Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Παραίνεση των Αγίων Πατέρων για προκοπή στην τελειότητα


1. Ρώτησε κάποιος τον αββά Αντώνιο:
«Τι αν φυλάξω, θα είμαι αρεστός στον Θεό;»
Και απάντησε ο Γέροντας:
«Τήρησε αυτά που θα σου παραγγείλω:
  • Όπου κι αν πάς, τον Θεό να΄χεις μπρός στα μάτια σου πάντοτε.
  • Ό,τι κι αν κάνεις, να στηρίζεται στη μαρτυρία των θείων Γραφών.
  • Και σ΄όποιον τόπο κι αν κατοικείς, μη μετακινείσαι εύκολα από κει.
  • Αυτές τις τρεις παραγγελίες κράτησέ τες και σώζεσαι».
8. Ο αββάς Βενιαμίν πεθαίνοντας είπε στα πνευματικά του παιδιά:
«Κάντε αυτά που θα σας πω και θα μπορέσετε να σωθείτε:
Να είστε πάντοτε χαρούμενοι, να προσεύχεστε αδιάκοπα και να ευχαριστείτε τον Θεό για το κάθε τι».
10. Είπε ο αββάς Γρηγόριος ο Θεολόγος:
«Ο Θεός από κάθε άνθρωπο που είναι βαφτισμένος αυτά τα τρία ζητάει:
Από την ψυχή ορθή πίστη, από τη γλώσσα την αλήθεια και από το σώμα τη σωφροσύνη».
13. Ο μακάριος Επιφάνιος έλεγε:
«Είναι απαραίτητο να αποκτούν, όσοι μπορούν, τα χριστιανικά βιβλία.
Καί μόνο που τα βλέπουμε τα βιβλία, μας κάνουν πιο διστακτικούς προς την αμαρτία, αλλά και μας παρακινούν να ανοίγουμε τα μάτια όλο και περισσότερο πρός το θέλημα του Θεού».
14. Είπε πάλι:
«Μεγάλη ασφάλεια για την αποφυγή της αμαρτίας είναι η ανάγνωση της αγίας Γραφής».
15. Είπε επίσης:
«Η άγνοια της αγίας Γραφής είναι μεγάλος γκρεμός και βαθύ χάσμα».
16. Είπε ακόμη:
«Το να αγνοούν οι άνθρωποι εντελώς τους θείους νόμους είναι μεγάλη προδοσία της σωτηρίας».
18. Είπε ο ίδιος πάλι:
«Ο Θεός στους αμαρτωλούς χαρίζει και το κεφάλαιο, όταν μετανοούν, όπως στην πόρνη και τον τελώνη, ενώ από τους δικαίους ζητάει και τόκους. Και αυτό είναι ακριβώς εκείνο που έλεγε ο Κύριος στους Αποστόλους:
Εάν η ευσέβειά σας δεν ξεπεράσει την ευσέβεια των Γραμματέων και των Φαρισαίων, δεν θα μπείτε στη Βασιλεία των Ουρανών».
19. Είπε ο αββάς Ευπρέπιος:
«Εφόσον παραδέχεσαι ότι ο Θεός είναι αξιόπιστος και δυνατός, πίστευέ Τον και θα μετέχεις στις ευλογίες Του.
Αν όμως το παίρνεις αψήφιστα το πράγμα, σημαίνει ότι δεν πιστεύεις».
Και πρόσθεσε:
«Όλοι πιστεύουμε ότι είναι δυνατός ο Θεός, επίσης πιστεύουμε ότι τα πάντα μπορεί να κάνει, αλλά είναι ανάγκη να έχεις πίστη μέσα σου και για τις προσωπικές σου υποθέσεις, ότι δηλαδή και σε σένα θα κάνει θαυμαστά σημεία».
20. Ένας αδελφός ρώτησε τον ίδιο Γέροντα:
«Πώς έρχεται στην ψυχή ο φόβος του Θεού;»
Και ο Γέροντας είπε:

Το Γεροντικό του Σινά. (αποσπάσματα)

 

ΜΕΓΕΘΙΟΣ
Είπε ο αββάς Μεγέθιος: » Στην αρχή συναντιόμασταν μεταξύ μας και συζητούσαμε για την ωφέλεια μας οικοδομώντας ο ένας τον άλλο, γινόμασταν παρέες – παρέες που ανέβαιναν στον ουρανό. Τώρα όμως μαζευόμαστε και μιλώντας ο ένας εναντίον του άλλου πέφτουμε χαμηλά».
ΜΩΣΗΣ
Ο Μωσής αυτός, από τον καιρό που έγινε μοναχός ψωμί στο στόμα του δεν έβαλε, ενώ άλλοι έτρωγαν. Γιατί οι ντόπιοι μεταφέροντας από την Αίγυπτο σιτάρι, πωλούσαν λίγους άρτους στους μοναχούς παίρνοντας για πληρωμή το εργόχειρο τους και καρπούς από τα φοινικόδεντρα. Η τροφή του Μωσή ήταν νερό και τρυφερά βλαστάρια των φοινίκων. Με κλωστές από τα ίδια δέντρα έκαμνε και τα ρούχα του. Αγαπούσε όσο κανένας άλλος την ησυχία, αλλά πρόθυμα και με συμπάθεια δεχόταν τους επισκέπτες που έρχονταν να τον συμβουλευτούν για τους λογισμούς τους. Κοιμόταν μόνο μετά από τις νυχτερινές ακολουθίες κι όλες τις άλλες ώρες αγρυπνούσε. Κατά τη διάρκεια της αγίας Σαρακοστής κι ως την ευλογημένη μέρα της Πεντηκοστής σε κανένα δεν άνοιγε την πόρτα του κελλιού του και ως απόθεμα από τροφές δεν είχε παρά μοναχά είκοσι χουρμάδες κι ένα σταμνί νερό. Ωστόσο και αυτά διατηρούνταν πολλές φορές ανέπαφα ως την ημέρα που άνοιγε την πόρτα του κελλιού του, όπως μας διηγείται ο υποτακτικός του.

Τη Σαρακοστή τούτη του έφεραν για θεραπεία από τη Φαράν κάποιον που τον δέσμευσε το ακάθαρτο πνεύμα, Οβεδιανός τ’ όνομα του, ηγεμόνας στη φυλή του. Όταν ο άρρωστος πλησίασε στο κελλί του γέροντα σε απόσταση περίπου εκατό ογδόντα μέτρων, τον τράνταξε το ακάθαρτο πνεύμα και με δυνατές φωνές άρχισε να κραυγάζει:
» Ω δύναμη ανυπόφορη, δεν μπόρεσα ούτε για ένα λεπτό της ώρας να εμποδίσω τον καλόγερο από την άσκηση του κανόνα του».
Με τα λόγια αυτά βγήκε μέσα από τον άρρωστο κι αμέσως γιατρεύτηκε ο άνθρωπος. Τότε πίστεψε στο Χριστό με πολλούς άλλους, που δεν είχαν αξιωθεί ακόμα να βαπτιστούν Χριστιανοί. Έτσι γύρισε στο σπίτι του γερός, αλλά και ο δούλος του Θεού δεν εμφανίστηκε σε άνθρωπο.
ΝΕΙΛΟΣ
Είπε ο αββάς Νείλος:
«Αν θέλεις να προσευχηθείς σωστά, να μη πικράνεις καμιά ψυχή, γιατί αλλιώς άδικα κοπιάζεις».
Είπε πάλι:
» Μη θέλεις να έρχονται τα πράγματα όπως σε συμφέρει, αλλά όπως είναι αρεστό στο Θεό. Έτσι θα είσαι την ώρα της προσευχής γεμάτος γαλήνη και χαρούμενος»
ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Ένας γέροντας, Νικόλας τ’ όνομα του, έμενε στη μονή του αββά Πέτρου, κοντά στον άγιο Ιορδάνη. Αυτός μας αφηγήθηκε την παρακάτω ιστορία:
» Έμενα κάποτε στην Ραϊθου, όταν τρείς αδελφούς μας έστειλαν στη Θηβαΐδα για διακονία. Καθώς περνούσαμε την έρημο, χάσαμε τον δρόμο και περιπλανιόμασταν πέρα-δώθε. Σαν ξοδέψαμε λοιπόν το νερό μας και για μέρες δεν βρίσκαμε άλλο, οι δυνάμεις μας άρχισαν τότε να μας εγκαταλείπουν από τη δίψα και τον καύσωνα. Τότε μη μπορώντας να συνεχίσουμε το βάδισμα βρήκαμε στην ίδια την έρημο κάτι στεγνούς θάμνους κι εκεί παρατήσαμε τον εαυτό μας, ο καθένας όπου βρήκε σκιά, περιμένοντας πια να πεθάνουμε από τη δίψα.
Για μια στιγμή εγώ ανακάθισα λίγο και πέφτω σε έκσταση. Βλέπω μια κολυμπήθρα γεμάτη νερό, ξεχειλισμένη. Ήταν και δύο άντρες πάνω στο χείλος της κολυμπήθρας κι έπαιρναν νερό μ’ ένα ξύλινο κύπελο.
Άρχισα τότε να παρακαλώ τον ένα λέγοντας:
– Δείξε μου αγάπη, κύριε, δώσ’ μου λίγο νερό, πάω να σβήσω.
Εκείνος όμως δεν ήθελε να μου δώσει. Τότε του λέει ο άλλος:
– Δωσ’ του λιγάκι.
Κι ο πρώτος αποκρίνεται:
– Να μην του δώσουμε, γιατί είναι ράθυμος ( βαριέται και δεν κάνει τις δουλειές που πρέπει) και παραμελεί τον εαυτό του.
Απαντάει ο δεύτερος:
– Ότι είναι ράθυμος , σίγουρα ναι, είναι ράθυμος. Όμως τώρα είναι ξένος, ας του δώσουμε».
Έτσι μου δώσανε νερό και πρόσφερε, λέει, και στους άλλους. Ήπιαμε λοιπόν και κάναμε και άλλες τρείς μέρες δρόμο χωρίς νερό. Και τότε φτάσαμε σε μέρος κατοικημένο.

Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ – Πνευματικό αλφάβητο.

 

Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ.
Πνευματικό αλφάβητο.
Ένα πνευματικό πράγματι αλφάβητο, διασκευασμένο από το ομότιτλο έργο του αγίου Δημητρίου, επισκόπου Ροστώφ, του θαυματουργού (1651-1709). Προσαρμοσμένο στα εικοσιτέσσερα γράμματα του Ελληνικού αλφαβήτου, καθορίζει τα θεμέλια και τα πλαίσια της Ορθόδοξης πνευματικής ζωής. Μέσα σ’ αυτό το μικρό βιβλίο, που πληθωρικά χρησιμοποιεί τις θείες Γραφές και την πατερική σοφία, θα βρει πολύτιμες συμβουλές κάθε αγωνιζόμενος πιστός.

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Βλαστάρι θαλερό, από τα πιο νέα, της αγιοτόκου ρωσικής γης είναι και ο άγιος Δημήτριος, μητροπολίτης Ροστώφ, ο νέος θαυματουργός.
Ο άγιος Δημήτριος του Ροστώφ, γιος του αξιωματικού Σάββα Τουπτάλα, γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1651 στην κωμόπολη Μακάρωφ, κοντά στο Κίεβο. Το βαπτιστικό του όνομα Λίαν Δανιήλ Ανατράφηκε και διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα μέσα σε μια βαθύτατα ευσεβή οικογένεια. ‘Από το 1662 μέχρι το 1665 ο Δανιήλ φοιτησε στο κολλέγιο Κιεβο-Μογγιλιάνσκυ, όπου για πρώτη φορά εκδηλώθηκαν τα σπάνια χαρίσματα και οι εξαιρετικές διανοητικές ικανότητες του. Πολύ γρήγορα έμαθε την Ελληνική και Λατινική γλώσσα και σπούδασε κλασσικές επιστήμες. Στις 9 Ιουλίου του 1668 εκάρη μοναχός στη μονή του αγίου Κυρίλλου και πήρε το όνομα Δημήτριος, προς τιμήν του μεγαλομάρτυρας αγίου Δημητρίου του Θεσσαλονικέως.
Στις 25 Μαρτίου του 1669 χειροτονήθηκε διάκονος, οπό τον μητροπολίτη Κιέβου Ιωσήφ, και στις 23 Μαΐου του 1675 πρεσβύτερος, από τον αρχιεπίσκοπο Τσερνιγώφ Λάζαρο. Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας και ηγούμενος σε διάφορες μονές της Ουκρανίας, Λιθουανίας και Λευκορωσίας. Γύρω στα 1684 άρχισε να συγγραφή, στη Λαύρα του Κιέβου, το μεγάλο έργο του, τον Συναξαριστή («Τσέτμινέϊ»), δηλαδή τους βίους των αγίων ολοκλήρου του εκκλησιαστικού έτους. Ο προϊστάμενος της Λαύρας αρχιμανδρίτης Βαρλαάμ (Γιασίνσκυ), γνωρίζοντας καλά το υψηλό διανοητικό επίπεδο, τη μόρφωση, τη φιλοπονία και το λογοτεχνικό χάρισμα του μαθητού του, τον προέτρεψε επίμονα ν’ ασχοληθή μ’ αυτή τη σπουδαία εργασία.

Δύο διάλογοι του Μεγάλου Αντωνίου : α) μετά του Δαίμονος, β) μετά του Αγγέλου

 

Δύο διάλογοι, ὁ μὲν εἷς μεταξὺ αὐτοῦ τε καὶ τοῦ μιαροῦ Δαίμονος, ὁ δὲ ἕτερος μετὰ τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Θεοῦ, ὃν ἀπέστειλεν, ὅτε ἠσκήτευεν ἐν τῇ ἐρήμῳ. Ἀναγινωσκόμενοι ἐν τῇ μνήμῃ αὐτοῦ κατὰ τὴν 17η Ἰανουαρίου, τυπωθέντες πρὸς ψυχικὴν ὠφέλειαν τῶν ἁπανταχοῦ ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καὶ μάλιστα τῶν Ἱερομένων καὶ τῶν μοναχῶν.
Τῷ Ἀναγινώσκοντι
Αἱ διηγήσεις αὗται ἀνταγραφεῖσαι παρά τινος Μοναχοῦ κατὰ τὸ 1842 (τοῦτο τὸ ἔτος εἶχε τὸ πρωτότυπον) ἔκ τινος παλαιοῦ χειρογράφου βιβλίου, εὑρισκομένου εἰς τὴν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει τοῦ Ἄθω βιβλιοθήκην τῆς Μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως, τῆς ἐπονομαζομένης τῆς Κουτλουμουσιανοῦ.

Ἡ τύπωσις τῶν διηγήσεων τούτων βεβαίως θέλει ὠφελήσει πολλούς, ἐπειδὴ τὰ ἐν αὐταῖς ἐνδιαλαμβανόμενα καθεκάστην ἡμέραν πράττονται παρ’ ἡμῶν συνεργείᾳ τοῦ μιαροῦ Δαίμονος. Θέλει ὠφελήσει, λέγομεν, πολλούς, καὶ μάλιστα τοὺς Μοναχούς, ἵνα ἰδόντες τὰς πανουργίας τοῦ μιαροῦ Δαίμονος στερεωθῶσι περισσότερον εἰς τὴν ὁμολογίαν, ἣν ἔδωσαν ἔμπροσθεν τῆς εἰκόνος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅταν ἔλαβον τὸ Ἀγγελικὸν αὐτὸ σχῆμα, καὶ τοιουτοτρόπως ἕκαστος κατὰ τὴν δύναμιν αὐτοῦ νὰ διδάσκῃ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἀφόβως ἔμπροσθεν τοῦ ποιμνίου του, εἰς ὃ ἐνεπιστεύθη πρὸς στήριξην τῆς ὀρθοδόξου ἡμῶν ἐκκλησίας• ἐπειδὴ κατ`αὐτὸν τὸν ἴδιον Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον καὶ Θεὸν μας• «Πύλαι ᾄδου οὗ κατισχύσουσιν αὐτήν».
Αἱ διηγήσεις αὗται τυπωθεῖσαι, ὡς ἦσαν γεγραμμέναι, δηλ. εἰς ἁπλὴν φράσιν, διὰ νὰ τὰς ἐννοῶσι καὶ οἱ ἡμιμαθεῖς, ἕνεκα τούτου παρακαλοῦμεν τοὺς λογιωτάτους, οἵτινες ἐγήρασαν εἰς τὴν σπουδὴν, νὰ μὴ μᾶς ἐπιφέρουσιν ἐπικρίσεις, Ὁ δὲ Πανάγαθος Θεὸς εἴθε νὰ μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπὸ τὰς παγίδας τοῦ πονηροῦ Δαίμονος, πρεσβείας τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ ὀσίου καὶ Πατρὸς ἡμῶν Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου. Ἀμήν.
Α) Διάλογος του Μεγάλου Αντωνίου μετά του Δαίμονος
Ὅταν ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἠσκήτευεν εἰς τὴν ἔρημον, νὰ καὶ ἔρχεται ὁ Δαίμων τὰ μεσάνυκτα, καὶ τοῦ ἐκτύπησε τὴν πόρτα διὰ νὰ τοῦ ἀνοίξῃ. Ἐσηκώθη λοιπὸν ὁ Μέγας Ἀντώνιος, καὶ ἀφοῦ ἄνοιξε τὴν πόρτα του, βλέπει ἔξαφνα ἄνθρωπον ἀλλόκοτον καὶ ἔστεκεν ἔξω.
Λέγει του ὁ Ἅγιος «Ποῖος εἶσαι ὁποῦ μοῦ κτυπᾶς τὰ μεσάνυκτα τὴν πόρταν, καὶ τὶ θέλεις»;
Λέγει του ὁ μιαρὸς Δαίμων «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Δαίμων».
Καὶ λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Ἅγιος «Πῶς ἦλθες, παγκάκιστε ἐδῶ»;
Καὶ λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Δαίμων «Ἦλθα νὰ σοῦ εἰπῶ πῶς μάχονται οἱ καλόγηροι καὶ λοιποὶ Χριστιανοί, ὑβριζόμενοι κατὰ πᾶσαν ὥραν, καὶ πῶς τοὺς κοσμικοὺς γυρίζω εὔκολα εἰς τὸ θέλημά μου»

Άγιος Αθανάσιος Αλεξανδρείας ο Μέγας – Βίος και πολιτεία του Αγίου Αντωνίου.

 

Ἀντώνιος γένος μὲν ἦν Αἰγύπτιος, εὐγενῶν δὲ γονέων καὶ περιουσίαν αὐτάρκη κεκτημένων, καὶ Χριστιανῶν αὐτῶν ὄντων, Χριστιανικῶς ἀνήγετο καὶ αὐτός. Καὶ παιδίον μὲν ὤν, ἐτρέφετο παρὰ τοῖς γονεῦσι, πλέον αὐτῶν καὶ τοῦ οἴκου μηδὲν ἕτερον γινώσκων· ἐπειδὴ δὲ καὶ αὐξήσας ἐγένετο παῖς, καὶ προέκοπτε τῇ ἡλικίᾳ, γράμματα μὲν μαθεῖν οὐκ ἠνέσχετο, βουλόμενος ἐκτὸς εἶναι καὶ τῆς πρὸς τοὺς παῖδας συνηθείας· τὴν δὲ ἐπιθυμίαν πᾶσαν εἶχε, κατὰ τὸ γεγραμμένον περὶ τοῦ Ἰακώβ, ὡς ἄπλαστος οἰκεῖν ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ. Συνήγετο μέντοι μετὰ τῶν γονέων ἐν τῷ Κυριακῷ· καὶ οὔτε ὡς παῖς ἐῤῥᾳθύμει, οὔτε ὡς τῇ ἡλικίᾳ προκόπτων κατεφρόνει· ἀλλὰ καὶ τοῖς γονεῦσιν ὑπετάσσετο, καὶ τοῖς ἀναγνώσμασι προσέχων, τὴν ἐξ αὐτῶν ὠφέλειαν ἐν ἑαυτῷ διετήρει. Οὔτε δὲ πάλιν ὡς παῖς ἐν μετρίᾳ περιουσίᾳ τυγχάνων ἠνώχλει τοῖς γονεῦσι ποικίλης καὶ πολυτελοῦς ἕνεκα τροφῆς, οὔτε τὰς ἐκ ταύτης ἡδονὰς ἐζήτει· μόνοις δὲ οἷς ηὕρισκεν ἠρκεῖτο, καὶ πλέον οὐδὲν ἐζήτει.

Μετὰ δὲ τὸν θάνατον τῶν γονέων, αὐτὸς μόνος κατελείφθη μετὰ μιᾶς βραχυτάτης ἀδελφῆς· καὶ ἦν ἐτῶν ἐγγὺς δέκα καὶ ὀκτώ, ἢ καὶ εἴκοσι γεγονώς, αὐτός τε τῆς οἰκίας καὶ τῆς ἀδελφῆς ἐφρόντιζεν. Οὔπω δὲ μῆνες ἓξ παρῆλθον τοῦ θανάτου τῶν γονέων αὐτοῦ, καὶ κατὰ τὸ εἰωθὸς προερχόμενος εἰς τὸ Κυριακόν, καὶ συνάγων ἑαυτοῦ τὴν διάνοιαν, ἐλογίζετο περιπατῶν, πῶς οἱ μὲν ἀπόστολοι πάντα καταλιπόντες ἠκολούθησαν τῷ Σωτῆρι· οἱ δὲ ἐν ταῖς Πράξεσι πωλοῦντες τὰ ἑαυτῶν ἔφερον καὶ ἐτίθουν παρὰ τοὺς πόδας τῶν ἀποστόλων, εἰς διάδοσιν τῶν χρείαν ἐχόντων, τίς τε καὶ πόση τούτοις ἐλπὶς ἐν οὐρανοῖς ἀπόκειται. Ταῦτα δὴ ἐνθυμούμενος, εἰσῆλθεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ συνέβη τότε τὸ Εὐαγγέλιον ἀναγινώσκεσθαι, καὶ ἤκουσε τοῦ Κυρίου λέγοντος τῷ πλουσίῳ· Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε, πώλησον πάντα τὰ ὑπάρχοντά σοι, καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανοῖς. Ὁ δὲ Ἀντώνιος, ὥσπερ θεόθεν ἐσχηκὼς τὴν τῶν ἁγίων μνήμην, καὶ ὡς δι’ αὐτὸν γενομένου τοῦ ἀναγνώσματος, ἐξελθὼν εὐθὺς ἐκ τοῦ Κυριακοῦ, τὰς μὲν κτήσεις ἃς εἶχεν ἐκ προγόνων (ἄρουραι δὲ ἦσαν τριακόσιαι εὔφοροι καὶ πάνυ καλαὶ), ταύτας ἐχαρίσατο τοῖς ἀπὸ τῆς κώμης, ἵνα εἰς μηδ’ ὁτιοῦν ὀχλήσωσιν αὐτῷ τε καὶ τῇ ἀδελφῇ. Τὰ δὲ ἄλλα ὅσα ἦν αὐτοῖς κινητά, πάντα πωλήσας, καὶ συναγαγὼν ἀργύριον ἱκανόν, δέδωκε τοῖς πτωχοῖς, τηρήσας ὀλίγα διὰ τὴν ἀδελφήν.

Άγιος Αθανάσιος Αλεξανδρείας ο Μέγας – Εγκώμιον εις τον Άγιον Ανδρέαν τον Απόστολον.

 

Α’ . Ὁρῶν τὴν λαμπρὰν ταύτην ἀγέλην τοῦ Πνεύματος καὶ εἰς τὸ γαληνὸν ἀληθῶς καὶ ἀκύμαντον πέλαγος, ἀποστολικὴν ὑπερβεβλημένην σαγήνην, τῆς δεσποτικῆς φωνῆς ὑπομιμνήσκομαι βοώσης• «Δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Ὢ φωνῆς ἐνεργοῦς! Ὢ ρημάτων διὰ πραγμάτων γνωριζομένων! Ὢ τῆς ἀληθοῦς ὑποσχέσεως καθ’ ἡμέραν αὐξανομένης! Τίνος γὰρ ἡ πολυάνθρωπος αὕτη θήρα; Τὶς ὁ τὴν περιφανῆ ταύτην ἀθροίσας πανήγυριν, ἢ δῆλον, ὡς ὁ περιφανὴς τῶν ἀποστόλων Ἀνδρέας; ὁ ἁπλώσας τῆς γλώττης καὶ τῆς μνήμης τὰ θήρατρα• ἵνα, τὴν ἱεράν ταύτην ἐμπλήσας ὁλκάδα τοῖς οἴαξι τῆς ἀποστολῆς, πρὸς οὐρανὸν ἰθύνη τὸ σκάφος. Καὶ ποῖα τὰ τῆς ἄγρας πρωτεῖα; Ποῖα δὲ τῶν καμάτων τὰ ἀκροθίνια; Οἱ τὸν τῆς ἱερωσύνης περίβολον ταῖς ἀρεταῖς περιφαιδρύνοντες. Οἱ πρῶτοι τὰς ἀποστολικὰς ταύτας ὑπερθέντες ἀγκάλας, καὶ τοὺς ἔξω πλανωμένους πρὸς σωτηρίαν ἀγρεύσαντες. Ἀλλ’ ἢ καὶ τῆς παρούσης ἡμῖν πανηγύρεως ὁ μέγας οὗτος Ἀνδρέας τὰς προφάσεις δέδωκεν• ἀλλ’ ὅ γε πᾶς τῶν ἀποστόλων συνεκτιμᾶται χορός. Οὕς γὰρ ἡ χάρις συνῆψεν, οὐ διίστησι τόπος. Καὶ καθάπερ εἴ τις τῶν ἐκ πολυτελείας διηνθισμένων λίθων ἐπαινεῖν ἐθελήσειε στέφανον, ὅτου ἂν τοῖς ἐπαίνοις περιδράξηται μέρους, τὸν ὅλον συνθαυμάζει τοῖς μέρεσι• ἢ καθάπερ, χρυσῆν τινα σειρὰν ὁρῶν τις, ὅπη ἂν ἅψαιτο, τὸ πᾶν συνεκίνησεν• οὕτω καὶ ὁ πρὸς ἕνα τῶν ἀποστόλων λόγος βαδίζων δι’ αὐτοῦ συνέχει τοὺς ἅπαντας κατὰ τὴν τοῦ θεσπεσίου Παύλου φωνὴν• «Εἰ χαίρει ἕν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη». Ποίαν γὰρ ἂν μελῶν ἁρμονίαν οὕτως ἡ φύσις ἐξύφηνεν, ὡς τὴν τῶν ἀποστόλων χορείαν ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις συνήρμοσε; Μία γὰρ ὄντως χάρις, ἡ τοὺς ἀποστόλους τῷ Δεσπότῃ στρατολογήσασα.

Β’ . Δεῦρο οὖν ἐπὶ τοὺς πάντας, καὶ διὰ πάντων τὸν καθ’ ἕνα θαυμάσωμεν. Ἀνδρέας ὁ τῆς ἀποστολικῆς ἀνδρείας ἐπώνυμος, ὁ πρῶτος διδάσκαλον τὸν Δεσπότην ἐπιγραψάμενος• ἡ τῆς ἀποστολικῆς χορείας ἀρχή• ὁ πρὸς τὴν δεσποτικὴν παρουσίαν ὀξυδερκής, ὁ τῆς Ἰωάννου μαθητείας τὴν Χριστοῦ διδασκαλίαν ἀνταλλαξάμενος• ἡ τῶν τοῦ Βαπτιστοῦ ρημάτων σφραγίς. Ἦν μὲν γὰρ τῶν Ἰωάννου μαθητῶν ὁ δοκιμώτατος• ἐν λυχνιαίῳ φέγγει ζητῶν τοῦ φωτὸς τὴν ἀλήθειαν, ὥσπερ τις ἐν ἀμυδροτέραις αὐγαῖς πρὸς τὰς Χριστοῦ μαρμαρυγὰς ἐθιζόμενος. Ἀλλ’ ὁ μὲν Ἰωάννης τέως τοῖς Ἰορδάνου νάμασιν ἐφεστὼς τὰς Ἰουδαίων ἀγέλας ἐβάπτιζε, τοῖς Μωσέως προστάγμασιν ἀντιφάρμακον ἐν ὕδασι κατασκευάζων μετάνοιαν, καὶ Μωσαϊκοῦ ξίφους τὴν ἀκμὴν ἀνακόπτων τοῖς ρεύμασιν. Οἷς γὰρ ἡ τοῦ νόμου παράβασις θάνατον ἔτεκε, τούτους προεξαρπάζων ὁ Βαπτιστὴς τῇ μετανοίᾳ προέπεμπεν. Ἐπειδὴ γὰρ μήπω παρῆν ὁ καταλύων τὸν θάνατον, ταῖς διὰ τοῦ βαπτίσματος ὑπερθέσεσιν ὁ θάνατος ἐπραΰνετο, ἀκούσιον φιλανθρωπίαν διὰ μετανοίας ἐκπαιδευόμενος. Ὅτε δὲ παρῆν ὁ Δεσπότης κρυπτόμενος τῇ τῆς οἰκονομίας σοφίᾳ, καὶ κρύπτων τῆς ἀξίας τὴν ἀστραπὴν ἐν περιβολαίῳ θνητῷ, γνοὺς ὁ Ἰωάννης, εὐθὺς τὸν παιδευτὴν εἰς δορυφόρον μετέβαλε, καὶ τὴν χεῖρα συστείλας κῆρυξ τοῦ παρόντος ἐγένετο• «Ἴδε, ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου». Οὗτος, φησίν, ὁ τοῦ θανάτου λυτήρ. Οὗτος ὁ τῆς ἁμαρτίας ἀναιρέτης. Ἐγὼ δὲ νυμφαγωγός, οὐ νυμφίος ἀπέσταλμαι. Δορυφόρος, οὐ Δεσπότης ἐλήλυθα.

Άγιος Αθανάσιος Αλεξανδρείας ο Μέγας – Εις τον Μέγαν Αθανάσιον επίσκοπον Αλεξανδρείας (Λόγος κα΄του Αγίου Γρηγορίου Ναζιανζηνού).

 

1. Ἀθανάσιον ἐπαινῶν, ἀρετὴν ἐπαινέσομαι. Ταυτὸν γὰρ, ἐκεῖνόν τε εἰπεῖν, καὶ ἀρετὴν ἐπαινέσαι, ὅτι πᾶσαν ἐν ἑαυτῷ συλλαβὼν εἶχε τὴν ἀρετὴν, ἢ, τό γε ἀληθέστερον εἰπεῖν, ἔχει. Θεῷ γὰρ ζῶσι πάντες οἱ κατὰ Θεὸν ζήσαντες, κἂν ἐνθένδε ἀπαλλαγῶσι. Καθ᾿ ὃ καὶ Ἀβραὰμ, καὶ Ἰσαὰκ, καὶ Ἰακὼβ ἀκούει Θεὸς, ὁ Θεὸς, ὡς οὐ νεκρῶν Θεὸς, ἀλλὰ ζώντων. Ἀρετὴν δὲ ἐπαινῶν, Θεὸν ἐπαινέσομαι, παρ᾿ οὗ τοῖς ἀνθρώποις ἡ ἀρετὴ, καὶ τὸ πρὸς αὐτὸν ἀνάγεσθαι, ἢ ἐπανάγεσθαι διὰ τῆς συγγενοῦς ἐλλάμψεως. Πολλῶν γὰρ ὄντων ἡμῖν καὶ μεγάλων, οὐ μὲν οὖν εἴποι τις ἂν ἡλίκων καὶ ὅσων, ὧν ἐκ Θεοῦ ἔχομέν τε καὶ ἕξομεν· τοῦτο μέγιστον καὶ φιλανθρωπότατον, ἡ πρὸς αὐτὸν νεῦσίς τε καὶ οἰκείωσις. Ὅπερ γάρ ἐστι τοῖς αἰσθητοῖς ἥλιος, τοῦτο τοῖς νοητοῖς Θεός. Ὁ μὲν γὰρ τὸν ὁρώμενον φωτίζει κόσμον, ὁ δὲ τὸν ἀόρατον· καὶ ὁ μὲν τὰς σωματικὰς ὄψεις ἡλιοειδεῖς, ὁ δὲ τὰς νοερὰς φύσεις θεοειδεῖς ἀπεργάζεται. Καὶ ὥσπερ οὗτος τοῖς τε ὁρῶσι καὶ τοῖς ὁρωμένοις, τοῖς μὲν τὴν τοῦ ὁρᾷν, τοῖς δὲ τὴν τοῦ ὁρᾶσθαι παρέχων δύναμιν, αὐτὸς τῶν ὁρωμένων ἐστὶ τὸ κάλλιστον· οὕτω Θεὸς τοῖς νοοῦσι καὶ τοῖς νοουμένοις, τοῖς μὲν τὸ νοεῖν, τοῖς δὲ τὸ νοεῖσθαι δημιουργῶν, αὐτὸς τῶν νοουμένων ἐστὶ τὸ ἀκρότατον, εἰς ὃν πᾶσα ἔφεσις ἵσταται, καὶ ὑπὲρ ὃν οὐδαμοῦ φέρεται. Οὐδὲ γὰρ ἔχει τι ὑψηλότερον, ἢ ὅλως ἕξει, οὐδὲ ὁ φιλοσοφώτατος νοῦς καὶ διαβατικώτατος, ἢ πολυπραγμονέστατος. Τοῦτο γάρ ἐστι τὸ τῶν ὀρεκτῶν ἔσχατον, καὶ οὗ γενομένοις πάσης θεωρίας ἀνάπαυσις.

2. Ὧ,τινι μὲν οὖν ἐξεγένετο, διὰ λόγου καὶ θεωρίας διασχόντι τὴν ὕλην καὶ τὸ σαρκικὸν τοῦτο, εἴτε νέφος χρὴ λέγειν, εἴτε προκάλυμμα, Θεῷ συγγενέσθαι, καὶ τῷ ἀκραιφνεστάτῳ φωτὶ κραθῆναι, καθόσον ἐφικτὸν ἀνθρωπίνῃ φύσει· μακάριος οὗτος, τῆς τε ἐντεῦθεν ἀναβάσεως, καὶ τῆς ἐκεῖσε θεώσεως, ἣν τὸ γνησίως φιλοσοφῆσαι χαρίζεται, καὶ τὸ ὑπὲρ τὴν ὑλικὴν δυάδα γενέσθαι, διὰ τὴν ἐν τῇ Τριάδι νοουμένην ἑνότητα. Ὅστις δὲ ὑπὸ τῆς συζυγίας χείρων ἐγένετο, καὶ τοσοῦτον τῷ πηλῷ συνεσχέθη, ὡς μὴ δυνηθῆναι ἐμβλέψαι πρὸς τὰς τῆς ἀληθείας αὐγὰς, μηδὲ ὑπὲρ τὰ κάτω γενέσθαι, γεγονὼς ἄνωθεν, καὶ πρὸς τὰ ἄνω καλούμενος· ἄθλιος οὗτος ἐμοὶ τῆς τυφλώσεως, κἂν εὐροῇ τοῖς ἐνταῦθα· καὶ τοσούτῳ πλέον, ὅσῳπερ ἂν μᾶλλον ὑπὸ τῆς εὐροίας παίζηται, καὶ πείθηται ἄλλο τι καλὸν εἶναι πρὸ τοῦ ὄντος καλοῦ, πονηρὸν πονηρᾶς δόξης καρπὸν δρεπόμενος, ἢ ζόφον κατακριθῆναι, ἢ ὡς πῦρ ἰδεῖν, ὃν ὡς φῶς οὐκ ἐγνώρισεν.

Άγιος Αθανάσιος Αλεξανδρείας ο Μέγας – Λόγος κατά ειδώλων (νεοελληνική απόδοση)ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

 

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας – Λόγος κατά ειδώλων (νεοελληνική απόδοση)
Η γνώση της αλήθειας για τον Θεό και τον κόσμο
δεν είναι τόσο ανάγκη να έχει ως δασκάλους ανθρώπους.
Μπορεί από μόνη της να γίνει γνωστή. Την καθιστούν γνωστή
τα έργα της και κυρίως η διδασκαλία του Χριστού που την παρουσιάζει πιο
λαμπρή κι από τον ήλιο.
Επειδή όμως ποθείς ν’ ακούσεις τα σχετικά μ’ αυτή τη
γνώση, έλα, αγαπητέ μου, να σου πω λίγα, απ’ όσα γνωρίζω, για τη
χριστιανική πίστη. Μπορείς βέβαια να τα μάθεις κι από την Αγία Γραφή, αλλά
κι απ’ άλλους, αφού αγαπάς τη γνώση. Η Αγία Γραφή,
όντας θεόπνευστη, αρκεί από μόνη της να σου γνωρίσει την αλήθεια
Υπάρχουν ακόμη γι’ αυτό το σκοπό και πολλά συγγράμματα των αγίων
Πατέρων. Όποιος τα μελετά, θα μάθει την ορθή ερμηνεία της Γραφής
Και θα πάρει τη γνώση που επιθυμεί.

Επειδή όμως δεν έχω στα χέρια μου τα συγγράμματα των Πατέρων,
οφείλω να σου πω και να σου γράψω όσα έμαθα από εκείνους.
Εννοώ βέβαια για την πίστη στο Σωτήρα Χριστό. Έτσι, κανείς δεν θα
θεωρεί ανάξια λόγου τη χριστιανική μας διδασκαλία, αλλά και ούτε θα την
πιστεύει για ανόητη.
Διότι οι ειδωλολάτρες, με πρόσχημα το σταυρό του Χριστού,
μας συκοφαντούν χλευάζοντας και κοροϊδεύοντας την πίστη μας.
Κι είναι εύκολο να γκρεμίσει κανείς τις ανόητες απόψεις τους
για το σταυρό του Κυρίου.
Δεν βλέπουν τη δύναμη του σταυρού που διαδόθηκε σ’ όλο τον κόσμο;
Δεν βλέπουν πως με τη δύναμή του φανερώνονται σ’ όλους τα έργα του Θεού;
Δεν θα κορόϊδευαν το τόσο μεγάλο σημείο του σταυρού, αν και οι ίδιοι είχαν
στ’ αλήθεια παραδεχθεί τη θεότητα του Κυρίου. Το αντίθετο μάλιστα·
κι αυτοί μαζί μας θά πίστευαν το Σωτήρα του κόσμου και θα παραδέχονταν
ότι ο σταυρός δεν αποτελεί ζημιά αλλά μεγάλη ωφέλεια του κόσμου.
Διότι με τη σταύρωση του Κυρίου έσβησε η δύναμη της ειδωλολατρείας.
Ακόμη, με το σημείο του σταυρού φυγαδεύεται κάθε ψεύτικη δύναμη του
σατανά. Με το σταυρό, μόνο το Χριστό προσκυνάμε και χάρη σ’ αυτόν
γνωρίζουμε και το Θεό Πατέρα. Ντροπιάζονται οι αντίθετοι.
Ο σταυρός καθημερινά φωτίζει και αλλάζει μυστικά τις καρδιές των εχθρών του.
Μετά απ’ όλ’ αυτά, πώς μπορεί να ισχυρίζεται κάποιος
ότι πρόκειται γι’ ανθρώπινο τέχνασμα και να μην παραδέχεται ότι αυτός που
ανέβηκε στο σταυρό δεν είναι άνθρωπος αλλά ο Θεός Λόγος και Σωτήρας
Κύριος;
Μου φαίνεται ότι οι συκοφάντες του σταυρού είναι σαν εκείνον που,
ενώ θαυμάζει το φως του ήλιου που φωτίζει όλη την κτίση,
κατηγορεί όμως τον ίδιο τον ήλιο όταν τον βλέπει σκεπασμένο με σύννεφα.
Και όπως το φως μας οδηγεί στο ανώτερό του, τον ήλιο, που είναι η πηγή του
φωτός, έτσι και η θεία γνώση που κατέκλυσε όλο τον κόσμο
μας παραπέμπει υποχρεωτικά στον αίτιο και δημιουργό αυτού του
κατορθώματος, που δεν είναι άλλος από το Θεό και τον Υιό Λόγο του.
Θα μιλήσουμε, όσο μας είναι δυνατό, ελέγχοντας πρώτα την αμάθεια
όσων δεν πιστεύουν. Έτσι, αφού αποδειχθούν τα ψέμματά τους, θα λάμψει
η αλήθεια από μόνη της. Και συ, άνθρωπέ μου, που ασπάζεσαι την αλήθεια
θα πάρεις θάρρος· δεν διαψεύστηκες για την εμπιστοσύνη σου στο Χριστό.
Επειδή αγαπάς το Χριστό, θέλεις και να συζητείς για Εκείνον.
Γι’ αυτό, πιστεύω ακράδαντα ότι η γνώση για τον Χριστό και η πίστη σ’ Αυτόν
αποτελεί το πολυτιμότερο αγαθό απ’ όλα.
Από την αρχή δεν υπήρχε κακία. Ούτε και τώρα δεν υπάρχει μεταξύ των
αγίων, καθόλου μάλιστα. Στη συνέχεια, οι άνθρωποι δημιούργησαν την
κακία και τη χρησιμοποιούν ο ένας εναντίον του άλλου. Έτσι έφτασαν στο
σημείο να πλάθουν στο νου τους τη φαντασία των ειδώλων. Φαντάζονται
να υπάρχουν αυτά που δεν υπάρχουν.