Οι Άγιοι Σάββας και Θεοδόσιος κατά του Μονοφυσιτισμού
Οι Άγιοι Σάββας και Θεοδόσιος επικεφαλής όλων
των Ιεροσολυμιτών μοναχών και του λαού αναθεματίζουν τον Σεβήρο.
Με καλεί όμως ο καιρός να αναφέρω τα ιδιαίτερα κατορθώματα και τους αγώνες του θείου πρεσβύτου καθώς και τους γενικούς αγώνες του, που έκανε για την προάσπισι της πίστεως και της ορθοδοξίας μαζί με τους άλλους αγίους πατέρες της ερήμου.
Οι πατριάρχαι Φλαβιανός και Ηλίας πήγαν, καθώς αναφέρθηκε πιο πάνω, στη σύνοδο της Σιδόνος, που συναθροίσθηκε κατά της ορθής πίστεως. Με γράμματα κολακευτικά και ανάλογα προς τις δυσκολίες των καιρών, που έστειλαν στον Αυτοκράτορα, κατώρθωσαν να διαλύσουν την σύνοδο εκείνη.
Όσοι ήσαν με τον Σωτήριχο και τον Φιλόξενο γύρισαν στους θρόνους τους γεμάτοι αγανάκτησι για τον Φλαβιανό και τον Ηλία. Γι’ αυτό και εκίνησαν σε οργή εναντίον των δύο πατριαρχών τον Βασιλιά, που απατήθηκε από την προσποίησι και την πανουργία τους.
Και αφού έλαβαν την εξουσία που ήθελαν και αρκετό χρυσάφι, εμοίρασαν στο λαό της Αντιοχείας και αφού με ποικίλους τρόπους κατέθλιψαν τον Φλαβιανό και τον επίεσαν, τον εξανάγκασαν να αναθεματίση τη Σύνοδο της Χαλκηδόνος.
Τελικά τον έδιωξαν από την επισκοπή του και τον καταδίκασαν σε εξορία. Τούτο όταν πληροφορήθηκε ο Βασιλιάς, εγέμισε χαρά και ανέβασε στον πατριαρχικό θρόνο Αντιοχείας τον έξαρχο των Ακεφάλων Σεβήρο.
Ο Σεβήρος, αφού άρπαξε έτσι την πατριαρχία, πολλά κακά προξένησε σ’ όσους δεν τον ανεγνώριζαν και δεν ενώνονταν μαζί του. Στον αρχιεπίσκοπο Ηλία έστειλε συνοδικό γράμμα, με τα φρονήματά του και σαν Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας. Ο Ηλίας δεν τα δέχθηκε, γι’ αυτό και προκάλεσε την οργή του Βασιλιά. Και πάλι ο Σεβήρος έστειλε τα ίδια γράμματα στα Ιεροσόλυμα τον μήνα Μάιο της έκτης Ινδικτιώνας με μερικούς κληρικούς και με δύναμι βασιλική.
Όταν πληροφορήθηκε αυτό ο άγιος πατέρας μας Σάββας, ανέβηκε στην αγία πόλι μαζί με άλλους ηγουμένους της ερήμου. Έδιωξαν από την αγία πόλι εκείνους που ήλθαν με τα συνοδικά γράμματα του Σεβήρου, και αφού εμάζεψαν το πλήθος των μοναχών απ’ όλα τα μέρη μπροστά στον άγιο τόπο Γολγοθά εφώναζαν και έλεγαν: Ανάθεμα στο Σεβήρο και σ’ όσους επικοινωνούν μαζί του!
Παρόντες, που άκουγαν αυτά, ήσαν οι διοικητές και οι άρχοντες και οι στρατιώτες, που είχε στείλει ο Βασιλιάς.
Τα παραπάνω τα έκαναν όσοι ήσαν με τον άγιο Σάββα, γιατί ο Σεβήρος, κυριαρχημένος από φοβερή αλαζονεία και στηριζόμενος στη βασιλική εξουσία, αναθεμάτισε με μύρια αναθέματα τη Σύνοδο της Χαλκηδόνος και προσπαθούσε να στερεώση την αίρεσι του Ευτυχή, που εκήρυττε ότι η φύσι του Κυρίου Ιησού Χριστού, του υιού του Θεού, μετά την σάρκωσι και γέννησί του από την αγία Παρθένο, ήταν μία και φθαρτή.
Και επειδή ήταν φίλος των ταραχών, πολλές καινοτομίες επέφερε καταστρεπτικές για τα δόγματα και τους θεσμούς της Εκκλησίας. Αποδεχόταν τη δεύτερη και ληστρική Σύνοδο της Εφέσου σαν όμοια με εκείνη που πρώτη φορά συναθροίσθηκε στην πόλι αυτή1 και διακήρυττε ότι ο Διόσκουρος και ο άγιος Κύριλλος, ο μεγάλος και θεόφρων Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ήσαν ίσοι και κοινοί διδάσκαλοι της Εκκλησίας, ενώ ο Διόσκουρος είχε δεχθή σαν ομόφρονά του του τον αιρεσιάρχη Ευτυχή και είχε καθαιρέσει και σκοτώσει τον ορθοδοξότατο πατριάρχη της Βασιλεύουσας Φλαβιανό.
Έτσι προχωρώντας όλο και περισσότερο στην ασέβεια ο Σεβήρος ακόνισε την γλώσσα του σε βλασφημία κατά του Θεού, και εχώριζε την μία και αδιαίρετη τριαδική θεότητα.
Γιατί λέγοντας και βεβαιώνοντας ότι η υπόστασι είναι φύσι και η φύσι υπόστασι και μη γνωρίζοντας καμμιά διαφορά σ’ αυτά τα ονόματα, τόλμησε να λέγη ότι η μία και ομοούσιος και προσκυνητή Τριάδα, είναι Τριάδα φύσεων και υποστάσεων και θεοτήτων, δηλαδή ότι είναι τρεις Θεοί.
Αυτόν τον ψυχοφθόρο και επικίνδυνο Σεβήρο, ανάγκαζε ο Βασιλιάς τον πατριάρχη Ηλία να τον δεχθή ομόφρονα και συλλειτουργό. Και επειδή ο Ηλίας δεν ήθελε καθόλου να κάνη αυτό, ο Βασιλιάς άναψε περισσότερο από θυμό και έστειλε στα Ιεροσόλυμα κάποιον Όλυμπο, καταγόμενο από την Καισαρεία και που ήταν διοικητής της Παλαιστίνης.
Του έδωσε να έχη μαζί του και την επιστολή που είχε γράψει ο Ηλίας από την Σιδόνα στον Βασιλιά, και με την οποία, για να διαλύση τη σύνοδο εκείνη, είχε οικονομικά2 αναφέρει ότι δεν συμφωνεί με τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας, να διώξη με κάθε τρόπο τον Ηλία από την Αρχιεπισκοπή.
Ο Όλυμπος έφθασε με μεγάλη βασιλική στρατιωτική δύναμι και αφού εχρησιμοποίησε πολλούς τρόπους και τεχνάσματα και παρουσίασε και την παραπάνω επιστολή, έδιωξε τον Ηλία από την Αρχιεπισκοπή και τον περιόρισε στον Αϊλά.
Στο θρόνο των Ιεροσολύμων ανέβασε τον Ιωάννη, τον γυιο του Μαρκιανού, που συγκατατέθηκε να δεχθή επικοινωνία με τον Σεβήρο και να αναθεματίση τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Τούτο έγινε την πρώτη Σεπτεμβρίου, στην αρχή της δεκάτης Ινδικτιώνας.
Όταν ο αγιασμένος Σάββας και οι άλλοι πατέρες της ερήμου έμαθαν αυτά, συνάχθηκαν και διαμαρτυρήθηκαν στον Ιωάννη να μη δεχθή σε επικοινωνία τον Σεβήρο, αλλά να προκινδυνεύσει και να αγωνισθή υπέρ της Συνόδου της Χαλκηδόνας και ότι στον αγώνα αυτόν θα είναι όλοι σύμμαχοί του. Έτσι ο Ιωάννης όσα υποσχέθηκε στον δούκα Όλυμπο ότι θα τηρήση, τα παρέβη, εμπιστευόμενος περισσότερο τους πατέρες.
Ο Βασιλιάς Αναστάσιος, όταν έμαθε ότι ο Ιωάννης παρέβη τις συμφωνίες, εξεμάνει και αφού έδιωξε τον Όλυμπο, έστειλε τον νέο διοικητή του δουκάτου της Παλαιστίνης, τον Αναστάσιο τον γυιο του Παμφίλου, να πιέση και να πείση τον Ιωάννη να δεχθή σε επικοινωνία εκκλησιαστική τον Σεβήρο και να αναθεματίση τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Εάν δεν πεισθή, τότε να τον διώξη από τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο.
Όταν έφθασε στα Ιεροσόλυμα ο Αναστάσιος, πήγε αιφνιδιαστικά και συνέλαβε και έκλεισε στη φυλακή τον Αρχιεπίσκοπο. Όλοι οι κάτοικοι της αγίας πόλεως χάρηκαν γι’ αυτό, γιατί είχε γίνει προδότης και είχε επιβουλευθή τον Αρχιεπίσκοπο Ηλία. Κάποιος ονομαζόμενος Ζαχαρίας, άρχοντας της πόλεως Καισαρείας, έφυγε κρυφά από τη φρουρά και πήγε νύκτα στον Ιωάννη και τον συμβούλεψε και του είπε.
Εάν θέλης να πράξης σωστά και να μη στερηθής και την επισκοπή σου, πρόσεξε να μη σε πείση κανείς και δεχθής σε επικοινωνία τον Σεβήρο, αλλά να φανής ότι συμφωνείς με τον δούκα και να του πης ότι εδώ τώρα θα κάνης αυτά που σου προτείνει και δεν θα αλλάξης γνώμη, αλλά για να μη λέη ο κόσμος ότι τα πράττω αυτά από ανάγκη και βία, θα φύγω από εδώ και μετά δυο ημέρες που θα είναι Κυριακή, θα πράξω πρόθυμα όσα με διατάξης. Αφού ο δούκας πίστεψε στα λόγια αυτά, τον αποκατέστησε στον θρόνο του τον επισκοπικό.
Ο Αρχιεπίσκοπος όταν απολύθηκε, κάλεσε τη νύκτα όλο το σύστημα των μοναχών στην αγία πόλι. Ήλθαν από παντού. Μερικοί που εμέτρησαν το πλήθος, ανάγγειλαν στον Πατριάρχη ότι ήσαν περίπου δέκα χιλιάδες μοναχοί. Επειδή καμμιά άλλη εκκλησία δεν χωρούσε όλο αυτό το πλήθος, φάνηκε καλό να συναχθούν όλοι στον ναό του αγίου Στεφάνου, που μπορούσε να χωρέση όλο αυτό το πλήθος.
Συγχρόνως ήθελαν να συναντήσουν και τον Υπάτιο, τον ανεψιό του Βασιλιά, που μόλις είχε απολυθή από την αιχμαλωσία του Βιταλιανού και είχε έλθει στα Ιεροσόλυμα για να εκπληρώση κάποιο του τάξιμο. Συναθροίσθηκαν όλοι οι μοναχοί και οι πολίτες στον σεβάσμιο ναό που είπαμε, και ήλθε και ο Αναστάσιος ο δούκας και ο Ζαχαρίας ο άρχοντας. Μαζί με το πλήθος βρισκόταν και ο Υπάτιος στο σεβάσμιο ναό του αγίου Στεφάνου.
Ανέβηκε ο Πατριάρχης στον άμβωνα έχοντας μαζί του τον Θεοδόσιο και τον Σάββα, τους κορυφαίους και αρχηγούς όλων των μοναχών. Όλος ο λαός εφώναζε επί πολλές ώρες και έλεγε: Αναθεμάτισε τους αιρετικούς και βεβαίωσέ μας για τη Σύνοδο επικυρώνοντας τις αποφάσεις της. Χωρίς κανένα δισταγμό και καμμιά αναβολή και με κοινή συμφωνία και οι τρεις αναθεμάτισαν τον Νεστόριο και τον Ευτυχή, τον Σεβήρο και τον Σωτήριχο επίσκοπο Καισαρείας και Καππαδοκίας και όλους εκείνους που δεν δέχονταν τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας.
Αφού διακήρυξαν αυτά και οι τρεις και κατέβηκαν από τον άμβωνα, γύρισε ο αββάς Θεοδόσιος κι εφώναξε στο λαό και είπε: Όποιος δεν δέχεται τις τέσσερις Συνόδους όπως τα τέσσερα Ευαγγέλια, να είναι αναθεματισμένος.
Έτσι έγιναν αυτά. Τότε ο δούκας φοβήθηκε το πλήθος κι έφυγε στην Καισάρεια. Ο Υπάτιος έπεισε τους πατέρες και τους βεβαίωσε με όρκους ότι ήλθε εδώ χωρίς να δεχθή σε κοινωνία τον Σεβήρο, αλλά έσπευσε να αξιωθή της δικής τους κοινωνίας.
Προσέφερε δε στο ναό της Αναστάσεως εκατό λίτρες χρυσάφι. Επίσης έδωκε και στον Γολγοθά και στον τίμιο Σταυρό. Στους αββάδες Θεοδόσιο και Σάββα έδωσε άλλες εκατό λίτρες χρυσού, για να το μοιράσουν στους μοναχούς που ζούσαν ασκητικά στη χώρα.
Ο Βασιλιάς Αναστάσιος έμαθε τα όσα συνέβησαν στα Ιεροσόλυμα. Γι’ αυτό ετοιμαζόταν να έλθη με στρατιωτική δύναμι και να εξορίση τον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη και τους πατέρες μας Σάββα και Θεοδόσιο, που ανέβηκαν μαζί του στον άμβωνα.
Μόλις αυτό έγινε γνωστό στα Ιεροσόλυμα, οι αρχηγοί των μοναχών και αγωνισταί της ευσεβείας και της ορθοδοξίας πρόμαχοι και στρατηγοί Θεοδόσιος και Σάββας, συνάθροισαν όλο το πλήθος των μοναχών της ερήμου. Κι όλοι ήταν μιας γνώμης. Να γράψουν στον βασιλιά επιστολή διαμαρτυρίας που ονομάσθηκε δέησι.
Στην επιστολή αυτή έγραφαν τα εξής:
«Στον θεοφιλέστατο και εκ Θεού ευσεβέστατο Βασιλέα, τον φιλόχριστο αύγουστο και αυτοκράτορα Φλάβιο Αναστάσιο, δέησι και ικεσία των αρχιμανδριτών Θεοδοσίου και Σάββα κι όλων των ηγουμένων κι όλων των μοναχών, που κατοικούν στην αγία πόλι του Θεού και την έρημο που είναι γύρω από αυτή και τον Ιορδάνη.
Ο παμβασιλεύς των απάντων Θεός και δεσπότης Ιησούς Χριστός, ο μονογενής υιός του Θεού, εμπιστεύθηκε τα σκήπτρα της βασιλείας πάντων μετά από τον εαυτόν του στην δύναμι και την εξουσία της θεοφιλίας σου, για να χαρίζη το μεγάλο αγαθό της ειρήνης, με τη δική σου ευσέβεια, σ’ όλες γενικά τις αγιώτατες εκκλησίες του, ιδιαίτερα επιθυμώντας να υπάρχη και να διασφαλίζεται το δώρο αυτό στη μητέρα των εκκλησιών την Σιών, στην οποία φανερώθηκε και συντελέσθηκε το της ευσεβείας μυστήριο για τη σωτηρία όλου του κόσμου. Γιατί από αυτή άρχισε και διαδόθηκε στα πέρατα της γης με το θείο και ευαγγελικό κήρυγμα, το φως που ανέτειλε σ’ αυτήν.
Την αληθινή και αφαντασίαστη πίστι και ομολογία αυτού του τιμιωτάτου και υπερφυσικού μυστηρίου του Χριστού, που αποκαλύφθηκε άνωθεν, την παραλάβαμε από την αρχή διά των αγίων και μακαριστών Αποστόλων και με τη δύναμι του τιμίου και νικοποιού Σταυρού και της Αγίας Αναστάσεως και τη χάρι που αναβλύζει από όλους τους αγίους και προσκυνητούς τόπους, την διαφυλάξαμε χωρίς κανένα τραύμα, άτρωτη και απαραχάρακτη εν Χριστώ όλοι όσοι αξιωθήκαμε να κατοικούμε σ’ αυτή την αγία γη.
Και με τη χάρι του Θεού θα την διαφυλάξωμε και στο μέλλον, χωρίς να μας τρομάζη τίποτε απ’ όσα οι εχθροί της πίστεως μηχανεύονται. Ακολουθούμε πιστά τις αποστολικές παραινέσεις που μας λέγουν να μη περιφερώμαστε σε κάθε άνεμο της διδασκαλίας, που προέρχεται από τη δολιότητα των ανθρώπων και τις πανουργίες εκείνων, που με τα ψυχοφθόρα και απατηλά σοφίσματά τους εξαπατούν τους ακάκους και απλοϊκούς και με τις κακοδοξίες τους συνταράσσουν και νοθεύουν το καθαρό και άδολο νάμα της πίστεως.
Μέσα σ’ αυτή την αγία και αμώμητη πίστι, με τη χάρι του Θεού, γεννήθηκε και η δική σου φιλόχριστη βασιλεία και τράφηκε και αυξήθηκε, από του Θεού τη δύναμι, και όλη σχεδόν η υφήλιος την δέχθηκε, καθώς πιστεύομε.
Γι’ αυτό απορούμε πώς συνέβη, ώστε στους καιρούς της θεοφιλούς βασιλείας σου, να ξεχυθή τόσο μεγάλη ταραχή και τόσο μεγάλος κλονισμός στην αγία του Θεού πόλι Ιερουσαλήμ και να επεκταθή σε τέτοιο βαθμό, ώστε η μητέρα όλων των εκκλησιών η Σιών και ο ναός της αγίας του Θεού και Σωτήρος μας Αναστάσεως, που είναι το καταφύγιο και ο τόπος όπου βρίσκουν προστασία οι αδικούμενοι όλου του κόσμου και ζητούν σωτηρία, να καταντήση δημόσια αγορά και τόπος ακάθαρτος.
Και ο επίσκοπός της (Ηλίας), που είναι εις τύπον και τόπον Χριστού, μαζί με τους λειτουργούς του αγίου Θυσιαστηρίου και όσους έλαβαν το μοναχικό σχήμα για να είναι μάρτυρες της αγγελικής ζωής στα μάτια των εθνικών και των Ιουδαίων και των Σαμαρειτών, που ξεπήγασε από αυτή την αγία Σιών και την προσκυνητή Ανάστασι, διώχνονται βίαια κι οδηγούνται σε βέβηλους κι ακαθάρτους τόπους συρόμενοι ανάμεσα στους δρόμους της πόλεως και αναγκάζονται να κάνουν και μερικές υποχωρήσεις στην πίστι.
Από αυτά όλα κι εκείνοι που έρχονται εδώ για να εκπληρώσουν κάποιο τους τάμα και να προσευχηθούν και να οικοδομηθούν πνευματικά, γυρίζουν στις πατρίδες τους πολύ σκανδαλισμένοι.
Ίσως ισχυρισθή κανείς ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε βάρος της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ για να διαφυλαχθή ακέραιη και ακριβής η πίστι.
Τίθεται όμως το ερώτημα. Η Ιερουσαλήμ είναι το μάτι και το φως όλης της οικουμένης, που από αυτή δέχθηκε τον ευαγγελικό λόγο, σύμφωνα με το προφητικό εκείνο χωρίο που λέει ότι εκ Σιών εξελεύσεται νόμος και λόγος Κυρίου εξ Ιερουσαλήμ3.
Οι κάτοικοί της ψηλαφούν την αλήθεια με τα ίδια τους τα χέρια, μπορεί να πη κανείς, βλέποντας συνεχώς τους αγίους και σεβάσμιους τόπους, όπου πραγματοποιήθηκε το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του μεγάλου Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού. Πώς, λοιπόν, μετά από πεντακόσια και περισσότερα χρόνια από τότε που φανερώθηκε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, θα μάθουμε την πίστι από άλλους εμείς οι Ιεροσολυμίτες;
Γι’ αυτό πρέπει να μάθης και να γνωρίσης πολύ καλά, ότι η διόρθωσι δήθεν που επιχειρείται τώρα στην πίστι του Χριστού, που μας παραδόθηκε ανόθευτη, δεν είναι του αληθινού Χριστού αλλά του αντιχρίστου, που προσπαθεί να διαταράξη την ένωσι και την ειρήνη των εκκλησιών του Θεού και να γεμίση τα πάντα με ταραχή και ακαταστασία.
Όλων αυτών των κακών αρχηγός και πρώτος εργάτης, από την αρχή μέχρι τώρα, είναι ο Ακέφαλος και Αποσχίτης Σεβήρος, που για καταστροφή της δικής του ψυχής και της κοινής πολιτείας των Χριστιανών, έγινε Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας, κατά παραχώρησι Θεού και για τις δικές μας αμαρτίες.
Αυτός αναθεμάτισε τους αγίους μας πατέρες, που μας παρέδωκαν την αποστολική πίστι, που καθορίσθηκε δογματικά από τους πατέρες της πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, που συγκεντρώθηκαν στη Νίκαια και με κάθε τρόπο την κατοχύρωσαν και με αυτή την πίστι φωτίζουν τους πάντες.
Την αναγνώρισι αυτού του Ακεφάλου και την εκκλησιαστική κοινωνία εμείς την αποφεύγουμε και την αρνούμαστε εξ ολοκλήρου.
Παρακαλούμε και τη δική σου ευσέβεια να ελεήσης και λυπηθής την μητέρα όλων των εκκλησιών, τη Σιών, που υπερασπίζεται το αγαπημένο από το Θεό κράτος σου. Να την λυπηθής, γιατί με τόσο ταπεινωτικά μέσα εξευτελίζεται και πολιορκείται και να δώσης εντολή να εμποδισθή η φοβερή δοκιμασία που την απειλεί και που σαν βαρύτατος κι άγριος χειμώνας έρχεται εναντίον της.
Γνώριζε ακόμη, Βασιλιά, ότι εμείς όταν έχουμε να διαλέξουμε μεταξύ ζωής και θανάτου, για τα θέματα της πίστεως, μας είναι προτιμότερος ο θάνατος.
Με κανένα τρόπο δεν δεχόμαστε να γίνουμε συμμέτοχοι ή να έχουμε επικοινωνία με τους εχθρούς της Εκκλησίας του Θεού και των ματαίων και καταραμένων δοξασιών τους.
Γιατί, με τη χάρι και τη βοήθεια του Θεού, κατέχουμε την αποστολική πίστι και σ’ αυτή μένουμε σταθεροί και εδραιωμένοι, και καυχώμαστε με την ελπίδα μας όλη στο Θεό ότι θα βρεθούμε και μέσα στη δόξα του. Όλοι μας, όσοι κατοικούμε στην άγια τούτη γη, έχουμε ένα φρόνημα και μία πίστι.
Τις άγιες τέσσερις οικουμενικές Συνόδους, που είναι ίσες στον αριθμό με τα τέσσερα Ευαγγέλια και γι’ αυτό έχουν ξέχωρα τιμηθή με την ίδια δόξα, μ’ ένα πνεύμα κι’ ένα φρόνημα, γεμάτοι χαρά τις δεχθήκαμε. Γιατί αυτές συγκροτήθηκαν με θεία έμπνευσι, σε διαφορετικούς καιρούς, για να αντιμετωπισθούν οι διάφορες πλάνες των αιρέσεων, που διαιρούν και κατακομματιάζουν την ενότητα της εκκλησίας.
Οι διαφορές που έχουν μεταξύ τους οι Σύνοδοι είναι μόνο στις λέξεις κι όχι στη δύναμι και στην αλήθεια, που είναι μία, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα άγια τέσσερα Ευαγγέλια.
Ψηλότερα απ’ όλες, που λάμπει με ιδιαίτερο φως, βρίσκεται η πρώτη, των τριακοσίων δέκα οκτώ αγίων πατέρων, που έγινε στη Νίκαια εναντίον του άθεου Αρείου. Ακολουθούν έπειτα οι άλλες τρεις Σύνοδοι. Των εκατόν πενήντα πατέρων που συγκροτήθηκε κατά του Πνευματομάχου Μακεδονίου.
Μετά η Σύνοδος της Εφέσου κατά του επάρατου και ανθρωπολάτρη Νεστορίου.
Στην ίδια γραμμή ακολουθεί και η τετάρτη, που συγκροτήθηκε στη Χαλκηδόνα, για να επιβεβαιώση και κατοχυρώση τον ξεχωρισμό από την Εκκλησίαν και την καταδίκη του δυσσεβή Νεστορίου και να διώξη από τους κόλπους της και αναθεματίση τον ασεβή Ευτυχή.
Την μία και αποστολική αυτή πίστι που μας παραδόθηκε με τις τέσσερες αυτές οικουμενικές Συνόδους, δεχθήκαμε και μείς που κατοικούμε στην άγια αυτή γη, καθώς αναφέραμε και πιο πάνω.
Σ’ αυτή την πίστι είμαστε στηριγμένοι για πάντα. Και μ’ αυτούς που δεν πιστεύουν όπως εμείς και δεν πειθαρχούν στις αποφάσεις των Συνόδων αυτών, τίποτε δεν μπορεί να μας ενώση, έστω κι αν πρόκειται να συναντήσουμε μύριους θανάτους.
Για να πληροφορηθή καλλίτερα η δική σου εξουσία, στα πάρα πάνω προσθέτουμε τα εξής: Εμείς αναθεματίζουμε μαζί με κάθε αίρεσι, που χωρίζει από τον Χριστό το Θεό μας, τον Νεστόριο και καθένα που έχει τα ίδια μ’ εκείνον φρονήματα.
Αυτοί πιστεύουν ότι ο ένας Κύριός μας Ιησούς Χριστός ο μονογενής υιός του Θεού, που σταυρώθηκε για μας, δεν είναι ένα, αλλά δύο πρόσωπα εξωτερικά ενωμένα και μιλάνε για δύο υιούς, ή χωρίζουν σε δύο διαφορετικά και εξωτερικά μέρη τις δύο φύσεις, που, καθώς εμείς πιστεύουμε, είναι ενωμένες με θεία ένωσι, που είναι αδύνατον να την εννοήσουμε, ασύγχυτα και αδιαίρετα. Αναθεματίζουμε ακόμα και κάθε άλλον που έχει τέτοιες ή όμοιες ιδέες, που φανερώνουν σύγχυσι του μυαλού τους.
Μαζί με τον Νεστόριο αναθεματίζουμε και τον Ευτυχή, που κηρύσσει ότι η ενανθρώπησι του Χριστού έγινε κατά φαντασίαν ή ότι εξετράπη η μία φύσι προς την άλλη της θεότητος και της ανθρωπότητος και επομένως υπάρχει μία φύσι, στο ένα και μοναδικό πρόσωπο του Ιησού Χριστού του αληθινού Θεού, που οι δύο αυτές φύσεις ενώθηκαν καθ’ υπόστασιν4 αδιαίρετα και ασύγχυτα.
Αυτή τη θεία ένωσι την ασύγχυτη και αδιαίρετη, ο Ευτυχής την αναθεμάτισε και την αρνήθηκε εντελώς. Μαζί μ’ αυτόν έχει κατά τον ίδιο τρόπο αναθεματισθή και ο Νεστόριος από τους αγίους Πατέρες, που αναφέραμε πιο πάνω.
Αυτή την έγγραφη πληροφορία και διαμαρτυρία ας την δεχθή με ευμένεια η γαληνότητά σου από την ταπεινότητα όλων μας.
Και ας διατάξη να σταματήσουν τα κακά που κάθε μέρα επιχειρούνται και οι συνεχείς ακαταστασίες που προξενούνται στην αγία πόλι του Θεού και στον οσιώτατο αρχιεπίσκοπό μας Ιωάννη από τους εχθρούς της αληθείας, εν ονόματι δήθεν της δικής σου ευσέβειας.
Ας πεισθή δε η δική σου εξουσία και μεγαλειότητα, ενώπιον του Θεού και των αγίων αγγέλων το διακηρύσσουμε, ότι κατ’ ουδένα τρόπο ή λόγο θα δεχθούμε ένωσι με τους Αποσχίστες, που αναφέραμε πρωτίτερα, χωρίς νόμιμη και κανονική κρίσι, ούτε θα συγκατατεθούμε σε οποιαδήποτε καινοτομία, που θα επιχειρηθή να εισαχθή στην πίστι, ούτε πρόκειται να δεχθούμε οποιοδήποτε πρόσωπο από τους Ακέφαλους, σ’ οποιοδήποτε καιρό και δια της βίας θα χειροτονηθή Αρχιεπίσκοπος.
Αν κάτι τέτοιο συμβή για τις αμαρτίες μας, πληροφορούμε την ευσέβειά σου ενώπιον της αγίας και ομοουσίου Τριάδος, ότι τα αίματα όλων μας θα χυθούν και οι άγιοι τόποι θα παραδοθούν στη φωτιά προτού συμβή κάτι τέτοιο στην αγία τούτη πόλι του Θεού.
Γιατί ποιο είναι το όφελος να έχουν την ψιλή ονομασία «άγιοι τόποι», ενώ με τέτοιον τρόπο εξουσιάζονται και ατιμάζονται; Η ειρήνη όμως του Θεού, που υπερέχει πάντα νου, θα φρουρήση την αγία του Εκκλησία και θα σταματήση τα σκάνδαλα που έρχονται κατ’ επάνω της, με τη βοήθεια της δικής σου εξουσίας, για τη δόξα τη δική του και για καύχησι της θεοφιλούς βασιλείας σου».
Την ίδια διαμαρτυρία την έστειλαν οι πατέρες μας και στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη, που διαδέχθηκε τον Τιμόθεο που εν τω μεταξύ είχε πεθάνει.
Αυτή τη διαμαρτυρία την έλαβε ο βασιλιάς Αναστάσιος. Επειδή όμως είχε πολλές ενοχλήσεις από τα βαρβαρικά στίφη του Βιταλιανού, σκέφθηκε και αποφάσισε, για να ησυχάσουν τα πράγματα, να μη διώξη από τον θρόνο των Ιεροσολύμων τον Ιωάννη5.
Οι Άγιοι Σάββας και Θεοδόσιος επικεφαλής όλων
των Ιεροσολυμιτών μοναχών και του λαού αναθεματίζουν τον Σεβήρο.
Με καλεί όμως ο καιρός να αναφέρω τα ιδιαίτερα κατορθώματα και τους αγώνες του θείου πρεσβύτου καθώς και τους γενικούς αγώνες του, που έκανε για την προάσπισι της πίστεως και της ορθοδοξίας μαζί με τους άλλους αγίους πατέρες της ερήμου.
Οι πατριάρχαι Φλαβιανός και Ηλίας πήγαν, καθώς αναφέρθηκε πιο πάνω, στη σύνοδο της Σιδόνος, που συναθροίσθηκε κατά της ορθής πίστεως. Με γράμματα κολακευτικά και ανάλογα προς τις δυσκολίες των καιρών, που έστειλαν στον Αυτοκράτορα, κατώρθωσαν να διαλύσουν την σύνοδο εκείνη.
Όσοι ήσαν με τον Σωτήριχο και τον Φιλόξενο γύρισαν στους θρόνους τους γεμάτοι αγανάκτησι για τον Φλαβιανό και τον Ηλία. Γι’ αυτό και εκίνησαν σε οργή εναντίον των δύο πατριαρχών τον Βασιλιά, που απατήθηκε από την προσποίησι και την πανουργία τους.
Και αφού έλαβαν την εξουσία που ήθελαν και αρκετό χρυσάφι, εμοίρασαν στο λαό της Αντιοχείας και αφού με ποικίλους τρόπους κατέθλιψαν τον Φλαβιανό και τον επίεσαν, τον εξανάγκασαν να αναθεματίση τη Σύνοδο της Χαλκηδόνος.
Τελικά τον έδιωξαν από την επισκοπή του και τον καταδίκασαν σε εξορία. Τούτο όταν πληροφορήθηκε ο Βασιλιάς, εγέμισε χαρά και ανέβασε στον πατριαρχικό θρόνο Αντιοχείας τον έξαρχο των Ακεφάλων Σεβήρο.
Ο Σεβήρος, αφού άρπαξε έτσι την πατριαρχία, πολλά κακά προξένησε σ’ όσους δεν τον ανεγνώριζαν και δεν ενώνονταν μαζί του. Στον αρχιεπίσκοπο Ηλία έστειλε συνοδικό γράμμα, με τα φρονήματά του και σαν Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας. Ο Ηλίας δεν τα δέχθηκε, γι’ αυτό και προκάλεσε την οργή του Βασιλιά. Και πάλι ο Σεβήρος έστειλε τα ίδια γράμματα στα Ιεροσόλυμα τον μήνα Μάιο της έκτης Ινδικτιώνας με μερικούς κληρικούς και με δύναμι βασιλική.
Όταν πληροφορήθηκε αυτό ο άγιος πατέρας μας Σάββας, ανέβηκε στην αγία πόλι μαζί με άλλους ηγουμένους της ερήμου. Έδιωξαν από την αγία πόλι εκείνους που ήλθαν με τα συνοδικά γράμματα του Σεβήρου, και αφού εμάζεψαν το πλήθος των μοναχών απ’ όλα τα μέρη μπροστά στον άγιο τόπο Γολγοθά εφώναζαν και έλεγαν: Ανάθεμα στο Σεβήρο και σ’ όσους επικοινωνούν μαζί του!
Παρόντες, που άκουγαν αυτά, ήσαν οι διοικητές και οι άρχοντες και οι στρατιώτες, που είχε στείλει ο Βασιλιάς.
Τα παραπάνω τα έκαναν όσοι ήσαν με τον άγιο Σάββα, γιατί ο Σεβήρος, κυριαρχημένος από φοβερή αλαζονεία και στηριζόμενος στη βασιλική εξουσία, αναθεμάτισε με μύρια αναθέματα τη Σύνοδο της Χαλκηδόνος και προσπαθούσε να στερεώση την αίρεσι του Ευτυχή, που εκήρυττε ότι η φύσι του Κυρίου Ιησού Χριστού, του υιού του Θεού, μετά την σάρκωσι και γέννησί του από την αγία Παρθένο, ήταν μία και φθαρτή.
Και επειδή ήταν φίλος των ταραχών, πολλές καινοτομίες επέφερε καταστρεπτικές για τα δόγματα και τους θεσμούς της Εκκλησίας. Αποδεχόταν τη δεύτερη και ληστρική Σύνοδο της Εφέσου σαν όμοια με εκείνη που πρώτη φορά συναθροίσθηκε στην πόλι αυτή1 και διακήρυττε ότι ο Διόσκουρος και ο άγιος Κύριλλος, ο μεγάλος και θεόφρων Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ήσαν ίσοι και κοινοί διδάσκαλοι της Εκκλησίας, ενώ ο Διόσκουρος είχε δεχθή σαν ομόφρονά του του τον αιρεσιάρχη Ευτυχή και είχε καθαιρέσει και σκοτώσει τον ορθοδοξότατο πατριάρχη της Βασιλεύουσας Φλαβιανό.
Έτσι προχωρώντας όλο και περισσότερο στην ασέβεια ο Σεβήρος ακόνισε την γλώσσα του σε βλασφημία κατά του Θεού, και εχώριζε την μία και αδιαίρετη τριαδική θεότητα.
Γιατί λέγοντας και βεβαιώνοντας ότι η υπόστασι είναι φύσι και η φύσι υπόστασι και μη γνωρίζοντας καμμιά διαφορά σ’ αυτά τα ονόματα, τόλμησε να λέγη ότι η μία και ομοούσιος και προσκυνητή Τριάδα, είναι Τριάδα φύσεων και υποστάσεων και θεοτήτων, δηλαδή ότι είναι τρεις Θεοί.
Αυτόν τον ψυχοφθόρο και επικίνδυνο Σεβήρο, ανάγκαζε ο Βασιλιάς τον πατριάρχη Ηλία να τον δεχθή ομόφρονα και συλλειτουργό. Και επειδή ο Ηλίας δεν ήθελε καθόλου να κάνη αυτό, ο Βασιλιάς άναψε περισσότερο από θυμό και έστειλε στα Ιεροσόλυμα κάποιον Όλυμπο, καταγόμενο από την Καισαρεία και που ήταν διοικητής της Παλαιστίνης.
Του έδωσε να έχη μαζί του και την επιστολή που είχε γράψει ο Ηλίας από την Σιδόνα στον Βασιλιά, και με την οποία, για να διαλύση τη σύνοδο εκείνη, είχε οικονομικά2 αναφέρει ότι δεν συμφωνεί με τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας, να διώξη με κάθε τρόπο τον Ηλία από την Αρχιεπισκοπή.
Ο Όλυμπος έφθασε με μεγάλη βασιλική στρατιωτική δύναμι και αφού εχρησιμοποίησε πολλούς τρόπους και τεχνάσματα και παρουσίασε και την παραπάνω επιστολή, έδιωξε τον Ηλία από την Αρχιεπισκοπή και τον περιόρισε στον Αϊλά.
Στο θρόνο των Ιεροσολύμων ανέβασε τον Ιωάννη, τον γυιο του Μαρκιανού, που συγκατατέθηκε να δεχθή επικοινωνία με τον Σεβήρο και να αναθεματίση τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Τούτο έγινε την πρώτη Σεπτεμβρίου, στην αρχή της δεκάτης Ινδικτιώνας.
Όταν ο αγιασμένος Σάββας και οι άλλοι πατέρες της ερήμου έμαθαν αυτά, συνάχθηκαν και διαμαρτυρήθηκαν στον Ιωάννη να μη δεχθή σε επικοινωνία τον Σεβήρο, αλλά να προκινδυνεύσει και να αγωνισθή υπέρ της Συνόδου της Χαλκηδόνας και ότι στον αγώνα αυτόν θα είναι όλοι σύμμαχοί του. Έτσι ο Ιωάννης όσα υποσχέθηκε στον δούκα Όλυμπο ότι θα τηρήση, τα παρέβη, εμπιστευόμενος περισσότερο τους πατέρες.
Ο Βασιλιάς Αναστάσιος, όταν έμαθε ότι ο Ιωάννης παρέβη τις συμφωνίες, εξεμάνει και αφού έδιωξε τον Όλυμπο, έστειλε τον νέο διοικητή του δουκάτου της Παλαιστίνης, τον Αναστάσιο τον γυιο του Παμφίλου, να πιέση και να πείση τον Ιωάννη να δεχθή σε επικοινωνία εκκλησιαστική τον Σεβήρο και να αναθεματίση τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Εάν δεν πεισθή, τότε να τον διώξη από τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο.
Όταν έφθασε στα Ιεροσόλυμα ο Αναστάσιος, πήγε αιφνιδιαστικά και συνέλαβε και έκλεισε στη φυλακή τον Αρχιεπίσκοπο. Όλοι οι κάτοικοι της αγίας πόλεως χάρηκαν γι’ αυτό, γιατί είχε γίνει προδότης και είχε επιβουλευθή τον Αρχιεπίσκοπο Ηλία. Κάποιος ονομαζόμενος Ζαχαρίας, άρχοντας της πόλεως Καισαρείας, έφυγε κρυφά από τη φρουρά και πήγε νύκτα στον Ιωάννη και τον συμβούλεψε και του είπε.
Εάν θέλης να πράξης σωστά και να μη στερηθής και την επισκοπή σου, πρόσεξε να μη σε πείση κανείς και δεχθής σε επικοινωνία τον Σεβήρο, αλλά να φανής ότι συμφωνείς με τον δούκα και να του πης ότι εδώ τώρα θα κάνης αυτά που σου προτείνει και δεν θα αλλάξης γνώμη, αλλά για να μη λέη ο κόσμος ότι τα πράττω αυτά από ανάγκη και βία, θα φύγω από εδώ και μετά δυο ημέρες που θα είναι Κυριακή, θα πράξω πρόθυμα όσα με διατάξης. Αφού ο δούκας πίστεψε στα λόγια αυτά, τον αποκατέστησε στον θρόνο του τον επισκοπικό.
Ο Αρχιεπίσκοπος όταν απολύθηκε, κάλεσε τη νύκτα όλο το σύστημα των μοναχών στην αγία πόλι. Ήλθαν από παντού. Μερικοί που εμέτρησαν το πλήθος, ανάγγειλαν στον Πατριάρχη ότι ήσαν περίπου δέκα χιλιάδες μοναχοί. Επειδή καμμιά άλλη εκκλησία δεν χωρούσε όλο αυτό το πλήθος, φάνηκε καλό να συναχθούν όλοι στον ναό του αγίου Στεφάνου, που μπορούσε να χωρέση όλο αυτό το πλήθος.
Συγχρόνως ήθελαν να συναντήσουν και τον Υπάτιο, τον ανεψιό του Βασιλιά, που μόλις είχε απολυθή από την αιχμαλωσία του Βιταλιανού και είχε έλθει στα Ιεροσόλυμα για να εκπληρώση κάποιο του τάξιμο. Συναθροίσθηκαν όλοι οι μοναχοί και οι πολίτες στον σεβάσμιο ναό που είπαμε, και ήλθε και ο Αναστάσιος ο δούκας και ο Ζαχαρίας ο άρχοντας. Μαζί με το πλήθος βρισκόταν και ο Υπάτιος στο σεβάσμιο ναό του αγίου Στεφάνου.
Ανέβηκε ο Πατριάρχης στον άμβωνα έχοντας μαζί του τον Θεοδόσιο και τον Σάββα, τους κορυφαίους και αρχηγούς όλων των μοναχών. Όλος ο λαός εφώναζε επί πολλές ώρες και έλεγε: Αναθεμάτισε τους αιρετικούς και βεβαίωσέ μας για τη Σύνοδο επικυρώνοντας τις αποφάσεις της. Χωρίς κανένα δισταγμό και καμμιά αναβολή και με κοινή συμφωνία και οι τρεις αναθεμάτισαν τον Νεστόριο και τον Ευτυχή, τον Σεβήρο και τον Σωτήριχο επίσκοπο Καισαρείας και Καππαδοκίας και όλους εκείνους που δεν δέχονταν τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας.
Αφού διακήρυξαν αυτά και οι τρεις και κατέβηκαν από τον άμβωνα, γύρισε ο αββάς Θεοδόσιος κι εφώναξε στο λαό και είπε: Όποιος δεν δέχεται τις τέσσερις Συνόδους όπως τα τέσσερα Ευαγγέλια, να είναι αναθεματισμένος.
Έτσι έγιναν αυτά. Τότε ο δούκας φοβήθηκε το πλήθος κι έφυγε στην Καισάρεια. Ο Υπάτιος έπεισε τους πατέρες και τους βεβαίωσε με όρκους ότι ήλθε εδώ χωρίς να δεχθή σε κοινωνία τον Σεβήρο, αλλά έσπευσε να αξιωθή της δικής τους κοινωνίας.
Προσέφερε δε στο ναό της Αναστάσεως εκατό λίτρες χρυσάφι. Επίσης έδωκε και στον Γολγοθά και στον τίμιο Σταυρό. Στους αββάδες Θεοδόσιο και Σάββα έδωσε άλλες εκατό λίτρες χρυσού, για να το μοιράσουν στους μοναχούς που ζούσαν ασκητικά στη χώρα.
Ο Βασιλιάς Αναστάσιος έμαθε τα όσα συνέβησαν στα Ιεροσόλυμα. Γι’ αυτό ετοιμαζόταν να έλθη με στρατιωτική δύναμι και να εξορίση τον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη και τους πατέρες μας Σάββα και Θεοδόσιο, που ανέβηκαν μαζί του στον άμβωνα.
Μόλις αυτό έγινε γνωστό στα Ιεροσόλυμα, οι αρχηγοί των μοναχών και αγωνισταί της ευσεβείας και της ορθοδοξίας πρόμαχοι και στρατηγοί Θεοδόσιος και Σάββας, συνάθροισαν όλο το πλήθος των μοναχών της ερήμου. Κι όλοι ήταν μιας γνώμης. Να γράψουν στον βασιλιά επιστολή διαμαρτυρίας που ονομάσθηκε δέησι.
Στην επιστολή αυτή έγραφαν τα εξής:
«Στον θεοφιλέστατο και εκ Θεού ευσεβέστατο Βασιλέα, τον φιλόχριστο αύγουστο και αυτοκράτορα Φλάβιο Αναστάσιο, δέησι και ικεσία των αρχιμανδριτών Θεοδοσίου και Σάββα κι όλων των ηγουμένων κι όλων των μοναχών, που κατοικούν στην αγία πόλι του Θεού και την έρημο που είναι γύρω από αυτή και τον Ιορδάνη.
Ο παμβασιλεύς των απάντων Θεός και δεσπότης Ιησούς Χριστός, ο μονογενής υιός του Θεού, εμπιστεύθηκε τα σκήπτρα της βασιλείας πάντων μετά από τον εαυτόν του στην δύναμι και την εξουσία της θεοφιλίας σου, για να χαρίζη το μεγάλο αγαθό της ειρήνης, με τη δική σου ευσέβεια, σ’ όλες γενικά τις αγιώτατες εκκλησίες του, ιδιαίτερα επιθυμώντας να υπάρχη και να διασφαλίζεται το δώρο αυτό στη μητέρα των εκκλησιών την Σιών, στην οποία φανερώθηκε και συντελέσθηκε το της ευσεβείας μυστήριο για τη σωτηρία όλου του κόσμου. Γιατί από αυτή άρχισε και διαδόθηκε στα πέρατα της γης με το θείο και ευαγγελικό κήρυγμα, το φως που ανέτειλε σ’ αυτήν.
Την αληθινή και αφαντασίαστη πίστι και ομολογία αυτού του τιμιωτάτου και υπερφυσικού μυστηρίου του Χριστού, που αποκαλύφθηκε άνωθεν, την παραλάβαμε από την αρχή διά των αγίων και μακαριστών Αποστόλων και με τη δύναμι του τιμίου και νικοποιού Σταυρού και της Αγίας Αναστάσεως και τη χάρι που αναβλύζει από όλους τους αγίους και προσκυνητούς τόπους, την διαφυλάξαμε χωρίς κανένα τραύμα, άτρωτη και απαραχάρακτη εν Χριστώ όλοι όσοι αξιωθήκαμε να κατοικούμε σ’ αυτή την αγία γη.
Και με τη χάρι του Θεού θα την διαφυλάξωμε και στο μέλλον, χωρίς να μας τρομάζη τίποτε απ’ όσα οι εχθροί της πίστεως μηχανεύονται. Ακολουθούμε πιστά τις αποστολικές παραινέσεις που μας λέγουν να μη περιφερώμαστε σε κάθε άνεμο της διδασκαλίας, που προέρχεται από τη δολιότητα των ανθρώπων και τις πανουργίες εκείνων, που με τα ψυχοφθόρα και απατηλά σοφίσματά τους εξαπατούν τους ακάκους και απλοϊκούς και με τις κακοδοξίες τους συνταράσσουν και νοθεύουν το καθαρό και άδολο νάμα της πίστεως.
Μέσα σ’ αυτή την αγία και αμώμητη πίστι, με τη χάρι του Θεού, γεννήθηκε και η δική σου φιλόχριστη βασιλεία και τράφηκε και αυξήθηκε, από του Θεού τη δύναμι, και όλη σχεδόν η υφήλιος την δέχθηκε, καθώς πιστεύομε.
Γι’ αυτό απορούμε πώς συνέβη, ώστε στους καιρούς της θεοφιλούς βασιλείας σου, να ξεχυθή τόσο μεγάλη ταραχή και τόσο μεγάλος κλονισμός στην αγία του Θεού πόλι Ιερουσαλήμ και να επεκταθή σε τέτοιο βαθμό, ώστε η μητέρα όλων των εκκλησιών η Σιών και ο ναός της αγίας του Θεού και Σωτήρος μας Αναστάσεως, που είναι το καταφύγιο και ο τόπος όπου βρίσκουν προστασία οι αδικούμενοι όλου του κόσμου και ζητούν σωτηρία, να καταντήση δημόσια αγορά και τόπος ακάθαρτος.
Και ο επίσκοπός της (Ηλίας), που είναι εις τύπον και τόπον Χριστού, μαζί με τους λειτουργούς του αγίου Θυσιαστηρίου και όσους έλαβαν το μοναχικό σχήμα για να είναι μάρτυρες της αγγελικής ζωής στα μάτια των εθνικών και των Ιουδαίων και των Σαμαρειτών, που ξεπήγασε από αυτή την αγία Σιών και την προσκυνητή Ανάστασι, διώχνονται βίαια κι οδηγούνται σε βέβηλους κι ακαθάρτους τόπους συρόμενοι ανάμεσα στους δρόμους της πόλεως και αναγκάζονται να κάνουν και μερικές υποχωρήσεις στην πίστι.
Από αυτά όλα κι εκείνοι που έρχονται εδώ για να εκπληρώσουν κάποιο τους τάμα και να προσευχηθούν και να οικοδομηθούν πνευματικά, γυρίζουν στις πατρίδες τους πολύ σκανδαλισμένοι.
Ίσως ισχυρισθή κανείς ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε βάρος της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ για να διαφυλαχθή ακέραιη και ακριβής η πίστι.
Τίθεται όμως το ερώτημα. Η Ιερουσαλήμ είναι το μάτι και το φως όλης της οικουμένης, που από αυτή δέχθηκε τον ευαγγελικό λόγο, σύμφωνα με το προφητικό εκείνο χωρίο που λέει ότι εκ Σιών εξελεύσεται νόμος και λόγος Κυρίου εξ Ιερουσαλήμ3.
Οι κάτοικοί της ψηλαφούν την αλήθεια με τα ίδια τους τα χέρια, μπορεί να πη κανείς, βλέποντας συνεχώς τους αγίους και σεβάσμιους τόπους, όπου πραγματοποιήθηκε το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του μεγάλου Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού. Πώς, λοιπόν, μετά από πεντακόσια και περισσότερα χρόνια από τότε που φανερώθηκε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, θα μάθουμε την πίστι από άλλους εμείς οι Ιεροσολυμίτες;
Γι’ αυτό πρέπει να μάθης και να γνωρίσης πολύ καλά, ότι η διόρθωσι δήθεν που επιχειρείται τώρα στην πίστι του Χριστού, που μας παραδόθηκε ανόθευτη, δεν είναι του αληθινού Χριστού αλλά του αντιχρίστου, που προσπαθεί να διαταράξη την ένωσι και την ειρήνη των εκκλησιών του Θεού και να γεμίση τα πάντα με ταραχή και ακαταστασία.
Όλων αυτών των κακών αρχηγός και πρώτος εργάτης, από την αρχή μέχρι τώρα, είναι ο Ακέφαλος και Αποσχίτης Σεβήρος, που για καταστροφή της δικής του ψυχής και της κοινής πολιτείας των Χριστιανών, έγινε Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας, κατά παραχώρησι Θεού και για τις δικές μας αμαρτίες.
Αυτός αναθεμάτισε τους αγίους μας πατέρες, που μας παρέδωκαν την αποστολική πίστι, που καθορίσθηκε δογματικά από τους πατέρες της πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, που συγκεντρώθηκαν στη Νίκαια και με κάθε τρόπο την κατοχύρωσαν και με αυτή την πίστι φωτίζουν τους πάντες.
Την αναγνώρισι αυτού του Ακεφάλου και την εκκλησιαστική κοινωνία εμείς την αποφεύγουμε και την αρνούμαστε εξ ολοκλήρου.
Παρακαλούμε και τη δική σου ευσέβεια να ελεήσης και λυπηθής την μητέρα όλων των εκκλησιών, τη Σιών, που υπερασπίζεται το αγαπημένο από το Θεό κράτος σου. Να την λυπηθής, γιατί με τόσο ταπεινωτικά μέσα εξευτελίζεται και πολιορκείται και να δώσης εντολή να εμποδισθή η φοβερή δοκιμασία που την απειλεί και που σαν βαρύτατος κι άγριος χειμώνας έρχεται εναντίον της.
Γνώριζε ακόμη, Βασιλιά, ότι εμείς όταν έχουμε να διαλέξουμε μεταξύ ζωής και θανάτου, για τα θέματα της πίστεως, μας είναι προτιμότερος ο θάνατος.
Με κανένα τρόπο δεν δεχόμαστε να γίνουμε συμμέτοχοι ή να έχουμε επικοινωνία με τους εχθρούς της Εκκλησίας του Θεού και των ματαίων και καταραμένων δοξασιών τους.
Γιατί, με τη χάρι και τη βοήθεια του Θεού, κατέχουμε την αποστολική πίστι και σ’ αυτή μένουμε σταθεροί και εδραιωμένοι, και καυχώμαστε με την ελπίδα μας όλη στο Θεό ότι θα βρεθούμε και μέσα στη δόξα του. Όλοι μας, όσοι κατοικούμε στην άγια τούτη γη, έχουμε ένα φρόνημα και μία πίστι.
Τις άγιες τέσσερις οικουμενικές Συνόδους, που είναι ίσες στον αριθμό με τα τέσσερα Ευαγγέλια και γι’ αυτό έχουν ξέχωρα τιμηθή με την ίδια δόξα, μ’ ένα πνεύμα κι’ ένα φρόνημα, γεμάτοι χαρά τις δεχθήκαμε. Γιατί αυτές συγκροτήθηκαν με θεία έμπνευσι, σε διαφορετικούς καιρούς, για να αντιμετωπισθούν οι διάφορες πλάνες των αιρέσεων, που διαιρούν και κατακομματιάζουν την ενότητα της εκκλησίας.
Οι διαφορές που έχουν μεταξύ τους οι Σύνοδοι είναι μόνο στις λέξεις κι όχι στη δύναμι και στην αλήθεια, που είναι μία, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα άγια τέσσερα Ευαγγέλια.
Ψηλότερα απ’ όλες, που λάμπει με ιδιαίτερο φως, βρίσκεται η πρώτη, των τριακοσίων δέκα οκτώ αγίων πατέρων, που έγινε στη Νίκαια εναντίον του άθεου Αρείου. Ακολουθούν έπειτα οι άλλες τρεις Σύνοδοι. Των εκατόν πενήντα πατέρων που συγκροτήθηκε κατά του Πνευματομάχου Μακεδονίου.
Μετά η Σύνοδος της Εφέσου κατά του επάρατου και ανθρωπολάτρη Νεστορίου.
Στην ίδια γραμμή ακολουθεί και η τετάρτη, που συγκροτήθηκε στη Χαλκηδόνα, για να επιβεβαιώση και κατοχυρώση τον ξεχωρισμό από την Εκκλησίαν και την καταδίκη του δυσσεβή Νεστορίου και να διώξη από τους κόλπους της και αναθεματίση τον ασεβή Ευτυχή.
Την μία και αποστολική αυτή πίστι που μας παραδόθηκε με τις τέσσερες αυτές οικουμενικές Συνόδους, δεχθήκαμε και μείς που κατοικούμε στην άγια αυτή γη, καθώς αναφέραμε και πιο πάνω.
Σ’ αυτή την πίστι είμαστε στηριγμένοι για πάντα. Και μ’ αυτούς που δεν πιστεύουν όπως εμείς και δεν πειθαρχούν στις αποφάσεις των Συνόδων αυτών, τίποτε δεν μπορεί να μας ενώση, έστω κι αν πρόκειται να συναντήσουμε μύριους θανάτους.
Για να πληροφορηθή καλλίτερα η δική σου εξουσία, στα πάρα πάνω προσθέτουμε τα εξής: Εμείς αναθεματίζουμε μαζί με κάθε αίρεσι, που χωρίζει από τον Χριστό το Θεό μας, τον Νεστόριο και καθένα που έχει τα ίδια μ’ εκείνον φρονήματα.
Αυτοί πιστεύουν ότι ο ένας Κύριός μας Ιησούς Χριστός ο μονογενής υιός του Θεού, που σταυρώθηκε για μας, δεν είναι ένα, αλλά δύο πρόσωπα εξωτερικά ενωμένα και μιλάνε για δύο υιούς, ή χωρίζουν σε δύο διαφορετικά και εξωτερικά μέρη τις δύο φύσεις, που, καθώς εμείς πιστεύουμε, είναι ενωμένες με θεία ένωσι, που είναι αδύνατον να την εννοήσουμε, ασύγχυτα και αδιαίρετα. Αναθεματίζουμε ακόμα και κάθε άλλον που έχει τέτοιες ή όμοιες ιδέες, που φανερώνουν σύγχυσι του μυαλού τους.
Μαζί με τον Νεστόριο αναθεματίζουμε και τον Ευτυχή, που κηρύσσει ότι η ενανθρώπησι του Χριστού έγινε κατά φαντασίαν ή ότι εξετράπη η μία φύσι προς την άλλη της θεότητος και της ανθρωπότητος και επομένως υπάρχει μία φύσι, στο ένα και μοναδικό πρόσωπο του Ιησού Χριστού του αληθινού Θεού, που οι δύο αυτές φύσεις ενώθηκαν καθ’ υπόστασιν4 αδιαίρετα και ασύγχυτα.
Αυτή τη θεία ένωσι την ασύγχυτη και αδιαίρετη, ο Ευτυχής την αναθεμάτισε και την αρνήθηκε εντελώς. Μαζί μ’ αυτόν έχει κατά τον ίδιο τρόπο αναθεματισθή και ο Νεστόριος από τους αγίους Πατέρες, που αναφέραμε πιο πάνω.
Αυτή την έγγραφη πληροφορία και διαμαρτυρία ας την δεχθή με ευμένεια η γαληνότητά σου από την ταπεινότητα όλων μας.
Και ας διατάξη να σταματήσουν τα κακά που κάθε μέρα επιχειρούνται και οι συνεχείς ακαταστασίες που προξενούνται στην αγία πόλι του Θεού και στον οσιώτατο αρχιεπίσκοπό μας Ιωάννη από τους εχθρούς της αληθείας, εν ονόματι δήθεν της δικής σου ευσέβειας.
Ας πεισθή δε η δική σου εξουσία και μεγαλειότητα, ενώπιον του Θεού και των αγίων αγγέλων το διακηρύσσουμε, ότι κατ’ ουδένα τρόπο ή λόγο θα δεχθούμε ένωσι με τους Αποσχίστες, που αναφέραμε πρωτίτερα, χωρίς νόμιμη και κανονική κρίσι, ούτε θα συγκατατεθούμε σε οποιαδήποτε καινοτομία, που θα επιχειρηθή να εισαχθή στην πίστι, ούτε πρόκειται να δεχθούμε οποιοδήποτε πρόσωπο από τους Ακέφαλους, σ’ οποιοδήποτε καιρό και δια της βίας θα χειροτονηθή Αρχιεπίσκοπος.
Αν κάτι τέτοιο συμβή για τις αμαρτίες μας, πληροφορούμε την ευσέβειά σου ενώπιον της αγίας και ομοουσίου Τριάδος, ότι τα αίματα όλων μας θα χυθούν και οι άγιοι τόποι θα παραδοθούν στη φωτιά προτού συμβή κάτι τέτοιο στην αγία τούτη πόλι του Θεού.
Γιατί ποιο είναι το όφελος να έχουν την ψιλή ονομασία «άγιοι τόποι», ενώ με τέτοιον τρόπο εξουσιάζονται και ατιμάζονται; Η ειρήνη όμως του Θεού, που υπερέχει πάντα νου, θα φρουρήση την αγία του Εκκλησία και θα σταματήση τα σκάνδαλα που έρχονται κατ’ επάνω της, με τη βοήθεια της δικής σου εξουσίας, για τη δόξα τη δική του και για καύχησι της θεοφιλούς βασιλείας σου».
Την ίδια διαμαρτυρία την έστειλαν οι πατέρες μας και στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη, που διαδέχθηκε τον Τιμόθεο που εν τω μεταξύ είχε πεθάνει.
Αυτή τη διαμαρτυρία την έλαβε ο βασιλιάς Αναστάσιος. Επειδή όμως είχε πολλές ενοχλήσεις από τα βαρβαρικά στίφη του Βιταλιανού, σκέφθηκε και αποφάσισε, για να ησυχάσουν τα πράγματα, να μη διώξη από τον θρόνο των Ιεροσολύμων τον Ιωάννη5.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου