Η σημασία των δογμάτων. Σχετίζεται το δόγμα με την σωτηρία του ανθρώπου;
1. Εισαγωγή
Ακούμε πολύ συχνά από διάφορους ανθρώπους να λένε ότι τα δόγματα της πίστεως δεν έχουν πολύ σημασία, και ότι οπουδήποτε και αν πάει κάποιος είναι καλά, αρκεί να αναπαύεται και να μελετάει την Αγία Γραφή. Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε γιατί αυτοί οι ίδιοι που τα λένε (προέρχονται κυρίως από τον Προτεσταντικό χώρο) απορρίπτουν την ιστορική Εκκλησία του Χριστού και τα δόγματά της; Γιατί ασκούν προσηλυτιστική δράση, εφόσον η πίστη στον Ιησού Χριστό και η μελέτη της Αγίας Γραφής αρκούν; Στην πραγματικότητα, ο ‘’αδογμάτιστος’’ χριστιανισμός που προβάλλουν δεν είναι καθόλου αδογμάτιστος. Άλλωστε ο αδογματισμός είναι και αυτός δόγμα.
Σε αυτό το άρθρο, θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε φως με βάση την μαρτυρία της Αγίας Γραφής, των αγίων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, ώστε να δούμε πώς η αρχαία Εκκλησία κατανοούσε το όλο θέμα. Οι μαρτυρίες αυτές που θα παραθέσουμε είναι ορισμένες μόνο από τις άφθονες που υπάρχουν. Η αλήθεια είναι ότι οι εκκλησιαστικοί άνδρες ασχολήθηκαν πάρα πολύ με τις αιρέσεις της εποχής τους, κάτι που δείχνει ότι το θέμα ‘’αίρεση’’ και ‘’διαφύλαξη των ορθών δογμάτων’’ ήταν (και είναι) υψίστης σημασίας για την Εκκλησία. Για παράδειγμα ο άγιος Ιππόλυτος Ρώμης, ο άγιος Ειρηναίος κα. Ο πατρολόγος, Στ. Παπαδόπουλος, αναφέρει· «Τα θεολογικά ή δογματικά ή αντιαιρετικά έργα αποτελούν τον κύριο κορμό της πατερικής γραμματείας και την έκφραση του αγώνα της Εκκλησίας για την εμπειρία της αλήθειας αλλά και την υπεράσπιση της». (Πατρολογία Στ. Παπαδόπουλου, Α Τόμος. Σελ. 116).
Δόγμα είναι η επί μέρους αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας και αναφέρεται στην εν Χριστώ αποκάλυψη, όπως βιώθηκε από τους ανθρώπους που ήταν στο στάδιο του φωτισμού και της θέωσης, δηλαδή τους αγίους. Έχει να κάνει με το τι πιστεύουμε. Αίρεση είναι η παρέκκλιση από τα δόγματα της πίστεως που άπαξ παρεδόθη στους αγίους. Για την καταπολέμηση των αιρετικών δογμάτων συνήλθαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι.
Ο άγιος Νικόδημος, στο Πηδάλιο σελ. 588 δίνει τον ορισμό των αιρετικών· «Αιρετικοί ονομάζονται εκείνοι των οποίων η διαφορά παρευθύς και αμέσως είναι περί της εις Θεόν πίστεως, ήτοι οι κατά την πίστιν και τα δόγματα χωρισμένοι από τους ορθόδοξους κα παντελώς απομεμακρυσμένοι».
Ο ίδιος αναφέρει ότι πρέπει να αποστρεφόμαστε ακόμα και τις όποιες τελετές τους· «Οι Ορθόδοξοι χριστιανοί πρέπει να αποστρέφονται τους αιρετικούς, και τας των αιρετικών τελετάς. Μάλλον δε αυτοί, οι αιρετικοί πρέπει να ελέγχονται και να νουθετώνται από τους Επισκόπους και Πρεσβυτέρους, μήπως ήθελαν καταλάβουν και επιστρέψουν από την πλάνην των». (Πηδάλιο σελ. 51).
Ο συγγραφέας του έργου ‘’Ρήσεις και ερμηνείαι παραβολών του αγίου Ευαγγελίου στην ερώτηση λη (38) αναφέρει· «Πόθεν λέγεται ‘’αίρεσις’’; Από του αιρείσθαι τι ίδιον και τούτο εξακολουθείν». Διαλέγει δηλαδή κάποιος κάτι από την Χριστιανική πίστη, το ξεχωρίζει και απορρίπτει όλα τα υπόλοιπα. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, η «Αίρεσις εστί περί πίστεως ουκ αληθής δόξα».
Για τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, ο σεβασμός του Θεού έχει να κάνει με την πίστη στα ορθά δόγματα και στις ευάρεστες πράξεις. «Ο τρόπος σεβασμού του Θεού συνίσταται στις ευσεβείς διδασκαλίες και στις καλές πράξεις» (Κατηχήσεις 4,2).
Κατά τον άγιο Νείλο, η αίρεση έχει την αρχή της στην κενοδοξία και επομένως στην υπερηφάνεια του ανθρώπου. Αναφέρει· «Κενοδοξία είναι φαντασία της συγκυρίας, φαινομενική φιλοπονία, αντίθετη προς την αλήθεια, αρχηγός των αιρέσεων, επιθυμία της πρωτοκαθεδρίας…τριπλή γλώσσα των αιρετικών». (Περί των κακιών, κεφάλαιο 4).
2. Το δόγμα και η αίρεση στην Καινή Διαθήκη
Ο Κύριος όταν αναστήθηκε και εμφανίστηκε σε εκείνους τους δύο μαθητές που πήγαιναν προς Εμμαούς, για την πίστη στο γεγονός της Αναστάσεως του Μεσσία, τους παρέπεμψε στους προφήτες και στον Μωυσή.
«Και αυτός είπε προς αυτούς· Ω ανόητοι και βραδείς την καρδίαν εις το να πιστεύητε εις πάντα όσα ελάλησαν οι προφήται· δεν έπρεπε να πάθη ταύτα ο Χριστός και να εισέλθη εις την δόξαν αυτού; Και αρχίσας από Μωϋσέως και από πάντων των προφητών, διηρμήνευεν εις αυτούς τα περί εαυτού γεγραμμένα εν πάσαις ταις γραφαίς». (Λουκάς κδ 25-27)
Ο απ Παύλος μιλάει για την πηγή της Χριστιανικής πίστεως σε δύο σημεία. «Λοιπόν, αδελφοί, μένετε σταθεροί και κρατείτε τας παραδόσεις, τας οποίας εδιδάχθητε είτε διά λόγου είτε δι' επιστολής ημών». (Β Θες/κεις β 15). «Σας επαινώ δε, αδελφοί, ότι εις πάντα με ενθυμείσθε, και κρατείτε τας παραδόσεις, καθώς παρέδωκα εις εσάς». (Α Κορινθίους ια 1).
Αυτή, συνίσταται σε όσα παραδόθηκαν γραπτά και προφορικά από τους αποστόλους στην Εκκλησία. Τα προφορικά λόγια, η εκκλησία τα άκουσε και τα έκανε ζωή της και κτήμα της. Άλλα καταγράφτηκαν στα πρακτικά των συνόδων, και εν μέρει στα συγγράμματα των πατέρων. Τα υπόλοιπα έμειναν σε μας με την Άγραφη Παράδοση, όπως εξηγεί ο Μ Βασίλειος.
Ο απ Παύλος προειδοποιεί ότι θα έρθει ένας καιρός όπου οι άνθρωποι που πιστεύουν στον θεό δεν θα υποφέρουν τα υγιή δόγματα της πίστης και θα μαζέψουν ψευτοδιδασκάλους που με τις διδασκαλίες τους απλά θα ικανοποιούν την ακοή τους. Αναφέρεται προφανώς σε αιρέσεις, και τονίζει το θέμα της διδασκαλίας. «Διότι θέλει ελθεί καιρός ότε δεν θέλουσιν υποφέρει την υγιαίνουσαν διδασκαλίαν, αλλά θέλουσιν επισωρεύσει εις εαυτούς διδασκάλους κατά τας ιδίας αυτών επιθυμίας, γαργαλιζόμενοι την ακοήν, και από μεν της αληθείας θέλουσιν αποστρέψει την ακοήν αυτών, εις δε τους μύθους θέλουσιν εκτραπή». (Β Τιμόθεος δ 3-4).
Στον επίσκοπο Τίτο, συμβουλεύει να ελέγχει απότομα εκείνους που ετεροδιδασκαλούν, ώστε να συνέρχονται. Δεν μιλάει σε απίστους. Σε ανθρώπους που πιστεύουν στο θεό αλλά πλανώνται στην πίστη, εκεί απευθύνεται. «Διά την οποίαν αιτίαν έλεγχε αυτούς αποτόμως, διά να υγιαίνωσιν εν τη πίστει, και να μη προσέχωσιν εις Ιουδαϊκούς μύθους και εντολάς ανθρώπων αποστρεφομένων την αλήθειαν». (Τίτος α 13-14)
Σε άλλο σημείο, συμβουλεύει τον επίσκοπο Τιμόθεο να αποστρέφεται τις ματαιολογίες των αιρετικών. Βλέπουμε ότι και πάλι δίνει βαρύτητα στα δόγματα, στο τι πιστεύουμε δηλαδή.
«Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, αποστρεφόμενος τας βεβήλους ματαιολογίας και τας αντιλογίας της ψευδωνύμου γνώσεως, την οποίαν τινές επαγγελλόμενοι επλανήθησαν κατά την πίστιν». (Α Τιμοθέου 6,20-21)
Ο Ιούδας ο αδελφόθεος, συνδέει άμεσα την κοινή σωτηρία με την ορθή πίστη που άπαξ παραδόθηκε στους αγίους. «Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους». (Ιούδας 3)
Ο απ Παύλος, μιλάει προφητικά και συμβουλεύει τους πρεσβυτέρους να προσέχουν την διδασκαλία των τοπικών εκκλησιών που ποιμαίνουν, διότι μετά την αναχώρησή του θα σηκώνονταν άνθρωποι από ανάμεσά τους (δηλαδή από πιστούς) που θα λαλούσαν αιρετικές διδασκαλίες (‘’διεστραμμένα’’, όπως αναφέρει). Η αίρεση είναι διαστροφή της αλήθειας, και οι υπεύθυνοι λειτουργοί είναι υποχρεωμένοι να διαφυλάττουν την πίστη και να ποιμαίνουν την Εκκλησία του Θεού, την οποία ο Θεός απέκτησε με το αίμα Του. «Προσέχετε λοιπόν εις εαυτούς και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το Πνεύμα το Άγιον σας έθεσεν επισκόπους, διά να ποιμαίνητε την εκκλησίαν του Θεού, την οποίαν απέκτησε διά του ιδίου αυτού αίματος. Διότι εγώ εξεύρω τούτο, ότι μετά την αναχώρησίν μου θέλουσιν εισέλθει εις εσάς λύκοι βαρείς μη φειδόμενοι του ποιμνίου· και εξ υμών αυτών θέλουσι σηκωθή άνθρωποι λαλούντες διεστραμμένα, διά να αποσπώσι τους μαθητάς οπίσω αυτών. Διά τούτο αγρυπνείτε, ενθυμούμενοι ότι τρία έτη νύκτα και ημέραν δεν έπαυσα νουθετών μετά δακρύων ένα έκαστον. Και τώρα, αδελφοί, σας αφιερόνω εις τον Θεόν και εις τον λόγον της χάριτος αυτού, όστις δύναται να εποικοδομήση και να δώση εις εσάς κληρονομίαν μεταξύ πάντων των ηγιασμένων». (Πράξεις κ 28-32).
Σε άλλο σημείο, αναφέρει για τους αιρετικούς ότι ναυάγησαν στην πίστη· «…έχων πίστιν και αγαθήν συνείδησιν, την οποίαν τινές αποβαλόντες εναυάγησαν εις την πίστιν» (Α Τιμοθέου α 19).
Δεν λέει ότι είναι σωσμένοι, αλλά ναυαγοί στην πίστη.
Ο απ Ιωάννης γράφει για εκείνους που αρνούνταν ότι ο Ιησούς έλαβε ανθρώπινο σώμα· «Αγαπητοί, μη πιστεύετε εις παν πνεύμα, αλλά δοκιμάζετε τα πνεύματα εν ήναι εκ του Θεού· διότι πολλοί ψευδοπροφήται εξήλθον εις τον κόσμον. Εκ τούτου γνωρίζετε το Πνεύμα του Θεού· παν πνεύμα, το οποίον ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εν σαρκί, είναι εκ του Θεού· και παν πνεύμα, το οποίον δεν ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εν σαρκί, δεν είναι εκ του Θεού· και τούτο είναι το πνεύμα του αντιχρίστου, το οποίον ηκούσατε ότι έρχεται, και τώρα μάλιστα είναι εν τω κόσμω. (Α Ιωάννου δ 1-3).
Πίστευαν στον Χριστό και αυτοί, αλλά αρνούνταν αυτό το συγκεκριμένο δόγμα, από το οποίο προκύπτουν πολλά άλλα. Η μια αιρετική διδασκαλία φέρνει την άλλη. Σαν μια αλυσίδα.
Ο απ Παύλος αναφέρει ότι ο αιρετικός άνθρωπος είναι διεφθαρμένος. Η πίστη η ορθή έχει διαφθαρεί μέσα του με διδασκαλίες αλλότριες. Για αυτό και αναφέρει: «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, εξεύρων ότι διεφθάρη ο τοιούτος και αμαρτάνει, ων αυτοκατάκριτος. (Τίτος γ 10-11).
Στις εκκλησίες της Γαλατίας (στην σημερινή Τουρκία), είχαν εισχωρήσει χριστιανοί με αιρετικές δοξασίες, οι Ιουδαίζοντες χριστιανοί. Στον Χριστό πίστευαν και αυτοί, μάλιστα διάβαζαν και την Γραφή της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά είχαν αιρετικό δόγμα. Πίστευαν ότι η σωτηρία δεν δίνεται με την θυσία του Χριστού μόνο, αλλά πρέπει να τηρούν και τα του νόμου του Μωυσή. Οι Απόστολοι δογμάτισαν στην πρώτη αποστολική σύνοδο (Πράξεις ιε). Δεν είπαν ότι είμαστε το ίδιο και ας πιστεύουμε διαφορετικά. Διαχώρισαν την πλάνη από την αλήθεια και έκαναν γνωστή την διδασκαλία της Εκκλησίας. Αργότερα, θα γράψει·
«Αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού σας κηρύττη άλλο ευαγγέλιον παρά εκείνο, το οποίον σας εκηρύξαμεν, ας ήναι ανάθεμα. Καθώς προείπομεν, και τώρα πάλιν λέγω· Εάν τις σας κηρύττη άλλο ευαγγέλιον παρά εκείνο, το οποίον παρελάβετε, ας ήναι ανάθεμα. Διότι τώρα ανθρώπους πείθω ή τον Θεόν; ή ζητώ να αρέσκω εις ανθρώπους; διότι εάν ακόμη ήρεσκον εις ανθρώπους, δεν ήθελον είσθαι δούλος Χριστού». (Γαλάτας α 8-9).
Οι διδασκαλίες των αιρετικών είναι μάταιες, προχωρούν σε ασέβεια, κατατρώνε ως γάγγραινα το υγιές σώμα, και ανατρέπουν την πίστη όσων ανθρώπων δεν έχουν πλήρη γνώση περί της πίστεως. «Τας δε βεβήλους ματαιοφωνίας φεύγε· διότι θέλουσι προχωρήσει εις πλειοτέραν ασέβειαν, και ο λόγος αυτών θέλει κατατρώγει ως γάγγραινα· εκ των οποίων είναι ο Υμέναιος και ο Φιλητός, οίτινες απεπλανήθησαν από της αληθείας, λέγοντες ότι έγεινεν ήδη η ανάστασις, και ανατρέπουσι την πίστιν τινών». (Β Τιμοθέου β 16- 18).
Ο Υμέναιος και ο Φιλητός πίστευαν στην ανάσταση, και επομένως στον Θεό, αλλά με αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αποπλανήθηκαν από την αλήθεια.
Ο απ Πέτρος, ονομάζει τις αιρέσεις, ‘’αιρέσεις απωλείας’’.«Υπήρξαν όμως και ψευδοπροφήται μεταξύ του λαού, καθώς και μεταξύ σας θέλουσιν είσθαι ψευδοδιδάσκαλοι, οίτινες θέλουσι παρεισάξει αιρέσεις απωλείας, αρνούμενοι και τον αγοράσαντα αυτούς δεσπότην, επισύροντες εις εαυτούς ταχείαν απώλειαν·» (Β Πέτρου β 1).
Οι αιρετικοί διαστρεβλώνουν τις Γραφές ‘’προς την ιδίαν αυτών απώλεια’’, όπως έκαναν και με τις επιστολές του απ Παύλου.
«…καθώς και ο αγαπητός ημών αδελφός Παύλος έγραψε προς εσάς κατά την δοθείσαν εις αυτόν σοφίαν, ως και εν πάσαις ταις επιστολαίς αυτού, λαλών εν αυταίς περί τούτων, μεταξύ των οποίων είναι τινά δυσνόητα, τα οποία οι αμαθείς και αστήρικτοι στρεβλόνουσιν, ως και τας λοιπάς γραφάς προς την ιδίαν αυτών απώλειαν». (Β Πέτρου γ 15-16).
Όπως βλέπουμε, ο δήθεν αδογματισμός δεν είχε καμία θέση κατά τον πρώτο αποστολικό αιώνα στην διδασκαλία των αγίων αποστόλων. Κάτι που συνεχίστηκε και κατά τους επόμενους αιώνες.
Παρακάτω, ακολουθούν μερικά μόνο από τα πολλά σημεία στα οποία οι άγιοι Πατέρες μιλούν σχετικά.
3. Η θέση του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου για τα δόγματα και την αίρεση. (107 μ.Χ.)
Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, που ήταν άμεσος διάδοχος των αποστόλων, αναφέρει:
«Έμαθα ότι πέρασαν μερικοί περαστικοί από εκεί, από την Εκκλησία σας, που έχουν κακόδοξη διδαχή· αλλά εσείς δεν αφήσατε να σπείρουν ανάμεσά σας την κακοδοξία τους, κλείσαντες τα αφτιά σας, ώστε να μην δεχτείτε τα όσα ήθελαν να σπείρουν…» (Προς Εφεσίους, 9).
«…στην πλάνην τους εσείς να είσθε σταθεροί στην πίστη σας…» (Προς Εφεσίους 10).
«…πόσο μάλλον θα τιμωρηθεί εκείνος που διαφθείρει με την αιρετική διδασκαλία την πίστη, για την οποία σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός;» (κεφ. 16)
«Φροντίστε λοιπόν να εδραιωθείτε στα δόγματα του Κυρίου και των Αποστόλων…» (Προς Μαγνησιείς 13).
«Σας παρακαλώ λοιπόν, όχι εγώ, αλλά η αγάπη του Ιησού Χριστού να λαμβάνετε μόνο τη χριστιανική τροφή και να απέχετε από τα ξένα βότανα, γιατί αυτά είναι αίρεση.» (Προς Τραλλιανούς 6).
«Λοιπόν, τέκνα του φωτός της αλήθειας, αποφεύγετε τον χωρισμό και τις κακοδιδασκαλίες· όπου είναι ο ποιμένας, εκεί να τον ακολουθείτε ως πρόβατα…». (Προς Φιλαδελφείς 2).
4. Η θέση του Κλήμη Αλεξανδρείας (150- 216).
Κατά τον Κλήμη Αλεξανδρείας, η αίρεση είναι εκτροπή από την αλήθεια. Στο έργο του ‘’Των κατά την αληθή φιλοσοφίαν Γνωστικών υπομνημάτων στρωματέων Πρώτο βιβλίο’’, αναφέρει · «εκούσιος γαρ η τε αίρεσις ητε της αληθείας εκτροπή».
5. Άγιος Πολύκαρπος Σμύρνης (167 μ.Χ.)
«…όποιος παραποιεί με τεχνάσματα τα λόγια του Κυρίου σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες και λέγει ότι δεν υπάρχει ούτε ανάσταση, ούτε κρίση, αυτός είναι πρωτότοκος του Σατανά». (Προς Φιλιππισίους 7).
6. Η θέση του αγίου Ειρηναίου (2ος – 3ος αιώνας).
Οι αιρετικοί εισάγουν λόγους ψευδείς, λόγους και διδασκαλίες που δεν υπήρχαν πριν. Αιχμαλωτίζουν εκείνους που δεν έχουν πείρα της πίστης, μηχανορραφώντας τα λόγια του Χριστού θέλοντας να είναι ερμηνευτές. «…επεισάγουσι λόγους ψευδείς και γενεαλογίας ματαίας, αίτινες συζητήσεις μάλλον παρέχουσι, καθώς ο απόστολος φησίν, η οικοδομή Θεού την εν πίστει, και δια της πανούργως συγκεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τον νουν των απειροτέρων, και αιχμαλωτίζουσι αυτούς, ραδιουργούντες τα λόγια Κυρίου, εξηγηταί κακοί των καλώς ειρημένων γινόμενοι και πολλούς ανατρέπουσιν…» (Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως, βιβλίο Α 1).
Ενώ αναφέρει για την αληθοφάνεια της αιρέσεως που έχει σε εκείνους που είναι άπειροι της χριστιανικής πίστης· «…περιβλήματι πανούργως κοσμούμενη, και αυτής της αληθείας αληθεστέραν εαυτήν παρέχειν φαίνεσθαι δια της έξωθεν φαντασίας τοις απειροτέροις…» (Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως,βιβλίο Α, 2).
7. Η θέση του Μ. Αθανασίου (298- 373 μ.Χ.).
Ο Μ. Αθανάσιος αποκαλεί την αίρεση ως ‘’εξέραμα της ασεβείας’’, και αναφέρει ότι η αμφισβήτηση της διδασκαλίας των προηγούμενων Πατέρων και της Ιεράς Παράδοσης δεν είναι γνώρισμα των αληθινών διδασκάλων αλλά του διαβόλου· «Έκγονον εστί διαβόλου και καπήλων δε μάλλον και ου διδασκάλων εστί γνώρισμα. Εστί γαρ, ως οι πατέρες παρεδεδώκασιν, όντως διδασκαλία και διδασκάλων αληθών τούτο τεκμήριο το τα αλλήλοις ομολογείν και μη αμφισβητείν μήτε προς εαυτούς μήτε προς τους εαυτών πατέρας». (Περί της εν Νικαίας Συνόδου). Την αίρεση του Αρείου που δίδασκε ότι ο Υιός δεν υπήρχε από πάντα και ότι δεν έχει την ίδια ουσία με τον Πατέρα αλλά απλά ήταν το πρώτο και τελειότερο κτίσμα του Θεού, την αποκαλεί δαιμονιώδη. Σε άλλο έργο αναφέρει ότι η αίρεση είναι θεομίσητη, ακόμα και αν την στηρίζουν δυνατοί- κοινωνικά- άνθρωποι. Τους αιρετικούς αναφέρει ως ‘’εκπεσόντες’’ και ναυαγούς στην πίστη· «Οι δε από των αιρέσεων εκπεσόντες της εκκλησιαστικής διδασκαλίας. Και περί την πίστιν ναυαγήσαντες…». (Λόγος κατά ειδώλων).
8. Η θέση του αγίου Κύριλλου Ιεροσολύμων (313- 387 μ.Χ.)
Για τους αιρετικούς, αναφέρει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων·
«Μη προσέχεις στα καλά τους λόγια, ούτε στην ψεύτικη ταπεινοφροσύνη τους. Γιατί είναι φίδια και γεννήματα οχιάς». (Κατήχηση ΣΤ).
«Η Εκκλησία ονομάζεται Καθολική, επειδή είναι απλωμένη σε όλη την οικουμένη, από τη μια άκρη ως την άλλη άκρη της γης, και επειδή διδάσκει πλήρη και αδιάκοπα όλα τα δόγματα που πρέπει να γνωρίζουν οι άνθρωποι…για αυτό και το σύμβολο της Πίστεως, για να είσαι σίγουρος σου παρέδωσε και το ‘’Εις μίαν αγίαν, Καθολικήν Εκκλησίαν΄΄, ώστε να αποφεύγεις τις μιαρές συγκεντρώσεις των αιρετικών και να παραμένεις ισόβια στην Αγία, Καθολική Εκκλησία, στους κόλπους της οποίας ξαναγεννήθηκες. Κι αν βρεθείς καμιά φορά σε ξένη πόλη, να μην ρωτάς απλώς που είναι ο ναός- διότι και οι άλλοι ασεβείς αιρετικοί τολμούν να αποκαλούν τις σπηλιές τους εκκλησίες- ούτε να ρωτάς απλώς που είναι η Εκκλησία, αλλά που βρίσκεται η καθολική εκκλησία, γιατί αυτό είναι το ιδιαίτερο όνομα αυτής της Αγίας Μητέρας όλων μας…» (Κατήχηση ΙΗ).
«..παίρνεις με τις κατηχήσεις όπλα εναντίων της ενέργειας του εχθρού- διαβόλου. Παίρνεις πνευματικά όπλα εναντίων των αιρέσεων, των Ιουδαίων, των Σαμαρειτών, και των ειδωλολατρών». (Προκατήχηση Α).
«Η ευσέβεια εκδηλώνεται με τους εξής δύο τρόπους: Με τα ευσεβή δόγματα, και με τις αγαθές πράξεις, Και ούτε τα δόγματα χωρίς αγαθά έργα είναι δεκτά από τον Θεό, ούτε τα έργα που δεν συνοδεύονται από ευσεβή δόγματα τα δέχεται ο Θεός…Είναι λοιπόν, μεγάλο απόκτημα η εκμάθηση των δογμάτων, και υπάρχει ανάγκη να έχουμε νηφάλια ψυχή, επειδή πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν να μας εξαπατήσουν με τη φιλοσοφία και με κούφια απατηλά πράγματα…οι οπαδοί των αιρετικών, με ευγενική γλώσσα και ευγλωττία απατούν τις καρδιές των απλοϊκών ανθρώπων, και καλύπτουν με το χριστιανικό τους όνομα, σαν με μέλι, τα δηλητήρια των αιρετικών δογμάτων» (Κατήχηση Δ).
9. Η θέση του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου (329- 390 μ.Χ.).
Ενώ ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, σημειώνει ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο μεγαλοπρεπές για τον Θεό όπως λόγος καθαρός και ψυχή τέλεια στα δόγματα της αλήθειας· «Ουδέν ούτω τω θεώ μεγαλοπρεπές, ως λόγος κεκαθαρμένος και ψυχή τελεία τοι της αληθείας δόγμασιν». (Λόγος 42, Συνακτήριος).
10. Η θέση του Μ. Βασιλείου (330- 378 μ.Χ.)
Κατά τον Μ Βασίλειο, η αίρεση χωρίζει- διαιρεί την ορθή πίστη και την αλήθεια. Στην επιστολή του προς τον επίσκοπο Επιφάνιο (επιστολή 258), αναφέρει· «Και τέτμηται μεν η αίρεσις προς την Ορθοδοξίαν, τέτμηται δε αύτη προς εαυτόν η ορθότης».
Ο ίδιος θέτει την ευθύνη για την πλάνη της αιρέσεως όχι μόνο στον αιρετικό αλλά περισσότερο στον αιρεσιάρχη: «Ου γαρ μόνον ο πονηράς έχων περί Θεού εννοίας υπαίτιος, αλλά και ο τούτων προς την απώλειαν ταύτην καθηγησάμενος». (Εις τον ψαλμό ΜΗ).
Στην επιστολή του προς τον άγιο Αμφιλόχιο Ικονίου, στο έργο του ‘’Περί Αγίου Πνεύματος’’, κεφάλαιο Λ, αναφέρει ότι η αίρεση γενικά μετακινεί τα δογματικά όρια που έθεσαν οι Πατέρες, και είναι αυτή η διασάλευση αγριότερη από αυτήν που γίνεται στην θάλασσα όταν έχει κακό καιρό. «Ο δε σάλος ούτος των εκκλησιών τινός ουκ εστί θαλασσίου κλύδωνος αγριότερος; Εν ω παν μεν όριον πατέρων κεκινήται, πας δε θεμέλιος και ει τι οχύρωμα δογμάτων διασεσάλευται».
Αλλού, αναφέρει ότι οι αιρετικοί καταφρονούν τα Πατερικά δόγματα, τις αποστολικές παραδόσεις, έχουν καινοφανείς διδασκαλίες που η Εκκλησία ποτέ δεν είχε. «Καταπεφρόνηται τα τών Πατέρων δόγματα, αποστολικαί παραδόσεις εξουθένηνται, νεωτέρων ανθρώπων εφευρέματα ταις Εκκλησίας εμπολιτεύεται· τεχνολογούσι λοιπόν, ου θεολογούσιν οι άνθρωποι· η του κόσμου σοφία τα πρωτεία φέρεται παρωσαμένη το καύχημα τού Σταυρού. Ποιμένες απελαύνονται, αντεισάγονται δε λύκοι βαρείς διασπώντες το ποίμνιον του Χριστού». (Επιστολή 90).
Νικοπολίταις πρεσβύτεροι (επιστολή 240): «Μόνον μη εξαπατηθήτε ταις ψευδολογίαιας αυτών επαγγελλομένων ορθότητα πίστεως. Χριστέμποροι γαρ οι τοιούτοι και ου χριστιανοί, το αεί αυτοίς κατά τον βίον τούτον λυσιτελούν του κατ’ αληθείαν ζην προτιμώντες».
11. Η θέση του αγίου Γρηγορίου Νύσσης (335- 394 μ.Χ.)
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, περιγράφει την πνευματική μάχη της Εκκλησίας με την αίρεση και την πλάνη, παραλληλίζοντας την Εκκλησία με μια πόλη που πολιορκείται από τους εχθρούς που είναι απέξω και την πολεμούν με την βοήθεια των δαιμόνων. Ο ίδιος, ως πολεμιστής του Κυρίου, αγωνιώντας για την πόλη και τους συμπολίτες του, προτιμά να αγωνιστεί για τον ουράνιο μισθό παρά να ησυχάζει και να αδιαφορεί:
«Επεί δε πολιορκείται μεν η πόλις του Θεού, η Εκκλησία, κατασείεται δε το μέγα τείχος της πίστεως τοις μηχανήμασι της αιρέσεως εν κύκλω περιδονούμενον, κίνδυνος δε ου μικρός αιχμάλωτον οιχεσθαι παρά της των δαιμόνων επιστρατείας ανάρπαστον τον λόγον του Κυρίου γενόμενον…δια τούτο φοβερόν είναι κρίνας το μη συμμετάσχειν της των Χριστιανών αγωνίας ουκ επι την ησυχίαν απέκλινα, προτιμοτέρους δε μάλλον εποιησάμην τους εκ των πόνων ιδρώτας της εκ του ησυχάζειν ανέσεως, ειδώς ακριβώς ότι ώσπερ τον μισθόν λήψεται, καθώς φησίν ο απόστολος, κατά το ίδιον κόπον έκαστος, ούτω πάνως και την τιμωρίαν επι τη των κατά δύναμιν πόνων ολογωρία». Για αυτό το λόγο, παίρνει εφόδια για να αντιμετωπίσει τα αιρετικά δόγματα· «εκ του ποιμενικού καδδίου, τουτέστιν εκ των εκκλησιαστικών δογμάτων, τους ακατασκεύους τούτους και αυτοφυείς λόγους εις ανατροπήν της βλασφημίας αφείς και ουδεμίας της εκ των έξωθεν λόγων οπλίσεως επι τον αγώνα προσδεηθείς...», και με τον λόγο αντιμετωπίζει τους αιρετικούς· «εκ θείας δυνάμεως ευθυνθήναι μεν την γράφουσα χείρα προς την των αιρετικών δογμάτων αναίρεσιν, υπηρετήσαι δε τους δακτύλους τη ανατροπή της πονηράς παρατάξεως εμπείρως και αγωνιστικώς διατιθέντας κατά των πολεμίων τον λόγον». (Προς Ευνόμιον).
Σε άλλο έργο του, εξετάζοντας περί της αιρέσεως των Ανομοίων (πίστευαν ότι ο Πατέρα και ο Υιός έχουν ανόμοια φύση), αναφέρεται στην κενότητα του δόγματος τους· «Αλλά που μοι των Ανομοίων η αίρεσις; Τι προς την τοιαύτην ερούσι φωνήν; Πώς διασώσουσιν εν τοις ειρημένοις του δόγματος αυτών την κενότητα;». (Περί της κατασκευής του ανθρώπου, κεφάλαιο 6, Έλεγχος του δόγματος των Ανομοίων).
Κάτι που οδηγεί στο ψέμα και στην αιρετική διδασκαλία ·«Παν γαρ το παρά την αλήθειαν λεγόμενον, ψεύδος εστί πάντως και ουκ αλήθεια» (Αντιρρητικός Λόγος κατά Ευνομίου).
12. Η θέση του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου (347- 407)
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει ότι η Εκκλησία οικοδόμησε οίκο πνευματικό με το να ανορθώσει τους πιστούς με την ορθή διδασκαλία, ενώ η αίρεση καταστρέφει, και είναι αιτία ‘’θανάτου αιωνίου’’.«Σοφαί γυναίκες ωκοδόμησαν οίκους. Η εκκλησία δια της υπομονής και ελπίδος του Χριστού ανωκοδόμησεν εαυτόν οίκον, τουτέστιν, ανήγειρε και ανώρθωσε τη διδαχή και πίστει τους προσιόντας αυτή. Η δε άφρων κατέστρεψε ταις χερσίν αυτής, όπερ εστίν, η αίρεσις παραίτιος εαυτή θανάτου αιωνίου γεγενημένη». (Αποσπάσματα εις Παροιμίας).
Στον λόγο 3, ‘’Προς πιστόν πατέρα’’, αναφέρει μερικές από τις καταστροφικές συνέπειες της αίρεσης στην ψυχή του ανθρώπου, όπως το να καταστρέφει την ευσέβεια και να ανατρέπει την ζωή του ανθρώπου βυθίζοντάς τον στα μιαρά δόγματα και τον ακάθαρτο βίο. «‘Ώστε ου μόνον πολιτείαν ανατρέπουσι, αλλά και ευσέβειαν λυμαίνονται, και ουκ αν τις αμάρτοι κοινούς εχθρούς τούτους προσειπών, οι κατά της ετέρων ζώσι σωτηρίας, δόγμασι μιαροίς και βίοις ακαθάρτοις τους μεθ’ εαυτών εμπλέοντας καταδύοντες».
Στον πρώτο παραινετικό του λόγο, ‘’Προς Σταγείριον τον ασκητήν’’, ονομάζει τα δόγματα της Εκκλησίας ‘’σωτήρια’’, και ότι είναι ανάγκη να πετάξει ο άνθρωπος από πάνω του την ‘’πεπλανημένη δόξαν’’, δηλαδή τις αιρετικές διδασκαλίες. «…ίνα πρώτον την πεπλανημένη δόξαν εκβαλών, και πείσας ειδέναι την αληθή του παντός πρόνοιαν, ούτως επι το παρακαλείν τρέψω τον λόγον· επειδή δε τη του Θεού χάριτι από βρέφους τα ιερά γράμματα οίδας, και τα αληθή και σωτήρια δόγματα διαδεξάμενος εκ προγόνων πιστεύεις ακριβώς ότι μέλει περί πάντων τω Θεώ, και μάλιστα των πιστευόντων αυτώ, τούτο αφέντες το μέρος, ετέρωθεν ποιησώμεθα την αρχήν».
Στον δεύτερο λόγο του ‘’Προς Ανομοίους περί ακαταλήπτου’’, υπενθυμίζει ότι άλλοτε τους αιρετικούς Ιουδαίζοντες χριστιανούς οι οποίοι ήθελαν να θολώσουν τα καθαρά δόγματα της Εκκλησίας με καινοτομίες δικές τους, η Εκκλησία αντιμετώπισε με τα υγιή δόγματα των αποστόλων, τονίζοντας για άλλη μια φορά την σπουδαιότητα των δογμάτων της πίστεως. «Κατέβησαν τινές από της Ιουδαίας ποτέ επι των προγόνων των υμετέρων, επιθολούντες τα καθαρά της αποστολικής διδασκαλίας δόγματα, και κελεύοντες περιτέμνεσθαι καιτηρείν τον νόμον Μωυσέως. Ταύτην ουκ ηνεγκαν σιγή την καινοτομίαν οι τότε την πόλιν υμών οικούντες, αλλά ώσπερ τινές γεναίοι σκύλακες λύκους ορώντες επεισιόντας και την ποίμνην απασαν διαφθειροντας, ούτως επιπηδήσαντες εκείνοις ο πρότερον απέστησαν σοβούντες αυτούς και απελαύνοντες, εως παρεσκεύασαν παρά των αποστόλων πανταχού της οικουμένης πεμφθήναι δόγματα αποτειχίζοντα κακείνοις και τοις μετ΄εκείνους άπασι την τοιαύτην κατά των πιστών έφοδον».
Στο έργο του ‘’Προς τους ουκ εις δέον χρωμένους αποστολικώ ρητώ τω λέγοντι, ‘’Είτε προφάσει, είτε τη αληθεία Χριστός καταγγέλεται’’ και περί ταπεινοφροσύνης’’, αναφέρει ότι ‘’Το μεν γαρ κήρυγμα ου γίνεται υγιές, όταν τα δόγματα η πλάνης γέμοντα· η πρόφασις δε ου γίνεται υγιής, όταν το μεν κήρυγμα υγιές η, οι δε κηρύττοντες μη δια τον Θεόν κηρύττωσιν, αλλά η προς έχθραν, η προς χάριν ετέρων’’. Δηλαδή, το κήρυγμα των αιρετικών που έχει πλάνες, δεν είναι υγιές. Από την άλλη μεριά, το κίνητρο εκείνου που κηρύττει δεν είναι υγιές ακόμα και αν το κήρυγμά του είναι σωστό, όταν δεν κηρύττει για τον θεό αλλά από έχθρα προς κάποιον ή για χάρη άλλων.
Ο ιερός Χρυσόστομος σε καμία περίπτωση δεν ήταν αγαπολόγος ή δεν έκανε εκπτώσεις στην αλήθεια χάριν της ψεύτικης αγάπης· «μηδέν νόθον δόγμα τω της αγάπης προσχήματι παραδέχεσθε». (Υπόμνημα εις την προς Φιλιππισίους, ομιλία β).
13. Επίλογος
Ήταν μερικά σημεία μόνο από ορισμένους μόνο Πατέρες για την αίρεση και την σημασία του δόγματος, ώστε να πάρουμε μια μικρή γεύση για το φρόνημα της αρχαίας Εκκλησίας. Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, είναι μισητή από τον εχθρό του Θεού, Σατανά. Εκείνος προσπαθεί να πληγώσει το σώμα του Κυρίου, αλλά τελικά και σύμφωνα με τις υποσχέσεις του Χριστού τόσο στην Παλαιά Διαθήκη όσο και στην Καινή, η Εκκλησία με την χάρη του Θεού θα εισέλθει στην αιώνια δόξα ως νύμφη Του και οι αντίθεες δυνάμεις θα αισχύνονται αιώνια. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο άγιος Κυπριανός, και ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου και μας διαβεβαιώνουν για την νίκη της Εκκλησίας και την συντριβή των αιρέσεων.
«Ουδέποτε αίρεσις την Εκκλησίαν ενίκησε, αλλά αεί μαίνεται, και κατ’ ολίγον προελθούσα ευθέως λύεται» (Ιερά Παράλληλα).
«Λίθος μεν ουν προσκόμματος τοις απίστοις εθνικοίς ο Χριστός, πέτρα δε σκανδάλου τοις Ιουδαίοις, τοις δε πιστοίς ημίν λίθος του θεμελίου, της Εκκλησίας πάσαν την κρηπίδα συνέχων και πέτρα δια το στερρόν και άπτωτον της ομολογίας, η προσαραττόμεναι αι τρικυμίαι των αιρέσεων εις αφρόν διαλύονται» (Κύριλλος Αλεξανδρείας).
«Εκτός Εκκλησίας ουδεμία σωτηρία» (“Extra Ecclesiam nulla salus”) (Άγιος Κυπριανός Καρχηδόνος Επιστολή 72 Προς Ιουβαϊανό, Περί Βαπτίσματος των Αιρετικών)
«…η εκκλησία του Θεού ωκοδόμηται, και ‘’πύλαι Άδου ου κατισχύσουσι αυτής’’. Πύλαι δε Άδου αι αιρέσεις και οι αιρεσιάρχαι…» (Άγιος Επιφάνιος Κύπρου, Αγκυρωτός).
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου