της κοσμικής φροντίδας και μπορεί ευκολότερα να προσεγγίζει το Θεό.
Άλλοι προτίμησαν την αρετή της ελεημοσύνης, γιατί ο Κύριος λέει στα Ευαγγέλια: “Ελάτε οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήσετε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τον καιρό της δημιουργίας του κόσμου, γιατί πείνασα και μου δώσατε φαγητό κλπ.”. Και ο καθένας έλεγε με αυτό το τρόπο διάφορες αρετές, με τις οποίες κατά τη γνώμη του μπορούσε να προσεγγίσει ο άνθρωπος το Θεό, και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας με τη συζήτηση αυτή.
Τελευταίος από όλους αποκρίθηκε ο μακάριος Αντώνιος: «”Όλα αυτά που είπατε, και αναγκαία είναι και συμφέροντα για εκείνους που ζητούν τον Θεό και επιθυμούν να έρθουν σ’ Αυτόν. Αλλά δεν μας επιτρέπεται να δώσομε σ’ αυτές τις αρετές τα πρωτεία, επειδή έχομε δει πολλούς που έκαναν μεγάλες νηστείες και αγρυπνίες και αποτραβήχτηκαν στην έρημο, και είχαν τέλεια ακτημοσύνη, ώστε μηδέ την καθημερινή τροφή τους να κρατούν για τον εαυτό τους, και την ελεημοσύνη κατόρθωσαν τόσο πολύ, ώστε να μην φτάνουν τα υπάρχοντά τους για να δώσουν. Και ύστερα ξέπεσαν αξιολύπητα από την αρετή και γλίστρησαν στην κακία.
Ποιο λοιπόν είναι εκείνο που τους έκανε να πλανηθούν από τον ίσιο δρόμο; Όχι τίποτε άλλο, κατά το δικό μου συμπέρασμα και τη γνώμη μου, παρά το ότι δεν είχαν το χάρισμα της διακρίσεως. Γιατί η διάκριση διδάσκει τον άνθρωπο ν’ αφήνει τις υπερβολές κι από τα δύο μέρη και να βαδίζει το βασιλικό δρόμο. Και ούτε επιτρέπει με την άμετρη εγκράτεια να εξαπατάται κανείς από τα δεξιά, ούτε πάλι να σέρνεται στην αδιαφορία και χαλαρότητα από τ’ αριστερά.
Και είναι η διάκριση ένα μάτι της ψυχής και λυχνάρι, κατά το Ευαγγέλιο που λέει: “Το λυχνάρι του σώματος είναι το μάτι. Αν λοιπόν το μάτι σου γίνει απλό, θα είναι φωτεινό όλο το σώμα σου. Αν όμως το μάτι σου είναι σκοτεινό, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό”. Έτσι έχει το πράγμα. Επειδή η διάκριση, αφού εξετάσει όλες τις σκέψεις και τις πράξεις του ανθρώπου, διακρίνει και ξεχωρίζει κάθε τι κακό και μη αρεστό στο Θεό και απομακρύνει την πλάνη.
Κι αυτό μπορεί να το μάθει κανείς και από τα εξιστορούμενα στις ιερές Γραφές. Ο Σαούλ που σ’ αυτόν πρώτο εμπιστεύτηκε ο Θεός τη βασιλεία του Ισραήλ, επειδή δεν είχε αυτό το μάτι της διακρίσεως, σκοτίσθηκε η διάνοιά του και δεν μπόρεσε να διακρίνει ότι από το να προσφέρει θυσία, ήταν πιο αρεστό στο Θεό να υπακούσει στην παραγγελία του Αγίου Σαμουήλ. Και από εκείνο που νόμιζε ότι λατρεύει το Θεό, από αυτό έσφαλλε και διώχτηκε από τη βασιλεία. Αυτό δεν θα το πάθαινε αν είχε το φως της διακρίσεως μέσα του.
Αυτή την αρετή και ο Απόστολος την ονομάζει ήλιο, λέγοντας: «”Ας μη βασιλεύει ο ήλιος και σας αφήνει οργισμένους”. Αυτή λέγεται και κυβέρνηση της ζωής μας, σύμφωνα με το γραμμένο: “Όσοι δεν έχουν κυβέρνηση, πέφτουν όπως τα φύλλα”.
Αυτή ονομάζεται και προσεκτική σκέψη από τη Γραφή, και χωρίς αυτήν, διδασκόμαστε από την Γραφή να μην κάνομε τίποτε, έτσι ώστε και το πνευματικό κρασί το οποίο ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου δεν επιτρέπεται να το πίνει κανείς χωρίς διάκριση, σύμφωνα με το ρητό: “Να πίνεις το κρασί με προσοχή”, και “Πόλη κατασκαμμένη και ατείχιστη είναι ο άνθρωπος που δεν ενεργεί σε όλα με προσεκτική σκέψη”.
Με τη διάκριση συγκροτείται η σοφία, η νόηση και η εσωτερική αίσθηση, χωρίς τα οποία ούτε το εσωτερικό μας σπίτι μπορεί να χτιστεί, ούτε ο πνευματικός πλούτος να μαζευτεί, σύμφωνα με το ρητό: “Με τη σοφία χτίζεται το σπίτι, με τη σύνεση ψηλώνει και με τη φρόνηση γεμίζουν πλούτη οι αποθήκες”. Αυτή λέγεται και στέρεη τροφή εκείνων που από την άσκηση και συνήθεια έχουν γυμνασμένα τα πνευματικά αισθητήρια και διακρίνουν εύκολα μεταξύ του καλού και του κακού. Από αυτά αποδεικνύεται φανερά ότι χωρίς το χάρισμα της διακρίσεως δεν συγκροτείται αρετή ή δε μένει σταθερή μέχρι το τέλος, επειδή η διάκριση είναι μητέρα και φύλακας όλων των αρετών”.» Αυτή ήταν η γνώμη του Αντωνίου, με την οποία συμφώνησαν οι λοιποί πατέρες….
Αυτή την αρετή και ο Απόστολος την ονομάζει ήλιο, λέγοντας: «”Ας μη βασιλεύει ο ήλιος και σας αφήνει οργισμένους”. Αυτή λέγεται και κυβέρνηση της ζωής μας, σύμφωνα με το γραμμένο: “Όσοι δεν έχουν κυβέρνηση, πέφτουν όπως τα φύλλα”.
Αυτή ονομάζεται και προσεκτική σκέψη από τη Γραφή, και χωρίς αυτήν, διδασκόμαστε από την Γραφή να μην κάνομε τίποτε, έτσι ώστε και το πνευματικό κρασί το οποίο ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου δεν επιτρέπεται να το πίνει κανείς χωρίς διάκριση, σύμφωνα με το ρητό: “Να πίνεις το κρασί με προσοχή”, και “Πόλη κατασκαμμένη και ατείχιστη είναι ο άνθρωπος που δεν ενεργεί σε όλα με προσεκτική σκέψη”.
Με τη διάκριση συγκροτείται η σοφία, η νόηση και η εσωτερική αίσθηση, χωρίς τα οποία ούτε το εσωτερικό μας σπίτι μπορεί να χτιστεί, ούτε ο πνευματικός πλούτος να μαζευτεί, σύμφωνα με το ρητό: “Με τη σοφία χτίζεται το σπίτι, με τη σύνεση ψηλώνει και με τη φρόνηση γεμίζουν πλούτη οι αποθήκες”. Αυτή λέγεται και στέρεη τροφή εκείνων που από την άσκηση και συνήθεια έχουν γυμνασμένα τα πνευματικά αισθητήρια και διακρίνουν εύκολα μεταξύ του καλού και του κακού. Από αυτά αποδεικνύεται φανερά ότι χωρίς το χάρισμα της διακρίσεως δεν συγκροτείται αρετή ή δε μένει σταθερή μέχρι το τέλος, επειδή η διάκριση είναι μητέρα και φύλακας όλων των αρετών”.» Αυτή ήταν η γνώμη του Αντωνίου, με την οποία συμφώνησαν οι λοιποί πατέρες….
Απατηλές εμπειρίες και έλλειψη διάκρισης
Θα μακρύνω πολύ το λόγο αν σας διηγηθώ και την εξαπάτηση από το διάβολο του μοναχού εκείνου από τη Μεσοποταμία, ο οποίος έδειξε μεγάλη εγκράτεια και έμεινε πολλά χρόνια κλεισμένος στο κελί του και κατόπιν περιπαίχτηκε και εξαπατήθηκε τόσο πολύ με διαβολικές αποκαλύψεις και όνειρα, ώστε ύστερα από τόσους κόπους και αρετές, με τις οποίες ξεπέρασε όλους τους εκεί μοναχούς, ξέπεσε στον Ιουδαϊσμό και δέχτηκε περιτομή. Γιατί θέλοντας ο διάβολος να τον εξαπατήσει, του έδειχνε πολλές φορές αληθινά όνειρα, για να τον κάνει με αυτά να δεχτεί με ευκολία την πλάνη στην οποία στο τέλος θα τον έριχνε.
Του έδειξε λοιπόν μια νύχτα όλους τους χριστιανούς μαζί με τους Αποστόλους και τους μάρτυρες, σκοτεινούς και γεμάτους από κάθε ντροπή και ατιμία και βουτηγμένους στη λύπη και στο πένθος, ενώ τους Ιουδαίους μαζί με το Μωυσή και τους Προφήτες, καταφωτισμένους από λαμπρό φως και γεμάτους χαρά και φαιδρότητα, και τον συμβούλευε ο απατεώνας, ότι αν θέλει να απολαύσει την μακαριότητα και τη χαρά των Ιουδαίων, να δεχτεί τη περιτομή. Και πράγματι εξαπατήθηκε και το έκανε….
Του έδειξε λοιπόν μια νύχτα όλους τους χριστιανούς μαζί με τους Αποστόλους και τους μάρτυρες, σκοτεινούς και γεμάτους από κάθε ντροπή και ατιμία και βουτηγμένους στη λύπη και στο πένθος, ενώ τους Ιουδαίους μαζί με το Μωυσή και τους Προφήτες, καταφωτισμένους από λαμπρό φως και γεμάτους χαρά και φαιδρότητα, και τον συμβούλευε ο απατεώνας, ότι αν θέλει να απολαύσει την μακαριότητα και τη χαρά των Ιουδαίων, να δεχτεί τη περιτομή. Και πράγματι εξαπατήθηκε και το έκανε….
Η απόκτηση της διάκρισης
Σ’ αυτά ο Γερμανός απάντησε: «Και με νέα παραδείγματα και με ερμηνείες των αρχαίων πατέρων, αποδείχτηκε αρκετά ότι η διάκριση είναι πηγή και ρίζα και κεφαλή και σύνδεσμος όλων των αρετών. Θέλομε όμως να μάθομε και με ποιο τρόπο μπορούμε να την αποκτήσομε και πώς να ξεχωρίζομε την από Θεού διάκριση από την ψεύτικη και πλαστή και διαβολική;».
Τότε ο αββάς Μωυσής είπε: «Η αληθινή διάκριση δεν αποκτιέται, παρά από την αληθινή ταπείνωση, με το να φανερώνομε στους πατέρες όχι μόνο όσα κάνομε, αλλά και όσα σκεφτόμαστε. και να μην εμπιστευόμαστε σε τίποτε το δικό μας λογισμό, αλλά σε όλα να ακολουθούμε τους λόγους των γερόντων και να πιστεύομε ότι καλό είναι ό,τι εκείνοι εγκρίνουν. Αυτός ο τρόπος, όχι μόνο κάνει να μένει αβλαβής ο μοναχός, με την αληθινή διάκριση και τη σωστή στάση, αλλά και από όλες τις παγίδες του διαβόλου αβλαβή τον διαφυλάγει. Γιατί είναι αδύνατο σ’ εκείνον που ρυθμίζει τη ζωή του σύμφωνα με την κρίση και τη γνώμη των προχωρημένων πατέρων, να πέσει σε απάτη των δαιμόνων.
Επειδή και πριν να αξιωθεί κανείς του χαρίσματος της διακρίσεως, και μόνη η φανέρωση και αποκάλυψη στους πατέρες των πονηρών σκέψεων, τις μαραίνει και τις εξασθενίζει. Όπως το φίδι όταν το βγάλεις έξω από μια σκοτεινή τρύπα, τρέχει για να σωθεί και να εξαφανιστεί, έτσι και οι πονηροί λογισμοί όταν φανερωθούν με την αληθινή ομολογία και εξομολόγηση, σπεύδουν να φύγουν από τον άνθρωπο….
Βλέπετε λοιπόν, και από τα λόγια του αββά Σεραπίωνα πληροφορούμαστε ότι τότε αξιωνόμαστε του χαρίσματος της αληθινής διακρίσεως, όταν δεν εμπιστευόμαστε στη δική μας σκέψη και κρίση αλλά στη διδασκαλία και στους κανονισμούς των πατέρων. Γιατί ο διάβολος με κανένα άλλο ελάττωμα δεν οδηγεί τόσο στον γκρεμό το μοναχό, όπως με τον να τον πείσει να παραβαίνει τις συμβουλές των πατέρων και να ακολουθεί τη δική του γνώμη και το θέλημά του.
Θα έπρεπε και από τις ανθρώπινες τέχνες και επιστήμες να παίρνομε παραδείγματα και να διδασκόμαστε. Γιατί αν αυτά τα πιάνομε με τα χέρια μας και τα βλέπομε με τα μάτια μας και τ’ ακούμε με τ’ αυτιά μας, δεν μπορούμε όμως μόνοι μας να τα κατορθώσουμε αλλά έχομε ανάγκη από αυτόν που θα μας διδάξει σωστά τους κανόνες τους, δεν είναι ανόητο να νομίζομε ότι η πνευματική τέχνη, που είναι απ’ όλες πιο δύσκολη, δεν χρειάζεται δάσκαλο; Και η τέχνη αυτή είναι αόρατη και κρυμμένη και θεωρείται μόνο με την καθαρότητα της καρδιάς, και η αποτυχία σ’ αυτή δε γεννά πρόσκαιρη ζημία, αλλά απώλεια της ψυχής και αιώνιο θάνατο».
Τότε ο αββάς Μωυσής είπε: «Η αληθινή διάκριση δεν αποκτιέται, παρά από την αληθινή ταπείνωση, με το να φανερώνομε στους πατέρες όχι μόνο όσα κάνομε, αλλά και όσα σκεφτόμαστε. και να μην εμπιστευόμαστε σε τίποτε το δικό μας λογισμό, αλλά σε όλα να ακολουθούμε τους λόγους των γερόντων και να πιστεύομε ότι καλό είναι ό,τι εκείνοι εγκρίνουν. Αυτός ο τρόπος, όχι μόνο κάνει να μένει αβλαβής ο μοναχός, με την αληθινή διάκριση και τη σωστή στάση, αλλά και από όλες τις παγίδες του διαβόλου αβλαβή τον διαφυλάγει. Γιατί είναι αδύνατο σ’ εκείνον που ρυθμίζει τη ζωή του σύμφωνα με την κρίση και τη γνώμη των προχωρημένων πατέρων, να πέσει σε απάτη των δαιμόνων.
Επειδή και πριν να αξιωθεί κανείς του χαρίσματος της διακρίσεως, και μόνη η φανέρωση και αποκάλυψη στους πατέρες των πονηρών σκέψεων, τις μαραίνει και τις εξασθενίζει. Όπως το φίδι όταν το βγάλεις έξω από μια σκοτεινή τρύπα, τρέχει για να σωθεί και να εξαφανιστεί, έτσι και οι πονηροί λογισμοί όταν φανερωθούν με την αληθινή ομολογία και εξομολόγηση, σπεύδουν να φύγουν από τον άνθρωπο….
Βλέπετε λοιπόν, και από τα λόγια του αββά Σεραπίωνα πληροφορούμαστε ότι τότε αξιωνόμαστε του χαρίσματος της αληθινής διακρίσεως, όταν δεν εμπιστευόμαστε στη δική μας σκέψη και κρίση αλλά στη διδασκαλία και στους κανονισμούς των πατέρων. Γιατί ο διάβολος με κανένα άλλο ελάττωμα δεν οδηγεί τόσο στον γκρεμό το μοναχό, όπως με τον να τον πείσει να παραβαίνει τις συμβουλές των πατέρων και να ακολουθεί τη δική του γνώμη και το θέλημά του.
Θα έπρεπε και από τις ανθρώπινες τέχνες και επιστήμες να παίρνομε παραδείγματα και να διδασκόμαστε. Γιατί αν αυτά τα πιάνομε με τα χέρια μας και τα βλέπομε με τα μάτια μας και τ’ ακούμε με τ’ αυτιά μας, δεν μπορούμε όμως μόνοι μας να τα κατορθώσουμε αλλά έχομε ανάγκη από αυτόν που θα μας διδάξει σωστά τους κανόνες τους, δεν είναι ανόητο να νομίζομε ότι η πνευματική τέχνη, που είναι απ’ όλες πιο δύσκολη, δεν χρειάζεται δάσκαλο; Και η τέχνη αυτή είναι αόρατη και κρυμμένη και θεωρείται μόνο με την καθαρότητα της καρδιάς, και η αποτυχία σ’ αυτή δε γεννά πρόσκαιρη ζημία, αλλά απώλεια της ψυχής και αιώνιο θάνατο».
Εξομολόγηση σε πνευματικούς γέροντες
Ο Γερμανός είπε: «Πρόφαση ντροπής και πρόσχημα βλαβερής ευλάβειας συνηθίζει να μας προκαλεί το ότι μερικοί πατέρες, αφού άκουσαν από τους αδελφούς τούς λογισμούς τους, όχι μόνο δεν τους θεράπευσαν, αλλά και τους μέμφθηκαν και τους έριξαν στην απελπισία, όπως και εμείς έτυχε να μάθομε ένα τέτοιο περιστατικό στα μέρη της Συρίας. Ένας αδελφός εκεί εξομολογήθηκε σε ένα γέροντα τους λογισμούς του με όλη την απλότητα και ειλικρίνεια, και ξεγύμνωσε χωρίς ντροπή τα κρυφά της καρδιάς του. Ο γέροντας μόλις τα άκουσε, άρχισε να αγανακτεί και να θυμώνει κατά του αδελφού, κατηγορώντας τον για τις πονηρές ενθυμήσεις του. Από το γεγονός αυτό, πολλοί που το έμαθαν, ντρέπονταν να εξομολογηθούν τους λογισμούς τους στους γέροντες».
Ο αββάς Μωυσής αποκρίθηκε: «Καλό είναι, όπως προείπα, να μην κρύβομε τους λογισμούς μας από τους πατέρες, όχι όμως να τους λέμε στους τυχόντες, αλλά σε πνευματικούς γέροντες που έχουν διάκριση και όχι σ’ εκείνους που απλώς άσπρισαν από τη μεγάλη τους ηλικία.Επειδή πολλοί, αποβλέποντας στην ηλικία, εξομολογήθηκαν τους λογισμούς τους και αντί να βρουν θεραπεία, έπεσαν σε απελπισία εξαιτίας της απειρίας των γερόντων.
Ήταν ένας αδελφός πολύ πρόθυμος στην άσκηση. Ενοχλημένος υπερβολικά από το δαίμονα της πορνείας, πήγε σε ένα γέροντα και του είπε τους λογισμούς του. Εκείνος τον άκουσε, και επειδή δεν είχε πείρα, αγανάκτησε και έλεγε το μοναχό άθλιο και ανάξιο για το μοναχικό σχήμα γιατί δέχτηκε τέτοιους λογισμούς. Όταν άκουσε αυτά ο αδελφός απελπίστηκε, άφησε τον τόπο του και πήρε τον δρόμο να επιστρέψει στον κόσμο.
Κατ’ οικονομία του Θεού τον συναντά ο αββάς Απολλώς, ο πιο δοκιμασμένος μεταξύ των γερόντων. Όταν τον είδε ταραγμένο και πάρα πολύ σκυθρωπό, τον ερώτησε: “Παιδί μου, ποια είναι η αιτία της τόσης λύπης;”. Αυτός στην αρχή από την πολλή απογοήτευση δεν αποκρίθηκε. Κατόπιν όμως, αφού τον παρακάλεσε πολύ ο Απολλώς, είπε τα δικά του: “Λογισμοί πολλές φορές με ενοχλούν και πήγα και τους είπα στον τάδε γέροντα, και όπως μου είπε, δεν έχω ελπίδα σωτηρίας.
Ο αββάς Μωυσής αποκρίθηκε: «Καλό είναι, όπως προείπα, να μην κρύβομε τους λογισμούς μας από τους πατέρες, όχι όμως να τους λέμε στους τυχόντες, αλλά σε πνευματικούς γέροντες που έχουν διάκριση και όχι σ’ εκείνους που απλώς άσπρισαν από τη μεγάλη τους ηλικία.Επειδή πολλοί, αποβλέποντας στην ηλικία, εξομολογήθηκαν τους λογισμούς τους και αντί να βρουν θεραπεία, έπεσαν σε απελπισία εξαιτίας της απειρίας των γερόντων.
Ήταν ένας αδελφός πολύ πρόθυμος στην άσκηση. Ενοχλημένος υπερβολικά από το δαίμονα της πορνείας, πήγε σε ένα γέροντα και του είπε τους λογισμούς του. Εκείνος τον άκουσε, και επειδή δεν είχε πείρα, αγανάκτησε και έλεγε το μοναχό άθλιο και ανάξιο για το μοναχικό σχήμα γιατί δέχτηκε τέτοιους λογισμούς. Όταν άκουσε αυτά ο αδελφός απελπίστηκε, άφησε τον τόπο του και πήρε τον δρόμο να επιστρέψει στον κόσμο.
Κατ’ οικονομία του Θεού τον συναντά ο αββάς Απολλώς, ο πιο δοκιμασμένος μεταξύ των γερόντων. Όταν τον είδε ταραγμένο και πάρα πολύ σκυθρωπό, τον ερώτησε: “Παιδί μου, ποια είναι η αιτία της τόσης λύπης;”. Αυτός στην αρχή από την πολλή απογοήτευση δεν αποκρίθηκε. Κατόπιν όμως, αφού τον παρακάλεσε πολύ ο Απολλώς, είπε τα δικά του: “Λογισμοί πολλές φορές με ενοχλούν και πήγα και τους είπα στον τάδε γέροντα, και όπως μου είπε, δεν έχω ελπίδα σωτηρίας.
Απελπίστηκα λοιπόν και πηγαίνω στον κόσμο”. Όταν τ’ άκουσε αυτά ο πατήρ Απολλώς, του είπε πολλά παρηγορητικά λόγια και συμβούλευε τον αδελφό λέγοντας: “Μη σου φαίνεται παράξενο, παιδί μου, και μην απελπίζεσαι. Γιατί κι εγώ σε τέτοια ηλικία που βρίσκομαι με άσπρα μαλλιά, πολύ ενοχλούμαι από αυτούς τους λογισμούς. Μη χάνεις το θάρρος σου για το πύρωμα αυτό του σώματος, που δε θεραπεύεται τόσο με την ανθρώπινη επιμέλεια, όσο με τη φιλανθρωπία του Θεού. Μονάχα χάρισέ μου τη σημερινή ημέρα και γύρισε στο κελί σου”. Έτσι έκανε ο αδελφός. Έφυγε κι ο αββάς Απολλώς και πήγε στο κελί του γέροντα που είχε απελπίσει τον αδελφό. Και αφού στάθηκε έξω, παρακάλεσε με δάκρυα το Θεό, λέγοντας: “Κύριε, Συ που στέλνεις τους πειρασμούς για το συμφέρον μας, γύρισε τον πόλεμο που δοκίμασε ο αδελφός, σ’ αυτόν τον γέροντα, για να μάθει τώρα στα γηρατειά του με την πείρα, όσα δεν έμαθε τόσα χρόνια, για να συμπάσχει και να συμπαθεί εκείνους που πολεμούνται”. Μόλις τελείωσε την προσευχή, βλέπει έναν μαύρο να στέκεται κοντά στο κελί και να ρίχνει βέλη εναντίον του γέροντα, από τα οποία αυτός χτυπήθηκε και αμέσως γύριζε σαν μεθυσμένος εδώ κι εκεί. Μη μπορώντας πλέον να υποφέρει μέσα στο κελί του, βγήκε έξω και τράβηξε κατά τον κόσμο πάνω στον ίδιο δρόμο που είχε πάει και ο νεώτερος αδελφός. Ο αββάς Απολλώς εννόησε το συμβάν και τον συνάντησε και του είπε: “Που πηγαίνεις; Και ποια είναι η αιτία της ταραχής που σε κατέχει;”. Εννόησε αυτός ότι φανερώθηκε το πράγμα στον άγιο αββά, αλλά από την ντροπή του δεν έλεγε τίποτε.
Και του είπε ο αββάς Απολλώς: “Γύρισε στο κελί σου και στο εξής να γνωρίζεις καλά την ασθένειά σου. Και να πιστεύεις ή ότι σε ξέχασε ο διάβολος ή ότι σε περιφρόνησε και γι’ αυτό δεν αξιώθηκες να παλέψεις μαζί του. Τι λέω να παλέψεις; Δεν μπόρεσες να υποφέρεις επίθεση του διαβόλου ούτε για μια ημέρα. Αυτό σου συνέβη επειδή όταν δέχτηκες ένα νεώτερο αδελφό που τον πολεμούσε ο κοινός εχθρός, αντί να τον ενισχύσεις στον αγώνα, εσύ τον έριξες στην απελπισία, χωρίς να λάβεις υπόψη σου το σοφό παράγγελμα που λέει: “Γλύτωσε εκείνους που οδηγούνται για να θανατωθούν, και μη λυπάσαι να εξαγοράζεις όσους πηγαίνουν να φονευθούν”. Αλλά ούτε την παραβολή του Σωτήρα μας που λέει να μην συντρίβομε το τσακισμένο καλάμι και να μη σβήνομε το φυτίλι που καπνίζει ακόμη.
Επειδή κανείς δεν θα μπορούσε να υπομείνει τις επιθέσεις του εχθρού, ούτε και να σβήσει το βρασμό της φύσεως που ζεματάει, αν η χάρη του Θεού δε φύλαγε την ανθρώπινη ασθένεια. Λοιπόν αφού ολοκληρώθηκε η οικονομία αυτή για τη σωτηρία σου, ας παρακαλέσομε μαζί το Θεό να αποτραβήξει τη μάστιγα που σου ήρθε. Γιατί Αυτός μας κάνει να πονούμε και Αυτός μας θεραπεύει. Χτυπά και με τα χέρια Του μας γιατρεύει πάλι. Ταπεινώνει και ανυψώνει. Θανατώνει και δίνει ζωή. Κατεβάζει στον άδη και ανεβάζει”. Αφού είπε αυτά αββάς Απολλώς, προσευχήθηκε και αμέσως τον απάλλαξε από τον πόλεμο της πορνείας και τον συμβούλεψε να ζητά από τον Θεό να του δοθεί γλώσσα φωτισμένη που να λέει τα κατάλληλα λόγια όταν χρειαστεί.
Και του είπε ο αββάς Απολλώς: “Γύρισε στο κελί σου και στο εξής να γνωρίζεις καλά την ασθένειά σου. Και να πιστεύεις ή ότι σε ξέχασε ο διάβολος ή ότι σε περιφρόνησε και γι’ αυτό δεν αξιώθηκες να παλέψεις μαζί του. Τι λέω να παλέψεις; Δεν μπόρεσες να υποφέρεις επίθεση του διαβόλου ούτε για μια ημέρα. Αυτό σου συνέβη επειδή όταν δέχτηκες ένα νεώτερο αδελφό που τον πολεμούσε ο κοινός εχθρός, αντί να τον ενισχύσεις στον αγώνα, εσύ τον έριξες στην απελπισία, χωρίς να λάβεις υπόψη σου το σοφό παράγγελμα που λέει: “Γλύτωσε εκείνους που οδηγούνται για να θανατωθούν, και μη λυπάσαι να εξαγοράζεις όσους πηγαίνουν να φονευθούν”. Αλλά ούτε την παραβολή του Σωτήρα μας που λέει να μην συντρίβομε το τσακισμένο καλάμι και να μη σβήνομε το φυτίλι που καπνίζει ακόμη.
Επειδή κανείς δεν θα μπορούσε να υπομείνει τις επιθέσεις του εχθρού, ούτε και να σβήσει το βρασμό της φύσεως που ζεματάει, αν η χάρη του Θεού δε φύλαγε την ανθρώπινη ασθένεια. Λοιπόν αφού ολοκληρώθηκε η οικονομία αυτή για τη σωτηρία σου, ας παρακαλέσομε μαζί το Θεό να αποτραβήξει τη μάστιγα που σου ήρθε. Γιατί Αυτός μας κάνει να πονούμε και Αυτός μας θεραπεύει. Χτυπά και με τα χέρια Του μας γιατρεύει πάλι. Ταπεινώνει και ανυψώνει. Θανατώνει και δίνει ζωή. Κατεβάζει στον άδη και ανεβάζει”. Αφού είπε αυτά αββάς Απολλώς, προσευχήθηκε και αμέσως τον απάλλαξε από τον πόλεμο της πορνείας και τον συμβούλεψε να ζητά από τον Θεό να του δοθεί γλώσσα φωτισμένη που να λέει τα κατάλληλα λόγια όταν χρειαστεί.
Απ’ όλα λοιπόν όσα είπαμε, μαθαίνομε ότι δε θα βρεθεί άλλη οδός σωτηρίας ασφαλής, όσο το να εξομολογούμαστε τους λογισμούς μας στους πατέρες που έχουν πολύ μεγάλη διάκριση, και από αυτούς να παίρνομε οδηγίες για την αρετή και να μην ακολουθούμε τη δική μας κρίση και το λογισμό μας. Ακόμη και αν τύχει κανείς, όπως συμβαίνει κάποτε, να συναντήσει ένα γέροντα απλοϊκό, ή μερικούς άλλους χωρίς πείρα, δεν πρέπει από αυτό να αποφεύγει να φανερώνει τους λογισμούς του στους πολύ δοκιμασμένους πατέρες και να καταφρονεί τη παράδοση των προγόνων.
Παραδείγματα από την Αγία Γραφή ότι δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε τους λογισμούς μας, αλλά τους εμπειρότερους από εμάς.
Ότι και αυτοί δεν κινήθηκαν από την δική τους θέληση, αλλά από το Θεό και από τις θεόπνευστες Γραφές για να το παραδώσουν αυτό στους μεταγενεστέρους, το να συμβουλεύονται δηλαδή εκείνους που είναι προοδευμένοι στην αρετή, μπορούμε να το μάθουμε από πολλά μέρη της θεόπνευστης Γραφής, και προπαντός από την ιστορία του αγίου Σαμουήλ.
Αυτός αν και αφιερώθηκε από νήπιο στο Θεό από την μητέρα του και αξιώθηκε να συνομιλεί με το Θεό, δεν πίστεψε στον λογισμό του, αλλά μία και δύο φορές αν και τον κάλεσε ο Θεός, τρέχει προς τον γέροντα Ηλεί, παίρνει οδηγίες από αυτόν και τον συμβουλεύεται πώς να αποκρίνεται στον Θεό. Και εκείνος, που τον διάλεξε ο Θεός ως άξιό Του, θέλει με τον κανονισμό και την διαταγή του γέροντα να καθοδηγείται, για να οδηγηθεί στην ταπείνωση.
Μα και τον Παύλο που τον κάλεσε ο ίδιος ο Χριστός και συνομίλησε μαζί Του, ενώ μπορούσε ευθύς να ανοίξει τα μάτια του και να του δείξει την οδό της τελειότητας, τον στέλνει στον Ανανία και τον διατάζει να μάθει από αυτόν την οδό της αλήθειας, λέγοντας: “Σήκω και μπες στην πόλη. Εκεί θα σου πουν τι πρέπει να κάνεις”.
Μας διδάσκει με αυτό να ακολουθούμε την οδηγία των προοδευμένων, μήπως στην αντίθετη περίπτωση, αυτό που θα γινόταν καλώς για τον Παύλο, το παρεξηγούσαν οι μεταγενέστεροι και το έπαιρναν ως παράδειγμα για να αυθαδιάζουν και να θέλει ο καθένας σαν τον Παύλο να οδηγείται στην αλήθεια από τον Θεό και όχι δια μέσου των Πατέρων.
Και ότι έτσι έχουν τα πράγματα, μπορούμε να το μάθομε όχι μόνον από όσα είπαμε, αλλά και από όσα έδειξε στην πράξη ο Απόστολος, που γράφει: «Ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να δω τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και ανακοίνωσα σ’ αυτούς το Ευαγγέλιο που κηρύττω, μήπως άδικα τρέχω ή έτρεξα», καίτοι τον συνόδευε η χάρη του αγίου Πνεύματος, όπως φαίνεται από τη δύναμη των θαυμάτων που έκανε.
Ποιος λοιπόν είναι τόσο αλαζόνας και υπερήφανος, ώστε ν’ ακολουθεί τη δική του γνώμη και κρίση, όταν το “σκεύος της εκλογής” ομολογεί ότι είχε ανάγκη από τη συμβουλή των παλαιοτέρων του Αποστόλων;» Ολοφάνερα λοιπόν αποδεικνύεται με αυτά ότι σε κανέναν ο Κύριος δεν αποκαλύπτει το δρόμο της τελειότητας, παρά σ’ εκείνους που καθοδηγούνται σ’ αυτόν από πνευματικούς πατέρες.
Όπως λέει και με το στόμα του προφήτη: “Ρώτησε τον πατέρα σου και θα σου πει, τους γεροντότερους και θα σου απαντήσουν”. Με όλη μας λοιπόν την δύναμη και με κάθε επιμέλεια, οφείλομε να αποκτήσομε μέσα μας το αγαθό χάρισμα της διακρίσεως, το οποίο θα μπορέσει να μας διαφυλάξει αβλαβείς από κάθε υπερβολή». (Φιλοκαλία Νηπτικών, Θεόκλητος Διονυσιάτης, Ιγνάτιος Σακαλής, Γ. Γαλίτης).
Μα και τον Παύλο που τον κάλεσε ο ίδιος ο Χριστός και συνομίλησε μαζί Του, ενώ μπορούσε ευθύς να ανοίξει τα μάτια του και να του δείξει την οδό της τελειότητας, τον στέλνει στον Ανανία και τον διατάζει να μάθει από αυτόν την οδό της αλήθειας, λέγοντας: “Σήκω και μπες στην πόλη. Εκεί θα σου πουν τι πρέπει να κάνεις”.
Μας διδάσκει με αυτό να ακολουθούμε την οδηγία των προοδευμένων, μήπως στην αντίθετη περίπτωση, αυτό που θα γινόταν καλώς για τον Παύλο, το παρεξηγούσαν οι μεταγενέστεροι και το έπαιρναν ως παράδειγμα για να αυθαδιάζουν και να θέλει ο καθένας σαν τον Παύλο να οδηγείται στην αλήθεια από τον Θεό και όχι δια μέσου των Πατέρων.
Και ότι έτσι έχουν τα πράγματα, μπορούμε να το μάθομε όχι μόνον από όσα είπαμε, αλλά και από όσα έδειξε στην πράξη ο Απόστολος, που γράφει: «Ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να δω τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και ανακοίνωσα σ’ αυτούς το Ευαγγέλιο που κηρύττω, μήπως άδικα τρέχω ή έτρεξα», καίτοι τον συνόδευε η χάρη του αγίου Πνεύματος, όπως φαίνεται από τη δύναμη των θαυμάτων που έκανε.
Ποιος λοιπόν είναι τόσο αλαζόνας και υπερήφανος, ώστε ν’ ακολουθεί τη δική του γνώμη και κρίση, όταν το “σκεύος της εκλογής” ομολογεί ότι είχε ανάγκη από τη συμβουλή των παλαιοτέρων του Αποστόλων;» Ολοφάνερα λοιπόν αποδεικνύεται με αυτά ότι σε κανέναν ο Κύριος δεν αποκαλύπτει το δρόμο της τελειότητας, παρά σ’ εκείνους που καθοδηγούνται σ’ αυτόν από πνευματικούς πατέρες.
Όπως λέει και με το στόμα του προφήτη: “Ρώτησε τον πατέρα σου και θα σου πει, τους γεροντότερους και θα σου απαντήσουν”. Με όλη μας λοιπόν την δύναμη και με κάθε επιμέλεια, οφείλομε να αποκτήσομε μέσα μας το αγαθό χάρισμα της διακρίσεως, το οποίο θα μπορέσει να μας διαφυλάξει αβλαβείς από κάθε υπερβολή». (Φιλοκαλία Νηπτικών, Θεόκλητος Διονυσιάτης, Ιγνάτιος Σακαλής, Γ. Γαλίτης).
ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr
You might also like:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου