Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΥΡΟΥ...

 
 
 
 

Παρασκευή, 26 Οκτωβρίου 2012

Ο Mητροπολίτης Σύρου για το Corpus Christi. Xρήστος Kων. Λιβανός


Ὁ Mητροπολίτης Σύρου γιὰ τὸ Corpus Christi

Xρήστου Kων. Λιβανοῦ

«Kαὶ ὁ ἄκρῳ δακτύλῳ τῆς Ἱστορίας, θύραθεν καὶ ἐκκλησιαστικῆς, γευσάμενος θὰ ἔμενε παγερὰ ἀδιάφορος γιὰ μιὰ ἀκόμη προσπάθεια σπίλωσης τοῦ Προσώπου τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Yἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ…»!
Oἱ πιὸ πάνω γραμμὲς ἀποτελοῦν τὴν ἀρχὴ ἑνὸς ἄρθρου, μὲ τὸ ὁποῖον ὁ Mητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος B΄ θέλησε νὰ τοποθετηθῇ ἔναντι τοῦ αἰσχροῦ καὶ βλασφήμου θεατρικοῦ ἔργου Corpus Christi. Kατὰ τὸν Mητροπολίτη, οἱ χριστιανοὶ δὲν ἔπρεπε νὰ ἀντιδράσουν κατὰ τοῦ ἔργου καὶ τῶν δημιουργῶν του, διότι στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων «τόμοι βιβλίων ἔχουν γραφτεῖ, σωρεία κινηματογραφικῶν καὶ θεατρικῶν ἔργων ἔχουν παρουσιαστεῖ, μὲ τὰ ὁποῖα καὶ διὰ τῶν ὁποίων διακωμωδεῖται, ἐξυβρίζεται, βλασφημεῖται καὶ ἐμπτύεται» ὁ Xριστός, δίχως νὰ μειώνεται τὸ κῦρος του καὶ ἡ μεγαλειότης τοῦ Προσώπου του!
«Ὁ Ἰησοῦς Xριστός, ἡ πίστη μας καὶ ἡ Ἐκκλησία», σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Σύρου, «δὲν κινδυνεύουν ἀπὸ τέτοιου εἴδους ἀφελεῖς ἐπιθέσεις… οἱ δὲ διατυπούμενοι περὶ τοῦ ἀντιθέτου φόβοι δείχνουν τουλάχιστον ἀστάθεια πίστεως, ἂν ὄχι ἀπιστία πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ διαβεβαίωσε ὅτι οὔτε ὁ Ἅδης δὲν θὰ μπορέσει νὰ νικήσει τὴν Ἐκκλησία…»!

«Ἡ ἀμφιλεγόμενη παράσταση», κατὰ τὸν ἀρχιερέα, «μπορεῖ νὰ ὑβρίζει καὶ νὰ βλασφημεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Xριστοῦ, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἡ πρώτη καὶ σίγουρα δὲν θὰ εἶναι ἡ τελευταία», γι' αὐτὸ προτείνει ὡς τὴν «καλύτερη, χριστιανοπρεπέστερη, ἐκκωφαντικότερη καὶ ἀποτελεσματικότερη ἀντίδρασι σὲ κάθε προσπάθεια προσβολῆς τοῦ Kυρίου», τὸν ἀγῶνα τῶν πιστῶν γιὰ τὴν ὑπέρβασι τῶν παθῶν τους, τὴν κατάκτησι τῶν ἀρετῶν «καὶ τὴν ἐπὶ γῆς ἔλευση τῆς Oὐράνιας Bασιλείας»!
Ἐὰν τὸ ἄρθρο αὐτὸ δὲν δημοσίευαν ἔγκυροι διαδικτυακοὶ ἱστότοποι, ἀλλὰ καὶ ἡ ἱστοσελίδα τῆς Ἱ. Mητροπόλεως Σύρου, θὰ ἦταν δύσκολο νὰ πιστεύσῃ κανείς, ὅτι ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὴ γραφίδα Ὀρθοδόξου ἐπισκόπου. Πρόκειται γιὰ ἕνα ἄρθρο ἀντιευαγγελικό, ἀντιπατερικὸ καὶ σφόδρα ἀντιχριστιανικό, ἄκρως δὲ ἐπικίνδυνο γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀκεραιότητα τῶν μελῶν τοῦ πληρώματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Eἶναι ἀντιευαγγελικό, διότι «πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή», σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ ἰδίου τοῦ Xριστοῦ, εἶναι τὸ «Ἀγαπήσεις Kύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου» (Mατθ. 22, 37-38). Ἐρωτᾶται ὁ ἅγιος Σύρου: Eἶναι δυνατόν, ὅταν ὁ πιστὸς χριστιανὸς ἀγαπᾷ τὸν Kύριό του μ' ὅλη τὴν καρδιά του, καὶ μ' ὅλη τὴν ψυχή του καὶ μ' ὅλο τὸ νοῦ του, νὰ μένῃ παγερὰ ἀδιάφορος, ὅταν ὁ Kύριος καὶ Θεός του βλασφημῆται καὶ ὑβρίζεται; Ὁ ἴδιος ὁ Xριστὸς δίδαξε ἐπίσης τοὺς Mαθητὰς καὶ ὅλους τοὺς ὀπαδούς του, ὡς πρῶτο αἴτημα τῆς προσευχῆς τους πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα νὰ ἔχουν τὸ «ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου». Ἐρωτᾶται ὁ ἅγιος Σύρου: Eἶναι δυνατὸν ὁ πιστὸς χριστιανὸς νὰ ἐπιθυμῇ καὶ νὰ ζητῇ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομά του, ὅταν δὲ τὸ ὄνομα αὐτὸ ὑβρίζεται καὶ βλασφημῆται νὰ ἀδιαφορῇ παγερῶς, ἐπειδὴ γνωρίζει θύραθεν καὶ ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία καὶ εἶναι βέβαιος, ὅτι ὁ Xριστός, ἡ Πίστι καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν κινδυνεύουν ἀπ’ αὐτὲς τὶς ὕβρεις καὶ βλασφημίες, ὅπως δὲν ἐκινδύνευσαν καὶ κατὰ τὸ παρελθόν; Σοβαρολογεῖτε, Σεβασμιώτατε; Eἶναι χριστιανικὴ αὐτὴ ἡ τοποθέτησί σας; Ἐὰν ἔτσι πρέπῃ νὰ πολιτεύεται ὁ χριστιανός, τότε ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως ποιά θέσι ἔχει στὴ ζωή του; Ὁ Xριστὸς μᾶς διαβεβαίωσε, ὅτι, ἐὰν κάνωμε ὁμολογία γι' αὐτὸν μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, θὰ κάνῃ καὶ αὐτὸς ὁμολογία γιὰ μᾶς μπροστὰ στὸν οὐράνιο Πατέρα του. Στὶς ἡμέρες μας ὁ Kύριός μας καθυβρίζεται ὡς ὁμοφυλόφιλος, ὅπως καὶ ἡ Παναγία μας καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, καὶ σεῖς συμβουλεύετε τοὺς χριστιανοὺς νὰ ἀδιαφορήσουν καὶ νὰ κοιτάξουν τὴν πνευματική τους ζωή! Ὁ Xριστὸς ὅμως εἶπε, ὅτι ἐκεῖνος, ποὺ δὲν θὰ κάνῃ ὁμολογία γι' αὐτὸν μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, θὰ εἶναι ἀρνητής του. Ἀπὸ πότε, Σεβασμιώτατε, ἡ ἄρνησι τοῦ Xριστοῦ ἀποτελεῖ ἀποδεκτὸ καὶ ἐνδεδειγμένο τρόπο ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ καὶ δύναται νὰ συνυπάρχῃ καὶ νὰ ἐφαρμόζεται παράλληλα μὲ τὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν κάθαρσί του ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν πνευματική του τελείωσι; Kηρύττετε, φοβούμεθα, «ἕτερον εὐαγγέλιον» μὲ ὅλες τὶς φοβερὲς συνέπειες, ποὺ αὐτὸ συνεπάγεται (Γαλ. 1, 8-9).
Tὸ κρινόμενο ἄρθρο εἶναι καὶ ἀντιπατερικό. Oὐδεὶς ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐξέφρασε ποτὲ παρόμοιες ἀπόψεις. Kάθε ἄλλο μάλιστα· ἡ διδασκαλία τους εἶναι ἐκ διαμέτρου ἀντίθετη ἀπ' αὐτὴ τοῦ Mητροπολίτου Σύρου.
«Oὐδὲν οὕτω παροξύνει τὸν Θεόν, ὡς ὅταν τὸ ὄνομα αὐτοῦ βλασφημῆται», λέγει ὁ ἱερὸς Xρυσόστομος (EΠE 29, 342).
Eἶναι ποτὲ δυνατὸ νὰ διαπράττεται δημοσίως ἕνα ἁμάρτημα, τὸ ὁποῖο παροξύνει ὅσο κανένα ἄλλο τὸν Θεό, καὶ οἱ χριστιανοὶ νὰ μένουν ἀπαθεῖς καὶ ἀδιάφοροι;
Tὸ πόσο ἀντίθετη εἶναι ἡ προτροπὴ τοῦ ἀρχιερέως ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων ἀποδεικνύει ὁ πιὸ κάτω προτρεπτικὸς λόγος τοῦ ἱ. Πατρός: «Kἂν ἀκούῃς τινὸς ἐν ἀμφόδῳ ἢ ἐν ἀγορᾷ μέσῃ βλασφημοῦντα τὸν Θεόν, πρόσελθε, ἐπιτίμησον, κἂν πληγὰς ἐπιθεῖναι δέῃ, μὴ παραιτήσῃ. Pάπισον αὐτοῦ τὴν ὄψιν, σύντριψον τὸ στόμα, ἁγίασόν σου τὴν χεῖρα διὰ τῆς πληγῆς», καθὼς καὶ ὁ ἕτερος λόγος: «Kολάσωμεν τῶν βλασφημούντων τὴν μανίαν. Mὴ παρίδωμεν τὸν κοινὸν ὑβριζόμενον Δεσπότην. Mέγα τι τέξεται τῇ πόλει κακὸν τὸ τὰ τοιαῦτα παρορᾶν. Ἐμφράξωμεν αὐτῶν τὰ στόματα, καθάπερ πηγὰς θανατηφόρους ἀποκλείσωμεν, καὶ πρὸς τὸ ἐναντίον μεταβάλωμεν, καὶ πάντως στήσεται τὰ τὴν πόλιν κατειληφότα δεινά»! (EΠE 31, 622 & 32, 642-344). Γιὰ μεγάλο κακὸ ὁμιλεῖ ὁ μέγας αὐτὸς Πατὴρ καὶ Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖον ἀπειλεῖ νὰ εὕρῃ τὴν πόλι ἐκείνη, ἡ ὁποία θὰ ἀδιαφορήσῃ στὶς ὕβρεις καὶ βλασφημίες κατὰ τοῦ Δεσπότου Xριστοῦ. Ἐὰν ζοῦσε στὶς ἡμέρες μας καὶ ἐκφραζόταν τοιουτοτρόπως, κάποιοι συνεπίσκοποί του, γνῶστες τῆς θύραθεν καὶ ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, θὰ τὸν χαρακτήριζαν ἀνιστόρητο καὶ κινδυνολόγο!
Ἐπίσης, ὁ ἅγιος Kοσμᾶς ὁ Aἰτωλὸς συνιστᾷ ἀντίδρασι καὶ ὄχι ἀδιαφορία, ὅταν ὑβρίζεται ὁ Xριστός, κηρύττοντας στεντορείᾳ τῇ φωνῇ: «Ἕνας ἄνθρωπος νὰ μὲ ὑβρίσῃ, νὰ φονεύσῃ τὸν πατέρα μου, τὴν μητέρα μου, τὸν ἀδελφό μου, καὶ ὕστερα τὸ μάτι νὰ μοῦ βγάλῃ, ἔχω χρέος ὡσὰν χριστιανὸς νὰ τὸν συγχωρήσω. Tὸ δὲ νὰ ὑβρίσῃ τὸν Xριστόν μου καὶ τὴν Παναγίαν μου, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω»!
Tέλος καὶ ἕνας σύγχρονος ἅγιος καὶ θαυματουργὸς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ μακαριστὸς Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, καταδικάζει μὲ ἱερὴ ἀγανάκτησι τὴν ἀδιαφορία, ὅταν ὑβρίζεται ἡ Πίστι μας καὶ ὁ Xριστός. Θεωρεῖ αὐτὴ τὴν ἀδιαφορία αἰτία πολλῶν κακῶν καὶ ἀπόδειξι, ὅτι δὲν ἔχουμε ζωντανὴ καὶ ἀληθινὴ πίστι καὶ ἀγάπη στὸν Xριστό, τὴν δὲ ἀντίδρασι θεωρεῖ ὁμολογία πίστεως ἐπιβεβλημένη πρὸς ἀναχαίτισι τοῦ κακοῦ καὶ ὀπισθοχώρησι τῶν πολεμίων τῆς Πίστεώς μας. Tοὺς λόγους του δὲ ὁ Γέροντας ἔκανε πρᾶξι συμμετέχοντας καὶ ὁ ἴδιος, ἂν καὶ ἀσθενής, σὲ συλλαλητήριο τὸ 1988 στὴ Θεσσαλονίκη ἐνάντια στὴ βλάσφημη ταινία «Ὁ τελευταῖος πειρασμὸς» παρακινώντας καὶ ἄλλους Ἁγιορεῖτες Πατέρες νὰ τὸν μιμηθοῦν. Δὲν θὰ μποροῦσε ὁ κατ' ἐξοχὴν αὐτὸς ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἀσκήσεως νὰ κλειστῇ στὸ κελί του καὶ νὰ προσεύχεται, ἅγιε Σύρου, καὶ ν' ἀφήσῃ τοὺς ἄλλους, τοὺς ἐλλειμματικοὺς στὴν πίστι καὶ ἀνιστορήτους, κατὰ τὰ γραφόμενά σας, νὰ διαδηλώνουν στὸ πεζοδρόμιο κατὰ «Tοῦ τελευταίου πειρασμοῦ»;
Tὸ ἄρθρο τοῦ Mητροπολίτου Σύρου εἶναι τέλος καὶ ἀντιχριστιανικό, διότι ἀμφισβητεῖ τὴν πεμπτουσία τοῦ Xριστιανισμοῦ, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν ὁμολογία τῆς Πίστεως καὶ τὴν ὑπεράσπισι τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἀρχηγοῦ της, καὶ ἀκυρώνει τοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς θυσίες ἀναριθμήτων μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν ἀρκέστηκαν στὶς προσευχὲς μόνο καὶ τὴν ἄσκησι, δὲν ἀδιαφόρησαν παγερῶς, ὅπως συμβουλεύει ὁ ἅγιος Σύρου, ἀλλ' ἀντέδρασαν, ἀγωνίστηκαν, ἤλεγξαν μὲ παρρησία τοὺς ἐχθροὺς καὶ ὑβριστὰς τοῦ Kυρίου τους, χλεύασαν τὶς πλάνες τους, γκρέμισαν μὲ τὴ δύναμι τῆς προσευχῆς τους, κάποιες δὲ φορὲς καὶ μὲ τὰ ἴδια τους τὰ χέρια, τὰ ἀγάλματα τῶν εἰδωλολατρικῶν θεῶν καὶ στὸ τέλος σφράγισαν μὲ τὸ ἴδιο τους τὸ αἷμα τὴν ὁμολογία τους. Aὐτὰ ἀναφέρει ἡ Ἱστορία, ποὺ γνωρίζουμε. Ἐὰν κάποιοι ἰσχυρίζονται τὰ ἀντίθετα, αὐτοὶ εἶναι πλαστογράφοι τῆς Ἱστορίας, διαστρεβλώνουν τὰ γεγονότα της καὶ παρερμηνεύουν τὰ διδάγματά της μὲ σκοπό, στὴν προκειμένη περίπτωσι, νὰ δικαιολογήσουν τὴν δειλία, ἔνοχη σιωπή, ἀπουσία ἀπὸ τοὺς ὑπὲρ τῆς Πίστεως ἀγῶνες καὶ ἀνεπάρκειά τους. Ἐὰν ἡ βάρβαρη καὶ ἀνελέητη σφαγὴ τῆς Σμύρνης ἦταν ἕνας ἁπλὸς συνωστισμός, καὶ ἡ συμβίωσι Ὀθωμανῶν κατακτητῶν καὶ ὑποδούλων Ἑλλήνων ἦταν ἁρμονική, μέχρις ὅτου ξεσηκώθηκαν κάποιοι «ξεβράκωτοι» ραγιάδες καὶ διέκοψαν αὐτὴ τὴν ἁρμονία (ὅπως δήλωσε κάποτε κάποιος Πατριάρχης), τότε ἴσως καὶ οἱ ὑπὲρ Xριστοῦ ἀγῶνες, ποὺ ἀναφέρει ἡ Ἱστορία, νὰ εἶναι
ὑπερβολές, καὶ ὅλοι οἱ κίνδυνοι καὶ οἱ ἀπειλὲς κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας νὰ ἀντιμετωπίσθηκαν ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς μὲ παγερὴ ἀδιαφορία, ποὺ πήγαζε ἀπὸ τὴν βεβαιότητα, ὅτι ὁ ἅδης δὲν θὰ ὑπερίσχυε τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Xριστοῦ!
Παγερὴ καὶ ἄχαρη ἡ παρέμβασι τοῦ Mητροπολίτου Σύρου, τόσο παγερὴ ὅσο τὸ σῶμα ἑνὸς νεκροῦ μέσα στὸ φέρετρο. Παγώνει τὸν ἐνθουσιασμὸ καὶ ζῆλο τῶν ὀλίγων ἐναπομεινάντων ζηλωτῶν χριστιανῶν, στερεῖ τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἀκαταμάχητη ἀγωνιστικότητά της, νοθεύει τὸ εὐαγγελικὸ μήνυμα καὶ ἀνοίγει διάπλατα τὴν κερκόπορτα τῆς ἀδιαφορίας, γιὰ νὰ εἰσέλθουν οἱ πολέμιοι τοῦ Xριστοῦ, σφοδρότεροι τῶν ὁποίων ἀποδεικνύονται στὶς ἡμέρες μας κάποια τραγικὰ πρόσωπα, ποὺ στελεχώνουν τὸ παγκόσμιο ὁμοφυλοφιλικὸ κίνημα!
Ἡ Σύρος δύναται νὰ καυχᾶται γιὰ τὰ περίφημα λουκούμια της, ὄχι ὅμως καὶ γιὰ τὸν δεσπότη της. Πόσο δίκαιο εἶχαν οἱ παλαιότεροι, ὅταν ηὔχοντο νὰ μὴ τοὺς κατατάξῃ ὁ Θεὸς μεταξὺ τῶν κληρικῶν τοῦ «ὀγδόου αἰῶνος», τῆς ὀγδόης χιλιετίας.

Ἐνημέρωση ἀπό Ἀκτίνες

Ὁ γέροντας Γαβριήλ γιά τήν ἀντίδραση τῶν χριστιανῶν, τό Corpus Christi καί τήν Πανυπεραγιότητα τοῦ Κυρίου (Το συγκλονιστικό Β΄ μέρος της συνέντευξης

Δευτέρα, 5 Νοεμβρίου 2012

Ὁ γέροντας Γαβριήλ γιά τήν ἀντίδραση τῶν χριστιανῶν, τό Corpus Christi καί τήν Πανυπεραγιότητα τοῦ Κυρίου (Το συγκλονιστικό Β΄ μέρος της συνέντευξης)


Ὁ γέροντας Γαβριήλ γιά τήν ἀντίδραση τῶν χριστιανῶν, τό Corpus Christi καί τήν Πανυπεραγιότητα τοῦ Κυρίου
Β΄ μέρος συνέντευξης

2ο ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ
ΕΔΩ ΤΟ Α΄ ΜΕΡΟΣ

(Γαβριήλ Μοναχός-Γέρων στό Ἱερό Κουτλουμουσιανό κελλί Ὁσίου Χριστοδούλου-Καρυές Ἁγίου Ὄρους)

Ἀκολουθεῖ ἀπομαγνητοφώνηση τῆς ὑπαγόρευσης ἀπό τόν Γέροντα Γαβριήλ ὑπέροχων ἐγκωμίων πρός τό Πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ μέ ἀφορμή τό βλάσφημο θεατρικό ἔργο Corpus Christi.
Τά παρακάτω καταπληκτικά καί πλήρη εὐωδίας Ἁγίου Πνεύματος ἐγκώμια πρός τό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού πλέκει ὁ Γέροντας Γαβριήλ, ἀποτελοῦν ἕνα ὑπερβαλλόντως συγκινητικό «ράπισμα» στούς ὑβριστές τοῦ Κυρίου!
  • Ὁ Γέρων ἔδωσε εὐλογία νά διαιρεθοῦν σέ κομμάτια καί νά διαβάζονται καί ὡς προσευχές.
  • Τό ἐκπληκτικό ὅμως εἶναι, πώς ἔδωσε εὐλογία νά φωτοτυπηθοῦν καί νά δοθοῦν στούς συντελεστές τῆς ἐπαίσχυντης παράστασης Corpus-Christi, γιά νά δοῦν προφανῶς ποιό ἀνεκφράστως Ὑπερτέλειον καί Ὑπεράγαθον Πρόσωπο βλασφημοῦν καί ἐμπαίζουν!
Μιλᾶ ὁ Γέροντας Γαβριήλ:
«Πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε ἐναντίον ὅλων αὐτῶν (ἐννοεῖ τούς βλάσφημους τῆς θεατρικῆς παράστασης, τούς ὀργανωτές καί συμμετέχοντες μέ ὁποιοδήποτε τρόπο στίς gay παρελάσεις καί κάθε ἄλλον πού ἐμπαίζει τά Θεῖα), μέ ὅλες μας τίς δυνάμεις…αὐτά πού θ’ ἀκούσετε εἶναι πανωραῖα… καί νά θυσιάσουμε ἀκόμη καί τή ζωή μας. Ὡς μάρτυρας θά στεφανώσει ὁ Κύριός μας ὅλους αὐτούς πού ἀγωνίζονται (ἐναντίον) ὅλων αὐτῶν τῶν ἀντιχρίστων. Δ έ ν π ρ έ π ε ι ν ά μ έ ν ο υ μ ε ἀ π α θ ε ῖ ς κ α ί ἀ δ ι ά φ ο ρ ο ι.

Λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς:
Τρία εἶναι τά εἴδη τῆς ἀθεΐας:
Πρώτον, ὁ ἄθεος (πού λέει δέν ὑπάρχει Θεός),
δεύτερον, ὁ αἱρετικός καί
τρίτον, ὅταν ἡ πίστη κινδυνεύει κι ἐμεῖς ἀδιαφοροῦμε. Ὅπως στήν περίπτωση αὐτή, διακωμωδεῖται ὁ Κύριός μας κι ἐμεῖς δεν παίρνουμε μέρος· θ ά μ ᾶ ς κ ρ ί ν ε ι μ α ζ ί μ έ τ ο ύ ς ἀ θ έ ο υ ς».

ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ

Ναζαρηνέ Ἰησοῦ, Θεαρχικώτατε τοῦ Θεοῦ Λόγε, Ζῶν καί Ἀθάνατε Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Πατρός.
Κύριε Ἰησοῦ, Βρυθηνοέστατε Ραββί καί Πολυγνωμονέστατε Διδάσκαλε ὅλων τῶν αἰώνων καί τῶν ἐποχῶν.
Προαιώνιε τοῦ Θεοῦ Λόγε, Παναθωότατο Νήπιον τῆς Βηθλεέμ, Μόνε Ἀληθινέ Θεέ καί Μόνε Ἀληθινέ ὁμοῦ Ἄνθρωπε.
Θεοφόρε Ἄνθρωπε καί Σαρκοφόρε Θεέ, Πρωτότοκε τῶν νεκρῶν, Ὕπατε καί Ἄκρε Ἀρχιερεῦ, Θεῖε Λόγε τοῦ Ζῶντος Θεοῦ, Υἱέ Θεοῦ καί Υἱέ ἀνθρώπου, Θεάνθρωπε Κύριε Ἰησοῦ, Συναΐδιε Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, Θεέ ἐκ Θεοῦ καί Ὅμοιε πᾶσι τῷ γεγεννηκότι, Υἱέ τοῦ Θεοῦ Μονογενῆ, Νήπιον τῆς Βηθλεέμ, Παναθωότατον καί Πανασπιλώτατον.

Μοναδικέ Θεοῦ καί ἀνθρώπων Διαλλακτά καί Μεσίτα, Μοναδικέ καί Πανοικουμενικέ Σῶτερ καί Λυτρωτά, Μέγιστε καί Μοναδικέ Εἰρηνοποιέ καί Εἰρηνόδωρε Κύριε Ἰησοῦ, Τρισενδοξώτατε, Καταπαλαιστά τοῦ Ἅδου καί τοῦ θανάτου, Μοναδικέ Νικητά τοῦ θανάτου, ὅλων τῶν θανάτων εἰς ὅλους τούς κόσμους, Θέανδρε Κύριε Ἰησοῦ, Θνητόθνητε Θεέ, Ὑπέρτατε Κριτά τοῦ ἀνθρωπίνου γένους παντός, Μοναδικέ καί Ἀναντικατάστατε.

Σύ μόνος κατά φύσιν ἡ Αὐτοάγιος Αὐτοαγιότης καί ἡ Πανακήρατος Πανακηρατότης εἶ, καί τούτων εἰς τό ἀπειροπλασίως ἀπειροπλάσιον ὑπερβαίνεις. Ἡ Μόνη Ἀπόλυτος καί Τελεία καί Μόνη Ὑπερτελής καί Αὐτοτελής ὑπεραγιότης, Μόνος Ἅγιος ἐν ἀπολύτῳ καί ἰδιαζούσῃ ἐννοίᾳ, ὁ Ὤν, ἡ πᾶσα Ἀρετή καί Τελειότης εἰς τόν Ὕψιστον καί πλέον κατά φαντασίαν πραγματοποιήσιμον βαθμόν. Μονώτατος κατ’ εἰδικόν καί ἐξαιρετικόν ὅλως τρόπον.

Πανυπεράγιος καί Ὑπερπάναγνος. Μόνος τήν τῆς ἁγιότητος ὑπερπληρότητα ἐν Σεαυτῷ φέρεις καί τοῦτον ὑπερφερόντως ὑπερφέρεις καί αὐτόχρημα αὐτή αὕτη ἡ Αὐτοκάθαρσις τυγχάνεις. Μόνος Πρύτανης τῆς ἀπορρητοτάτης Ἁγιότητος καί Μόνος Ταμίας τῆς ἀθεσφατοτάτης ἀκηρατότητος.

Ἀσυγκρίτως Ἅγιος καί ἀπαραβλήτως Ἄμωμος, ἀπαραθέτως Ἄσπιλος καί ἀπαραλληλίστως Ἀμόλυντος. Τό ἀπαραβλήτως ἄμεινον τῆς ἁγιότητος ὑπάρχεις καί τό ἀπαραθέτως μεῖζον τῆς ἠθικῆς καθαρότητος τυγχάνεις καί τούτων ἀπείροις μέτροις ὑπερβάλλεις.
Μόνος ἰδιαίτατα καί εἰς ὕψιστον βαθμόν Ἁγνός καί Σοῦ Μονωτάτου ἡ Ἠθική Ἀρτιότης, χρῆμα τι ἔστι πανθαυμαστότατον καί μεγαλειωδέστατον, μοναδικῶς καί κυρίως Ἄμωμος καί ἀποκλειστικῶς καί ὑπέρ ὄντως Ἄσπιλος.

Μόνος τήν ἐκ πάντων τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς Ἁγιότητα εἰς τήν πλήρη τελειότητα κατέχεις καί Μονώτατος τοῦ ἁμαρτάνειν οὐ γινώσκεις.
Οὐ κατά μετουσίαν καί μέθεξιν τήν ἄσπιλον ἀσπιλότητα κατέχεις, ἀλλά φύσει καί οὐσιωδῶς αὐτή αὕτη ἡ Ὑπεράσπιλος Ὑπερασπιλότης ὑπάρχεις. Μόνος ἐν Σεαυτῷ ἐγγενῶς τούς ἀπειροπλατεῖς καί ἀπειρομήκεις ὠκεανούς τοῦ ἀθώου περικλείεις καί αὐτόχρημᾳ καί Μονώτατος αὐτή αὕτη Ὑπεράμωμος Ὑπεραμωμότης αὐτοκαταφύσιν τυγχάνεις.

Οὐ καταχρηστικῶς καί κατά μετοχήν χάριτος Ἅγιος, οὐδέ τοιοῦτος ἐν σχετικῷ βαθμῷ, ἀλλά πανατρεκῶς ἀμεθέκτως καί ἀσχέτως Πανυπεράγιος. Πάσης ἐννοίας ἠθικῆς καθαρότητος ἀφάτως ὑπερίδρυσαι. Καί ἁπάσης ἰδέας πνευματικῆς ἀρτιότητος ἀπερινοήτως ὑπέρκεισαι.

Μόνος πλήρης πάσης ἁγιότητος οὐσιωδῶς ὑπάρχεις καί Μόνος ἐκτός καί ἐκεῖθεν ἁπάσης τοῦ ἁγιασμοῦ δεκτικότητος φυσικῶς τυγχάνεις. Μόνος ὑπό τόν οὐρανόν, Καθεαυτόν ὀντολογικῶς Ἅγιος ὑπάρχεις καί Μόνος οὐσιωμένως πᾶσαν τήν ἁγιότητα κατέχεις καί Μονώτατος ἡ Μοναδική Ἀρχή καί Γέννησις πάσης ἀρετῆς καί τελειότητος τυγχάνεις.

Μόνος φυσικῶς καί κατ’ οὐσίαν τό ἀπλήρωτον πλήρωμα τῆς ὑπερτάτης ἠθικῆς καθαρότητος ἐν Σεαυτῷ φορεῖς – κατέχεις καί Μονώτατος τούς Ἁγίους ἁγιάζεις. Τοῦ ὅλως ἄμωμου ἀμέτρως ἐπέκεινα καί τῷ πάντη ἀσπίλῳ ἀπείρως ὑπερέκεινα. Καί αὐτοῦ ἔτι τοῦ ἀπληρώτου πληρώματος τοῦ ἀκηράτου ἀπεριλήπτως κατεπέκεινα.
Μόνος πανασπίλως Πανάσπιλος καί Μόνος παναμώμως Πανάμωμος καί Μονώτατος πανακηράτως Πανακήρατος. Καί τοῦτον ἀνεξιχνιάστοις ὅροις ὑπερτέρως Ὑπέρτερος. Το ἀμέτρως ἁγνόν καί τό ἀπείρως ἅγιον οὐ κατά λῆψιν καί μέθεξιν τήν παρ’ ἑτέρῳ τινός φέρεις, ἀλλ’ οἴκοθεν καί οὐσιωδῶς ταῦτα πλουτεῖς.

Σύ Μόνος κατά φύσιν ἡ Ὑπερτελής Ἁγιότης ὑπάρχεις καί κατ’ οὐσίαν ἡ παντελής Ἠθική Ἀρτιότης τυγχάνεις. Καί οὐ κατά συμβεβηκός καί ἐκ δανείου τήν ὑπερπλήρη ὑπερπληρότητα τοῦ Ἀσπίλου ἐν Σεαυτῷ φέρεις. Τίνι παραβολῇ Σύ ἐν τῇ σφαῖρᾳ τῆς ἁγιότητος παραβληθήσῃ; ἤ τίνι ἐξομοιώσει ἐν τῷ πεδίῳ τῆς τελειότητος ἐξομοιωθήσῃ; Ὁ παντός ἀμώμου ὑπερέκεινα καί ἅπαντος ἀθώου κατεπέκεινα;
Μόνος οἴκοθεν τήν ἀβυσσοτάτην ἄβυσσον τοῦ παντελείου πλουτεῖς· καί Μόνος οὐσιωμένως τήν ἀχανεστάτην θάλασσαν τοῦ Παναμώμου κατέχεις καί Μονώτατος ἀναγκαίως Αὐτός οὗτος ὁ Ἀπειρότατος Βυθός τοῦ ὑπερασπίλου ὑπάρχεις. Σοί καί μόνῳ τό τῆς ἀπολύτου ἁγιότητος ἀξίωμα φυσικῶς ἔνεστι.
Καί Σοί μόνῳ τό τῆς τελείας ἁγνότητος αὔχημα οὐσιωδῶς μέτεστι και Σοί Μονωτάτῳ τό τῆς πλήρους ἠθικῆς καθαρότητος Ὄνομα ἐγγενῶς πρόσεστι. Μόνος ἐν τῇ ἰδίᾳ Σου φύσῃ τό ἀμέτρως Ἄχραντον φορεῖς και Μόνος ἐν τῇ οἰκείᾳ Σου οὐσίᾳ τό ἀπείρως Ἄμωμον φέρεις καί Μονώτατος δι’ ὅλου ὅλην τήν τῆς ἁγνότητος τελειότητα παρά Σεαυτῷ κατέχεις. Καί τούτων ἀνεξερευνήτοις μέτροις ὑπερφέρεις.

Μόνος ἀφ’ Ἑαυτοῦ εἶ ἡ Ἐνσάρκωσις τῆς ἁγιότητος καί ἡ Προσωποποίησις τῆς ἁγνότητος ὑπάρχεις καί αὐτόχρημᾳ αὐτή αὕτη ἡ τελειοτάτη ἠθική τελειότης τυγχάνεις. Ἐξ ἰδίας φύσεως Μόνος τήν πάντη ἀπερινοήτον ἁγιότητα ἔχεις. Καί Μόνος ἀφ’ Ἑαυτοῦ ἡ ἁπαντάπασι Ἠθική Καθαρότης ὑπάρχεις καί τοῖς δεκτικοῖς ἁγιότητος ἁγιάζειν ἰδιαίτατον προσόν Σου Μονωτάτου ἐστί.
Πάντα τά ὑπερφυῆ καί ὑπερθαύμαστα προσόντα Σου ὡς τό ὑπεράγιον καί πανάσπιλον, τό ὑπεράμωμον καί πανυπέραγνον φύσει κατέχεις. Καί εἰς ἀπείρως ἄπειρον μέτρον Οὐσιωμένος ταῦτα ἐν Σεαὐτῷ φέρεις καί οὐδέν ἐξ’ ὅσων ἔχεις ἐξ ἑτέρου τινός πλουτεῖς.

Τά ὑπεροχώτερα πνεύματα τῆς ἀνθρωπότητος, οἱ ὀρθολογισταί ὅλων τῶν αἰώνων καί ἐποχῶν, οἱ ἀρνητικοί κριτικοί καί αὐτοί ἀκόμη οἱ πολέμιοι τοῦ Ἰησοῦ πού ἀρνήθηκαν τή Θεότητά Του, παραδέχθηκαν καί ὕμνησαν τήν ὅλως ἐξαίρετον περικαλλῆ, μοναδική, ἀνεπανάληπτον καί ἀσύγκριτον ἠθικήν ὡραιότητα τοῦ Ἰησοῦ.

Παραθέτουμε μερικά ἀποσπάσματα ἀπό τίς ρήσεις τους γιά τήν ἠθική φυσιογνωμία τοῦ Ἰησοῦ:
Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἠθικός χαρακτήρ ἐξαίρετος, ἀφθάστου περιοπῆς, ὁ Τελειότερος ἀπ’ ὅσους ποτέ εἶδαν οἱ ἄνθρωποι. Παρουσιάζει τό σπάνιον φαινόμενον ἠθικοῦ βίου, ὑπερβαίνοντος πᾶσαν ἐκτίμησιν. Εἶναι ἡ Ὑψίστη Ἠθική Φυσιογνωμία ὅλων τῶν αἰώνων καί τῶν ἐποχῶν. Ἡ Ἁγιοτέρα Μορφή τῆς ἀνθρωπίνης ἱστορίας, Μοναδική καί ἄνευ ἴσου τινός. Πάντη ἀπηλλαγμένη καί αὐτῶν ἔτι τῶν ἐλλείψεων καί σμικροτάτων ἠθικῶν κηλίδων. Ἀπολύτως Ἅγιος καί τελείως Ἀναμάρτητος. Οὐδέν τό ἐπίψογον καί ἠθικῶς ἐπίμεμπτον, κἄν τό ἐλαχιστότατον εὑρίσκεται ἐν τῇ Ἠθικῇ Μορφῇ τοῦ Ἰησοῦ.
Ὁ Τελειότερος καί ἠθικῶς Ὑπεροχώτερος μεταξύ τῶν Ἁγίων ὅλων τῶν αἰώνων καί τῶν ἐποχῶν˙ ἡ ἁγιότης τοῦ Ἰησοῦ, τελεία, ἀπόλυτος, ἀσύγκριτος καί ἀσυναγώνιστος, ἄνευ παραλληλισμῶν καί ἐκεῖθεν παραθέσεων· ἐλλείπουσιν ἐξ αὐτῆς παντελῶς καί αἱ ἐλαχιστόταται ἠθικαί κηλῖδαι.
Καθ’ ὅλον τόν βίο τοῦ Ἰησοῦ, ἐξαστράπτει ἐξαισίως τό ὑπέροχον κάλλος τῆς Ἠθικῆς Μορφῆς Αὐτοῦ, καθ’ ὑπερβολήν Ἁγνός καί ἀνεκφράστως Ἄσπιλος καί εἰς τό ἀκρότατον ἄκρον Ἄμωμος.

Ἡ ἠθική τελειότης τοῦ Ἰησοῦ ὑπερβαίνει ἀφαντάστως πᾶσαν περιγραφήν καί ὑπερβάλλει ἀμεθύτως πᾶσαν κατάληψιν καί ἐκφεύγει παντελῶς πᾶσαν παράστασιν. Ἔχει ἡ Ἠθική Φυσιογνωμία τοῦ Ἰησοῦ ἔκπαγλον λαμπρότητα καί οὐρανίαν ὡραιότητα, ἀσύγκριτον καί ἀπαραλλήλιστον – ἀπαράθετον. Πᾶσαι αἱ ἀρεταί ἐν τῇ Ἠθικῇ Φυσιογνωμίᾳ τοῦ Ἰησοῦ εἰς τήν κορυφήν τήν ὑψίστην ὑπέρ τήν ὁποίαν εἶναι ἀδύνατον νά ὑψωθῇ ἄλλος τις.

Ὁ Ναζαρηνός Ἰησοῦς εἶναι τό Παντέλειον Πρότυπον τῆς ἠθικῆς ὅλων τῶν λαῶν, πασῶν τῶν ὁμολογιῶν, πασῶν τῶν ἐποχῶν, πάντων τῶν βαθμῶν τοῦ πολιτισμοῦ καί ὅλων τῶν πνευματικῶν κατευθύνσεων˙ ἀπεδείχθη τό ἰδανικόν τῆς Ἐνσαρκωμένης Δικαιοσύνης καί Ἀρετῆς, τό Ὕψιστον Ἠθικόν Πρότυπον, παρά τῷ Ὁποίῳ οὐδεμία διακρίνεται σκιά καί οὐδεμία συναντᾶται κηλίς.

Εἶναι ἡ Ἐνσάρκωσις τῆς Ἠθικῆς Τελειότητος, ἡ Ἄσπιλος καί Ἁγνή καί Ἀμώμητος Ἐνσωμάτωσις τοῦ ἰδανικοῦ τῆς Ἠθικῆς. Ἅγιος ἐν ἀπολύτῳ καί ὑπερθετικῷ βαθμῷ, ὑπό ἰδιάζουσαν καί ἀποκλειστικήν ὅλως ἔννοιαν καί Εἷς καί Μόνος ὄντως καί παναληθῶς Ἁγνός, ὁ Ἰησοῦς εἶναι Φυσιογνωμία Ὑπεράνθρωπος, Μοναδική καί Ἀνεπανάληπτος, Καταπληκτική καί Πανθαύμαστος ἐν τῇ ροῇ τῶν αἰώνων, ἐν τῇ σφαῖρᾳ τῆς ἠθικῆς.

Ὁλόκληρος ἡ ἐπίγειος ζωή τοῦ Ἰησοῦ, εἶναι θαῦμα ἠθικόν πρώτης τάξεως, τοῦ ὁποίου ὄχι μόνον ὅμοιον, ἀλλ’ οὐδ’ ἀνάλογον πῶς καί πόρρωθεν πρός αὐτό προσεγγίζον, δέν δύναται νά ὁριστεῖ ἄλλο ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς ἀνθρωπότητος. Ἠθική Μορφή ἀφράστου κάλλους καί ἀσυγκρίτου ὡραιότητος, πρός τήν ὁποίαν οὐδέν δύναται νά ἐξισωθεῖ˙ Ἅγιος ὅσον οὐδείς ἄλλος τῶν πρό καί τῶν μετ’ Αὐτόν, οἵτινες ἔζησαν ποτέ ἀνά πᾶν τό πρόσωπον τῆς γῆς.
Εἰς τάς δέλτους τῆς πανανθρωπίνης ἱστορίας, Ἁγιοτέρα Ἠθική Μορφή, Ἀρτιοτέρα, Ἐκλαμπροτέρα, Ἐκπαγλοτέρα, Περικαλλεστέρα, Ἀριπρεπεστέρα, ἀπό τήν Μορφήν τοῦ Ἰησοῦ δέν καταγράφεται. Ὁ Μόνος ὑπό τόν οὐρανόν Βιώσας, τελείως Ἀναμάρτητος καί τελείως Ἅγιος καί ἀπαντάπασι Ἀπηλλαγμένος παντός μολυσμοῦ καί πάσης κηλῖδος.

Ἡ ἀναμαρτησία τοῦ Ἰησοῦ ἄσχετος καί ἀπόλυτος, ἀποτελεῖ γεγονός μοναδικόν καί ἀνεπανάληπτον καί ἄνευ ἄλλου τινός ὁμοίου ἐν τῇ πανανθρωπίνῃ ἱστορίᾳ. Οὐδεμία ποτέ ἐνοχή ἐβάρυνε τήν ψυχήν τοῦ Ἰησοῦ καί οὐδεμία κηλίς ἐμόλυνε τήν ἠθικήν λευκότητα καί ὡραιότητα Αὐτοῦ, κἄν ἡ σμικροτάτη.
Μόνος ὁ Ναζαρηνός Ἰησοῦς ἐν μέσῳ τῶν ἀναριθμήτων ἀνθρωπίνων γενεῶν, τῶν ὑπό τῶν οὐρανῶν, διεκδικεῖ τήν φοβεράν ὀνομασίαν τοῦ Ἀναμάρτητου. Ὁ Ναζαρηνός Ἰησοῦς εἶναι τό Φῶς τό ἄνευ σκιᾶς, ἡ Ἀλήθεια ἡ ἄνευ πλάνης, ἡ Ἁγιότης ἡ ἄνευ μώμου τινός, ἡ Καθαρότης ἡ ἄνευ κηλῖδος, Κεκοσμημένος δι’ ὅλως, ἐξαιρέτου και ἐκτάκτου ἠθικῆς ὑπεροχῆς.
Ὁ Ἰδεώδης καί Ἀπαράμιλλος Ἄνθρωπος τοῦ Ὁποίου ἴσος δέν θά εὑρεθῇ. Ἡ ἠθική ὡραιότης τοῦ Ἰησοῦ πάντη ἀσύγκριτος καί ἀπαντάπασι ἀπαράθετος πρός οἱονδήποτε ἄλλον, ὅστις ἔζησε ποτέ ἐπί τοῦ πλανήτου ἡμῶν.

[Εἶπε ὁ] Μέγας Ναπολέων: ”Ὁ Ἰησοῦς οὐδέποτε συνέγραψε βιβλία κι ὅμως τά βιβλία πού γράφτηκαν γι’ Αὐτόν δέν τά χωροῦν ὅλες οἱ βιβλιοθῆκες τοῦ κόσμου. Ὁ Ἰησοῦς οὐδέποτε ἄνοιξε σχολεῖο κι ὅμως ὅλα τά σχολεῖα μαζί, δέ μποροῦν νά καυχηθοῦν καί νά ποῦν ὅτι ἔχουν περισσότερους μαθητές ἀπ’ Αὐτόν. Ὁ Ἰησοῦς οὐδέποτε ἄσκησε τό ἐπάγγελμα τοῦ ἰατροῦ κι ὅμως Αὐτός γιάτρεψε περισσότερες καρδιές ἀπ’ ὅσα σώματα γιάτρεψαν ὅλοι οἱ γιατροί μαζί.
Ὁ Ἰησοῦς οὐδέποτε ὁδήγησε στρατούς κι ὅμως κανένας στρατηλάτης στόν κόσμο δέ μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι ἔχει περισσότερους ἐθελοντές ἀπ’ Αὐτόν. Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, ὁ Καῖσαρ, ὁ Ἀννίβας κατέκτησαν τόν κόσμο, φίλους ὅμως δέν εἶχαν. Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, ὁ Καῖσαρ, ὁ Καρλομάγνος κι ἐγώ ἱδρύσαμε Αὐτοκρατορίες. Ποῦ; Πάνω στή βία. Ὁ Χριστός ἵδρυσε τήν Αὐτοκρατορία Του πάνω στήν ἀγάπη”».

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν πολυσέβαστό μας Γέροντα Γαβριήλ Ἁγιορείτη γιά τήν συνέντευξη πού μᾶς παρεχώρησε καί τούς κόπους πού κατέβαλλε γιά τήν σύνταξη ὅλων τῶν ἀνωτέρω. Τόν παρακαλοῦμε νά εὔχεται γιά τήν σωτηρία ὅλων μας.

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης καί πνευματικά παιδιά

Πηγή συνέντευξης : hristospanagia3.blogspot.gr

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Περί σαρκώσεως τοῦ Λόγου, Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου (ομιλία +κείμενο)π.Σάββα Αγιορείτη.

 
 
 
 

Παρασκευή, 24 Δεκεμβρίου 2010


Περί σαρκώσεως τοῦ Λόγου, Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου (ομιλία +κείμενο)π.Σάββα Αγιορείτη.


Π. Σάββας 2010-12-09

Περί σαρκώσεως τοῦ Λόγου, Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου καί μέ ποιό τρόπο σαρκώθηκε γιά μάς.
Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου




Γιά νά κατεβάσετε καί νά ἀποθηκεύσετε τήν ὁμιλία πατῆστε ἐδῶ (δεξί κλίκ, 'Ἀποθήκευση προορισμοῦ ὡς, ἤ Ἀποθήκευση δεσμοῦ ὡς)




ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΞΕΙΣ
ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
ΕΤΟΣ 2010-2011

ΣΥΝΑΞΙΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Ο ΘΕΟΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΘΕΟ
Περί τῆς Σαρκώσεως τοῦ Λόγου καί κατά ποῖον τρόπο σαρκώθηκε γιά μᾶς[1].

Γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ τὴν ἀπόρρητη γέννησή Του ἀπὸ τὴν ἀειπάρθενο Μαρία καὶ νὰ κατανοήσουμε καλὰ τὸ μυστήριο τῆς οἰκονομίας γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ γένους μας τὸ κρυμμένο πρὸ τῶν αἰώνων (Ἐφεσίους 3:9), θὰ μᾶς βοηθήσει ἡ ἑξῆς γνωστὴ εἰκόνα:
Κατὰ τὴν δημιουργία τῆς προμήτορος Εὔας ὁ Θεὸς πῆρε τὴν ἔμψυχη πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τὴν ὁλοκλήρωσε σὲ γυναῖκα. Γι᾿ αὐτὸ δὲν ἐμφύσησε σ᾿ αὐτὴν πνοὴ ζωῆς καθὼς καὶ στὸν Ἀδάμ, ἀλλὰ τὸ μέρος ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν σάρκα του τὸ τελειοποίησε σὲ ὁλόκληρο σῶμα γυναικός· τὴν δὲ ἀπαρχὴ τοῦ πνεύματος ποὺ ἔλαβε μαζὶ μὲ τὴν ἔμψυχη σάρκα τὴν τελειοποίησε σὲ ψυχὴ ζωντανὴ δημιουργώντας μὲ τὰ δυὸ μαζὶ ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο.
Κατὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο ὁ πλαστουργὸς καὶ κτίστης Θεὸς πῆρε ἀπὸ τὴν Ἁγία Μαρία ἔμψυχη σάρκα σὰν ζύμη καὶ μικρὴ ἀπαρχὴ ἀπὸ τὸ φύραμα τῆς φύσεώς μας - δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μαζὶ - καὶ τὴν ἕνωσε μὲ τὴν δική του ἀκατάληπτη καὶ ἀπρόσιτη Θεότητα.
Ἢ μᾶλλον ἕνωσε πραγματικὰ ὅλη τὴν ὑπόσταση τῆς Θεότητός του μὲ τὴν δική μας φύση, τὴν ἔσμιξε ἄμικτα μ᾿ αὐτὴ καὶ τὴν ἔκανε ἅγιο ναό Του. Ἔτσι ὁ ποιητὴς τοῦ Ἀδὰμ ἔγινε ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως τέλειος ἄνθρωπος.
Ὅπως ἀκριβῶς λοιπὸν ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ ἔπλασε τὴν γυναῖκα, ἔτσι, ἀφοῦ δανείστηκε τὴν σάρκα ἀπὸ τὴν θυγατέρα τοῦ Ἀδὰμ τὴν ἀειπάρθενο καὶ Θεοτόκο Μαρία καὶ τὴν ἔλαβε χωρὶς σπορά, γεννήθηκε κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν πρωτόπλαστο.
Ὥστε ὅπως ἀκριβῶς ὁ Ἀδὰμ μὲ τὴν παράβαση ἔγινε ἡ ἀρχὴ τῆς γεννήσεώς μας στὴν φθορὰ καὶ στὸν θάνατο, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας μὲ τὴν ἐκπλήρωση κάθε δικαιοσύνης ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ τῆς ἀναγεννήσεώς μας στὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀθανασία. Αὐτὸ ἐννοεῖ ὁ θεῖος Παῦλος ὅταν λέει: «Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πλάστηκε ἀπὸ τὴ γῆ χοϊκός. Ὁ
δεύτερος ἄνθρωπος, δηλαδὴ ὁ Κύριος, εἶναι ἐπουράνιος. Ὅ,τι λογῆς ἦταν ὁ χοϊκὸς τέτοιοι εἶναι καὶ ὅλοι οἱ χοϊκοὶ καὶ ὅ,τι λογῆς εἶναι ὁ ἐπουράνιος τέτοιοι εἶναι καὶ ὅλοι ὅσοι γίνονται ἐπουράνιοι δι᾿ Αὐτοῦ.»
(Α´ Κορ. ιε´ 47-48). Καὶ πάλι: «Ἡ ἀπαρχὴ εἶναι ὁ Χριστός, ἔπειτα ὅσοι εἶναι τοῦ Χριστοῦ» (Α´ Κορ. ιε´ 23).
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, ὅμοιος μέ μᾶς σὲ ὅλα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, μᾶς μεταδίδει τὴν Θεότητά Του λόγῳ τῆς πίστης μας σ᾿ Αὐτὸν καὶ μᾶς καθιστὰ συγγενεῖς του ... Πρόσεξε τὸ νέο καὶ παράδοξο μυστήριο: Ὁ Θεὸς Λόγος ἔλαβε ἀπὸ μᾶς σάρκα, ποὺ δὲν εἶχε ἐκ φύσεως καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἦταν.
Ἀπὸ τότε μεταδίδει στοὺς πιστοὺς τὴν Θεότητά του - τὴν ὁποία κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἢ τοὺς ἀνθρώπους δὲν εἶχε ἀποκτήσει - καὶ μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο γίνονται θεοὶ κατὰ χάρη καὶ θέση, ποὺ δὲν ἦταν. Ἔτσι χαρίζει σ᾿ αὐτοὺς τὴν ἐξουσία νὰ γίνονται τέκνα Θεοῦ (κατὰ Ἰωάννην 1:12) γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔγιναν καὶ πάντοτε θὰ γίνονται καὶ ποτὲ δὲν θὰ πάψουν νὰ γίνονται.
Ἄκουσε καὶ τὸν θεῖο Παῦλο ποὺ παρακινεῖ σ᾿ αὐτό: «Ὅπως φορέσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ γήινου, ἂς φορέσουμε καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουράνιου.» (Α´ Κορινθίους 15:49).
Ὁ Θεὸς λοιπὸν τοῦ παντὸς μὲ τὴν σωματική του παρουσία στὴν γῆ ἦλθε γιὰ νὰ ἀναπλάσει καὶ νὰ ἀνακαινίσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ εὐλογήσει ὅλη τὴν κτίση ποὺ ἐπέσυρε ἐπάνω της τὴν κατάρα ἐξαιτίας τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ πρῶτα ζωοποίησε τὴν ψυχὴ ποὺ ἔλαβε καὶ ἀφθαρτώντας την τὴν θέωσε, ἐνῶ τὸ ἄχραντο σῶμα του, ἂν καὶ τὸ θέωσε, ὅμως τὸ κρατοῦσε ἀκόμη φθαρτὸ καὶ ὑλικό.
Διότι τὸ σῶμα ποὺ τρώει καὶ πίνει, κοπιάζει καὶ ἱδρώνει, δένεται καὶ σέρνεται, ὑψώνεται στὸν σταυρὸ καὶ καρφώνεται, εἶναι βέβαια φθαρτὸ καὶ ὑλικό, ἀφοῦ μάλιστα πέθανε καὶ τοποθετήθηκε νεκρὸ στὸ μνημεῖο. Μετὰ δὲ τὴν ἀνάστασή Του συνανέστησε καὶ τὸ σῶμα Του ἄφθαρτο, πνευματικό, ὅλο θεῖο καὶ ἄυλο, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν συνέτριψε τὶς σφραγῖδες τοῦ μνήματος· εἰσερχόταν δὲ καὶ ἐξερχόταν ἐλεύθερα μέσα ἀπὸ τὶς κλειστὲς πόρτες.
-Ἀλλὰ γιατὶ μαζὶ μὲ τὴν ψυχὴ δὲν ἔκανε ἀμέσως καὶ τὸ σῶμα πνευματικὸ καὶ ἄφθαρτο;
-Ἐπειδὴ καὶ ὁ Ἀδὰμ τρώγοντας τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ εὐθὺς μὲν μὲ τὴν παράβαση πέθανε κατὰ τὴν ψυχή, ἐνῷ κατὰ τὸ σῶμα ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς πρῶτα ἀνέστησε καὶ ζωοποίησε τὴν ψυχὴ ποὺ τιμωρήθηκε μὲ τὸ ἐπιτίμιο τοῦ θανάτου, ἔπειτα δὲ οἰκονόμησε νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸ σῶμα τὴν ἀφθαρσία διὰ τῆς ἀναστάσεως, αὐτὸ ποὺ διὰ τοῦ θανάτου ἐπέστρεφε στὴν γῆ κατὰ τὴν ἀρχαία ἀπόφαση.
Κι ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ κατέβηκε στὸν ᾅδη ἐλευθερώνοντας ἀπὸ τὰ δεσμὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἐκεῖ φυλακισμένων ἁγίων καὶ τὶς κατέταξε σὲ τόπο ἀναπαύσεως καὶ ἀνεσπέρου φωτός. Τὰ σώματά τους ὅμως δὲν τὰ ἀνέστησε, ἀλλὰ τὰ ἄφησε στοὺς τάφους μέχρι τὴν κοινὴ ἀνάσταση.
Τὸ μυστήριο λοιπὸν αὐτὸ ποὺ συντελέστηκε γιὰ ὅλο τὸν κόσμο μὲ τὴν ἔνσαρκη οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ, τοῦτο τὸ ἴδιο γινόταν καὶ σὲ κάθε ἅγιο καὶ γίνεται ἀδιαλείπτως μέχρι σήμερα σὲ κάθε πιστό. Γιατὶ λαμβάνοντας τὸ πνεῦμα τοῦ Δεσπότη καὶ Θεοῦ Μας συμμετέχουμε στὴν θεότητά Του, τρώγοντας δὲ τὴν πανάμωμο σάρκα του γινόμαστε ἀληθινὰ καὶ ἐξ ὁλοκλήρου σύσσωμοι τοῦ Χριστοῦ καὶ συγγενεῖς Του, καθὼς καὶ αὐτὸς ὁ θεῖος Παῦλος βεβαιώνει: «Εἴμαστε ὀστοῦν ἀπὸ τὰ ὀστά Του καὶ σάρκα ἀπὸ τὴν σάρκα Του» (Ἐφεσίους 5:30) καὶ ἀλλοῦ: «ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῆς θεότητός Του ὅλοι ἐμεῖς λάβαμε ἀλλεπάλληλες δωρεές» (κατὰ Ἰωάννην 1:16 καὶ Κολασσαεῖς 2:9).
Ἔτσι γινόμαστε κατὰ χάριν ὅμοιοι μὲ τὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ Δεσπότη Μας ἀνακαινισμένοι στὴν ψυχή, ἄφθαρτοι καὶ ἀναστημένοι ἀπὸ νεκροὶ ποὺ ἤμαστε. Τότε βλέπουμε Αὐτὸν ποὺ καταδέχτηκε νὰ γίνει ὅμοιός Μας καὶ βλεπόμαστε ἀπ᾿ Αὐτόν, ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ γίνουμε ὅμοιοί Του, ὅπως κάποιος βλέπει ἀπὸ μακριὰ τὸ πρόσωπο τοῦ φίλου του καὶ διαλέγεται μ᾿ αὐτὸν καὶ συνομιλεῖ καὶ ἀκούει τὴν φωνή του.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος ἅγιοι καὶ οἱ παλαιοὶ καὶ οἱ τωρινοὶ πνευματικὰ βλέποντες δὲν βλέπουν σχῆμα ἢ εἶδος ἢ ὁμοίωμα, ἀλλὰ φῶς ἀσχημάτιστο, ἐπειδὴ καὶ αὐτοὶ εἶναι φῶς ἐκ τοῦ φωτός, δηλαδὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅμως ἂν καὶ φτάνουν σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τὰ σώματά τους δὲν γίνονται ἀμέσως ἄφθαρτα καὶ πνευματικά, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς τὸ σίδερο ποὺ πυρακτώνεται στὴν φωτιὰ παίρνει τὴν λαμπρότητά της, ὅταν ὅμως ἀπομακρυνθεῖ ἀπ᾿ αὐτὴν γίνεται πάλι ψυχρὸ καὶ μαῦρο, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ τὰ σώματα τῶν ἁγίων: Μετέχοντας καὶ αὐτὰ στὸ θεῖο πῦρ, δηλαδὴ στὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἁγιάζονται, φλεγόμενα καθαρίζονται, γίνονται διαυγῆ καὶ πολυτιμότερα ἀπὸ τὰ ἄλλα σώματα.
Ἀλλὰ ὅταν ἡ ψυχὴ βγεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀμέσως καὶ αὐτὰ παραδίδονται στὴν φθορὰ καὶ διαλύονται σιγὰ-σιγά. Ἄλλα ὅμως διατηροῦνται γιὰ πολλὰ χρόνια χωρὶς νὰ εἶναι οὔτε ἐντελῶς ἄφθαρτα οὔτε πάλι τελείως φθαρτά, ἀλλὰ διασῴζουν μέσα τους τὰ γνωρίσματα καὶ τῆς ἀφθαρσίας καὶ τῆς φθορᾶς, ὥσπου νὰ φτάσουν στὴν τέλεια ἀφθαρσία καὶ νὰ ἀνακαινιστοῦν κατά τὴν τελευταία καὶ κοινὴ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.
- Γιὰ ποιὸ λόγο;
-Διότι δὲν ἔπρεπε νὰ ἀναστηθοῦν καὶ νὰ ἀφθαρτωθοῦν τὰ ἀνθρώπινα σώματα, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνακαίνιση τῶν κτισμάτων, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς πρῶτα πλάστηκε ἡ φύση ἄφθαρτη καὶ ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι πάλι πρῶτα ἡ κτίση πρέπει νὰ μεταποιηθεῖ ἀπὸ τὴν φθορὰ στὴν ἀφθαρσία καὶ μετὰ μαζὶ μ᾿ αὐτὴν ν᾿ ἀλλάξουν καὶ νὰ ἀνακαινιστοῦν τὰ φθαρτὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων, ὥστε ὁ ἄνθρωπος πνευματικὸς πιὰ καὶ ἀθάνατος νὰ κατοικήσει σὲ τόπο ἄφθαρτο, αἰώνιο καὶ πνευματικό. Καὶ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια, ἄκουσε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο ποὺ τὸ βεβαιώνει: «Θὰ ἔρθει ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου σὰν κλέπτης τὴν νύχτα καὶ τότε οἱ οὐρανοὶ θὰ διαλυθοῦν ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως θὰ καοῦν καὶ θὰ λυώσουν» (Β´ Πέτρου 3:10,12), ὄχι γιὰ νὰ ἐξαφανιστοῦν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀναχωνευθοῦν καὶ νὰ ἀναστοιχειωθοῦν σὲ καλύτερη καὶ αἰώνια κατάσταση.
Ἀπὸ ποῦ γίνεται φανερὸ αὐτό; Ἀπὸ τὰ λόγια ποὺ προσθέτει στὴν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος: «Καινούριους οὐρανοὺς καὶ καινούρια γῆ προσδοκοῦμε κατὰ τὴν ἐπαγγελία Σου» (Β´ Πέτρου 3:13). Τίνος τὴν ἐπαγγελία; Ἀσφαλῶς τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶπε: «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θὰ παρέλθουν, οἱ λόγοι Μου ὅμως δὲν θὰ παρέλθουν» (κατὰ Ματθαῖον 24:35).
Παρέλευση τοῦ οὐρανοῦ ἐννοεῖ τὴν ἀλλαγή του, γι᾿ αὐτὸ λέει ὅτι ἂν καὶ ὁ οὐρανὸς θὰ ἀλλάξει, ὅμως οἱ δικοί Του λόγοι θὰ μένουν ἀναλλοίωτοι καὶ σταθεροί. Αὐτὸ προανήγγειλε καὶ ὁ προφήτης Δαυίδ: «Σὰν μανδύα θὰ τοὺς τυλίξεις καὶ θὰ ἀλλάξουν, ἐσὺ ὅμως θὰ παραμείνεις ὁ ἴδιος καὶ τὰ ἔτη τῆς ζωῆς σου δὲν θὰ ἐκλείψουν» (Ψαλμοί, 101:27-28). Τί θὰ μποροῦσε νὰ γίνει σαφέστερο ἀπὸ αὐτὰ τὰ λόγια;

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!!!


[1]Ὅσιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος - Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο
Ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, Κάλαμος Ἀττικῆς, Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου: Βίβλος τῶν Ἠθικῶν, Λόγος Α΄.
Κεφάλαιο γ΄: Περὶ τῆς τοῦ Λόγου Σαρκώσεως καὶ κατὰ τίνα τρόπον δι᾿ ἡμᾶς ἐσαρκώθη.


Πηγή αρχείου και εικόνας hristospanagia3.blogspot.com

Ὅσιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος - Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο

 
 
 
 

Τετάρτη, 22 Δεκεμβρίου 2010


Ὅσιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος - Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο


Ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, Κάλαμος Ἀττικῆς
Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου: Βίβλος τῶν Ἠθικῶν, Λόγος Α´.
Κεφάλαιο γ΄: Περὶ τῆς τοῦ Λόγου Σαρκώσεως καὶ κατὰ τίνα τρόπον δι᾿ ὑμᾶς ἐσαρκώθη.

Γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ τὴν ἀπόῤῥητη γέννησή του ἀπὸ τὴν ἀειπάρθενο Μαρία καὶ νὰ κατανοήσουμε καλὰ τὸ μυστήριο τῆς οἰκονομίας γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ γένους μας τὸ κρυμμένο πρὸ τῶν αἰώνων (Ἐφεσίους 3:9), θὰ μᾶς βοηθήσει ἡ ἑξῆς γνωστὴ εἰκόνα:

Κατὰ τὴν δημιουργία τῆς προμήτορος Εὔας ὁ Θεὸς πῆρε τὴν ἔμψυχη πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τὴν ὁλοκλήρωσε σὲ γυναῖκα, γι᾿ αὐτὸ δὲν ἐμφύσησε σ᾿ αὐτὴν πνοὴ ζωῆς καθὼς καὶ στὸν Ἀδάμ, ἀλλὰ τὸ μέρος ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν σάρκα του τὸ τελειοποίησε σὲ ὁλόκληρο σῶμα γυναικός, τὴν δὲ ἀπαρχὴ τοῦ πνεύματος ποὺ ἔλαβε μαζὶ μὲ τὴν ἔμψυχη σάρκα τὴν τελειοποίησε σὲ ψυχὴ ζωντανὴ δημιουργώντας μὲ τὰ δυὸ μαζὶ ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο. Κατὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο ὁ πλαστουργὸς καὶ κτίστης Θεὸς πῆρε ἀπὸ τὴν Ἁγία Μαρία ἔμψυχη σάρκα σὰν ζύμη καὶ μικρὴ ἀπαρχὴ ἀπὸ τὸ φύραμα τῆς φύσεώς μας - δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μαζὶ - καὶ τὴν ἕνωσε μὲ τὴν δική του ἀκατάληπτη καὶ ἀπρόσιτη Θεότητα. Ἢ μᾶλλον ἕνωσε πραγματικὰ ὅλη τὴν ὑπόσταση τῆς Θεότητός του μὲ τὴν δική μας φύση, τὴν ἔσμιξε ἄμικτα μ᾿ αὐτὴ καὶ τὴν ἔκανε ἅγιο ναό του. Ἔτσι ὁ ποιητὴς τοῦ Ἀδὰμ ἔγινε ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως τέλειος ἄνθρωπος.

Ὅπως ἀκριβῶς λοιπὸν ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ ἔπλασε τὴν γυναῖκα, ἔτσι, ἀφοῦ δανείστηκε τὴν σάρκα ἀπὸ τὴν θυγατέρα τοῦ Ἀδὰμ τὴν ἀειπάρθενο καὶ Θεοτόκο Μαρία καὶ τὴν ἔλαβε χωρὶς σπορά, γεννήθηκε κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν πρωτόπλαστο. Ὥστε ὅπως ἀκριβῶς ὁ Ἀδὰμ μὲ τὴν παράβαση ἔγινε ἡ ἀρχὴ τῆς γεννήσεώς μας στὴν φθορὰ καὶ στὸν θάνατο, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας μὲ τὴν
ἐκπλήρωση κάθε δικαιοσύνης ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ τῆς ἀναγεννήσεώς μας στὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀθανασία. Αὐτὸ ἐννοεῖ ὁ θεῖος Παῦλος ὅταν λέει: «Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πλάστηκε ἀπὸ τὴ γῆ χοϊκός. Ὁ δεύτερος ἄνθρωπος, δηλαδὴ ὁ Κύριος, εἶναι ἐπουράνιος. Ὅ,τι λογῆς ἦταν ὁ χοϊκὸς τέτοιοι εἶναι καὶ ὅλοι οἱ χοϊκοὶ καὶ ὅ,τι λογῆς εἶναι ὁ ἐπουράνιος τέτοιοι εἶναι καὶ ὅλοι ὅσοι γίνονται ἐπουράνιοι δι᾿ αὐτοῦ.»

(Α´ Κορ. ιε´ 47-48). Καὶ πάλι: «Ἡ ἀπαρχὴ εἶναι ὁ Χριστός, ἔπειτα ὅσοι εἶναι τοῦ Χριστοῦ.» (Α´ Κορ. ιε´ 23).

Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, ὅμοιος μέ μᾶς σὲ ὅλα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, μᾶς μεταδίδει τὴν Θεότητά του λόγω τῆς πίστης μας σ᾿ αὐτὸν καὶ μᾶς καθιστὰ συγγενεῖς του κατὰ τὴν φύση καὶ τὴν οὐσία τῆς Θεότητάς του. Πρόσεξε τὸ νέο καὶ παράδοξο μυστήριο: Ὁ Θεὸς Λόγος ἔλαβε ἀπὸ μᾶς σάρκα, ποὺ δὲν εἶχε ἐκ φύσεως καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἦταν. Ἀπὸ τότε μεταδίδει στοὺς πιστοὺς τὴν Θεότητά του - τὴν ὁποία κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἢ τοὺς ἀνθρώπους δὲν εἶχε ἀποκτήσει - καὶ μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο γίνονται θεοὶ κατὰ χάρη καὶ θέση, ποὺ δὲν ἦταν. Ἔτσι χαρίζει σ᾿ αὐτοὺς τὴν ἐξουσία νὰ γίνονται τέκνα Θεοῦ (κατὰ Ἰωάννην 1:12) γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔγιναν καὶ πάντοτε θὰ γίνονται καὶ ποτὲ δὲν θὰ πάψουν νὰ γίνονται. Ἄκουσε καὶ τὸν θεῖο Παῦλο ποὺ παρακινεῖ σ᾿ αὐτό: «Ὅπως φορέσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ γήινου, ἂς φορέσουμε καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουράνιου.» (Α´ Κορινθίους 15:49).

Ὁ Θεὸς λοιπὸν τοῦ παντὸς μὲ τὴν σωματική του παρουσία στὴν γῆ ἦλθε γιὰ νὰ ἀναπλάσει καὶ νὰ ἀνακαινίσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ εὐλογήσει ὅλη τὴν κτίση ποὺ ἐπέσυρε ἐπάνω της τὴν κατάρα ἐξαιτίας τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ πρῶτα ζωοποίησε τὴν ψυχὴ ποὺ ἔλαβε καὶ ἀφθαρτώντας την τὴν θέωσε, ἐνῶ τὸ ἄχραντο σῶμα του, ἂν καὶ τὸ θέωσε, ὅμως τὸ κρατοῦσε ἀκόμη φθαρτὸ καὶ ὑλικό. Γιατὶ τὸ σῶμα ποὺ τρώει καὶ πίνει, κοπιάζει καὶ ἱδρώνει, δένεται καὶ σέρνεται, ὑψώνεται στὸν σταυρὸ καὶ καρφώνεται, εἶναι βέβαια φθαρτὸ καὶ ὑλικό, ἀφοῦ μάλιστα πέθανε καὶ τοποθετήθηκε νεκρὸ στὸ μνημεῖο. Μετὰ δὲ τὴν ἀνάστασή του συνανέστησε καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἄφθαρτο, πνευματικό, ὅλο θεῖο καὶ ἄυλο, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν συνέτριψε τὶς σφραγῖδες τοῦ μνήματος, εἰσερχόταν δὲ καὶ ἐξερχόταν ἐλεύθερα μέσα ἀπὸ τὶς κλειστὲς πόρτες.

Ἀλλὰ γιατὶ μαζὶ μὲ τὴν ψυχὴ δὲν ἔκανε ἀμέσως καὶ τὸ σῶμα πνευματικὸ καὶ ἄφθαρτο; ἐπειδὴ καὶ ὁ Ἀδὰμ τρώγοντας τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ εὐθὺς μὲν μὲ τὴν παράβαση πέθανε κατὰ τὴν ψυχή, ἐνῷ κατὰ τὸ σῶμα ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς πρῶτα ἀνέστησε καὶ ζωοποίησε τὴν ψυχὴ ποὺ τιμωρήθηκε μὲ τὸ ἐπιτίμιο τοῦ θανάτου, ἔπειτα δὲ οἰκονόμησε νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸ σῶμα τὴν ἀφθαρσία διὰ τῆς ἀναστάσεως, αὐτὸ ποὺ διὰ τοῦ θανάτου ἐπέστρεφε στὴν γῆ κατὰ τὴν ἀρχαία ἀπόφαση. Κι ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ κατέβηκε στὸν ᾅδη ἐλευθερώνοντας ἀπὸ τὰ δεσμὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἐκεῖ φυλακισμένων ἁγίων καὶ τὶς κατέταξε σὲ τόπο ἀναπαύσεως καὶ ἀνεσπέρου φωτός. Τὰ σώματά τους ὅμως δὲν τὰ ἀνέστησε, ἀλλὰ τὰ ἄφησε στοὺς τάφους μέχρι τὴν κοινὴ ἀνάσταση.

Τὸ μυστήριο λοιπὸν αὐτὸ ποὺ συντελέστηκε γιὰ ὅλο τὸν κόσμο μὲ τὴν ἔνσαρκη οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ, τοῦτο τὸ ἴδιο γινόταν καὶ σὲ κάθε ἅγιο καὶ γίνεται ἀδιαλείπτως μέχρι σήμερα σὲ κάθε πιστό. Γιατὶ λαμβάνοντας τὸ πνεῦμα τοῦ Δεσπότη καὶ Θεοῦ μας συμμετέχουμε στὴν θεότητά του, τρώγοντας δὲ τὴν πανάμωμο σάρκα του γινόμαστε ἀληθινὰ καὶ ἐξ ὁλοκλήρου σύσσωμοι τοῦ Χριστοῦ καὶ συγγενεῖς του, καθὼς καὶ αὐτὸς ὁ θεῖος Παῦλος βεβαιώνει: «Εἴμαστε ὀστοῦν ἀπὸ τὰ ὀστά του καὶ σάρκα ἀπὸ τὴν σάρκα του» (Ἐφεσίους 5:30) καὶ ἀλλοῦ: «ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῆς θεότητός του ὅλοι ἐμεῖς λάβαμε ἀλλεπάλληλες δωρεές» (κατὰ Ἰωάννην 1:16 καὶ Κολασσαεῖς 2:9). Ἔτσι γινόμαστε κατὰ χάριν ὅμοιοι μὲ τὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ Δεσπότη μας ἀνακαινισμένοι στὴν ψυχή, ἄφθαρτοι καὶ ἀναστημένοι ἀπὸ νεκροὶ ποὺ ἤμαστε. Τότε βλέπουμε αὐτὸν ποὺ καταδέχτηκε νὰ γίνει ὅμοιός μας καὶ βλεπόμαστε ἀπ᾿ αὐτόν, ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ γίνουμε ὅμοιοί του, ὅπως κάποιος βλέπει ἀπὸ μακριὰ τὸ πρόσωπο τοῦ φίλου του καὶ διαλέγεται μ᾿ αὐτὸν καὶ συνομιλεῖ καὶ ἀκούει τὴν φωνή του.

Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος ἅγιοι καὶ οἱ παλαιοὶ καὶ οἱ τωρινοὶ πνευματικὰ βλέποντες δὲν βλέπουν σχῆμα ἢ εἶδος ἢ ὁμοίωμα, ἀλλὰ φῶς ἀσχημάτιστο, ἐπειδὴ καὶ αὐτοὶ εἶναι φῶς ἐκ τοῦ φωτός, δηλαδὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅμως ἂν καὶ φτάνουν σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τὰ σώματά τους δὲν γίνονται ἀμέσως ἄφθαρτα καὶ πνευματικά, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς τὸ σίδερο ποὺ πυρακτώνεται στὴν φωτιὰ παίρνει τὴν λαμπρότητά της, ὅταν ὅμως ἀπομακρυνθεῖ ἀπ᾿ αὐτὴν γίνεται πάλι ψυχρὸ καὶ μαῦρο, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ τὰ σώματα τῶν ἁγίων: Μετέχοντας καὶ αὐτὰ στὸ θεῖο πῦρ, δηλαδὴ στὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἁγιάζονται, φλεγόμενα καθαρίζονται, γίνονται διαυγῆ καὶ πολυτιμότερα ἀπὸ τὰ ἄλλα σώματα. Ἀλλὰ ὅταν ἡ ψυχὴ βγεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀμέσως καὶ αὐτὰ παραδίδονται στὴν φθορὰ καὶ διαλύονται σιγὰ-σιγά. Ἄλλα ὅμως διατηροῦνται γιὰ πολλὰ χρόνια χωρὶς νὰ εἶναι οὔτε ἐντελῶς ἄφθαρτα οὔτε πάλι τελείως φθαρτά, ἀλλὰ διασῴζουν μέσα τοὺς τὰ γνωρίσματα καὶ τῆς ἀφθαρσίας καὶ τῆς φθορᾶς, ὥσπου νὰ φτάσουν στὴν τέλεια ἀφθαρσία καὶ νὰ ἀνακαινιστοῦν τὴν τελευταία καὶ κοινὴ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιὰ ποιὸ λόγο; Διότι δὲν ἔπρεπε νὰ ἀναστηθοῦν καὶ νὰ ἀφθαρτωθοῦν τὰ ἀνθρώπινα σώματα, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνακαίνιση τῶν κτισμάτων, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς πρῶτα πλάστηκε ἡ φύση ἄφθαρτη καὶ ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι πάλι πρῶτα ἡ κτίση πρέπει νὰ μεταποιηθεῖ ἀπὸ τὴν φθορὰ στὴν ἀφθαρσία καὶ μετὰ μαζὶ μ᾿ αὐτὴν ν᾿ ἀλλάξουν καὶ νὰ ἀνακαινιστοῦν τὰ φθαρτὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων, ὥστε ὁ ἄνθρωπος πνευματικὸς πιὰ καὶ ἀθάνατος νὰ κατοικήσει σὲ τόπο ἄφθαρτο, αἰώνιο καὶ πνευματικό. Καὶ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια, ἄκουσε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο ποὺ τὸ βεβαιώνει: «Θὰ ἔρθει ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου σὰν κλέπτης τὴν νύχτα καὶ τότε οἱ οὐρανοὶ θὰ διαλυθοῦν ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως θὰ καοῦν καὶ θὰ λυώσουν» (Β´ Πέτρου 3:10,12), ὄχι γιὰ νὰ ἐξαφανιστοῦν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀναχωνευθοῦν καὶ νὰ ἀναστοιχειωθοῦν σὲ καλύτερη καὶ αἰώνια κατάσταση. Ἀπὸ ποῦ γίνεται φανερὸ αὐτό; Ἀπὸ τὰ λόγια ποὺ προσθέτει στὴν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος: «Καινούριους οὐρανοὺς καὶ καινούρια γῆ προσδοκοῦμε κατὰ τὴν ἐπαγγελία σου» (Β´ Πέτρου 3:13). Τίνος τὴν ἐπαγγελία; Ἀσφαλῶς τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶπε: «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θὰ παρέλθουν, οἱ λόγοι μου ὅμως δὲν θὰ παρέλθουν» (κατὰ Ματθαῖον 24:35). Παρέλευση τοῦ οὐρανοῦ ἐννοεῖ τὴν ἀλλαγή του, γι᾿ αὐτὸ λέει ὅτι ἂν καὶ ὁ οὐρανὸς θὰ ἀλλάξει, ὅμως οἱ δικοί του λόγοι θὰ μένουν ἀναλλοίωτοι καὶ σταθεροί. Αὐτὸ προανήγγειλε καὶ ὁ προφήτης Δαυίδ: «Σὰν μανδύα θὰ τοὺς τυλίξεις καὶ θὰ ἀλλάξουν, ἐσὺ ὅμως θὰ παραμείνεις ὁ ἴδιος καὶ τὰ ἔτη τῆς ζωῆς σου δὲν θὰ ἐκλείψουν» (Ψαλμοί, 101:27-28). Τί θὰ μποροῦσε νὰ γίνει σαφέστερο ἀπὸ αὐτὰ τὰ λόγια;
Κεφάλαιο ι΄: Ὅτι καὶ πάντες οἱ Ἅγιοι τὸν Λόγον τοῦ Θεοῦ ἐν ἐαυτοῖς συλλαμβάνουσι τῇ Θεοτόκῳ παραπλησίως καὶ γεννῶσιν αὐτὸν καὶ γεννᾶται ἐν αὐτοῖς καὶ γεννῶνται ὑπ᾿ αὐτοῦ καὶ πῶς υἱοὶ καὶ ἀδελφοὶ καὶ μητέρες αὐτοῦ χρηματίζουσιν.

Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεός, ἀφοῦ εἰσῆλθε στὰ σπλάγχνα τῆς Παναγίας Παρθένου καὶ ἔλαβε σάρκα ἀπ᾿ αὐτήν, γεννήθηκε, ὅπως εἴπαμε, τέλειος ἄνθρωπος καὶ τέλειος Θεὸς ἀσυγχύτως. Τί σημαντικότερο ἔγινε ποτὲ γιά μᾶς; Ὅλοι μας πιστεύουμε σ᾿ αὐτὸν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς ἀειπαρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας καὶ γι᾿ αὐτὸ δεχόμαστε τὸν περὶ αὐτοῦ λόγο μὲ ἐμπιστοσύνη. Ἂν τὸν ὁμολογοῦμε λοιπὸν καὶ μετανοοῦμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας γιὰ τὶς προηγούμενες ἁμαρτίες μας, τότε ὁ λόγος τῆς εὐσεβείας, τὸν ὁποῖο δεχόμαστε, γεννιέται μέσα μας σὰν σπόρος, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Λόγος τοῦ Πατρὸς εἰσῆλθε στὴν γαστέρα τῆς Παρθένου. Θαύμασε τὸ μέγα τοῦτο καὶ ἐκπληκτικὸ μυστήριο καὶ δέξου τὸ μὲ κάθε πληροφορία καὶ πίστη.

Συλλαμβάνουμε λοιπὸν αὐτὸν τὸν Λόγο ὄχι σωματικά, ὅπως τὸν συνέλαβε ἡ Παρθένος καὶ Θεοτόκος, ἀλλὰ πνευματικὰ μὲν πραγματικὰ ὅμως. Καὶ ἔχουμε μέσα στὶς καρδιές μας αὐτὸν ποὺ τὸν ἴδιο ποὺ συνέλαβε καὶ ἡ Ἁγνὴ Παρθένος, ὅπως λέει ὁ θεῖος Παῦλος: «Ὁ Θεὸς ποὺ εἶπε νὰ λάμψει φῶς μέσα στὶς καρδιές μας πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ» (Β' Κορινθίους 4:6), σὰν νὰ λέει: Αὐτὸς ὅλος γεννήθηκε ἀληθινὰ μέσα μας. Καὶ ὅτι εἶναι ἔτσι τὸ φανερώνει μὲ ὅσα παραθέτει στὴν συνέχεια: «Ἔχουμε δὲ τὸν θησαυρὸν αὐτὸν μέσα σὲ πήλινα σκεύη» (Β´ Κορινθίους 4:6), ὀνομάζοντας θησαυρὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ὀνομάζει τὸ Πνεῦμα Κύριο: «Γιατὶ τὸ Πνεῦμα» λέει «εἶναι ὁ Κύριος» (Β´ Κορινθίους 4:6), ὥστε ὅπου ἀκοῦς Υἱὸν Θεοῦ νὰ ἐννοεῖς μαζὶ καὶ τὸ Πνεῦμα καὶ ἂν πάλι ἀκούσεις γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ ἐννοεῖς μαζὶ μὲ αὐτὸ καὶ τὸν Πατέρα, ἐπειδὴ καὶ γι᾿ αὐτὸν λέει: «Πνεῦμα ὁ Θεός» (κατὰ Ἰωάννη 4:24), διδάσκοντάς σε παντοῦ τὸ ἀχώριστο καὶ ὁμοούσιο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅτι δηλαδὴ ὅπου εἶναι ὁ Υἱὸς ἐκεῖ εἶναι καὶ ὁ Πατήρ, καὶ ὅπου ὁ Πατὴρ ἐκεῖ καὶ τὸ Πνεῦμα, καὶ ὅπου τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκεῖ ὅλη ἡ τρισυπόστατη Θεότητα, ὁ ἕνας Θεὸς καὶ Πατὴρ μαζὶ μὲ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Πνεῦμα τοὺς ὁμοουσίους, «αὐτὸς ποὺ εἶναι εὐλογητὸς στοὺς αἰῶνες, ἀμήν» (Ρωμαίους 1:25).

Ἔτσι ὅταν πιστεύσουμε ὁλόψυχα καὶ μετανοήσουμε θερμὰ θὰ συλλάβουμε ὅπως εἰπώθηκε τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ στὶς καρδιές μας, καθὼς τὸν συνέλαβεν ἡ Παρθένος, προσφέροντάς του κι ἐμεῖς τὶς ψυχές μας παρθενικὲς καὶ ἁγνές. Καὶ ὅπως ἐκείνη δὲν τὴν κατέφλεξε τὸ πῦρ τῆς θεότητας, ἐπειδὴ ἦταν ἁγνὴ καὶ ὑπεράμωμη, ἔτσι οὔτε καὶ ἐμᾶς μας κατακαίει, ὅταν τοῦ προσφέρουμε τὶς καρδιές μας ἁγνὲς καὶ καθαρές, ἀλλὰ γίνεται ἐντός μας δροσιὰ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ πηγὴ ὕδατος καὶ ρεῖθρον ἀθάνατης ζωῆς. Ὅτι δεχόμαστε καὶ ἐμεῖς παρόμοια τὸ ἄστεκτον πῦρ τῆς θεότητας, ἄκουσε τὸν Κύριο ποὺ τὸ λέει: «Πῦρ ἦλθα νὰ βάλω στὴν γῆ» (κατὰ Λουκᾶν 12:49). Τί ἄλλο ἐννοεῖ, παρὰ τὸ ὁμοούσιο πρὸς τὴν θεότητά του Πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο συνεισέρχεται καὶ συνθεωρεῖται μέσα μας καὶ ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα;

Ἐπειδὴ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μία φορὰ σαρκώθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο καὶ γεννήθηκε ἀπὸ αὐτὴν σωματικά, ἀνέκφραστα καὶ ὑπὲρ λόγον καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σαρκωθεῖ πάλι ἢ νὰ γεννηθεῖ σωματικὰ ἀπὸ τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς, τί προνοεῖ; Μᾶς μεταδίδει γιὰ τροφὴ ἐκείνη τὴν ἄχραντη σάρκα ποὺ προσέλαβε ἀπὸ τὴν πανάχραντη Θεοτόκο, κατὰ τὴν σωματική του γέννηση. Ἂν τὴν μεταλαμβάνουμε ἄξια, ἔχουμε μέσα μας ὅλον τὸν σαρκωθέντα Θεὸ καὶ Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, αὐτὸν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς Παρθένου τὸν καθήμενο στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος λέει: «ἐκεῖνος ποὺ τρώγει τὴν σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου μένει μέσα μου καὶ ἐγὼ μέσα του» (κατὰ Ἰωάννη 6:56), χωρὶς ὅμως νὰ προέρχεται ἢ νὰ γεννιέται σωματικὰ ἀπὸ ἐμᾶς, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ μᾶς ἀποχωρίζεται ποτέ. Διότι ἐμεῖς δὲν τὸν αἰσθανόμαστε σὰν σάρκα, ἂν καὶ βρίσκεται μέσα μας ὅπως ἀκριβῶς ἕνα βρέφος, ἀλλὰ ὑπάρχει ἀσωμάτως σὲ σῶμα, ἀναμιγνυόμενος ἀνέκφραστα μὲ τὴν φύση μας καὶ τὴν οὐσία μας καὶ θεοποιώντας μας, ἐπειδὴ γίναμε σύσσωμοι καὶ μ᾿ αὐτὸν δηλαδὴ σάρκα ἀπὸ τὴν σάρκα του καὶ ὀστοῦν ἀπὸ τὰ ὀστά του. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο καὶ φρικτότερο μυστήριο τῆς ἀνέκφραστης οἰκονομίας καὶ συγκαταβάσεώς του, ποὺ δίσταζα νὰ τὸ γράψω καὶ ἔτρεμα νὰ τὸ ἐπιχειρήσω.

Ὁ Θεὸς ὅμως πάντοτε θέλει νὰ ἀποκαλύπτεται καὶ νὰ φανερώνεται ἡ ἀγάπη τοῦ σ᾿ ἐμᾶς, ὥστε καὶ ἐμεῖς κάποτε κατανοώντας τὴν μεγάλη του ἀγαθότητα καὶ αἰσθανόμενοι ντροπὴ νὰ προθυμοποιηθοῦμε νὰ τὸν ἀγαπήσουμε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐγὼ παρακινήθηκα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ φωτίζει τὶς καρδιές μας καὶ σᾶς φανέρωσα αὐτὰ τὰ μυστήρια γραπτῶς, ὄχι γιὰ νὰ σᾶς ἀποδείξω ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅμοιος μ᾿ αὐτὴν ποὺ γέννησε τὸν Κύριο – μὴ γένοιτο – αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο. Διότι ἄλλη εἶναι ἡ ἔνσαρκη καὶ ἄφραστη γέννηση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀπὸ τὴν Παρθένο καὶ ἄλλη ποὺ συντελεῖται σέ μας πνευματικῶς. Ἐκείνη γεννώντας ἔνσαρκο τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπεργάστηκε στὴν γῆ τὸ μυστήριό της ἀναπλάσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μας καὶ τὴν σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου, ποὺ εἶναι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεός, αὐτὸς ποὺ ἕνωσε στὸν ἑαυτό του τὰ διεστῶτα καὶ ἐξάλειψε τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Ἐνῷ αὐτὴ (ποὺ συντελεῖται σὲ μᾶς) γεννώντας ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τὸν Λόγο τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, ἀπεργάζεται ἀκατάπαυστα στὶς καρδιές μας τὸ μυστήριο τῆς ἀνακαινίσεως τῶν ἀνθρώπινων ψυχῶν καὶ τὴν κοινωνία καὶ ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ Λόγο, αὐτὴν ὑπαινίσσεται καὶ τὸ θεῖο λόγιο: «Δι᾿ αὐτοῦ συλλάβαμε καὶ ἐγεννήσαμε μὲ πόνο τὸ πνεῦμα τῆς σωτηρίας, τὸ ὁποῖο κυοφορήσαμε πάνω στὴν γῆ» (Ἡσαΐας 26:18).

Λοιπὸν δὲν σᾶς φανέρωσα αὐτὰ τὰ μυστήρια γιὰ νὰ ἀποδείξω ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γεννήσει τὸν Χριστὸ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ τὸν γέννησε ἡ Παναγία, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ ὑπεράπειρη καὶ γνήσια ἀγάπη του σ᾿ ἐμᾶς καὶ ὅτι ἂν τὸ θέλουμε ὅλοι μποροῦμε νὰ γίνουμε μητέρα καὶ ἀδελφοί του κατὰ τὸν προαναφερόμενο τρόπο, καθὼς καὶ ὁ ἴδιος τὸ διακηρύττει: «Μητέρα μου καὶ ἀδελφοί μου εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀκοῦνε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐκτελοῦν» (κατὰ Λουκᾶν 8:21). Ἔτσι θὰ γίνουμε ἴσοι μὲ τοὺς μαθητὲς καὶ ἀποστόλους του, ὄχι κατὰ τὴν ἀξία, οὔτε κατὰ τὶς περιοδίες καὶ τοὺς κόπους ποὺ ὑπέφεραν, ἀλλὰ κατὰ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δωρεὰ τὴν ὁποία ἐξέχεε σ᾿ ὅλους ποὺ τὸν πίστευαν καὶ τὸν ἀκολουθοῦσαν, χωρὶς νὰ στραφοῦν ποτὲ πίσω.

Εἶδες πὼς ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀκοῦνε καὶ πράττουν τὸν λόγο τοῦ τοὺς ἀνύψωσε στὴν ἀξία τῆς Μητέρας του καὶ τοὺς ἀποκαλεῖ ἀδελφοὺς καὶ συγγενεῖς του; Ὅμως μόνο ἐκείνη ὑπῆρξε ἡ κυρίως Μητέρα του, ἐπειδὴ ὅπως ἀνέφερα τὸν γέννησε ἀνερμηνεύτως καὶ χωρὶς ἄνδρα, ἐνῷ ὅλοι οἱ ἅγιοι τὸν συλλαμβάνουν καὶ τὸν κατέχουν κατὰ χάριν καὶ δωρεάν. Καὶ ἀπὸ μὲν τὴν ἄμωμη Μητέρα του δανείστηκε τὴν παναμώμητη σάρκα του καὶ σὲ ἀντάλλαγμα τῆς δώρισε τὴν θεότητα – ὢ τί παράξενη καὶ ἀσυνήθιστη συναλλαγὴ – ἐνῷ ἀπὸ τοὺς ἁγίους δὲν παίρνει σάρκα, ἀλλὰ ἀντίθετα αὐτὸς τοὺς μεταδίδει τὴν θεωμένη σάρκα του. Ἂς ἐξετάσουμε λοιπὸν τὸ βάθος αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου.

Ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος στὸν Χριστό, δηλαδὴ τὸ πῦρ τῆς θεότητος, προέρχεται ἀπὸ τὴν θεία τοῦ φύση καὶ οὐσία. Ὅμως τὸ σῶμα του δὲν ἔχει τὴν ἴδια προέλευση, ἀλλὰ προέρχεται ἀπὸ τὴν πάναγνη καὶ ἅγια σάρκα τῆς Θεοτόκου, τὴν ὁποία προσέλαβε κατὰ τὸ ἱερὸ λόγιο: «ὁ Λόγος ἔγινε σάρκα» (κατὰ Ἰωάννην 1:14). Ἔκτοτε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀχράντου Παρθένου μεταδίδει στοὺς ἁγίους, ἀπὸ μὲν τὴν φύση καὶ τὴν οὐσία τοῦ συναΐδιου Πατρός του τὴν χάρη τοῦ Πνεύματος, δηλαδὴ τὴν θεότητα, καθὼς καὶ μέσῳ τοῦ προφήτη λέγει: «Θὰ συμβεῖ τοῦτο κατὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες, θὰ ἐκχύσω ἀπὸ τὸ Πνεῦμα μου σὲ κάθε ἄνθρωπο» (Ἰωὴλ 3:1), ἐννοώντας κάθε πιστό, ἀπὸ δὲ τὴν φύση καὶ οὐσία ἐκείνης ποὺ κυρίως καὶ ἀληθῶς τὸν γέννησε τὴν σάρκα, τὴν ὁποία ἔλαβε ἀπὸ αὐτή.

Καὶ ὅπως ἀπὸ τὴν πληρότητά του λάβαμε ὅλοι ἐμεῖς, ἔτσι ἀκριβῶς μεταλαμβάνουμε ἀπὸ τὴν ἄμωμη σάρκα τῆς Παναγίας Μητέρας του, τὴν ὁποία καὶ ἐκεῖνος προσέλαβε καὶ ὅπως ἔγινε υἱὸς καὶ Θεός της ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας γενόμενος καὶ ἀδελφός μας, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἐμεῖς – ὢ τί ἀνέκφραστη φιλανθρωπία – γινόμαστε υἱοὶ τῆς Θεοτόκου Μητέρας του καὶ ἀδελφοὶ τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ χάρη στὸν ὑπεράμωμο καὶ ὑπεράγνωστο γάμο ποὺ τελέστηκε μ᾿ αὐτὴν καὶ σ᾿ αὐτὴν γεννήθηκε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπ᾿ αὐτὸν πάλι ὅλοι οἱ ἅγιοι. Πράγματι, ὅπως ἀπὸ τὴν συνουσία καὶ τὴν σπορὰ τοῦ Ἀδὰμ πρώτη ἡ Εὔα γέννησε καὶ ἀπὸ ἐκείνη καὶ μέσῳ ἐκείνης γεννήθηκαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι καὶ ἡ Θεοτόκος, ἀφοῦ δέχτηκε ἀντὶ σπορᾶς τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ συνέλαβε καὶ γέννησε μόνο τὸν πρὸ αἰώνων μονογενῆ του Πατρὸς καὶ μετέπειτα σαρκωθέντα δικό της μονογενῆ. Καὶ μολονότι ἡ ἴδια ἔπαψε νὰ συλλαμβάνει καὶ νὰ γεννᾷ, ὁ Υἱὸς τῆς γέννησε καὶ γεννᾷ καθημερινὰ ὅσους πιστεύουν σ᾿αὐτὸν καὶ τηροῦν τὶς ἅγιες ἐντολές του. Ἀσφαλῶς ἔπρεπε ἡ πνευματική μας ἀναγέννηση καὶ ἀνάπλαση νὰ γίνει διὰ τοῦ ἀντρός, δηλαδὴ τοῦ δευτέρου Ἀδὰμ καὶ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἡ γέννησή μας στὴν φθορὰ ἔγινε διὰ τῆς γυναικὸς Εὔας.

Καὶ πρόσεχε τὴν ἀκρίβεια τοῦ λόγου: ἀνδρὸς θνητοῦ καὶ φθαρτοῦ ἡ σπορὰ φθαρτοὺς υἱοὺς καὶ θνητοὺς διὰ γυναικὸς γέννησε καὶ γεννᾷ, ἀθανάτου καὶ ἀφθάρτου Θεοῦ ὁ ἀθάνατος καὶ ἄφθαρτος Λόγος ἀθάνατα καὶ ἄφθαρτα τέκνα γέννησε καὶ διαρκῶς γεννᾷ, ἀφοῦ πρῶτα αὐτὸς γενννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο ἐν ἁγίῳ Πνεύματι βεβαίως.

Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν εἶναι δέσποινα καὶ βασίλισσα καὶ κυρία καὶ Μητέρα ὅλων τῶν ἁγίων ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἐνῷ ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι καὶ δοῦλοι τῆς ἀφοῦ εἶναι Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ παιδιά της ἀφοῦ μεταλαμβάνουν ἀπὸ τὴν πανάχραντη σάρκα τοῦ Υἱοῦ της. Πιστὸς ὁ λόγος: ἡ σάρκα τοῦ Υἱοῦ τῆς εἶναι σάρκα τῆς Θεοτόκου. Μεταλαμβάνοντας καὶ ἐμεῖς ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν θεωμένη σάρκα τοῦ Κυρίου, ὁμολογοῦμε καὶ πιστεύουμε ὅτι μεταλαμβάνουμε ζωὴν αἰώνια, ἐκτὸς ἂν ἀναξίως καὶ εἰς κατάκριμα μεταλαμβάνουμε.

Πράγματι ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι συγγενεῖς πρὸς τὴν Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ κατὰ τρεῖς τρόπους: Πρῶτον ἐπειδὴ προέρχονται ἀπὸ τὸν ἴδιο πηλὸ μ᾿ αὐτὴν καὶ τὴν ἴδια πνοή, δηλαδὴ τὴν ψυχή. Δεύτερον ἐπειδὴ ἔχουν κοινωνία καὶ μετουσία μὲ αὐτὴν διὰ τῆς προσλήψεως τῆς σαρκός της ἀπὸ τὸν Χριστό. Καὶ τρίτον ἐπειδή, λόγῳ τῆς ἐν Πνεύματι ἁγιωσύνης ποὺ ἐνυπάρχει σὲ αὐτούς, καθένας συλλαμβάνει ἐντός του καὶ κατέχει τὸν Θεὸ τῶν ὅλων, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἐκείνη τὸν εἶχε ἐντός της. Διότι ἂν καὶ τὸν γέννησε σωματικῶς, ὅμως πάντοτε τὸν εἶχε ὅλον καὶ πνευματικῶς μέσα της καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ τὸν ἔχει καὶ τώρα καὶ πάντοτε ἀχώριστον ἀπὸ αὐτήν.

Σ᾿ αὐτὸν πρέπει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰώνες. Ἀμήν.

nektarios.gr

ΑΡΠΑΓΗ ΣΤΟ ΦΩΣ

 
 
 
 

Παρασκευή, 7 Ιανουαρίου 2011

Αρπαγή στο Φως. Συμεών ο Νέος Θεολόγος


Αρπαγή στο Φως
Ελεύθερη απόδοση του ΚΒ' Κατηχητικού λόγου
Έκδοση Ι. Μονής Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κάλαμος Αττικής


Αρπαγή μέσα στο Φως

ΚΑΠΟΙΑ νύχτα λοιπόν, που έλεγε το «Ο Θεός ιλασθήτι μοι τω αμαρτωλώ» με τον νου μάλλον παρά με τα χείλη, φάνηκε ξαφνικά από ψηλά πλούσια θεία έλαμψη και γέμισε όλος ο τόπος.
Μόλις έγινε αυτό, ο νέος δεν καταλάβαινε πια αν βρισκόταν μέσα σε σπίτι και κάτω από στέγη. Φως μόνο έβλεπε παντού και δεν αισθανόταν καν αν πατούσε στη γη, αλλ' ούτε φοβόταν μήπως πέσει. Δεν σκεπτόταν καθόλου τον κόσμο ούτε του άγγιζε τον λογισμό τίποτε απ' όσα πειράζουν τους ανθρώπους που φορούν σάρκα.
Ήταν όλος μέσα σ' ένα άϋλο φως και νόμιζε πως έγινε κι ο ίδιος φως. Λησμόνησε όλο τον κόσμο, ενω πλημμύρισε από δάκρυα ανέκφραστης χαράς και αγαλλιάσεως. Έπειτα ο νους του ανέβηκε στον ουρανό και είδε άλλο φως λαμπρότερο απ' το πρώτο. Κοντά σ' αυτό το φως βλέπει με έκπληξη να στέκεται εκείνος ο άγιος και ισάγγελος γέροντας, που του έδωσε τον κανόνα και το βιβλίο.


Ακούγοντάς το εγώ αυτό, σκέφτηκα ότι η πρεσβεία του αγίου εκείνου είχε συνεργήσει πολύ, ώστε να αξιωθεί ο νέος τέτοιας ελλάμψεως και ότι έτσι τα οικονόμησε ο Θεός για να του φανερώσει σε ποιό ύψος αρετής είχε φθάσει ο άγιος γέροντάς του.

Όταν πέρασε η θεωρία και ήρθε πάλιν στον εαυτό του, τον συνείχε χαρά και έκπληξη και δάκρυα ανέβλυζαν από την καρδιά του γεμάτα γλυκύτητα. Τέλος ξάπλωσε στο κρεβάτι του, ενώ εκείνη την ώρα λάλησε ο πετεινός φανερώνοντας ότι είναι μεσάνυχτα.
Μετά από λίγο εκκλησίες σήμαναν τον Όρθρο. Κι αυτός σηκώθηκε να ψάλλει κατά τη συνήθειά του, χωρίς να έχει ούτε καν έννοια για ύπνο εκείνη τη νύχτα.

Αυτά έγιναν με τη θέληση και την απόλυτη κρίση του Θεού, χωρίς ο νέος να κάνει τίποτα περισσότερο, παρά μόνο όσα ακούσατε, με ορθή πίστη και αδίστακτη ελπίδα. Ας μην πει λοιπόν κανείς ότι έπραξε αυτά δοκιμαστικώς.
Κάτι τέτοιο ούτε καν από το λογισμό του πέρασε -γιατί αυτός που δοκιμάζει και εκπειράζει, πίστη δεν έχει αποκτήσει- αλλά απορρίπτοντας κάθε άλλη εμπαθή και φιλήδονη έννοια φρόντιζε, όπως με βεβαίωνε, μόνο για όσα του έλεγε η συνείδηση, ώστε ήταν σαν νεκρός για τα αισθητά πράγματα του βίου κι ούτε καν την τροφή και το νερό επιζητούσε συχνά και ενήδονα.
myriobiblos.gr

ΠΕΡΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

 
 
 
 

Σάββατο, 23 Απριλίου 2011

Ὅσιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος - Λόγος περὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως (Λόγος ΙΓ´)


Περί τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀναστάσεως. Καί ὁποία τίς ἐστιν ἢ πῶς ἐν ἡμῖν γίνεται ἡ ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐν αὐτῇ ἡ ἀνάστασις τῆς ψυχῆς.
Καί τί τὸ μυστήριον ταύτης τῆς ἀναστάσεως.
Ἐλέχθη μετὰ τὸ Πάσχα τῇ δευτέρᾳ τῆς δευτέρας ἑβδομάδος τοῦ Πάσχα.






Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες, ἤδη τὸ Πάσχα, ἡ χαρμόσυνος ἡμέρα, ἡ πάσης εὐφροσύνης καὶ θυμηδίας, τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀναστάσεως κατὰ περίοδον τοῦ χρόνου παραγινομένης ἀεὶ μᾶλλον δὲ καθ᾿ ἑκάστην καὶ ἀεννάως γινομένης ἐν τοῖς εἰδόσι τὸ μυστήριον ταύτης, χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως (Πρβ. Λουκ. α´ 14) ἀφάτου ἐπλήρωσε τὰς καρδίας ἡμῶν, λύσασα ἐπὶ τὸ αὐτὸ τῆς πανσέπτου νηστείας τὸν κόπον ἢ μᾶλλον εἰπεῖν, τελειώσασα καὶ ἅμα παρακαλέσασα ἡμῶν τὰς ψυχάς, διὸ καὶ πρὸς ἀνάπαυσιν καὶ εὐχαριστίαν πάντας ὁμοῦ τοὺς πιστοὺς προσκαλεσαμένη, ὡς ὁρᾶτε, διῆλθεν. Εὐχαριστήσωμεν οὖν τῷ Κυρίῳ, τῷ διαβιβάσαντι ἡμᾶς τὸ πέλαγος (Πρβ. Σ. Σολ. ι´ 18) τῆς νηστείας καὶ εἰς τὸν λιμένα τῆς αὐτοῦ ἀναστάσεως ἀγαγόντι μετ᾿ εὐθυμίας ἡμᾶς· εὐχαριστήσωμεν αὐτῷ, οἵ τε καλῶς καὶ προθύμως μετὰ ζεούσης προθέσεως καὶ ἀγώνων τῆς ἀρετῆς τὸν δρόμον διανύσαντες τῆς νηστείας καὶ οἱ ἀσθενήσαντες περὶ ταῦτα δι᾿ ὀλιγωρίαν καὶ ψυχῆς ἀσθένειαν, ἐπειδή αὐτός ἐστιν ὁ καὶ τοῖς σπουδαίοις ὑπὲρ ἐκ περισσοῦ διδοὺς τοὺς στεφάνους καὶ τοὺς ἀξίους μισθοὺς τῶν ἔργων αὐτῶν, καὶ συγγνώμην αὖθις τοῖς ἀσθενεστέροις, ὡς ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος, ἀπονέμων. Ὁρᾷ γὰρ τὰς διαθέσεις ἡμῶν τῶν ψυχῶν καὶ τὰς προαιρέσεις μᾶλλον ἢ τοὺς κόπους τοῦ σώματος, δι᾿ ὧν γυμνάζομεν πρὸς ἀρετὴν ἑαυτούς, ἢ πλεῖον τὴν ἄσκησιν προθυμίᾳ ψυχῆς ἐπιτείνοντες ἢ ἔλαττον δι᾿ ἀσθένειαν σώματος ταύτην τῶν σπουδαίων ποιούμενοι, καὶ κατὰ τὰς προθέσεις ἡμῶν ἀντιμετρεῖ τὰ ἔπαθλα καὶ τὰ τοῦ Πνεύματος ἑκάστῳ χαρίσματα, ποιῶν ἢ περίφημον καὶ ἔνδοξον τῶν σπουδαίων τινὰ ἢ ἐὼν ταπεινόν ἔτι καὶ δεόμενον ἐπιπονωτέρας καθάρσεως.Ἀλλὰ γὰρ ἴδωμεν, εἰ δοκεῖ, καὶ καλῶς ἐξετάσωμεν, τί τὸ μυστήριον τῆς τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἀναστάσεως, ὅπερ ἀεὶ τοῖς βουλομένοις ἡμῖν μυστικῶς γίνεται, καὶ πῶς ἐν ἡμῖν ὁ Χριστός ὡς ἐν μνήματι θάπτεται καὶ πῶς ἑνούμενος ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς ἐξανίσταται, συνανιστῶν καὶ ἡμᾶς ἑαυτῷ. Ἐστι δὲ ὁ σκοπός τοῦ λόγου τοιοῦτος.
Ὁ Χριστὸς καὶ Θεὸς ἡμῶν, ἐπὶ σταυροῦ κρεμασθεὶς καὶ προσηλώσας (Πρβ Κολασ. β´ 14) ἐν αὐτῷ τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου (Πρβ Ἰω, α´ 29), θανάτου γευσάμενος (Πρβ Ἑβρ. β´ 9), κατῆλθεν ἐν τοῖς κατωτάτοις τοῦ ᾅδου (Πρβ Ἐφ. Δ´ 9, Ψαλ. πε´ 13). Ὥσπερ οὖν ἐξ ᾅδου πάλιν ἀνελθὼν εἰς τὸ ἄχραντον ἑαυτοῦ σῶμα εἰσῆλθεν, οὗ κατελθὼν ἐκεῖσε οὐδαμῶς ἐχωρίσθη, καὶ εὐθὺς ἀνέστη ἐκ τῶν νεκρῶν καὶ μετὰ ταῦτα ἀνῆλθεν εἰς οὐρανοὺς μετὰ δόξης πολλῆς καὶ δυνάμεως (Πρβ Ματθ. κδ´ 30, Λουκ. κα´ 27), οὕτω δὴ καὶ νῦν ἐξερχομένων ἡμῶν ἐκ τοῦ κόσμου καὶ εἰσερχομένων διὰ τῆς τῶν παθημάτων τοῦ Κυρίου ἐξομοιώσεως (Πρβ. Ρωμ. ς´ 5, Β´ Κορ. α´ 5, Φιλιπ. γ´ 10 κ.α.) ἐν τῷ τῆς μετανοίας καὶ ταπεινώσεως μνήματι, αὐτὸς ἐκεῖνος ἐξ οὐρανῶν κατερχόμενος, εἰσέρχεται ὡς ἐν τάφῳ ἐν τῷ ἡμῶν σώματι, καὶ ἑνούμενος ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς ἐξανιστᾷ νεκρὰς οὔσας ὁμολογουμένως αὐτάς, καὶ τηνικαῦτα βλέπειν ἐμπαρέχει τῷ οὕτως ἀναστάντι σύν τῷ Χριστῷ τὴν δόξαν τῆς μυστικῆς αὐτοῦ ἀναστάσεως. Ἀνάστασις οὖν Χριστοῦ ἡ ἡμετέρα ὑπάρχει ἀνάστασις, τῶν κάτω κειμένων. Ἐκεῖνος γὰρ μὴ πεσὼν εἰς ἁμαρτίαν ποτέ (Πρβ. Ἰω. η´ 46, Ἑβρ. Δ´ 15, ζ´ 26 κ.α.), καθὰ γέγραπται, μηδὲ ἀλλοιωθεὶς τῆς ἰδίας δόξης κἂν ὁπωσοῦν, πῶς ἀναστήσεταί ποτε ἢ δοξασθήσεται, ὁ ἀεὶ ὢν ὑπερδεδοξασμένος καὶ ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας (Ἐφ. α´ 21) διαμένων ὡσαύτως; Ἀνάστασις καὶ δόξα Χριστοῦ ἡ ἡμετέρα, καθάπερ εἴρηται, δόξα ὑπάρχει, ἡ διὰ τῆς ἐν ἡμῖν αὐτοῦ ἀναστάσεως γινομένη καὶ δεικνυμένη καὶ ὁρωμένη ἡμῖν. Ἅπαξ γὰρ οἰκειωσάμενος τὰ ἡμέτερα, ἃ ποιεῖν ἐν ἡμῖν αὐτός, ταῦτα ἑαυτῷ ἐπιγράφεται.
Ἀνάστασις δὲ ψυχῆς ἡ ἕνωσίς ἐστι τῆς ζωῆς· ὥσπερ γὰρ τὸ νεκρόν σῶμα, εἰ μὴ δέξεται ἐν ἑαυτῷ τὴν ζῶσαν ψυχὴν καὶ ἀμίκτως ταύτῃ μιγῇ, ζῆν οὐ λέγεται οὐδὲ δύναται, οὕτως οὐδὲ ψυχὴ μόνη ζῆν αὐτὴ καθ᾿ ἑαυτὴν δύναται, εἰ μὴ ἀρρήτως καὶ ἀσυγχύτως ἑνωθῇ Θεῷ, τῇ ὄντως αἰωνίᾳ ζωῇ (Πρβ Α´ Ἰω. ε´ 20). Πρὸ γὰρ τῆς ἐν γνώσει καὶ ὁράσει καὶ αἰσθήσει ἑνώσεως νεκρά ἐστιν, εἰ καὶ νοερὰ ὑπάρχει καὶ τῇ φύσει ἀθάνατος. Οὔτε γὰρ γνῶσις δίχα ὁράσεως, οὔτε ὅρασις δίχα αἰσθήσεως. Ἔστι δὲ τὸ λεγόμενον οὕτως· ὅρασις καὶ ἐν τῇ ὁράσει γνῶσις καὶ αἴσθησις (ἐν τοῖς πνευματικοῖς δὲ τοῦτό φημι, ἐν γὰρ τοῖς σωματικοῖς καὶ δίχα ὁράσεως αἴσθησις γίνεται). Οἷόν τι λέγω; Τυφλὸς εἰς λίθον τὸν πόδα κρούων αἰσθάνεται, ὁ δὲ νεκρός οὔ· ἐν τοῖς πνευματικοῖς δὲ εἰ μὴ εἰς θεωρίαν ἔλθῃ ὁ νοῦς τῶν ὑπὲρ ἔννοιαν, τῆς μυστικῆς ἐνεργείας οὐκ αἰσθάνεται. Ὁ οὖν πρὸ τῆς θεωρίας τῶν ὑπὲρ νοῦν καὶ λόγον καὶ ἔννοιαν ἐπαισθάνεσθαι λέγων ἐν τοῖς πνευματικοῖς, τῷ τὰς ὄψεις πηρῷ ἔοικεν, ὃς ἐν οἷς μὲν πάσχει ἀγαθοῖς ἢ κακοῖς ἐπαισθάνεται, ἀγνοεῖ δὲ τὰ ἐν χερσὶν ἢ ποσὶ καὶ τὰ παραίτια ζωῆς ἢ θανάτου τούτῳ γενόμενα· τὰ γὰρ ἐπερχόμενα αὐτῷ κακὰ ἢ ἀγαθὰ οὐδαμῶς ἐπαισθάνεται τῆς ὀπτικῆς ἐστερημένος δυνάμεως καὶ αἰσθήσεως, ὅθεν καὶ πολλάκις τὴν ῥάβδον ἐπάρας πρὸς τὴν τοῦ ἐχθροῦ ἄμυναν, ἀντ᾿ ἐκείνου ἔσθ᾿ ὅτε τὸν ἑαυτοῦ φίλον μᾶλλον ἐτύπτησε, τοῦ ἐχθροῦ πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ἱσταμένου καὶ διαγελῶντος αὐτόν.
Ἀνάστασιν Χριστοῦ οἱ πλείονες μὲν τῶν ἀνθρώπων πιστεύουσιν, ὀλίγοι δὲ λίαν εἰσὶν οἱ καὶ ταύτην βλέποντες καθαρῶς, οἱ δέ γε μὴ θεασάμενοι οὐδὲ προσκυνεῖν δύνανται, ὡς ἅγιον καὶ Κύριον, τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν· «Οὐδεὶς γάρ, φησί, δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Α´ Κορ. ιβ´ 3), καὶ ἀλλαχοῦ· «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰω. δ´ 24). Οὐδὲ γὰρ λέγει τὸ ἱερώτατον λόγιον, ὃ καθ᾿ ἑκάστην ἐπὶ στόματος περιφέρομεν· Ἀνάστασιν Χριστοῦ πιστεύσαντες, ἀλλὰ τί; «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν, τὸν μόνον ἀναμάρτητον». Πῶς οὖν προτρέπεται νῦν ἡμᾶς τὸ Πνεῦμα λέγειν τὸ Ἅγιον - ὡς αὐτὴν ἰδόντες, ἥνπερ οὐκ εἴδομεν· «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι», ἅπαξ πρὸ χιλίων ἐτῶν ἀναστάντος τοῦ Χριστοῦ καὶ μηδὲ τότε τοῦτον ἀνιστάμενον ἰδόντος τινός; Ἆρα μὴ ψεύδεσθαι ἡμᾶς βούλεται ἡ θεία Γραφή; Ἄπαγε, ἀλλ᾿ ἀληθεύειν μᾶλλον παρεγγυᾷ, ὡς ἐν ἑνὶ ἑκάστῳ ἡμῶν τῶν πιστῶν ἐγγινομένης δηλονότι τῆς Χριστοῦ ἀναστάσεως καὶ τοῦτο οὐχ ἁπλῶς, ἀλλά καθ᾿ ὥραν, ὡς εἰπεῖν, αὐτοῦ τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ ἐν ἡμῖν ἐξανισταμένου, λαμπροφοροῦντος καὶ ἀπαστράπτοντος τὰς τῆς ἀφθαρσίας καὶ Θεότητος ἀστραπάς. Ἡ φωτοφόρος γὰρ παρουσία τοῦ Πνεύματος τὴν ἀνάστασιν ἡμῖν, ὡς ἐν πρωΐᾳ (Πρβ Ἰω. κα´ 4) ὑποδεικνύει, μᾶλλον δὲ αὐτὸν ἐκεῖνον τὸν ἀναστάντα ὁρᾷν χαρίζεται. Διὸ καὶ λέγομεν· «Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν» (Ψαλ. ριζ´ 27), καὶ τὴν δευτέραν αὐτοῦ ὑποσημαίνοντες παρουσίαν ἐπιφέροντες οὕτω λέγομεν· «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Ψαλ. ριζ´ 26). Οἷς οὖν ἐπιφανῇ ὁ Χριστὸς ἐξαναστάς, πάντως πνευματικῶς αὐτοῖς τοῖς πνευματικοῖς ὄμμασι ὁρώμενος δείκνυται. Ὅταν γὰρ ἐν ἡμῖν διὰ τοῦ Πνεύματος γένηται, ἀνιστᾷ ἡμᾶς ἐκ νεκρῶν καὶ ζωοποιεῖ καὶ αὐτὸν ἐν ἡμῖν ὅλον ὁρᾷν ζῶντα δίδωσι, τὸν ἀθάνατον καὶ ἀνώλεθρον, οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ συνανιστῶντα (Πρβ. Ἐφ. β´ 6) καὶ συνδοξάζοντα (Πρβ. Ρωμ. η´ 17) ἡμᾶς ἑαυτῷ τρανῶς γινώσκειν χαρίζεται, καθώς πᾶσα θεία Γραφὴ μαρτυρεῖ.
Ταῦτα τοίνυν εἰσὶ τὰ τῶν χριστιανῶν θεῖα μυστήρια, αὕτη ἡ ἐγκεκρυμμένη τῆς πίστεως ἡμῶν δύναμις, ἣν οἱ ἄπιστοι ἢ δύσπιστοι ἢ μᾶλλον εἰπεῖν ἡμίπιστοι οὐχ ὁρῶσιν, οὔτε μὴν ἰδεῖν οὐδαμῶς δύνανται (Πρβ. Α´ Τιμ. ς´ 16). Ἄπιστοι δέ, δύσπιστοι καὶ ἡμίπιστοι, οὗτοί εἰσιν οἱ μὴ διά τῶν ἔργων τὴν πίστιν ἐπιδεικνύμενοι (Πρβ. Ἰακ. β´ 18). Ἔργων γὰρ δίχα καὶ οἱ δαίμονες πιστεύουσι (Πρβ. Ἰακ. β´ 19) καὶ Θεὸν εἶναι τὸν Δεσπότην ὁμολογοῦσι Χριστόν·
«Οἴδαμεν γὰρ σε (Πρβ. Μαρκ. α´ 24, Λουκ. δ´ 34), φασί, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ» (Πρβ. Ματθ. η´ 29 κ.α.), καὶ ἀλλαχοῦ· «Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν»(Πραξ. ις´ 17). Ἀλλ᾿ ὅμως οὔτε τοὺς δαίμονας οὔτε τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς ἡ τοιαύτη πίστις ὠφελήσει. Οὐδὲ γὰρ τῆς πίστεως ταύτης ὄφελος, νεκρὰ γὰρ ἐστι κατὰ τὸν θεῖον ἀπόστολον· «Ἡ πίστις γὰρ, φησί, δίχα τῶν ἔργων νεκρά ἐστιν» (Ἰακ. β´ 26), ὥσπερ καὶ τὰ ἔργα δίχα πίστεως. Νεκρὰ δὲ πῶς; Ὅτι τὸν ζωογονοῦντα Θεὸν (Πρβ. Α´ Τιμ. ς´ 13) οὐκ ἔχει ἐν ἑαυτῇ, ὅτι τὸν εἰπόντα· «Ὁ ἀγαπῶν με τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσει (Πρβ. Ἰω. ιδ´ 21, 23), καὶ ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ᾿ αὐτῷ ποιησόμεθα» (Ἰω. ιδ´ 23) οὐκ ἐκτήσατο ἐν ἑαυτῇ, ἵνα τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ ἐξαναστήσῃ τὸν κεκτημένον αὐτὴν ἐκ νεκρῶν καὶ ζωοποιήσῃ αὐτὸν καὶ τὸν ἀναστάντα ἐν αὐτῷ καὶ αὐτὸν ἀναστήσαντα κατιδεῖν χαρίσηται. Νεκρὰ οὖν ἐστιν ἡ τοιαύτη πίστις τούτου γε ἕνεκα, μᾶλλον δὲ νεκροὶ οἱ ταύτην χωρὶς τῶν ἔργων κεκτημένοι εἰσίν. Ἡ γὰρ πίστις, ἡ εἰς Θεόν, ἀεὶ ζῇ καὶ ζῶσα ζωοποιεῖ τοὺς ἐκ προθέσεως ἀγαθῆς προσερχομένους καὶ ὑποδεχομένους αὐτήν, ἥτις καὶ πρὸ τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν πολλοὺς ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν ἀνήγαγε καὶ τὸν Χριστὸν καὶ Θεὸν ὑπέδειξε. Καὶ ἔμελλον ἄν, εἰ ἐνέμειναν ταῖς αὐτοῦ ἐντολαῖς καὶ ταύτας μέχρι θανάτου (Πρβ. Φιλιπ. β´ 8) ἐφύλαξαν, διαφυλαχθῆναι καὶ αὐτοὶ ὑπ᾿ αὐτῶν – οἷοι δηλονότι γεγόνασιν ὑπὸ μόνης τῆς πίστεως· ἐπεὶ δὲ μετεστράφησαν ὡς τόξον στρεβλὸν (Ψαλ. οζ´ 57) καὶ ταῖς προτέραις αὐτῶν περιεπάρησαν πράξεσιν, εἰκότως εὐθὺς καὶ περὶ τὴν πίστιν εὑρέθησαν ναυαγήσαντες (Α´ Τιμ. α´ 19) καὶ τοῦ ἀληθινοῦ πλούτου, ὅς ἐστι Χριστὸς ὁ Θεός, ἑαυτοὺς δυστυχῶς ἀπεστέρησαν. Ὅπερ ἵνα μὴ πάθωμεν καὶ ἡμεῖς, τηρήσωμεν, ἀξιῶ, τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ ὅση δύναμις, ἵνα καὶ τῶν παρόντων καὶ τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, λέγω δὴ αὐτῆς τῆς τοῦ Χριστοῦ θέας, ἐπαπολαύσωμεν, ἧς Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες, ἦρθε τὸ Πάσχα, ἡ χαρμόσυνη μέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ αἰτία κάθε εὐφροσύνης καὶ ἀγαλλιάσεως, ποὺ ἔρχεται μία φορὰ τὸν χρόνο ἢ μᾶλλον ἔρχεται καθημερινὰ καὶ συνεχῶς σ᾿ ἐκείνους ποὺ κατανοοῦν τὸ μυστικό της νόημα. Ἦρθε καὶ γέμισε τὶς καρδιές μας χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση λύνοντας τὸν κόπο τῆς πάνσεπτης νηστείας καὶ τελειοποιώντας καὶ παρηγορώντας τὶς ψυχές μας.Ἂς εὐχαριστήσουμε λοιπὸν τὸν Κύριο, ποὺ μᾶς πέρασε μέσα ἀπὸ τὸ πέλαγος τῆς νηστείας καὶ μᾶς ὁδήγησε μὲ εὐφροσύνη στὸ λιμάνι τῆς Ἀναστάσεώς του...
Ἂς ἐξετάσουμε ποιὸ εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ μας, ποὺ συντελεῖται κατὰ παράδοξο τρόπο σὲ ὅσους τὸ ἐπιθυμοῦν, πῶς θάπτεται ὁ Χριστὸς μέσα μας σὰν σὲ μνῆμα καὶ πῶς ἑνώνεται μὲ τὶς ψυχές μας καὶ ἀνασταίνεται συνανασταίνοντας κι ἐμᾶς.
Ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας, ἀφοῦ κρεμάσθηκε στὸν σταυρό, σταύρωσε ἐπάνω σ᾿ αὐτὸν τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου· κι ἀφοῦ γεύθηκε τὸν θάνατο, κατέβηκε στὰ κατώτατα τοῦ Ἅδη. Ὅπως λοιπὸν τότε ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸν Ἅδη ἐπέστρεψε στὸ ἄχραντο σῶμα του - ἀπὸ τὸ ὁποῖο δὲν ἀποχωρίσθηκε καθόλου - κι ἀμέσως ἀναστήθηκε καὶ μετὰ ἀνῆλθε στοὺς οὐρανοὺς μὲ δόξα πολλὴ καὶ δύναμη, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ τώρα, ὅταν ἐμεῖς ἐξερχόμαστε ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ εἰσερχόμαστε μὲ τὴν ἐξομοίωση τῶν παθημάτων τοῦ Κυρίου στὸν τάφο τῆς μετανοίας καὶ τῆς ταπεινώσεως, αὐτὸς ὁ ἴδιος κατεβαίνει ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, εἰσέρχεται στὸ σῶμα μας σὰν σὲ τάφο, ἑνώνεται μὲ τὶς νεκρωμένες πνευματικὰ ψυχές μας καὶ τὶς ἀνασταίνει. Ἔτσι παρέχει τὴ δυνατότητα σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ συναναστήθηκε μαζί του νὰ βλέπει τὴ δόξα τῆς μυστικῆς του ἀναστάσεως.
Ἀνάσταση λοιπὸν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ δική μας ἀνάσταση τῶν κάτω κειμένων. Γιατί πῶς θὰ ἀναστηθεῖ αὐτὸς ποὺ ποτὲ δὲν ἔπεσε σὲ ἁμαρτία, καθὼς εἶναι γραμμένο, μήτε ἀλλοιώθηκε στὸ ἐλάχιστο ἡ δόξα του; Ἢ πῶς θὰ δοξασθεῖ ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ὑπερδεδοξασμένος καὶ ἐξουσιάζει τὰ σύμπαντα;
Ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ, καθὼς εἴπαμε, εἶναι ἡ δική μας δόξα. Ἀφ᾿ ὅτου δηλ. ἐκεῖνος οἰκειοποιήθηκε τὴν ἀνθρώπινη φύση, ὅσα ἐνεργεῖ σ᾿ ἐμᾶς τὰ ἐπιγράφει στὸν ἑαυτό του. Ἡ ἀνάσταση λοιπὸν τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἕνωσή της μὲ τὴ ζωή. Ὅπως ἀκριβῶς τὸ νεκρὸ σῶμα δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει, ἂν δὲ δεχθεῖ μέσα του τὴ ζωντανὴ ψυχὴ καὶ δὲ σμίξει ἄμικτα μ᾿ αὐτήν, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ δὲ μπορεῖ νὰ ζήσει μόνη της, ἂν δὲν ἑνωθεῖ ἀρρήτως κι ἀσυγχύτως μὲ τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ἡ ὄντως αἰώνια ζωή. Εἶναι δηλ. νεκρὴ πρὶν ἀπὸ τὴν ἐν γνώσει καὶ ὀράσει καὶ αἰσθήσει ἕνωσή της μὲ τὸν Χριστό, κι ἂς εἶναι νοερὴ κι ἀθάνατη ἀπὸ τὴ φύση της.
Οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους πιστεύουν στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πολὺ λίγοι ὅμως εἶναι αὐτοὶ ποὺ τὴν βλέπουν καθαρά· κι αὐτοὶ ποὺ δὲν τὴν εἶδαν, δὲν μποροῦν νὰ προσκυνήσουν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Ἅγιο καὶ Κύριο.... Καὶ τὸ ἱερότατο λόγιο, ποὺ καθημερινὰ ἔχουμε στὸ στόμα, δὲν λέει «Ἀνάστασιν Χριστοῦ πιστεύοντες» ἀλλὰ τί; «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν τὸν μόνον ἀναμάρτητον».
Πῶς λοιπόν μας προτρέπει τώρα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ λέμε ὅτι εἴδαμε αὐτὴν ποὺ δὲν εἴδαμε, ἀφοῦ μάλιστα μιὰ φορὰ ἀναστήθηκε ὁ Χριστὸς πρὶν χίλια χρόνια κι οὔτε τότε τὸν εἶδε κανεὶς ν᾿ ἀνασταίνεται; Ἄραγε μήπως ἡ Ἁγία Γραφὴ θέλει νὰ λέμε ψέματα; Ὄχι βέβαια· ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ μᾶς προτρέπει νὰ ὁμολογοῦμε εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐπειδὴ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ συντελεῖται μέσα στὸν κάθε πιστὸ κι ὄχι μόνο μία φορά, ἀλλὰ κάθε ὥρα θὰ λέγαμε, ἀφοῦ αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἀνασταίνεται μέσα καὶ λαμπροφορεῖ καὶ ἀπαστράπτει τὶς ἀστραπὲς τῆς ἀφθαρσίας καὶ τῆς θεότητος. Γιατὶ ἡ φωτοφόρος παρουσία τοῦ πνεύματός μας ὑποδεικνύει τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἢ μᾶλλον μᾶς ἀξιώνει νὰ δοῦμε αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν ἀναστάντα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ λέμε:
«Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν» (Ψαλμ. 117,27, Θεὸς εἶναι ὁ Κύριός μας καὶ φανερώθηκε σὲ μᾶς).
Σ᾿ ὅσους λοιπὸν ἀποκαλυφθεῖ ὁ ἀναστημένος Χριστός, πάντως πνευματικὰ ἐμφανίζεται στὰ πνευματικά τους μάτια. Γιατί, ὅταν ἔρχεται σὲ μᾶς διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μᾶς ἀνασταίνει ἐκ νεκρῶν, μᾶς ζωοποιεῖ καὶ μᾶς δίνει τὴ χάρη νὰ τὸν βλέπουμε μέσα μας ὁλοζώντανο, αὐτὸν τὸν ἀθάνατο καὶ ἀνώλεθρο καὶ νὰ γνωρίζουμε πλήρως, ὅτι αὐτὸς μᾶς συνανασταίνει καὶ μᾶς συνδοξάζει, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ Ἁγία Γραφή.
(ἀπὸ τὸ βιβλίο «Σταυροαναστάσιμα», ἔκδοσις Ἱ.Μ. Ἁγίου Συμεὼν Νέου Θεολόγου, Τ.Κ. 19014 - Κάλαμος Ἀττικῆς)